Την άποψη ότι τα όσα προβλέπουν τα μνημόνια, δεν είναι από μόνα τους αρκετά για να οδηγήσουν τη χώρα στην έξοδο από την κρίση, εκφράζει ο πολιτικός επιστήμονας-οικονομολόγος Κυριάκος Πιερρακάκης.
Λίγα 24ωρα πριν την ομιλία του στην εκδήλωση του Ομίλου Πολιτικού και Κοινωνικού Προβληματισμού Ιωαννίνων τη
Δευτέρα 23 Οκτωβρίου, στις 8.30 το βράδυ, στον πολιτιστικό πολυχώρο «Δ. Χατζής», ο κ. Πιερακάκης δίνει μια πρόγευση των όσων θα πει, για το πώς δηλαδή μπορεί να επιτευχθεί η ανάπτυξη, με αφορμή τις μελέτες της διαΝΕΟσις, στην οποία κατέχει τη θέση του διευθυντή ερευνών.
Λίγα 24ωρα πριν την ομιλία του στην εκδήλωση του Ομίλου Πολιτικού και Κοινωνικού Προβληματισμού Ιωαννίνων τη
Δευτέρα 23 Οκτωβρίου, στις 8.30 το βράδυ, στον πολιτιστικό πολυχώρο «Δ. Χατζής», ο κ. Πιερακάκης δίνει μια πρόγευση των όσων θα πει, για το πώς δηλαδή μπορεί να επιτευχθεί η ανάπτυξη, με αφορμή τις μελέτες της διαΝΕΟσις, στην οποία κατέχει τη θέση του διευθυντή ερευνών.
Παράλληλα, αναφέρεται στο πώς μπορεί να συμβάλει ο πρωτογενής τομέας στην ανασυγκρότηση της χώρας, στο πώς μπορεί να παταχθεί η φοροδιαφυγή και τι πρέπει να γίνει για να επαναπατριστεί το επιστημονικό δυναμικό που έχει αναζητήσει μια καλύτερη τύχη στο εξωτερικό.
Ο τίτλος της εισήγησής σας για την εκδήλωση στα Γιάννενα απευθύνει το ερώτημα «Ανάπτυξη ναι, αλλά πώς;». Είναι σε θέση η χώρα μας να διαπραγματεύεται ή να επιλέγει το μοντέλο ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια;
Φυσικά και είναι. Κάνουμε συχνά το λάθος να νομίζουμε πως το σύνολο των πολιτικών που εφαρμόζονται σήμερα, στο πλαίσιο των μνημονίων, είναι επαρκείς για να επανέλθει η χώρα σε σταθερούς και σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Δεν αρκούν. Η ολοκλήρωση του υφιστάμενου προγράμματος και η έξοδος της χώρας στις αγορές είναι η αναγκαία, αλλά όχι η ικανή συνθήκη για να κατοχυρώσουμε μια «καθαρή» έξοδο από τη σημερινή κρίση.
Είναι σαφές πως η χώρα χρειάζεται μια ποιοτική αλλαγή στο παραγωγικό της μοντέλο. Η αλλαγή αυτή θα πρέπει να έρθει ενδογενώς και όχι εξωγενώς, να είναι δηλαδή προϊόν ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης, του οποίου το πρόγραμμα προσαρμογής θα αποτελεί ένα υποσύνολο. Τα μνημόνια περιλαμβάνουν πολύ λίγα πράγματα για την παιδεία, για τη δικαιοσύνη, για την αναπτυξιακή διαδικασία συνολικά.
Ένα παράδειγμα αποτελεί η άρση του καμποτάζ, η οποία ήταν μνημονιακή υποχρεώση το 2012. Η μεταρρύθμιση έγινε, αλλά όλα τα στοιχεία της κρουαζιέρας ήταν έκτοτε πτωτικά. Δεν υπαινίσσομαι ότι η μεταρρύθμιση δεν ήταν σωστή –το ακριβώς αντίθετο. Ωστόσο, δεν ήταν από μόνη της επαρκής. Χρειαζόμασταν ένα ευρύτερο σχέδιο ανάπτυξης των λιμένων αφετηρίας στη χώρα μας για να υπάρξει σημαντικό οικονομικό αποτύπωμα από την κρουαζιέρα. Πέρα και πάνω από τους νόμους χρειαζόμαστε τα ολοκληρωμένα σχέδια που θα υπεισέλθουν στη λεπτομέρεια και την πολιτική βούληση για να τα εφαρμόσουμε.
Γίνεται το τελευταίο διάστημα μια προσπάθεια παραγωγικής ανασυγκρότησης με έμφαση στον πρωτογενή τομέα. Θεωρείτε ότι θα μπορούσε ο πρωτογενής τομέας να αποτελέσει τη λύση για την ανάκαμψη της οικονομίας; Με ποιους όρους και προϋποθέσεις;
Ο αγροτικός τομέας είναι σίγουρα κομμάτι της απάντησης στο ζητούμενο ενός νέου παραγωγικού μοντέλου. Η στροφή που πρέπει να γίνει, είναι στην εξωστρέφεια, στη μεγαλύτερη κλίμακα, στην υψηλή προστιθέμενη αξία και τη διαφοροποίηση. Και για να επιτευχθεί αυτό χρειαζόμαστε σημαντικές θεσμικές αλλαγές, ιδιαίτερα στο πλαίσιο λειτουργίας των αγροτικών συνεταιρισμών. Το ελληνικό προϊόν χαρακτηρίζεται από την πολύ υψηλή ποιότητά του. Είναι κρίμα να μη λαμβάνει και την αντίστοιχη αναγνώριση διεθνώς. Χρειαζόμαστε επειγόντων τις θεσμικές και πολιτικές εκείνες αλλαγές που θα μας επιτρέψουν να αντιστρέψουμε αυτή την εικόνα.
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας είναι η φοροδιαφυγή, που θα έλεγε κανείς ότι εντείνεται λόγω της συνεχούς αύξησης των φόρων, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο. Ο οργανισμός διαΝΕΟσις έχει παρουσιάσει μια σχετική έρευνα πριν έναν χρόνο, αποτυπώνοντας τις αιτίες της φοροδιαφυγής. Τι χρειάζεται για να σπάσει αυτός ο κύκλος; Βλέπετε να έχουν γίνει βήματα προς αυτή την κατεύθυνση;
Η μελέτη μας αυτή επεδίωξε να μετρήσει κατ’ αρχήν τη φοροδιαφυγή, πράγμα το οποίο διαπιστώσαμε ότι δεν είχε συμβεί με συστηματικό τρόπο κατά το παρελθόν. Βρήκαμε, λοιπόν, ότι η φοροδιαφυγή υπολογίζεται ανάμεσα στο 6% και το 9% του ελληνικού ΑΕΠ, το οποίο σε τιμές 2015, μεταφράζεται σε ένα ποσό από 11 έως 16 δισ. ευρώ. Φτάνει δηλαδή έως και το 1/3 του ελληνικού προϋπολογισμού, μέγεθος πραγματικά αξιοσημείωτο. Οι ελληνικές κυβερνήσεις, από το πρώτο μνημόνιο το 2010, μιλούν για την πάταξη της φοροδιαφυγής και πράγματι αρκετές αλλαγές έχουν ήδη συντελεστεί, όπως η θέσπιση της ανεξάρτητης αρχής δημοσίων εσόδων. Ωστόσο, η φοροδιαφυγή παραμένει μεγάλη και η πάταξή της θα μπορούσε να συμβάλει πολυεπίπεδα, από τη βελτίωση της ποιότητας των θεσμών, στην αποκλιμάκωση των υψηλών φορολογικών συντελεστών. Είναι πολλά αυτά τα οποία χρειάζεται να γίνουν και τα οποία αναφέρουμε στη μελέτη της διαΝΕΟσις. Ένα παράδειγμα είναι η διεύρυνση της χρήσης του πλαστικού χρήματος και των ηλεκτρονικών τιμολογίων –και εδώ τα capital controls θα μπορούσαν, υπό αυτήν την έννοια, να αποτελέσουν μια «ευκαιρία». Σύντομα θα παρουσιάσουμε μια στοχευμένη μελέτη ακριβώς για αυτό το ζήτημα.
Μια σημαντική ευρωπαϊκή έρευνα, μέρος της οποίας βρίσκεται σε εξέλιξη από τη διαΝΕΟσις, αφορά τους νέους, τη μεγάλη ανεργία και τη φυγή νέων επιστημόνων στο εξωτερικό. Ποιος, κατά τη γνώμη σας, είναι ο δρόμος για την επιστροφή όσων έφυγαν και για τη στήριξη των νέων εδώ, είτε να δημιουργήσουν τη δική τους επιχείρηση είτε να ενταχθούν στην αγορά εργασίας;
Επιτρέψτε μου να διευρύνω το πλαίσιο της απάντησης. Το μεγαλύτερο, περίπου υπαρξιακό, πρόβλημα της χώρας μας είναι το δημογραφικό. Η χώρα ενδέχεται να πέσει κάτω από τα 9 εκατομμύρια πολιτών το 2050, με μεγάλη πιθανότητα να φτάσουμε κοντά στα 8 εκατομμύρια. Ταυτόχρονα, ο πληθυσμός της χώρας αναμένεται να γεράσει σημαντικά, καθώς ενώ σήμερα το 21% του πληθυσμού είναι άνω των 65 ετών, το ποσοστό αυτό αναμένεται να φτάσει έως και το 33% το 2050. Η Ελλάδα, συνεπώς, συρρικνώνεται και γερνά. Ο πληθυσμός της χώρας, για πρώτη φορά, έπεσε μεταπολεμικά κυρίως λόγω αυτού του μεγάλου κύματος φυγής, το οποίο αναφέρετε. Το μεγάλο ζητούμενο, συνεπώς, ξεκινάει από την επιστροφή όσο το δυνατόν μεγαλύτερου κομματιού αυτού του δυναμικού. Ο δρόμος της επιστροφής περιλαμβάνει πολλές ενέργειες. Κατ’ αρχήν χρειαζόμαστε περισσότερα στοχευμένα προγράμματα για αυτόν ακριβώς το σκοπό -ένα παράδειγμα είναι οι μεταδιδακτορικές υποτροφίες, οι οποίες θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν από τα διαθέσιμα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά κονδύλια. Αλλά η επιστροφή τους περνάει κυρίως μέσα από τη συνολικότερη ανάκαμψη της οικονομίας, τη μείωση των εισφορών, την αποκλιμάκωση των φορολογικών συντελεστών, τη μείωση της γραφειοκρατίας και συνολικά όλων εκείνων των ενεργειών που θα επιστρέψουν στη χώρα να αξιοποιήσει επιτέλους τις τεράστιες δυνατότητές που έχει.
AGON.GR
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου