Την παρέμβαση της Επιτρόπου Ανταγωνισμού, Vestager, για τη στρέβλωση που προκύπτει σε επίπεδο εσωτερικής αγοράς, εξαιτίας του υψηλού κόστους στις τιμές πετρελαίου και βενζίνης στην Ελλάδα, λόγω της φορολογικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, ζήτησε με ερώτησή της η επικεφαλής της Ελιάς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Εύα Καϊλή.
Οι υψηλοί δείκτες φορολόγησης της βενζίνης και του πετρελαίου δεν
επιτρέπουν στον επιβαρυμένο προϋπολογισμό των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων να χαλαρώσει παρά το γεγονός της ραγδαίας πτώσης των τιμών στις διεθνείς αγορές, από την οποία εδώ και πολύ καιρό επωφελούνται τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Η κυβέρνηση, εξαιτίας της απαράδεκτα υψηλής φορολόγησης, μεταφέρει τεράστιες επιβαρύνσεις στους καταναλωτές, κυρίως τα αδύναμα νοικοκυριά που δυσκολεύονται να αγοράσουν πετρέλαιο θέρμανσης ή να μετακινήσουν το αυτοκίνητό τους, καθώς εκμεταλλεύεται την αναπόφευκτη ανάγκη τους για να εισπράξει "εύκολους" φόρους, τη στιγμή που η γενικότερη φορολόγηση άλλων τομέων που δεν επηρεάζουν άμεσα τους πολίτες, μένει προκλητικά στο απυρόβλητο.
Πέρα όμως από τον φορομπηχτικό χαρακτήρα της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, η στρέβλωση που προκύπτει από τον μη-εναρμονισμένο τρόπο φορολόγησης των προϊόντων πετρελαίου στην Ελλάδα, είναι τεράστια σε επίπεδο ανταγωνισμού της εσωτερικής αγοράς καθώς το δυσανάλογο κόστος της ενέργειας μεγιστοποιεί παράλογα το κόστος παραγωγής και εκμηδενίζει τις δυνατότητες ανταγωνισμού των ελληνικών επιχειρήσεων με μεγάλη κατανάλωση ενέργειας, εντός της ΕΕ.
Τον τελευταίο χρόνο, όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ προσάρμοσαν τις δημοσιονομικές πολιτικές τους ούτως ώστε να επιτρέψουν σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις να εκμεταλλευτούν την ραγδαία πτώση του πετρελαίου, και έτσι να μεταφέρουν πόρους σε πιο παραγωγικές επενδυτικές ευκαιρίες, αλλά και τα νοικοκυριά να αυξήσουν την κατανάλωσή τους ρίχνοντας ευεργετικό χρήμα στην οικονομία.
"Η ελληνική κυβέρνηση, τον τελευταίο χρόνο, έκανε ότι μπορούσε για να χαθεί και αυτή η ευκαιρία. Με την ανικανότητά της να παρακολουθήσει τα υπόλοιπα κράτη-μέλη και να εναρμονίσει τη φορολογική της πολιτική, απώλεσε για το ελληνικό νοικοκυριό και τον έλληνα επιχειρηματία, τη δυνατότητα να ανασάνει οικονομικά, και να ευεργετηθεί από την εξαιρετική οικονομική συγκυρία, τονώνοντας την ρευστότητα της οικονομίας", δήλωσε η Εύα Καϊλή.
Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης προς την Επίτροπο Vestager:
Παρά το γεγονός ότι οι τιμές του αργού πετρελαίου έχουν πέσει 40% μέσα σε ένα χρόνο διεθνώς και κινούνται σταθερά κάτω από τα 30 δολάρια το βαρέλι, η τιμή που πληρώνουν οι καταναλωτές σε πολλά κράτη-μέλη παραμένουν δυσανάλογα υψηλές.
Ενδεικτικά στην Ελλάδα, συγκρίνοντας τις τιμές της βενζίνης τον Φεβρουάριο του 2016 με αυτές του 2015 προκύπτει ότι η τιμή της αμόλυβδης βενζίνης έχει μειωθεί μόλις κατά 2%, δηλαδή έπεσε στα 1,37 ευρώ το λίτρο κατά μέσο όρο τον Ιανουάριο του 2016 από 1,398 το 2015. Επίσης η τιμή του πετρελαίου κίνησης έπεσε μόνο κατά 10%, του υγραερίου κίνησης 8% και του πετρελαίου θέρμανσης 16%. Σημειώνεται ότι στις περισσότερες χώρες της ΕΕ οι τιμές έχουν μειωθεί σημαντικά.
Το ζήτημα έχει μεγαλύτερες συνέπειες στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, καθώς η ζήτηση ενέργειας είναι ανελαστική, και ενώ το κόστος πέφτει σε πολλά κράτη-μέλη, σε άλλα παραμένει υψηλό, χωρίς προφανή λόγο.
Ερωτάται η Επιτροπή:
1) Πως σκοπεύει η Επιτροπή να αντιμετωπίσει το ζήτημα ανταγωνιστικότητας που προκύπτει;
2) Πως σκοπεύει η Επιτροπή να προστατέψει νοικοκυριά και επιχειρήσεις από υπερκοστολογήσεις που προκύπτουν στα προϊόντα του πετρελαίου;
Οι υψηλοί δείκτες φορολόγησης της βενζίνης και του πετρελαίου δεν
επιτρέπουν στον επιβαρυμένο προϋπολογισμό των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων να χαλαρώσει παρά το γεγονός της ραγδαίας πτώσης των τιμών στις διεθνείς αγορές, από την οποία εδώ και πολύ καιρό επωφελούνται τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Η κυβέρνηση, εξαιτίας της απαράδεκτα υψηλής φορολόγησης, μεταφέρει τεράστιες επιβαρύνσεις στους καταναλωτές, κυρίως τα αδύναμα νοικοκυριά που δυσκολεύονται να αγοράσουν πετρέλαιο θέρμανσης ή να μετακινήσουν το αυτοκίνητό τους, καθώς εκμεταλλεύεται την αναπόφευκτη ανάγκη τους για να εισπράξει "εύκολους" φόρους, τη στιγμή που η γενικότερη φορολόγηση άλλων τομέων που δεν επηρεάζουν άμεσα τους πολίτες, μένει προκλητικά στο απυρόβλητο.
Πέρα όμως από τον φορομπηχτικό χαρακτήρα της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, η στρέβλωση που προκύπτει από τον μη-εναρμονισμένο τρόπο φορολόγησης των προϊόντων πετρελαίου στην Ελλάδα, είναι τεράστια σε επίπεδο ανταγωνισμού της εσωτερικής αγοράς καθώς το δυσανάλογο κόστος της ενέργειας μεγιστοποιεί παράλογα το κόστος παραγωγής και εκμηδενίζει τις δυνατότητες ανταγωνισμού των ελληνικών επιχειρήσεων με μεγάλη κατανάλωση ενέργειας, εντός της ΕΕ.
Τον τελευταίο χρόνο, όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ προσάρμοσαν τις δημοσιονομικές πολιτικές τους ούτως ώστε να επιτρέψουν σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις να εκμεταλλευτούν την ραγδαία πτώση του πετρελαίου, και έτσι να μεταφέρουν πόρους σε πιο παραγωγικές επενδυτικές ευκαιρίες, αλλά και τα νοικοκυριά να αυξήσουν την κατανάλωσή τους ρίχνοντας ευεργετικό χρήμα στην οικονομία.
"Η ελληνική κυβέρνηση, τον τελευταίο χρόνο, έκανε ότι μπορούσε για να χαθεί και αυτή η ευκαιρία. Με την ανικανότητά της να παρακολουθήσει τα υπόλοιπα κράτη-μέλη και να εναρμονίσει τη φορολογική της πολιτική, απώλεσε για το ελληνικό νοικοκυριό και τον έλληνα επιχειρηματία, τη δυνατότητα να ανασάνει οικονομικά, και να ευεργετηθεί από την εξαιρετική οικονομική συγκυρία, τονώνοντας την ρευστότητα της οικονομίας", δήλωσε η Εύα Καϊλή.
Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης προς την Επίτροπο Vestager:
Παρά το γεγονός ότι οι τιμές του αργού πετρελαίου έχουν πέσει 40% μέσα σε ένα χρόνο διεθνώς και κινούνται σταθερά κάτω από τα 30 δολάρια το βαρέλι, η τιμή που πληρώνουν οι καταναλωτές σε πολλά κράτη-μέλη παραμένουν δυσανάλογα υψηλές.
Ενδεικτικά στην Ελλάδα, συγκρίνοντας τις τιμές της βενζίνης τον Φεβρουάριο του 2016 με αυτές του 2015 προκύπτει ότι η τιμή της αμόλυβδης βενζίνης έχει μειωθεί μόλις κατά 2%, δηλαδή έπεσε στα 1,37 ευρώ το λίτρο κατά μέσο όρο τον Ιανουάριο του 2016 από 1,398 το 2015. Επίσης η τιμή του πετρελαίου κίνησης έπεσε μόνο κατά 10%, του υγραερίου κίνησης 8% και του πετρελαίου θέρμανσης 16%. Σημειώνεται ότι στις περισσότερες χώρες της ΕΕ οι τιμές έχουν μειωθεί σημαντικά.
Το ζήτημα έχει μεγαλύτερες συνέπειες στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, καθώς η ζήτηση ενέργειας είναι ανελαστική, και ενώ το κόστος πέφτει σε πολλά κράτη-μέλη, σε άλλα παραμένει υψηλό, χωρίς προφανή λόγο.
Ερωτάται η Επιτροπή:
1) Πως σκοπεύει η Επιτροπή να αντιμετωπίσει το ζήτημα ανταγωνιστικότητας που προκύπτει;
2) Πως σκοπεύει η Επιτροπή να προστατέψει νοικοκυριά και επιχειρήσεις από υπερκοστολογήσεις που προκύπτουν στα προϊόντα του πετρελαίου;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου