Παρασκευή 1 Μαρτίου 2024

Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος : Αλέξης Τσίπρας και ΣΥΡΙΖΑ - τελείωσε, τον τέλειωσαν, ή τους τελείωσε;

Δεν πρόλαβε να τελειώσει το νταβαντούρι του ΣΥΡΙΖΑ στο γήπεδο Τάε Κβον Ντο και γέμισαν τα ΜΜΕ προφήτες που βεβαίωσαν ότι ο Τσίπρας «ηττήθηκε» και εν πολλοίς «τέλειωσε». Ανάμεσα τους και Συριζαίοι - ακόμη και κάποιοι που ευεργετήθηκαν από την ηγεσία του στο κόμμα και από την πρωθυπουργία του.

Μόνο που στην πολιτική τα πράγματα δεν είναι ποτέ έτσι όπως τα παρουσιάζουν οι εκ του προχείρου μελλοντολόγοι - με τα βιτριολικά σχόλια, διατεταγμένα από εμμονικά αντι-τσιπρικά κέντρα του συστήματος Μητσοτάκη, που αντιμετωπίζουν τον Τσίπρα ως εκδοχή του Ελ Σιντ.


Αν παρακάμουμε τη χολερική προπέτεια για το «τέλος» ενός πρωταγωνιστή της πολιτικής, που δεν είπε ακόμη την τελευταία του λέξη, υπάρχει το ερώτημα: τι ακριβώς συνέβη ανάμεσα στον Τσίπρα και το «συνέδριο» - που έκρινε δια βοής ότι «δεν χρειάζεται» η αναβάπτιση του Κασσελάκη στην κομματική βάση, - όπως υπέδειξε ο προκάτοχός του και αποδέχθηκε ο ίδιος;

Πρώτο. Με την παρέμβαση του ο Τσίπρας δεν επιδίωκε την απομάκρυνση του διαδόχου του - πόσω μάλλον για να επανέλθει ο ίδιος. Έχει άλλωστε και προσωπική πείρα ότι αυτός που απομακρύνει επικεφαλής κόμματος είναι ο ψηφοφόρος - και η κρίση του για τον νέο ΣΥΡΙΖΑ κοντοζυγώνει.


Δεν επιδίωκε ούτε να ξοφλήσει λογαριασμούς με κανέναν υπέρ κάποιου άλλου. Όλες οι πλευρές του ΣΥΡΙΖΑ - και των ημερών του και του σημερινού - αποδοκιμάσθηκαν από τον ίδιο.

Δεν υπέδειξε αντικατάσταση Κασσελάκη. Απλώς δεν είχε λόγο να εναντιωθεί στην υποψηφιότητα της Γεροβασίλη. Όπως δεν είχε εναντιωθεί στην υποψηφιότητα Κασσελάκη - όταν ενημερώθηκε για τις προθέσεις και των δυο.


Αν η αντιπρόεδρος της Βουλής ήταν βραχίονας ανατροπής του Τσίπρα δεν θα κατέληγε ταπεινωτικά σε «υποψηφιότητα μιας μέρας». Ούτε θα έσπευδε σε «συμφιλίωση» με τον παρ’ ολίγον αντίπαλο της, αφού προηγουμένως εξέθεσε όσους έσπευσαν να την υποστηρίξουν - χάνοντας το κομματικό μέλλον τους από την εξέλιξη των πραγμάτων.

Ο στόχος του πρώην Πρωθυπουργού προέκυπτε εναργώς από τη δήλωση του: αποσαφήνισε ότι δεν έχει προσωπικό ενδιαφέρον για την καρέκλα της Κουμουνδούρου και τον απασχολεί αποκλειστικά η προοπτική της προοδευτικής παράταξης.

Κοντολογίς: αλλάζει πίστα.


Με αυτό τον απλό τρόπο ξεχρεώθηκε και τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Κασσελάκη: εμένα μη με υπολογίζετε στους μικροφραξιονισμούς σας... Για συναισθηματικούς περισσότερο λόγους, τους έδωσε την έσχατη συμβουλή - που θα μπορούσε να είναι και διευκόλυνση της σημερινής ηγεσίας:

-Αντί να τρώγεστε μεταξύ σας, αναμετρηθείτε στις κομματικές κάλπες - ο καθένας με τον εξοπλισμό του και με απαντήσεις, όχι μόνο με ερωτήσεις, προχειρότητες και εμπάθειες.

Το διά ανατάσεως της χειρός «μια χαρά, πάμε με τον Κασσελάκη» δεν σημαίνει «αποδοκιμασία του Τσίπρα από το συνέδριο».

Ποιο συνέδριο άλλωστε; Δεν έγινε καμιά ψηφοφορία και οι μισοί στην αίθουσα δεν ήταν καν σύνεδροι. Για να μην τους χρεωθεί ο Κασσελάκης, ευφυώς μίλησε για «απόφαση του σταδίου» και όχι του συνέδριου.


Δεύτερο. Αν δούμε ως ξεχωριστά πολιτικά μεγέθη από τη μια τον Τσίπρα και από την άλλη όσους «αποφάσισαν» να ακυρώσουν την πρόκληση Κασσελάκη «βρείτε υποψήφιο και πάμε», ποιος από τα δύο έχει την καλύτερη έξωθεν μαρτυρία; Ο πρώην πρόεδρος, ή το «συνέδριο»;

Από τη μια υπάρχει ο Τσίπρας - με τα συμφραζόμενα της διαδρομής του: πολιτικό ήθος, προσωπική ευπρέπεια και συγκροτημένο δημόσιο λόγο - που πήρε τον ΣΥΡΙΖΑ από το περιθώριο του 3%, τον πήγε στην κυβέρνηση και τον άφησε αξιωματική αντιπολίτευση.

Από την άλλη το «συνέδριο των άτακτων» που δεν μπορεί να υπερασπιστεί αυτό που άφησε ο Τσίπρας και πολλοί ανάμεσα του αντιδρούσαν ως χούλιγκανς και - παραβιάζοντας κάθε κομματική ηθική και πολιτική πρακτική - και αποδοκίμαζαν ομιλητές, ενίοτε αγοραία.



Ότι Τσίπρας και σύνεδροι δεν είναι το ίδιο στα μάτια της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ προκύπτει και από τη μέτρηση της MRB που ακολούθησε: οι ψηφοφόροι του προτιμούν τον Τσίπρα, όχι τους λούμπεν χειροκροτητές του «συνεδρίου».

Τρίτο. Η ανάγνωση ότι αυτό που είδαμε ήταν αναμέτρηση Τσίπρα - Κασσελάκη με ηττημένο τον πρώτο, είναι παιδαριώδης, απολίτικη και οπαδική. Αν ο Τσίπρας ήθελε αναμέτρηση, είχε αποτελεσματικότερους τρόπους να την οργανώσει.

Δεν θα το έκανε ποτέ όμως γιατί κινούνται σε χωριστά πεδία, οι προσλαμβάνουσες για τον καθένα είναι διαφορετικές και οι πορείες τους δεν τέμνονται.

Ο Τσίπρας έχει βιογραφικό ηγέτη της Δημοκρατικής παράταξης - με ευρωπαϊκή αναγνώριση - η οποία συσπειρώθηκε στο πρόσωπο του για να διώξει τη Δεξιά, τον Σαμαρά και το Μνημόνιο, κέρδισε δυο εκλογές, ηττήθηκε αξιοπρεπώς με 32% και στη χειρότερη στιγμή του πήρε 20%.



Ο Κασσελάκης δεν πλησιάζει αυτά τα νούμερα, δεν έχει αυτά τα χαρακτηριστικά και η αξιολόγηση του έξω από τα κομματικά τείχη δεν έγινε ακόμη, αλλά δεν έχει καλούς οιωνούς, αν κριθεί από τη δημοσκοπική απήχηση του.

Τέταρτο. Η σχέση Τσίπρα και Κασσελάκη με το κοινό της Αριστεράς - πέραν των κομματικών μηχανισμών - και κυρίως με τη Δημοκρατική παράταξη είναι ποιοτικά - και ποσοτικά - διαφορετική, διαμετρικά αντίθετη από πολιτική άποψη και ιδεολογικές αναφορές - και από ιστορικής πλευράς, όπως ο Φάντης με το ρετσινόλαδο.

Ο Τσίπρας έχει στο DNA του τα διαχρονικά πολιτικά και ιδεολογικά στοιχεία του μεταπολιτευτικού προοδευτικού χώρου. Ο Κασσελάκης μόλις τώρα έκανε το πρώτο εμβόλιο και περιμένει τα αποτελέσματα, μετρώντας αυτή τη στιγμή μόνο παρενέργειες.

Για να γίνουν κατανοητά όλα αυτά, πρέπει να δοθεί απάντηση στο ερώτημα που αιωρείται από το περασμένο θέρος: τι λάθος έκανε ο Τσίπρας και γιατί έχασε; Με όρους πραγματικής πολιτικής: τι δεν πήγε καλά το 2023 και ηττήθηκε συντριπτικά από τον - πράγματι - «χειρότερο Πρωθυπουργό από τη Μεταπολίτευση»; Κάτω από αυτά τα ερωτήματα μπορούμε να κρεμάσουμε ένα ακόμη: ηττήθηκε ο Τσίπρας ή ο ΣΥΡΙΖΑ;

Μην το βασανίζουμε. Ο Τσίπρας έχασε δυο φορές τις εκλογές, επειδή παράβλεψε ότι ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη. Ειδικά το 2023 διεκδίκησε εκ νέου την πρωθυπουργία με όσους την έχασε το 2019 στο προσκήνιο.

Επειδή δεν μετασχημάτισε δραστικά τον ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2019, δεν υπήρχε νέα κυβερνώσα ομάδα, ως εναλλακτική λύση του 2023. Έτσι άφησε τα «βαρίδια» να σουλατσάρουν ως υποψήφιοι υπουργοί. Αλλά τα κοροΐδα τέλειωσαν. Να ψηφίσουν οι κεντροαριστεροί και να παίρνουν υπουργεία οι «αριστεροί».

Για να μην κρυβόμαστε: ποιος θα ψήφιζε να ξαναγίνει Πρωθυπουργός ο Τσίπρας για να ξανακυβερνήσουν ο Παππάς, ο Πολάκης, η Δούρου, ο Τζανακόπουλος, ο Φίλης, ο Σκουρλέτης, ο Παπαδημουλης και άλλοι γνωστοί και μη εξαιρετέοι ως αποτυχημένοι;

Συνεπώς τις εκλογές δεν τις έχασε μόνο ο Τσίπρας, αλλά - περισσότερο - ο ΣΥΡΙΖΑ του ρεβανσισμού, της ιδεοληψίας, των μετρίων και της «δεύτερης φοράς Αριστεράς, που θα είναι αλλιώς». Με άλλα λογία το 2023 νικήθηκαν όσοι παρουσιάζονται σήμερα ότι τον «νίκησαν» τον Τσίπρα.

Έτσι το ερώτημα ανασκευάζεται: Οι «σύνεδροι» αποδοκιμάσαν τον Τσίπρα, ή ο Τσίπρας του «σύνεδρους»; Ποιος έχει μεγαλύτερο «βάρος» ως πολιτική δύναμη: ο Τσίπρας, ή όσοι μετέτρεψαν το Τάε Κβον Ντο από χώρο παραγωγής πολιτικής σε ρωμαϊκή αρένα; Ποιος δεν αντιλαμβάνεται ότι ο Τσίπρας ήταν το «δυνατό χαρτί» του ΣΥΡΙΖΑ και όχι αντιστρόφως;

Από στοιχειώδη πολιτική ανάλυση προκύπτει ότι ο Τσίπρας καθόλου δεν «τέλειωσε» ως πολιτικό ηγέτης. Γιατί δεν τέλειωσαν τα βασικά χαρακτηριστικά του πολιτικού προφίλ του: είναι πρώην πρωθυπουργός μόλις στα 50 του, έχει εντυπωσιακή σκηνική παρουσία και δομημένο πολιτικό λόγο και το κυβερνητικό ιστορικό του δεν έχει το παραμικρό ηθικό στίγμα.

Από λάθη να φάνε και οι κότες: Αλλά ποιος άλλος στον ΣΥΡΙΖΑ και τη Δημοκρατική παράταξη έχει αυτά τα χαρακτηριστικά και την πολιτική του επάρκεια;

Η Ιστορία είναι γεμάτη από πολιτικούς ηγέτες που εξοβελίσθηκαν στις συνθήκες μιας συγκυρίας και επέστεψαν σε μια άλλη. Πρόσφατο ελληνικό παράδειγμα ο Ανδρέας Παπανδρέου: ηττήθηκε τρεις φορές από τον πατέρα Μητσοτάκη το 1989-‘90, εγκαταλείφθηκε από όλους - ως «τελειωμένος», υπόδικος και ασθενής – αλλά τρία χρόνια αργότερα επίστρεψε θριαμβευτικά.

Αν, τηρουμένων των αναλογίων, του μοιάζει σε κάτι ο Τσίπρας είναι το εξής. Είναι ο αποκλειστικός υπεύθυνος για την εκλογική συντριβή του και την επέλαση του Μητσοτάκη - και οφείλει εξηγήσεις για πολλά - όπως ο Ανδρέας.

Αλλά ταυτόχρονα είναι ο μόνος που μπορεί να αποκαταστήσει τα πράγματα και να φέρει ξανά στο προσκήνιο ως νικηφόρα δύναμη, τη Δημοκρατική παράταξη - όπως ο Ανδρέας.

Συνεπώς ας μην βλέπουμε τα δέντρα του ΣΥΡΙΖΑ και χάνουμε το δάσος των προοδευτικών δυνάμεων που αναζητούν πολιτική ηγεσία, εν όψει της μητέρας όλων των μαχών» του 2027. Κανείς δεν «τέλειωσε» τον Τσίπρα κανένας και ούτε θα μπορούσε…

Αυτός μάλλον τελείωσε κάποιους. Όπως τελειώνει κανείς τις αμαρτίες του…




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου