Ενα ακόμη «ράπισμα» στις πρακτικές που ακολούθησαν οι τράπεζες, διαβιβάζοντας τα προσωπικά δεδομένα οφειλετών σε εισπρακτικές εταιρείες, αποτελεί απόφαση του Πρωτοδικείου (3428/2016) με την οποία απορρίπτεται
η έφεση τράπεζας και δικαιώνεται κάτοχος πιστωτικής κάρτας, παίρνοντας μάλιστα και αποζημίωση 5.869 ευρώ για ηθική βλάβη.
Το δικαστήριο, μελετώντας τόσο τη νομολογία όσο και την ευρωπαϊκή νομοθεσία, παγιώνει τη θέση που ορίζει ότι ο δανειολήπτης πρέπει να ενημερώνεται ρητά και ξεκάθαρα για το ότι τα προσωπικά του δεδομένα θα διαβιβαστούν σε τρίτο και θα αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας. Σε διαφορετική περίπτωση, η τράπεζα θα είναι υπόλογη και θα πρέπει να καταβάλει χρηματική ικανοποίηση στον παθόντα για ηθική βλάβη.
Η απόφαση εκδόθηκε σε δεύτερο βαθμό μετά την αγωγή που κατέθεσε δικηγόρος (την κέρδισε και σε πρώτο βαθμό), ο οποίος είχε συνάψει σύμβαση με τράπεζα για τη λήψη πιστωτικής κάρτας. Οι πρόσκαιρες οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισε τον ανάγκασαν να καθυστερήσει την εξόφληση κάποιων δόσεων και το... τηλέφωνο δεν άργησε να χτυπήσει από την εισπρακτική εταιρεία, η οποία τον ενημέρωσε για την οφειλή του και τού ζήτησε να προβεί σε πληρωμή. Ο δικηγόρος αντετέθη, ζητώντας από την υπάλληλο να σταματήσει να τον ενοχλεί, γιατί η συμπεριφορά της είναι παράνομη, αφού ουδέποτε είχε ενημερωθεί για τη διαβίβαση των προσωπικών του δεδομένων (όνομα, επώνυμο, ΑΦΜ, τηλέφωνο και ύψος οφειλής) από την τράπεζα στην εισπρακτική εταιρεία και βέβαια ουδέποτε ο ίδιος είχε δώσει τη συγκατάθεσή του για κάτι τέτοιο. Για τον δικηγόρο ήταν μονόδρομος η προσφυγή στη Δικαιοσύνη, κάνοντας λόγο για παράβαση του Νόμου 2472/1997 για τα προσωπικά δεδομένα, ενώ ζήτησε χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη λόγω προσβολής της προσωπικότητάς του.
Το σκεπτικό του Μονομελούς Πρωτοδικείου
Στο πολυσέλιδο σκεπτικό του, το Μονομελές Πρωτοδικείο σημειώνει ότι η διαβίβαση των προσωπικών δεδομένων του δανειολήπτη έγινε εν αγνοία του, απορρίπτοντας τον ισχυρισμό της τράπεζας ότι υπήρχε ανάλογος όρος στη σύμβαση της πιστωτικής κάρτας.
Τι έλεγε ο όρος; «Παρέχω στην... Bank τη ρητή συγκατάθεσή μου να επεξεργάζεται σε αρχεία αυτής τα ατομικά μου στοιχεία και αυτά που αφορούν την κίνηση του λογαριασμού που τηρείται για την παρακολούθηση των συναλλαγών μου με τη μέλλουσα να εκδοθεί πιστωτική κάρτα σύμφωνα και με τα ειδικότερα συνομολογηθέντα με τους όρους της σύμβασης. Επιθυμώ να ενημερώνομαι από την ... και τις συνεργαζόμενες με αυτήν επιχειρήσεις για αγαθά και υπηρεσίες τα οποία κατά την εύλογη κρίση σας θα με ενδιέφεραν».
Σύμφωνα με την απόφαση, ο επίμαχος όρος αναφέρεται σε θέματα προώθησης προϊόντων και υπηρεσιών και όχι σε θέματα που αφορούν την κίνηση της πιστωτικής κάρτας, συνεπώς η όποια συγκατάθεση του δανειολήπτη αφορούσε στην ενημέρωση από τρίτες, συνεργαζόμενες με την τράπεζα εταιρείες για προώθηση αγαθών και όχι για τη διαβίβαση των δεδομένων του. «Ουδόλως αποδεικνύεται ότι η εναγόμενη είχε ενημερώσει τον ενάγοντα κατά τρόπο σαφή για την ταυτότητα του υπευθύνου της επεξεργασίας, την ταυτότητα του τυχόν εκπροσώπου του ή τον σκοπό της επεξεργασίας... Η εναγόμενη τράπεζα ήταν υποχρεωμένη να τον ενημερώσει ειδικώς για την εταιρεία ενημέρωσης οφειλετών με την οποία συνεργάζεται (επωνυμία, έδρα κ.λπ.) στην οποία είχαν διαβιβαστεί τα προσωπικά του στοιχεία και η οποία θα τον καλούσε προς ενημέρωση για τη διευθέτηση οφειλής, γεγονός που δεν απεδείχθη ότι έλαβε χώρα στην προκειμένη περίπτωση».
Υπάρχουν και ποινικά αδικήματα
Οι εισπρακτικές εταιρείες έχουν μπει εδώ και μήνες στο στόχαστρο και της ποινικής έρευνας, η οποία μάλιστα έχει καταδείξει εμπλοκή περισσότερων από 50 εταιρειών στο κυνήγι των ανείσπρακτων οφειλών. Μεταξύ αυτών ερευνήθηκαν δικηγορικές εταιρείες -οι πληροφορίες λένε ότι ο Δικηγορικός Σύλλογος δεν βοήθησε ιδιαίτερα σε αυτόν τον τομέα-, ενώ εμπλοκή είχαν και εταιρείες κινητής τηλεφωνίας.
Τα αδικήματα που ερευνά ο εισαγγελέας είναι πολλά και βαριά: Εκβίαση, παράβαση του νόμου για τα προσωπικά δεδομένα και παράνομη βία. Τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του ο εισαγγελικός λειτουργός και τα οποία προέρχονται κυρίως από τους καταγγέλλοντες δανειολήπτες σχηματίζουν μια ογκωδέστατη δικογραφία, η οποία θα αποτιμηθεί σε λίγες εβδομάδες πριν πάρει τον δρόμο για το ανακριτικό γραφείο. Σύμφωνα με τους καταγγέλλοντες, οι εργαζόμενοι στις εισπρακτικές παρέβαιναν συνεχώς τον νόμο, αφού οι μέθοδοι που χρησιμοποιούσαν ήταν πέρα για πέρα αθέμιτες. Ενημέρωναν τρίτους και όχι τους οφειλέτες, επικοινωνούσαν έως και σε επαγγελματικά τηλέφωνα ή εμφανίζονταν ακόμη και ως συνεργάτες δικηγόρων, προκειμένου να ασκήσουν μεγαλύτερες πιέσεις. Εφθαναν μάλιστα στο σημείο να απειλούν ότι θα ξεκινήσουν δικαστικές διαδικασίες, όπως ασφαλιστικά μέτρα, έκδοση διαταγών πληρωμών κ.λπ. Ο νόμος, πάντως, προβλέπει ότι οι υπάλληλοι των εταιρειών μπορούν να επικοινωνούν με τους οφειλέτες μόνο εάν έχουν περάσει 10 ημέρες από τότε που κατέστη ληξιπρόθεσμη η οφειλή και πως οι κλήσεις που επιτρέπεται να καταγράφονται δεν μπορεί να χρησιμοποιούνται προς βλάβη του οφειλέτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου