Η ποσότητα και η ποιότητα των επιστημονικών δημοσιεύσεων μίας χώρας αποτελούν σημαντικό δείκτη τόσο για το επίπεδο του επιστημονικού προσωπικού της, όσο και για τις προοπτικές που η χώρα αυτή έχει όσον αφορά την παραγωγή καινοτομίας. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, ο δείκτης αυτός αποτελεί συστατικό στοιχείο διεθνών κατατάξεων θέσης καινοτομίας, όπως για παράδειγμα του Δείκτη Καινοτομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Innovation Union Scoreboard, IUS).
Στον τομέα αυτό, τα στοιχεία πρόσφατων ερευνών, δείχνουν ότι η χώρα μας τα καταφέρνει αρκετά καλά: τόσο η τελευταία έκδοση του IUS όσο και τα στοιχεία από την πιο πρόσφατη βιβλιομετρική ανάλυση ελληνικών δημοσιεύσεων σε διεθνή περιοδικά τουΕθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης, δείχνουν ότι η χώρα μας βρίσκεται πάνω από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιδεικνύοντας ταυτόχρονα σημαντικές αυξητικές τάσεις, μέχρι τη στιγμή που η παγκόσμια οικονομική κρίση επιβράδυνε τις ερευνητικές δραστηριότητες σε ολόκληρο τον κόσμο.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με την έρευνα του ΕΚΤ, για την περίοδο από το 1996 ως το 2009, η χώρα μας παρουσιάζει διαρκή και σημαντική αύξηση του αριθμού των δημοσιεύσεων, με ρυθμούς μάλιστα μεγαλύτερους από το μέσο όρο τόσο της Ε.Ε. όσο και των χωρών του Ο.Ο.Σ.Α. Το 2009 η αυξητική αυτή τάση μηδενίζεται, τόσο στη χώρα όσο και στους Μ.Ο. Ε.Ε. και Ο.Ο.Σ.Α., για να ακολουθήσει το 2010 μια μικρή πτώση. Παρόλα αυτά, στο διάστημα 1996 – 2010 η χώρα έχει σχεδόν διπλασιάσει το μερίδιο συμμετοχής της στο σύνολο δημοσιεύσεων από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (συμμετέχει πλέον με 2,4%) και από χώρες του Ο.Ο.Σ.Α (συμμετέχει πλέον με 1,14%).
Στον τομέα των διεθνών συνδημοσιεύσεων, σημαντικό δείκτη της ποιότητας της επιστημονικής έρευνας, αλλά και του ανοιχτού περιβάλλοντος έρευνας που ενθαρρύνει την ανταλλαγή των ιδεών, η Ελλάδα βαθμολογείται από τον IUS με 185 (δείκτης αναφοράς Ε.Ε. 27 = 100). Η χώρα μας έχει ρυθμό αύξησης τέτοιων συνδημοσιεύσεων κοντά στο 6%, κάτι που αποτελεί σχετικό της πλεονέκτημα.
Οι διεθνείς αναφορές ελληνικών δημοσιεύσεων, άλλο ένα στοιχείο της ποιότητας της παραγόμενης έρευνας, τόσο σε επίπεδο απόλυτων αριθμών όσο και συγκριτικά με τις χώρες της ΕΕ και του ΟΟΣΑ, έχουν επίσης σημαντικές αυξητικές τάσεις σε ολόκληρο το διάστημα που καλύπτει η έρευνα του ΕΚΤ: την πενταετία 2006-2010 οι ελληνικές δημοσιεύσεις έλαβαν 222.132 αναφορές, τέσσερις φορές περισσότερες από την πενταετία 1996-2000. Η συμμετοχή των ελληνικών αναφορών στο σύνολο των χωρών της ΕΕ, αυξήθηκε από 0,90% την πενταετία 1996-2000 σε 2,06% την πενταετία 2006-2010. Αλλά και το ποσοστό δημοσιεύσεων που λαμβάνουν αναφορές αυξάνεται διαρκώς και το 2010 έφτασε το 65,5%, προσεγγίζοντας το ποσοστό της ΕΕ (66,3%) και του ΟΟΣΑ (66,5%).
Επίσης, σημαντικές είναι και οι επιδόσεις της χώρας όσον αφορά την απήχησή τους διεθνώς: την πενταετία 2006-2010, 509 ελληνικές δημοσιεύσεις (ή ποσοστό 1%, ίσο με τον παγκόσμιο Μ.Ο. της κατηγορίας αυτής) κατατάχθηκαν παγκοσμίως στο 1% των δημοσιεύσεων με την υψηλότερη απήχηση. Παράλληλα, σύμφωνα με το IUS, ο ρυθμός αύξησης των ελληνικών δημοσιεύσεων που τοποθετούνται στο 10% των δημοσιεύσεων με τη μεγαλύτερη απήχηση αγγίζει το 6%.
Όλα τα στοιχεία δείχνουν λοιπόν ότι η Ελλάδα διαθέτει ένα εξαιρετικά ικανό και παραγωγικό επιστημονικό δυναμικό, το οποίο κερδίζει χρόνο με το χρόνο την αναγνώριση και το σεβασμό της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας για την ποιότητα, την πρωτοτυπία και την ουσία του έργου του. Και, εάν για τη μετατροπή της καινοτομίας σε στοιχείο ανάπτυξης χρειάζεται και η συμβολή πολλών άλλων παραγόντων, τουλάχιστον η χώρα μας αποδεικνύει ότι όχι μόνο δεν υπολείπεται, αλλά μπορεί και να ανταγωνιστεί ευθέως ηγέτιδες χώρες στη βάση της δημιουργίας καινοτομίας, στην παραγωγή δηλαδή επιστημονικής γνώσης.
kainotomeis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου