Η ελληνική αγελαδοτροφία την περίοδο της κρίσης θυμίζει τον… γάιδαρο του χότζα. Με βάρη δυσανάλογα προς τις γειτονικές χώρες μοιάζει να βαδίζει ασθμαίνοντας και είναι ζήτημα χρόνου πότε θα καταρρεύσει, όπως υποστηρίζουν οι Έλληνες αγελαδοτρόφοι.
Τα στοιχεία που μας δόθηκαν από την Ένωση Φυλής Χολστάιν Ελλάδας, με επικεφαλής τον κτηνίατρο Θανάση Βασιλέκα, είναι αποκαλυπτικά για το μέγεθος της κρίσης που βιώνει η ελληνική γαλακτοπαραγωγός αγελαδοτροφία. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, που δεν υπάρχει εμπορική αξία στα δέρματα. Το κρέας των ελληνικών μοσχαριών –μη κρεοπαραγωγικών φυλών– πωλείται σε εξευτελιστικές τιμές, όταν χρειαστεί τα ζώα να πάνε στο σφαγείο.
Κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, λένε οι παραγωγοί, η κατάσταση στην ελληνική γαλακτοπαραγωγό αγελαδοτροφία επιδεινώθηκε, με την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, που υιοθέτησε άκριτα ο τότε υπουργός Ανάπτυξης, Κωστής Χατζηδάκης. Ωστόσο, όπως τονίζουν, ο κόσμος έμαθε τι σημαίνει φρέσκο γάλα και βγήκαν νέα συνεταιριστικά σχήματα, όπως ο ΘΕΣγάλα, το Γιαννιώτ’κο κ.ά.
Όμως, σαν να μην έφταναν οι πιέσεις της αγοράς, που έχουν φτάσει σε εξοντωτικό σημείο, το κόστος παραγωγής μέσα στην κρίση έχει αυξηθεί δραματικά. Υποστηρίζουν πως, αν δεν αλλάξει κάτι, οι καταναλωτές θα ψάχνουν το ελληνικό αγελαδινό γάλα με το κιάλι. Κι όλα αυτά, ενώ οι καταναλωτές έχουν δείξει πως ειδικά για το γάλα, που είναι ένα προϊόν με το οποίο τρέφουν τα παιδιά τους, θα μπορούσαν να πληρώσουν κάτι παραπάνω, ακόμη και μέσα στην κρίση, εφόσον είναι ποιοτικό.
«Ακούμε συχνά ότι η ελληνική αγελαδοτροφία δεν είναι ανταγωνιστική, αλλά είναι αδύνατον ένας κλάδος να είναι, όταν της προσθέσεις τόσα βάρη. Πώς γίνεται να παράγει ένας Έλληνας παραγωγός, όταν έχει διπλό και τριπλό κόστος παραγωγής από τους γείτονές του; Όταν καθημερινά ανεβαίνουν τα κόστη λόγω εφορίας, ασφαλιστικών εισφορών κ.ά. Δεν έχει τέλος η πρόσθεση βαρών και κανείς δεν ξέρει πού θα σταματήσει», λέει ο κ. Βασιλέκας. Για του λόγου το αληθές, δίνει τις ενδεικτικές τιμές:
Ελλάδα: Η μέση τιμή αγελαδινού γάλακτος κυμαίνεται στα 0,36-40 ευρώ και η τιμή πετρελαίου στο 1,25-1,30 ευρώ. Ο μέσος μισθός εργαζομένων στη γαλακτοπαραγωγή είναι περίπου 700 ευρώ + 300 ευρώ ασφάλιστρο. Το κόστος βασικών ζωοτροφών έχει ως εξής: καλαμπόκι 18-20 λεπτά, τριφύλλι 20 λεπτά, σόγια 42 λεπτά, ελαιοκράμβη περίπου 20-22 λεπτά. Όσον αφορά το κόστος ρεύματος, αυτό εξαρτάται από το μέγεθος της μονάδας. Μια μέση ελληνική μονάδα με 200-250 αγελάδες πληρώνει ρεύμα 2.500-3.000 ευρώ μηνιαίως. Η εφορία, μαζί με τις ασφαλιστικές εισφορές, την προκαταβολή φόρου και τον συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ, ξεπερνά το 60% των εξόδων.
Βουλγαρία: Η μέση τιμή αγελαδινού γάλακτος κυμαίνεται στα 0,36-0,40 ευρώ, με την τιμή πετρελαίου να είναι φθηνότερη κατά 0,20-0,30 ευρώ το λίτρο από ό,τι στην Ελλάδα. Ο μέσος μισθός εργαζομένων στις φάρμες είναι γύρω στα 250 ευρώ το μέγιστο. Όσον αφορά το κόστος βασικών ζωοτροφών, είναι φθηνότερο κατά 20% φθηνότερο σε σχέση με τη χώρα μας, ενώ και η τιμή ρεύματος περίπου 30% φθηνότερη της ελληνικής. Εφορία στο 10%.
Σκόπια: Η μέση τιμή αγελαδινού γάλακτος είναι 0,33-,036 ευρώ και η τιμή πετρελαίου 0,20-0,30 ευρώ φθηνότερη ανά λίτρο. Ο μέσος μισθός εργαζομένου είναι περίπου 200 ευρώ. Το κόστος βασικών ζωοτροφών είναι 30% φθηνότερο και η τιμή ρεύματος φθηνότερη κατά 30% από την ελληνική. Εφορία στο 10%.
Τουρκία: Η μέση τιμή αγελαδινού γάλακτος είναι γύρω 0,36-0,40 ευρώ και η τιμή πετρελαίου 0,20-0,30 ευρώ φθηνότερη ανά λίτρο. Ο μέσος μισθός εργαζομένου είναι 400 ευρώ, ενώ το κόστος ζωοτροφών είναι αντίστοιχο με τις ελληνικές. Τα φάρμακα και τα εφόδια είναι στο 50% της αξίας στην Ελλάδα. Στην Τουρκία το κρέας της αγελάδας, που σφάζεται, πληρώνεται 4,5-5,00 ευρώ το κιλό, ενώ στην Ελλάδα 1,5 ευρώ το κιλό κατά μέσο όρο και το κρέας μόσχου, που σφάζει ο παραγωγός, πληρώνεται 7,5 – 8 ευρώ το κιλό, ενώ στην Ελλάδα 3,5 ευρώ το κιλό με παρακάλια. Η εφορία είναι στο 20%.
Πολωνία: Η μέση τιμή αγελαδινού γάλακτος είναι στα 0,36-0,37 ευρώ. Το κόστος ζωοτροφών είναι πολύ χαμηλότερο, όπως και η αξία ρεύματος, πολύ φθηνότερο πετρέλαιο και επιδοτούμενο. Η εφορία κυμαίνεται από 5% έως 20%, ποσοστό που εξαρτάται από τη μορφή της κάθε μονάδας. Αντίστοιχες είναι οι τιμές σε όλες περίπου τις χώρες της Ευρώπης, ενώ αντίστοιχο είναι και το κόστος παραγωγής με πολύ υψηλότερες παροχές υπηρεσιών (παροχές ρεύματος, νερού, ανάπτυξη ψηφιακών δικτύων κ.ά.).
Ευρωπαϊκή αγορά
Τις ισορροπίες της εξακολουθεί να αναζητά μέχρι σήμερα η ευρωπαϊκή αγορά γάλακτος, η οποία δεν φαίνεται να έχει καταφέρει να αναπτύξει αποτελεσματικούς μηχανισμούς θωράκισής της, μετά την κρίση που έπληξε την αγορά γάλακτος στα κράτη – μέλη της ΕΕ. Σύμφωνα με την πρόσφατη αναφορά του υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ (USDA), τα μέτρα που ελήφθησαν από τα κράτη – μέλη της Ένωσης τα τελευταία δύο χρόνια, αλλά και οι προσπάθειες που καταβάλλονται, προκειμένου να στηριχθεί η τιμή των γαλακτοκομικών προϊόντων, στην πραγματικότητα αποτυγχάνουν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα στη ρίζα του, αψηφώντας την παγκόσμια υπερπαραγωγή γάλακτος και την αστάθεια των τιμών.
Βάσει της πρόσφατης αναφοράς του υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ (USDA) η οποία δημοσιεύτηκε στις 10 Μαρτίου 2017, η ανάκαμψη, που επήλθε μετά την κρίση, στο μεγαλύτερο ποσοστό της οφείλεται στη σταθεροποίηση των τιμών των γαλακτοκομικών προϊόντων σε παγκόσμιο επίπεδο λόγω της μειωμένης παγκόσμιας, αλλά και ευρωπαϊκής παραγωγής και «όχι στις παρεμβάσεις που έλαβαν οι ηγεσίες της ΕΕ», όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Καθεστώς ποσοστώσεων
Ήταν μία από τις πιο μελανές περιόδους για τους γαλακτοπαραγωγούς της Ευρώπης. Είχε προηγηθεί μία διετία ανάπτυξης με σημαντική αύξηση των τιμών τους, λόγω της παρατεταμένης ξηρασίας σε Καλιφόρνια, Αυστραλία και Κίνα. Οι Ευρωπαίοι κτηνοτρόφοι, σημειώνει το USDA, άρχισαν να επενδύουν μαζικά στην παραγωγή γάλακτος ενόψει και της λήξης του καθεστώτος ποσοστώσεων την 1η Απριλίου 2015.
Το ρωσικό εμπάργκο από τον Αύγουστο του 2014, η διακοπή από την πλευρά της Κίνας αγοράς μεγάλων ποσοτήτων αποβουτυρωμένου γάλακτος σε σκόνη, η αύξηση της παραγωγής στην ΕΕ και η μειωμένη ζήτηση άρχισαν να πιέζουν τις τιμές προς τα κάτω. Οι γαλακτοπαραγωγοί βρέθηκαν αντιμέτωποι με τη συμπληρωματική εισφορά για το τελευταίο έτος της ποσόστωσης και την αποπληρωμή των δανείων από τις επενδύσεις που είχαν κάνει. Η κατάσταση επιδεινώθηκε και την περίοδο 2015-2016 η κρίση επέφερε αλυσιδωτές επιπτώσεις στον κλάδο συνολικά της κτηνοτροφίας, αλλά και της βιομηχανίας γάλακτος.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πήρε μέτρα, ξεκινώντας με το πακέτο αλληλεγγύης, συνέχισε με το εθελοντικό σύστημα μείωσης της παραγωγής, έλαβε κάποια μέτρα χρηματοδότησης (όπως διανομή γάλακτος στα σχολεία), ενώ ακολούθησαν και παρεμβάσεις και από κάθε χώρα χωριστικά.
Αποτέλεσμα της κρίσης ήταν το 2016 η παραγωγή γάλακτος στην ΕΕ να επιβραδυνθεί και, τελικά, κατάφερε να κλείσει τη χρονιά με μία αύξηση της τάξεως μόλις του 0,4%. Την ίδια χρονιά, σε Νέα Ζηλανδία, Αυστραλία και Νότια Αμερική η παραγωγή μειώθηκε, γεγονός που επέφερε ισορροπία στην παγκόσμια προσφορά και ζήτηση.
«Η αγορά γαλακτοκομικών προϊόντων της ΕΕ φαίνεται να βγαίνει, τελικά, από την κρίση της περιόδου 2015-2016, αν και αυτή η σταθεροποίηση των τιμών είναι περισσότερο αποτέλεσμα της μειωμένης παραγωγής στην ΕΕ και τον υπόλοιπο κόσμο και όχι αποτέλεσμα των ενεργειών από την ΕΕ και τα κράτη-μέλη της», ξεκαθαρίζεται στην αναφορά του USDA.
Τα προϊόντα ΠΓΕ
Σημειώνεται ότι στην αναφορά γίνεται λόγος και για τη στήριξη των προϊόντων ΠΓΕ στην ΕΕ, για την πιστοποίηση των προϊόντων, την έμφαση που δίνεται στην ποιότητα, ενώ αναφέρεται και η προσπάθεια κρατών-μελών να εφαρμόσουν την υποχρεωτική σήμανση του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (όπως η Ελλάδα). Για τους Αμερικανούς μελετητές, όμως, όλα αυτά μακροπρόθεσμα είναι πιθανό να μειώσουν το κέρδος των παραγωγών. Τέλος, ιδιαίτερη μνεία γίνεται στο υψηλό κόστος παραγωγής που καταγράφεται στην ΕΕ, γεγονός που την καθιστά μη ανταγωνιστική σε σχέση με τη Νέα Ζηλανδία και τις ΗΠΑ.
των Άννας Στεργίου, Γεωργίας Μπόχτη
ypaithros.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου