Η Τουρκία έχασε χθες ένα πολύ σπουδαίο δημοσιογράφο. Ο Μεχμέτ Αλί Μπιράντ ήταν ο πρώτος άνθρωπος που έφερε στη γείτονα αυτό που ονομάζουμε καλή δυτική, ερευνητική δημοσιογραφία. Ηταν ένας δημοσιογράφος που λάτρευε την «επιτυχία της είδησης και του ρεπορτάζ».
Την κυνηγούσε με πάθος αλλά και με πολύ μεγάλο κόστος. Οταν έπαιρνε την πρώτη συνέντευξη του Οτσαλάν για κάποιο τουρκικό μέσο, το στρατιωτικό κατεστημένο τον λοιδορούσε ως «πράκτορα του ΡΚΚ». Πέρασε πολλές τέτοιες φάσεις όπου ένιωθε κυνηγημένος κυριολεκτικά απλά και μόνο επειδή έκανε τη δουλειά του.
Ο Μπιράντ ήξερε καλά την Ελλάδα, την Κύπρο και όλο το πλέγμα των σχέσεών τους με την Τουρκία. Είχε γράψει ένα βιβλίο που έδινε την τουρκική εκδοχή των γεγονότων του 1974, αλλά έκτοτε διατηρούσε στενές σχέσεις με πολιτικούς και δημοσιογράφους στην Ελλάδα, την οποία του άρεσε να επισκέπτεται συχνά.
Ηταν μάλιστα ο πρώτος Τούρκος δημοσιογράφος που άρχισε να εμφανίζεται στην ελληνική τηλεόραση, όταν ήταν ακόμη «ανάθεμα» να ακουστούν με κάποιο τρόπο οι απόψεις της Αγκυρας ή το ρεπορτάζ από την Τουρκία. Το 1996 ήταν ένας από τους βασικούς πρωταγωνιστές για ένα συνέδριο το οποίο, λίγο μετά τα Ιμια, έφερε σε επαφή Ελληνες και Τούρκους πολιτικούς, διανοούμενους και δημοσιογράφους.
Ο Μπιράντ λάτρευε την καλή ζωή, πέρα από το ρεπορτάζ. Εκπροσωπούσε άλλωστε ένα είδος «πασά», όπως θα τον χαρακτήριζαν οι Τούρκοι, μιας άλλης εποχής. Θυμάμαι πριν από πολλά χρόνια μια επίσκεψή μας σε ένα πολύ «ζωντανό» κλαμπ πάνω στον Βόσπορο. Ο Μπιράντ άρχισε κάποια στιγμή να πίνει και μετά να πετάει το ποτήρι στη θάλασσα. Νόμιζα ότι πρόκειται για κάποιο τοπικό έθιμο και άρχισα να κάνω το ίδιο όταν ο Μπιράντ απομακρύνθηκε για λίγο. Ενας βλοσυρός μετρ άρχισε να μου φωνάζει, στα τουρκικά, αλλά κατάλαβα ότι μου έλεγε πως απαγορευόταν να πετάει κανείς ποτήρια στη θάλασσα. Ο Μπιράντ τον είδε και άρχισε να του φωνάζει πως «πρόσβαλε τον φίλο του από την Ελλάδα». Ο μετρ υποχώρησε και σε λίγα λεπτά εμφανίσθηκε μαζί με δύο σερβιτόρους που κρατούσαν δίσκους γεμάτους ποτήρια. Μου τους έδειξε και δείχνοντας τη θάλασσα μου είπε: «σερ, παρακαλώ ρίξτε όσα θέλετε». Ο Μπιράντ ήταν κοσμοπολίτης και κινείτο με μεγάλη άνεση στις Βρυξέλλες, την Ουάσιγκτον, αλλά και στο τελευταίο ταβερνάκι της Πόλης. Πάντοτε έλεγε πως η Πόλη χάλασε από την ώρα που έφυγαν οι Ρωμιοί, παίρνοντας μαζί τους ό,τι κοσμοπολίτικο και ζωντανό είχε η Κωνσταντινούπολη.
Κρατούσε με κόπο και προσπάθεια τις σχέσεις του. Μόλις τύχαινε κάποιο συμβάν ή σημειωνόταν κάποια ένταση σήκωνε το τηλέφωνο και μιλούσε με τους Ελληνες φίλους του για να έχει πλήρη εικόνα.
Ηταν απίστευτο για όσους τον γνώρισαν και δέθηκαν μαζί του το γεγονός ότι δεν σταματούσε ποτέ να δουλεύει, αλλά όταν το έκανε ήξερε και να περνά πολύ καλά... Παρότι είχε ένα πρόβλημα στο ένα του πόδι, περπατούσε ή στεκόταν όρθιος για ώρες περιμένοντας μια είδηση ή μια συνάντηση. Η δίψα για την είδηση, η αδρεναλίνη από μια σπουδαία ανακάλυψη ή και ένα μικρό αλλά ζουμερό κουτσομπολιό τον κρατούσαν «ζωντανό» μέχρι τα 72 του χρόνια. Χωρίς αμφιβολία θα λείψει σε πολλούς, γιατί ήταν ένας από αυτούς τους ανθρώπους που δεν περνούν ποτέ απαρατήρητοι όταν μπαίνουν σε ένα δωμάτιο και είχε ζήσει πολύ και έντονα• ήταν αυτό που λέμε «πιο μεγάλος και από την ίδια τη ζωή». Καλό σου ταξίδι Μεχμέτ Αλί!
Η Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου