Τις ημέρες αυτές εξελίσσεται στην Ευρώπη η συνήθης διαπραγμάτευση ανάμεσα στους θεσμούς, αλλά και στα κράτη – μέλη για τον μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της ένωσης, του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου για την περίοδο 2021 – 2027.
Η διαβούλευση αυτή υπήρξε ανέκαθεν μία δύσκολη διαδικασία, αφού αφορούσε τόσο στη συνεισφορά του κάθε μέλους, όσο και στις προτεραιότητες της Ένωσης για την κάθε περίοδο. Εθνικοί ανταγωνισμοί, διαφοροποιήσεις στις προτεραιότητες, καθώς και τοπικές πολιτικές προκλήσεις έχουν στιγματίσει κατά καιρούς τις Συνόδους Κορυφής.
Η Ευρώπη ήδη από την προηγούμενη περίοδο έχει περιορίσει τον προϋπολογισμό της, αφού για το διάστημα 2014-2020 είχαν αποφασιστεί περικοπές ύψους 3,4% (34 δισεκατομμυρίων), εν μέσω της μείωσης των προϋπολογισθέντων δαπανών για τις υποδομές, την έρευνα, τις σύγχρονες τηλεπικοινωνίες και τις ψηφιακές τεχνολογίες.
Η Ευρώπη ήδη από την προηγούμενη περίοδο έχει περιορίσει τον προϋπολογισμό της, αφού για το διάστημα 2014-2020 είχαν αποφασιστεί περικοπές ύψους 3,4% (34 δισεκατομμυρίων), εν μέσω της μείωσης των προϋπολογισθέντων δαπανών για τις υποδομές, την έρευνα, τις σύγχρονες τηλεπικοινωνίες και τις ψηφιακές τεχνολογίες.
Πέρα από την ισχύουσα τάση περιορισμού, η τρέχουσα διαπραγμάτευση επιβαρύνεται από το κενό της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, που υπολογίζεται σε 75 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η συζήτηση είναι καίριας σημασίας για την Ελλάδα, που λαμβάνει ετησίως από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό 5 δισεκατομμύρια ευρώ, με τη μερίδα του λέοντος να προκύπτει από τις αγροτικές ενισχύσεις και τις πολιτικές συνοχής. Μία μείωση της κοινής αγροτικής πολιτικής - ΚΑΠ κατά 10% θα επιφέρει αντίστοιχη μείωση των επιδοτήσεων και κατ’ επέκταση ελάττωση του εισοδήματος του Έλληνα αγρότη.
Η συζήτηση είναι καίριας σημασίας για την Ελλάδα, που λαμβάνει ετησίως από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό 5 δισεκατομμύρια ευρώ, με τη μερίδα του λέοντος να προκύπτει από τις αγροτικές ενισχύσεις και τις πολιτικές συνοχής. Μία μείωση της κοινής αγροτικής πολιτικής - ΚΑΠ κατά 10% θα επιφέρει αντίστοιχη μείωση των επιδοτήσεων και κατ’ επέκταση ελάττωση του εισοδήματος του Έλληνα αγρότη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το εισόδημα των γεωργών στην Ευρώπη παραμένει περίπου 40 % χαμηλότερο σε σύγκριση με το μη γεωργικό εισόδημα. Η Ελλάδα πλήττεται ιδιαιτέρα από κάθε περικοπή της ΚΑΠ (ΚΓΠ – Κοινής Γεωργικής Πολιτικής κατά τη νέα ορολογία), αφού ο πρωτογενής τομέας εξακολουθεί να κατέχει σημαντική θέση στη διαμόρφωση του ΑΕΠ (3,7% το 2018) και της απασχόλησης (11,2% της συνολικής απασχόλησης το 2017) – Μελέτη ΙΟΒΕ. Την ίδια στιγμή το εισόδημα των αγροτών της χώρας υπολείπεται του ευρωπαϊκού μέσου όρου και οι επιδοτήσεις – ενισχύσεις καλύπτουν το μισό από αυτό.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της μείωση των γεωργικών επιδοτήσεων και η συρρίκνωση του γεωργικού εισοδήματος των τελευταίων ετών, το 1986 η ΚΑΠ κυριαρχούσε στις δαπάνες του προϋπολογισμού, αντιστοιχώντας στο 70% των συνολικών δαπανών. Η πρόταση της Επιτροπής για το νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) αντιστοιχεί μόλις σε ποσοστό 28,5 % του συνολικού προϋπολογισμού της ΕΕ. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα είναι πλέον πολύ ελλειμματική στην παραγωγή που αφορά στα ζωικά προϊόντα, όπως το βόειο κρέας και το γάλα.
Από τα παραπάνω αβίαστα προκύπτει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να κινητοποιήσει όλες τις διαθέσιμες πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις και σε συνεργασία με τις υπόλοιπες δικαιούχες χώρες της Ευρωπαϊκή Ένωσης να συμβάλει αποφασιστικά στην σχετική διαπραγμάτευση.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της μείωση των γεωργικών επιδοτήσεων και η συρρίκνωση του γεωργικού εισοδήματος των τελευταίων ετών, το 1986 η ΚΑΠ κυριαρχούσε στις δαπάνες του προϋπολογισμού, αντιστοιχώντας στο 70% των συνολικών δαπανών. Η πρόταση της Επιτροπής για το νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) αντιστοιχεί μόλις σε ποσοστό 28,5 % του συνολικού προϋπολογισμού της ΕΕ. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα είναι πλέον πολύ ελλειμματική στην παραγωγή που αφορά στα ζωικά προϊόντα, όπως το βόειο κρέας και το γάλα.
Από τα παραπάνω αβίαστα προκύπτει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να κινητοποιήσει όλες τις διαθέσιμες πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις και σε συνεργασία με τις υπόλοιπες δικαιούχες χώρες της Ευρωπαϊκή Ένωσης να συμβάλει αποφασιστικά στην σχετική διαπραγμάτευση.
Οι πολιτικές συνοχής και αγροτικής πολιτικής δεν αποτελούν αποτέλεσμα της «μεγαλοψυχίας» των πλούσιων ευρωπαϊκών χωρών αλλά την ελάχιστη ανταπόδοση έναντι της ωφέλειας που τους αποδίδει η λειτουργία της ευρωπαϊκής αγοράς και η ελάχιστη συμβολή στην επούλωση των πληγών που δημιουργεί στις περιφερειακές χώρες – ειδικά της Νότιας Ευρώπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου