Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

Το μεγάλο "στοίχημα" των ξένων οίκων για το Χ.Α.Διελκυστίνδα για την πορεία οικονομίας - χρηματιστήριου. Ποιοι αναλυτές αναθεωρούν θετικά τις απόψεις τους και ποιοι επιμένουν στα «μαύρα» σενάρια



Του Βασίλη Γεώργα
 
Νέο γαϊτανάκι προβλέψεων, με φόντο τις κρίσιμες συναντήσεις της τρόικας με την ελληνική κυβέρνηση για την πολυαναμενόμενη έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και την ηχηρή ανάκαμψη των μετοχών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, έχουν στήσει οι μεγάλοι αμερικανικοί και ευρωπαϊκοί επενδυτικοί οίκοι, επιχειρώντας να σκιαγραφήσουν την επόμενη μέρα στην ελληνική οικονομία και την κεφαλαιαγορά.


Παρότι ο αχός της σεναριολογίας για την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη έχει περιοριστεί σημαντικά, οι απόψεις και οι προβλέψεις που διατυπώνονται στις αναλύσεις έχουν τόσο μεγάλη ποικιλία όσο και ο αριθμός των αναλυτών που τις υπογράφουν, χωρίς, προς το παρόν, να διαφαίνεται μια ξεκάθαρη πλειοψηφική εκτίμηση για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα.

Κάποιοι επενδυτικοί οίκοι έχουν ήδη «κηρύξει» την αρχή του τέλους uis κρίσης για την Ελλάδα, βλέποντας το έλλειμμα να περιορίζεται και την πολιτική βούληση για οριστική λύση να ενισχύεται στις τάξεις της Ε.Ε., ενώ άλλοι πιστεύουν ότι η μετεκλογική βελτίωση του κλίματος που αποτυπώθηκε τόσο στο ταμπλό της λεωφόρου Αθηνών όσο και στα διεθνή μέσα ενημέρωσης το τελευταίο τετράμηνο είναι τεχνητή και κινδυνεύει να ανατραπεί. Προς τούτο επικαλούνται προβλέψεις για διατήρηση της βαθιάς ύφεσης στην οικονομία, τη δυσκολία εφαρμογής των μέτρων αλλά και τις αστοχίες του προγράμματος που επέβαλε η τρόικα.

Προσδοκίες
Αν, πάντως, οι περισσότεροι διεθνείς οίκοι φαίνεται να καταλήγουν σε κάποιο συμπέρασμα είναι πως, όσο το χρέος θα θεωρείται ουσιαστικά μη βιώσιμο, θα επικρέμαται πάντα ο κίνδυνος μιας άτακτης χρεοκοπίας και ενός Grexit, ενώ η λύση θα πρέπει να δοθεί με πολιτικά κριτήρια και, πιθανότατα, με μια νέα αναδιάρθρωση χρέους, αυτήν τη φορά εκ μέρους του «επίσημου τομέα», δηλαδή της ΕΚΤ και των ευρωπαϊκών κρατών. Για μια μεγάλη μερίδα αναλυτών η καταβολή της δόσης των 31,5 δισ. ευρώ θεωρείται πάντως σίγουρη, όπως επίσης και μια «νίκη» στη μάχη για χαμηλότερα επιτόκια και διετή επιμήκυνση της περιόδου προσαρμογής, ώστε να κερδηθεί χρόνος μέχρι τις οριστικές αποφάσεις, με άμεση θετική επίπτωση στο Χ.Α.

Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις των επόμενων εβδομάδων θεωρούνται ιδιαίτερα κρίσιμες, με τη χρηματιστηριακή αγορά, προς το παρόν, να θρέφει θετικές προσδοκίες. Αυτό αποτυπώνεται στις τελευταίες εκθέσεις των μεγάλων οίκων, των ίδιων που περίπου προ πενταετίας προειδοποιούσαν για τα δεινά της ελληνικής οικονομίας, χωρίς να λείπουν, βέβαια, και οι αστοχίες από πλευράς τους.

Ποιοι μεγάλοι «παίκτες» Βλέπουν φως στο τούνελ


Goldman Sachs: Η Ελλάδα έχει κάνει περισσότερα από όσα της αναγνωρίζονταιΤο γεγονός πως η Goldman Sachs ήταν ο πρώτος μεγάλος ξένος οίκος που «γύρισε» θετικός για την ελληνική οικονομία και το χρηματιστήριο ήδη από τον Ιούλιο δημιούργησε αίσθηση, κυρίως λόγω της πολιτικής και οικονομικής ισχύος που διαθέτει η συγκεκριμένη αμερικανική τράπεζα. Η εκτίμησή της, όπως αποτυπώνεται σε νεότερη έκθεση που δημοσιεύτηκε στα μέσα Σεπτεμβρίου, είναι ότι η ελληνική οικονομία έχει καταφέρει να προσαρμοστεί πολύ περισσότερο από όσο της έχουν αναγνωρίσει οι αγορές σε καίριους τομείς, όπως η μείωση του ελλείμματος, του εργατικού κόστους και η βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου. Αισιόδοξη στάση τηρεί και για τις προοπτικές των ελληνικών μετοχών και ομολόγων, σημειώνοντας πως, παρά την άνοδο των αποτιμήσεων, δεν αντανακλούν πλήρως τη βελτίωση των θεμελιωδών στοιχείων της Ελλάδας.



Κατά την Goldman Sachs, ο κίνδυνος επιστροφής στη δραχμή έχει μειωθεί, αλλά θα περιοριστεί δραστικά μεσοπρόθεσμα, εφόσον η έκθεση της τρόικας ανοίξει τον δρόμο για την εκταμίευση της επόμενης δόσης των 31,5 δισ. ευρώ, μια εξέλιξη που ο οίκος θεωρεί ως πιθανότερη, δεδομένου ότι «η ελληνική κυβέρνηση έχει δείξει ότι προτίθεται να κάνει ό,τι μπορεί για να αποφύγει την κατάρρευση της οικονομίας, ενώ παράλληλα οι πολιτικοί της Ευρωζώνης εμφανίζονται πρόθυμοι να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν την Ελλάδα όσο εκείνη τηρεί τις δεσμεύσεις της». Σε ό,τι αφορά τα σενάρια εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, η αμερικανική τράπεζα θεωρεί ως «βαθύτατα πολιτικό» το ζήτημα, σημειώνοντας πως η Ευρωζώνη δεν είναι αρκετά ισχυρή οικονομικά ώστε να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις.

Deutsche Bank: θειικό momentum για την ΕλλάδαΗ στροφή της γερμανικής πολιτικής που καταγράφηκε τις προηγούμενες εβδομάδες υπέρ της Ελλάδας υποστηρίχθηκε σε σημαντικό βαθμό από την Deutsche Bank, η οποία μέχρι και πριν από τις εκλογές «έπαιζε» με τα σενάρια επιστροφής στη δραχμή. Στην τελευταία της έκθεση (25/9) η γερμανική τράπεζα επισημαίνει ότι σταδιακά διαμορφώνεται θετικό momentum για την Ελλάδα στην Ε.Ε και εκτιμά ότι τελικά η χώρα θα καταφέρει να κερδίσει όχι μόνο σιωπηρή παράταση δύο χρόνων για την εφαρμογή του Μνημονίου, αλλά σε μεταγενέστερο στάδιο και το «κούρεμα» του επίσημου τομέα. Σε ό,τι αφορά τα χρηματοδοτικά κενά από την επιμήκυνση, αυτά πιστεύει πως θα αντιμετωπιστούν αργότερα και όχι άμεσα με απευθείας χρηματοδότηση. Μια συμφωνία στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων της ελληνικής κυβέρνησης με την τρόικα θα είχε βραχυπρόθεσμα θετικές επιπτώσεις και στις αγορές, σημειώνει σε άλλη ανάλυση της η γερμανική τράπεζα.

Morgan Stanley: «Long» στην ελληνική αγοράΠολύ πιο αισιόδοξη στάση για την Ελλάδα έχει υιοθετήσει ήδη από τις αρχές Σεπτεμβρίου και η Morgan Stanley, ο μόνος ίσως από τους μεγάλους ξένους οίκους που είχε προειδοποιήσει εγκαίρως και με σαφήνεια σε διάφορα στάδια στο παρελθόν για τις επιπτώσεις της κρίσης χρέους τόσο στις αγορές διεθνώς όσο και στην Ελλάδα.

Κατά την εκτίμηση της Morgan Stanley, όπως αποτυπώνεται σε ανάλυση της στις αρχές του προηγούμενου μήνα, οι τιμές των ελληνικών ομολόγων έφτασαν σε τέτοιο βαθμό απαξίωσης, που το ρίσκο μιας κοντινής χρονικά εξόδου της χώρας από το ευρώ αποτιμήθηκε πλήρως. Για τη Morgan Stanley, οι Θέσεις των επενδυτών πρέπει να είναι πλέον «long». λόγω της ελκυστικής σχέσης ρίσκου/απόδοσης, με την προοπτική, μάλιστα, να ενισχυθούν ακόμα περισσότερο έπειτα από μια πιθανή θετική αξιολόγηση της τρόικας και την εκταμίευση της δόσης των 31,5 δισ. ευρώ.

Ο αμερικανικός οίκος εκτιμά ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια υπέρ της Ελλάδας, στο πλαίσιο της επαναδιαπραγμάτευσης που ξεκινά, και περιμένει ότι, παρά τις ενστάσεις που θα υπάρξουν, στο τέλος η Ελλάδα θα μπορέσει να εξασφαλίσει τόσο το «κούρεμα» του χρέους που κατέχει ο «επίσημος τομέας» (OSI) όσο και περισσότερο χρόνο για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, καθώς και χαμηλότερα επιτόκια στην αποπληρωμή των δανείων.

Saxo Bank - J.P. Morgan: Μετεκλογική ευφορίαH Saxo Bank ήταν από τις πρώτες ξένες τράπεζες που κάλεσαν τους πελάτες τους να επενδύσουν στο Ελληνικό Χρηματιστήριο και να μη δώσουν βάση στα καταστροφικά σενάρια για έξοδο από το ευρώ. Είναι χαρακτηριστική η μετεκλογική ανάλυση της τράπεζας υπό το σύνθημα «είναι καιρός να εξετάσουμε την Ελλάδα για ακόμα μία φορά», στην οποία ο αναλυτής της Peter Bo Kiaer σημείωνε πως το ρίσκο είναι τέτοιο που ίσως να χάσει κανείς το 100% των χρημάτων του, όμως μπορεί να πάρει πίσω 2, 3, 5 ή ακόμα και 10 φορές τα λεφτά του, αν τα πράγματα εξελιχθούν ομαλά.




Στο ίδιο πνεύμα και η J.P. Morgan, που σε ανάλυση της μέσα στο καλοκαίρι προτείνει στους επενδυτές να «ξανακοιτάξουν την Ελλάδα». Ο στρατηγικός αναλυτής της, Dan Morris, θεωρεί πως, μετά το ξεκαθάρισμα του πολιτικού σκηνικού στη χώρα, οι ελληνικές μετοχές αρχίζουν να παρουσιάζουν ενδιαφέρον, επισημαίνοντας πως, εάν εκτιμά κανείς ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στην Ευρωζώνη, αξίζει να δοκιμάσει να «στοιχηματίσει» σε αυτήν την αγορά.


Τι έλεγαν το 2007: Η ευφορία που οδήγησε σε αστοχίες
Μπορεί αυτήν τη φορά αρκετοί ξένοι επενδυτικοί οίκοι και εγχώριοι αναλυτές να «έπιασαν» το timing της μετεκλογικής βελτίωσης του κλίματος υπέρ της Ελλάδας και της ισχυρής ανοδικής κίνησης που ακολούθησε στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, ωστόσο το παρελθόν έχει αποδείξει ότι σπανίως πρέπει κανείς να εμπιστεύεται με κλειστά μάτια τις αναλύσεις τους ή να αγνοεί τα πολυποίκιλα συμφέροντα που ενίοτε αυτές υποκρύπτουν.

Άλλωστε, η πολύ πρόσφατη εμπειρία από το μπαράζ των θετικών εκθέσεων που το 2008 ή το 2009 και το 2010 εξακολουθούσαν να δημοσιεύουν οι διεθνείς επενδυτικές τράπεζες, οι οποίες ακόμη τότε είχαν ισχυρή παρουσία στην ελληνική αγορά μετοχών και ομολόγων, δείχνει στην καλύτερη των περιπτώσεων ότι ήταν μακριά νυχτωμένοι...Μερικές από αυτές τις εκθέσεις έχουν μείνει αξέχαστες: Όπως, λ.χ., όταν στα υψηλά του 2007, λίγο πριν ξεκινήσει η κατάρρευση, η Citigroup πρότεινε διεθνώς τις ελληνικές και τις ιταλικές τράπεζες ως κορυφαίες επιλογές για επένδυση, λόγω της χαμηλής τους αποτίμησης και των προοπτικών τους, με την τιμή-στόχο τότε για την Εθνική να τοποθετείται στα 52 ευρώ.

Στα τέλη της ίδιας χρονιάς, η HSBC, η οποία στη συνέχεια αποσύρθηκε από την Ελλάδα, έδινε για το 2008 περιθώρια ανόδου 15% για το Ελληνικό Χρηματιστήριο και ακόμα υψηλότερα για τις τράπεζες και τις μετοχές μεσαίας και μικρότερης κεφαλαιοποίησης. Εκείνη τη χρονιά ήταν μια από τις χειρότερες στο Ελληνικό Χρηματιστήριο, καθώς οι απώλειες ξεπέρασαν το 66%.Ήταν η ίδια περίοδος που η Deutsche Bank έδινε σύσταση «Overweight» για τις ελληνικές τράπεζες, ενώ η ελβετική Credit Suisse προεξοφλούσε σε αναλύσεις της ότι η πιστωτική κρίση στην Ευρώπη ήταν θέμα 5-6 μηνών για να τελειώσει, με τις συνολικές απομειώσεις να μην ξεπερνούν τα 400 δισ. ευρώ.

Το 2011 πια, όταν η ίδια τράπεζα αναβάθμιζε τη σύστασή της για το Χ.Α., πιστεύοντας ότι η κρίση στην Ελλάδα τελειώνει, έπεσε τόσο έξω όσο και η Deutsche Bank, που έδινε τιμή-στόχο τις 1.680 μονάδες για τη χρονιά, καθώς και η Societe Generale, που, κοντά στα υψηλά των 1.750 μονάδων, πρότεινε long θέσεις στο Χ.Α., για να δει την αγορά να κλείνει τη χρονιά στις 650 μονάδες.

Οι εξαιρέσειςΣτα παραπάνω παραδείγματα αποτυχημένων προβλέψεων για τις αγορές -που, φυσικά, είναι πολύ περισσότερα- οι οίκοι έχουν να αντιπαραβάλουν και κάποιες επιτυχημένες προσεγγίσεις, οι οποίες μετριούνται στα δάχτυλα. Για παράδειγμα, η Morgan Stanley ήταν ένας από τους οίκους που από την αρχή της κρίσης είχαν προειδοποιήσει εγκαίρως, με επαναλαμβανόμενες αναλύσεις, τους επενδυτές, και μάλιστα είχαν κατακριθεί για το αρνητικό κλίμα που δημιουργούσαν.

Τον Νοέμβριο του 2007, λίγο πριν από την κορύφωση των αγορών, η Morgan Stanley είχε γνωστοποιήσει την αλλαγή πλεύσης της για τις αγορές, λέγοντας «πάρτε τα κέρδη σας από τις μετοχές», ενώ το 2008, με δύο διαφορετικές αναλύσεις της, είχε προειδοποιήσει ότι επίκειται ύφεση στα εταιρικά κέρδη και σε αρκετές αδύναμες οικονομίες, ενώ ο αναλυτής της Teun Draaisma «σήμανε» και επίσημα το τέλος του bull market που «έτρεχε» από το 2003, λέγοντας πως το 2008 το σκηνικό θα αλλάξει και τα χρηματιστήρια θα μπουν σε καθοδική τροχιά.




Επιμένουν στο Grexit
Citigroup: Βλέπει ύφεση 10,7% και ελληνική αποχώρησηΠαρά την αλλαγή στάσης πολλών άλλων επενδυτικών οίκων τις τελευταίες εβδομάδες, η αμερικανική επενδυτική τράπεζα Citigroup συνεχίζει να υποστηρίζει σθεναρά στις τελευταίες εκθέσεις της το σενάριο αποχώρησης της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ στους επόμενους 12-18 μήνες. Παράλληλα, διατηρεί την πλέον απαισιόδοξη εκτίμηση για το ποσοστό της ύφεσης το 2013, που το τοποθετεί στο -10,7%. Τις εκτιμήσεις αυτές επανέλαβε και σε ανάλυσή της με ημερομηνία 1η Οκτωβρίου, σημειώνοντας πως το γεγονός ότι το Grexit συνεχίζει να συζητιέται στην Ε.Ε περιορίζει τις πιθανότητες παραμονής της χώρας στην Ευρωζώνη. Παρ΄ όλα αυτά, ο όμιλος ευρύτερα της Citigroup όχι μόνο εξακολουθεί να είναι ενεργός στις συναλλαγές στο Χ.Α., αλλά παράλληλα εμφανίζεται να διαπραγματεύεται την αναδοχή της ΑΜΚ μεγάλης ελληνικής τράπεζας, ενώ λειτουργεί και ως σύμβουλος της κυβέρνησης για το Ελληνικό.

Pimco: Πολιτικές αποφάσεις για να αποφευχθεί η έξοδοςΗ στάση της Pimco, του μεγαλύτερου fund ομολόγων παγκοσμίως, απέναντι στην Ελλάδα μοιάζει με σκωτσέζικο ντους, αλλά ερμηνεύεται και ως μοχλός πίεσης προς τους δανειστές της χώρας. Ο γεν. διευθυντής της, Mike Amey, στις 29 Μαΐου του 2012 είχε διατυπώσει την πρόβλεψη ότι η Ελλάδα θα έβγαινε από την Ευρωζώνη μέχρι τα τέλη Ιουλίου, κάτι που, φυσικά, δεν συνέβη. Στις τελευταίες αναφορές της PIMCO η αισιοδοξία είχε επιστρέψει, με την εταιρεία να τονίζει πως «όπου και να στρέψουμε το κεφάλι, από Ελλάδα έως Πορτογαλία, Ισπανία και Ιταλία, υπάρχει όλο και μεγαλύτερη ελπίδα». Ο επικεφαλής της, El Erian, είχε καλέσει σε αυστηρό τόνο τους Ευρωπαίους ηγέτες να λάβουν «γενναίες αποφάσεις» για να επιλυθεί το ελληνικό πρόβλημα, δείχνοντας προς την κατεύθυνσης ενός νέου «κουρέματος». Προ ημερών, ωστόσο, ο Mike Amey επανέλαβε ότι, από τη στιγμή που οι πολιτικοί δεν έχουν αντιμετωπίσει ακόμη τα διαρθρωτικά προβλήματα και τη διαχείριση του χρέους, «είναι δύσκολο να πω το πώς μπορεί να μείνει η Ελλάδα στο ευρώ».

UBS: Νεα διάσωσηΣτην ιδία λογική κινούνται και οι επισημάνσεις των αναλυτών της ελβετικής UBS, που θεωρεί ότι το χρέος της Ελλάδας δεν είναι βιώσιμο και ότι μετά το 2014 θα χρειαστεί νέο σχέδιο διάσωσης. Σε έκθεση του, ο αναλυτής Thomas Wacker εκτιμά ότι, για να καταστεί διαχειρίσιμο το χρέος, πρέπει να «κουρευτεί» κατά 70% από τα τρέχοντα επίπεδα, ενώ δεν αποκλείει «ακόμα μία περίπτωση χρεοκοπίας μέχρι το τέλος του 2012 ή εντός του 2013». Κατά τους αναλυτές της UBS, οι συζητήσεις μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης και τρόικας θα οδηγήσουν στην τροποποίηση του αρχικού σχεδίου, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για ένα δεύτερο σχέδιο διάσωσης.

Βλέπουν αναδιάρθρωση
Nomura: Οι εναλλακτικές της ΑθήναςΠεριορισμένες πιθανότητες να γίνει δεύτερη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους βλέπει η ιαπωνική Nomura, παρότι, σύμφωνα με ανάλυσή της, η έκθεση της τρόικας θα επιβεβαιώσει ότι ο στόχος μείωσης του ελληνικού χρέους στο 120% του ΑΕΠ έως το 2020 είναι ανέφικτος. Σύμφωνα με τη Nomura, εναλλακτικές ενέργειες στήριξης της Αθήνας θα ήταν: η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών να γίνει απευθείας μέσω του ESM, να μειωθούν τα επιτόκια δανεισμού, να επιστραφούν στο Δημόσιο τα κέρδη από το πρόγραμμα αγοράς ελληνικών ομολόγων και να ενταχθούν τα 20,9 δισ. ευρώ χρέους της αρχικής συμφωνίας λήξης 2016 στη διευρυμένη χρηματοδοτική διευκόλυνση του EFSF, ώστε να επιμηκυνθεί η περίοδος αποπληρωμής.

Από την πλευρά της, η Barclays, σε πρόσφατη έκθεσή της, προειδοποίησε πως η παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη, αν δεν υπάρξει αναδιάρθρωση του χρέους που κατέχει ο επίσημος τομέας (OSI), είναι δύσκολη.Σύμφωνα με τον επενδυτικό οίκο, παρά την πρόοδο που έχει καταγράψει η Ελλάδα στη μείωση του ελλείμματος, η περαιτέρω εφαρμογή δομικών μεταρρυθμίσεων και η υλοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για να ανακτήσει η χώρα τη χαμένη της αξιοπιστία.

Τέλος, η Bank of America αναφέρει ότι απαιτείται νέο «κούρεμα» 40 δισ. ευρώ στο ελληνικό χρέος, για να καταστεί βιώσιμο. Στην τελευταία ανάλυση της Bank of America - Merrill Lynch εκφράζεται η εκτίμηση ότι μια διετής παράταση του προγράμματος προσαρμογής, που έχει ήδη εκτροχιαστεί, θα απαιτήσει περίπου 20 δισ. ευρώ πρόσθετης χρηματοδότησης, η οποία πιθανότατα θα καλυφθεί από την τρόικα.Βασικό σενάριο για τον διεθνή οίκο είναι πως η διακοπή της χρηματοδότησης από την τρόικα και η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ δεν συγκεντρώνουν σοβαρές πιθανότητες για το μέλλον.

Εφ.Κεφάλαιο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου