Οι αγρότες, εκτός από παραγωγοί προϊόντων, είναι και προμηθευτές ποιοτικών τροφίμων και διαχειριστές του οικοσυστήματος. Η γεωργία, λοιπόν, συνδέεται με τα δημόσια αγαθά που εξαρτώνται από τις χρησιμοποιούμενες πρακτικές των αγροτών στις εκμεταλλεύσεις τους.
Για να εξακριβωθεί η αντίληψη, η στάση και η πρόθεση των κτηνοτρόφων της Θεσσαλονίκης απέναντι στην υιοθέτηση καινοτόμων τρόπων πρακτικής που να στηρίζουν την προστασία του περιβάλλοντος, την ευζωία των ζώων και την παραγωγή ποιοτικών και υγιεινών προϊόντων, διεξήχθη σε 171 κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις μία ποσοτική έρευνα. Το δείγμα χωρίστηκε σε πέντε κατηγορίες με βάση τον αριθμό των ζώων κάθε εκμετάλλευσης (πρώτη κατηγορία από 1 μέχρι 100 ζώα, δεύτερη από 101 μέχρι 200 ζώα, τρίτη από 201 μέχρι 300 ζώα, τέταρτη από 301 μέχρι 400 και πέμπτη από 400 μέχρι 1.000 ζώα), με τα αποτελέσματα της έρευνας να είναι ενθαρρυντικά για τον τομέα της γαλακτοπαραγωγού βοοτροφίας.
Επιδίωξη παραγωγής ποιοτικών προϊόντων
Στο ερώτημα σχετικά με τις σκέψεις των Ελλήνων κτηνοτρόφων για την προσφορά ασφαλούς και ποιοτικού προϊόντος στους καταναλωτές, το σύνολο των ερωτηθέντων κτηνοτρόφων είναι θετικό και μάλιστα επιδιώκει την παραγωγή ποιοτικού προϊόντος (γάλακτος), ενισχύοντας την ευζωία των ζώων του, παρέχοντας σε αυτά -εκτός των άλλων- και καλής ποιότητας ζωοτροφές. Ανασταλτικοί, βέβαια, παράγοντες είναι η υψηλή τιμή των ζωοτροφών στην ελληνική αγορά και το υψηλό κόστος παραγωγής τους, καθώς και η χαμηλή τιμή του γάλακτος που λαμβάνουν από τις γαλακτοβιομηχανίες με τις οποίες συνεργάζονται. Το κόστος παραγωγής είναι τεράστιο, με αποτέλεσμα να μην μπορούν, αν και το επιθυμούν, να κρατήσουν ένα σταθερό και υψηλό επίπεδο ευζωίας στα ζώα τους και, κατ’ επέκταση, την καλύτερη ποιότητα του παραγόμενου γάλακτος.
Στη συνέχεια, αναφορικά με το αν οι κτηνοτρόφοι θα υιοθετούσαν νέες πρακτικές στην κτηνοτροφική τους εκμετάλλευση (απομάκρυνση της κοπριάς με μετασχηματισμό της, βιολογικός καθαρισμός υγρών λυμάτων και χρήση του προκύπτοντος υγρού), με σκοπό την καλύτερη διαχείρισή της και τη βελτίωση του παραγόμενου προϊόντος, τα αποτελέσματα φαίνονται στο Διάγραμμα 1.
Το γενικό συμπέρασμα, σε συνδυασμό με τις απαντήσεις που δόθηκαν και στο πρώτο ερώτημα, είναι ότι οι κτηνοτρόφοι βλέπουν θετικά την υιοθέτηση καινοτόμων πρακτικών που ενισχύουν τη βιοοικονομία. Ωστόσο, μεγάλο ποσοστό αυτών δεν θα το υλοποιούσε λόγω του κόστους του εγχειρήματος, που δεν είναι εφικτό να καλυφθεί με ιδία χρηματοδότηση (κυρίως στους κτηνοτρόφους που έχουν στην εκμετάλλευσή τους μικρό αριθμό ζώων).
Καινοτόμες πρακτικές προς όφελος των καταναλωτών
Ένα τρίτο ερώτημα στο οποίο απάντησαν οι κτηνοτρόφοι ήταν αν χρησιμοποιούν σήμερα πρακτικές που ενισχύουν τη βιοοικονομία και παρέχουν στον καταναλωτή ποιοτικό προϊόν. Οι απαντήσεις φανερώνουν ξεκάθαρα την έλλειψη πόρων για βελτιωτικές και αναπτυξιακές επεμβάσεις στον τομέα.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις που ανήκουν στην κατηγορία 1 δεν χρησιμοποιούν καινοτόμα πρακτική (0%), από αυτούς που ανήκουν στην κατηγορία 2 μόνο το 6,4% χρησιμοποιεί, από αυτούς που ανήκουν στις κατηγορίες 3 και 4 μόνο το 6,5% και αντίστοιχα το 4,8% απάντησε θετικά και, τέλος, το 25% των κτηνοτρόφων της κατηγορίας 5 απάντησε επίσης θετικά.
Σεμινάρια για νέες παραγωγικές πρακτικές
Τέλος, για το αν οι κτηνοτρόφοι ενδιαφέρονται να συμμετέχουν σε σεμινάρια, ώστε να αποκτήσουν περισσότερες γνώσεις για το αντικείμενο της κτηνοτροφίας και τις νέες παραγωγικές πρακτικές, το 83,33% των μικρών κτηνοτρόφων και το 72,22% των μεγάλων απάντησαν θετικά, γεγονός που δηλώνει ότι οι Έλληνες γαλακτοπαραγωγοί ενδιαφέρονται για προγράμματα γεωργικών εφαρμογών και θέλουν να εμπλουτίσουν τις γνώσεις τους στο αντικείμενο της αγελαδοτροφίας, αναβαθμίζοντας με αυτόν τον τρόπο την εκμετάλλευσή τους.
Σύμφωνα λοιπόν με την έρευνα, από την πλευρά των κτηνοτρόφων υπάρχει θέληση για ανάπτυξη και εξέλιξη, ωστόσο δεν μπορεί να υπερνικηθεί το μεγάλο κόστος ενός εγχειρήματος βελτίωσης των εκμεταλλεύσεων. Ένα μικρό μόνο ποσοστό (20%) των μεγάλων εκμεταλλεύσεων (401-1000 ζώα) έχουν ήδη ενισχύσει τις μονάδες τους με καινοτόμες πρακτικές και αυτό γιατί τα οφέλη που απολαμβάνουν από την ενέργεια αυτή ικανοποιούν σοβαρές ανάγκες διαχείρισης λόγω του μεγάλου αριθμού ζώων. Οι κτηνοτρόφοι, παράλληλα, από την πλευρά τους ενδιαφέρονται για την απόκτηση γνώσεων που θα τους βοηθήσουν στην ανάπτυξη και στην καλύτερη πορεία τους στον κλάδο της ζωικής παραγωγής.
Η «ποιότητα», δυστυχώς, δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς ισχυρή νομοθεσία για την καλή διαβίωση των ζώων, η οποία λείπει επί του παρόντος, και φυσικά, χωρίς οικονομική ενίσχυση των κτηνοτρόφων, δίνοντάς τους έτσι το κίνητρο για την υιοθέτηση καινοτόμων πρακτικών που συνδέονται με τη βιοοικονομία. Το νομοθετικό αυτό πλαίσιο θα πρέπει να βοηθάει τους κτηνοτρόφους να παρέχουν στα ζώα τους ποιοτική διαβίωση και όχι μόνο να τους αναγκάζει να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις του με την επιβολή μεγάλων προστίμων. Επιπλέον, οι κτηνοτρόφοι είναι απαραίτητο να ενεργοποιηθούν και με συλλογικές προσπάθειες και ενέργειες να υπερπηδήσουν τις συνέπειες του μονοπωλιακού καθεστώτος των γαλακτοβιομηχανιών, δημιουργώντας συνεταιριστικές οργανώσεις (χαρακτηριστικό παράδειγμα, η ΘΕΣγαλα). Τέλος, θα πρέπει να δημιουργηθούν προγράμματα έρευνας και μελετών για τη συγκέντρωση και τη διάχυση των γνώσεων που παράγονται στα πανεπιστήμια της χώρας, ενώ παράλληλα να διοργανωθούν σε ολόκληρη την επικράτεια εξειδικευμένα σεμινάρια που να μεταλαμπαδεύουν τη γνώση στους ενεργούς παράγοντες της κτηνοτροφίας, τους κτηνοτρόφους.
της Αθηνάς Χαραλαμπίδου, ζωοτέχνη MSc, υποψήφιας διδάκτορος Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Σχολή Γεωπονίας, Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος, Τομέας Αγροτικής
ypaithros.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου