Αποζημίωση – μαμούθ ύψους 800.000 ευρώ επιδίκασε το Διοικητικό
Εφετείο Θεσσαλονίκης στην ανήλικη που το 2005 είχε μολυνθεί από τον ιό
του AIDS μετά από μετάγγιση αίματος που έκανε
Το δικαστήριο, σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα του «Αγγελιοφόρου», έκανε
δεκτή την αγωγή που είχε κατατεθεί, αναγνωρίζοντας μεγάλες πλημμέλειες,
παράνομες πράξεις και παραλείψεις του νοσοκομείου, από τις οποίες επήλθε
βλάβη στην ασθενή.
Στο δημοσίευμα αναφέρεται πως το κορίτσι είχε ενταχθεί σε τακτικό
πρόγραμμα μεταγγίσεων και αποσιδήρωσης από μικρή ηλικία. Στις 31
Αυγούστου 2005 επικοινώνησε με τους αρμόδιους υπαλλήλους του νοσοκομείου
για τον καθορισμό της τακτικής μηνιαίας μετάγγισης αίματος στην οποία
έπρεπε να υποβληθεί. Το ραντεβού κλείστηκε για την επόμενη ημέρα, οπότε
και πραγματοποιήθηκε η μετάγγιση. Στην αγωγή σημειώνεται πως δεν υπήρχε
επείγουσα ανάγκη η μετάγγιση να πραγματοποιηθεί τη συγκεκριμένη ημέρα
και θα μπορούσε να αναβληθεί ακόμη και για δύο εβδομάδες προκειμένου να
πραγματοποιηθεί με ασφαλείς όρους. «Οι θεράποντες γιατροί είχαν κατ'
επανάληψη δηλώσει ότι, όταν το αίμα που έχουν στη διάθεσή τους
δημιουργεί κάποιες επιφυλάξεις ως προς την καταλληλότητά του, είναι
προτιμότερο να καθυστερήσει για λίγες ημέρες η μετάγγιση, ώστε να βρεθεί
ασφαλές αίμα», επισημαίνεται στην αγωγή.
Στο δημοσίευμα του «Αγγελιοφόρου» τονίζεται επίσης ότι έξι μήνες αργότερα, οι γονείς του κοριτσιού δέχτηκαν ένα τηλεφώνημα από το νοσοκομείο «για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα» και, όταν συνάντησαν τους γιατρούς, πληροφορήθηκαν ότι η κόρη τους είχε μολυνθεί από τον ιό του AIDS. Οπως πληροφορήθηκαν, το αίμα που της χορηγήθηκε την 1η Σεπτεμβρίου 2005 είχε ληφθεί από περιστασιακό αιμοδότη, μολυσμένο από τον ιό, ο οποίος είχε δώσει αίμα για πρώτη φορά στη ζωή του. Μάλιστα, όπως προέκυψε, από το ίδιο αίμα είχε μολυνθεί και 76χρονος ασθενής, ο οποίος είχε υποβληθεί σε επέμβαση ανοιχτής καρδιάς.
Οι συγγενείς της 17χρονης καταγγέλλουν στην αγωγή ότι ο περιστασιακός αιμοδότης δεν εξετάστηκε προφορικά από τα αρμόδια όργανα του κέντρου αιμοδοσίας, όπως ρητά ορίζει το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, αλλά απλώς συμπλήρωσε το ερωτηματολόγιο που δίνεται στους εθελοντές αιμοδότες. Στην αγωγή υπογραμμίζεται πως η συνέντευξη του δότη καθιερώθηκε ως αναγκαία προϋπόθεση για την οποιαδήποτε αιμοληψία, προκειμένου να αποτρέπονται οι κίνδυνοι μετάδοσης μολυσματικών νοσημάτων.
Επίσης, οι γονείς κατηγορούν τους αρμόδιους για τη μη εφαρμογή της μεθόδου μοριακού ελέγχου του αίματος, με την οποία διαπιστώνεται ταχύτερα και ασφαλέστερα η μόλυνση του αίματος του δότη από επικίνδυνους ιούς. «Αυτή η μέθοδος για δυσχερώς κατανοήσιμους λόγους δεν είχε εισαχθεί ακόμη στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο Θεσσαλονίκης», σημειώνεται στην αγωγή.
Καταγγέλλεται παράλληλα ότι οι αρμόδιοι καθυστέρησαν ένα μήνα να ενημερώσουν τους γονείς του κοριτσιού, ενώ φέρονται ότι «φωτογράφισαν» την ασθενή που μολύνθηκε με στοιχεία που διέρρευσαν προς τα ΜΜΕ. «Ακόμη και τα αρχικά του ονοματεπωνύμου διέρρευσαν και δημοσιεύτηκαν, σε αντίθεση με όσα ορίζονται νομοθετικά για την προστασία των ασθενών με AIDS, οι οποίοι νοσηλεύονται και γενικά εμφανίζονται σε όλες τις υπηρεσίες υγείας με ειδικό κωδικό που τους χορηγείται», αναφέρεται.
Οπως επισημαίνεται στην αγωγή, μετά τη μόλυνση της 17χρονης έχει αλλάξει δραστικά η καθημερινότητα όλης της οικογένειας. «Η συνεχής εγρήγορση για την αποτροπή του κινδύνου μετάδοσης της νόσου στο στενό συγγενικό περιβάλλον αποτελούν ένα μόνιμο άγχος. Ακόμη και ο απλός εναγκαλισμός με τις αγαπητές φίλες της αποτελεί αντικείμενο προβληματισμού και από τις δύο πλευρές. Η αγωνία μας είναι δραματική και το άγχος μας συνεχώς εντεινόμενο. Ιδίως η αναμονή των συνεπειών της μόλυνσης έχουν διαβρώσει τον ψυχικό μας κόσμο και απαγορεύουν την ανάπτυξη της προσωπικής και κοινωνικής μας ζωής», επισημαίνεται μεταξύ άλλων στην αγωγή που έγινε δεκτή από το Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης.
Πληροφορίες: Αγγελιοφόρος
Στο δημοσίευμα του «Αγγελιοφόρου» τονίζεται επίσης ότι έξι μήνες αργότερα, οι γονείς του κοριτσιού δέχτηκαν ένα τηλεφώνημα από το νοσοκομείο «για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα» και, όταν συνάντησαν τους γιατρούς, πληροφορήθηκαν ότι η κόρη τους είχε μολυνθεί από τον ιό του AIDS. Οπως πληροφορήθηκαν, το αίμα που της χορηγήθηκε την 1η Σεπτεμβρίου 2005 είχε ληφθεί από περιστασιακό αιμοδότη, μολυσμένο από τον ιό, ο οποίος είχε δώσει αίμα για πρώτη φορά στη ζωή του. Μάλιστα, όπως προέκυψε, από το ίδιο αίμα είχε μολυνθεί και 76χρονος ασθενής, ο οποίος είχε υποβληθεί σε επέμβαση ανοιχτής καρδιάς.
Οι συγγενείς της 17χρονης καταγγέλλουν στην αγωγή ότι ο περιστασιακός αιμοδότης δεν εξετάστηκε προφορικά από τα αρμόδια όργανα του κέντρου αιμοδοσίας, όπως ρητά ορίζει το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, αλλά απλώς συμπλήρωσε το ερωτηματολόγιο που δίνεται στους εθελοντές αιμοδότες. Στην αγωγή υπογραμμίζεται πως η συνέντευξη του δότη καθιερώθηκε ως αναγκαία προϋπόθεση για την οποιαδήποτε αιμοληψία, προκειμένου να αποτρέπονται οι κίνδυνοι μετάδοσης μολυσματικών νοσημάτων.
Επίσης, οι γονείς κατηγορούν τους αρμόδιους για τη μη εφαρμογή της μεθόδου μοριακού ελέγχου του αίματος, με την οποία διαπιστώνεται ταχύτερα και ασφαλέστερα η μόλυνση του αίματος του δότη από επικίνδυνους ιούς. «Αυτή η μέθοδος για δυσχερώς κατανοήσιμους λόγους δεν είχε εισαχθεί ακόμη στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο Θεσσαλονίκης», σημειώνεται στην αγωγή.
Καταγγέλλεται παράλληλα ότι οι αρμόδιοι καθυστέρησαν ένα μήνα να ενημερώσουν τους γονείς του κοριτσιού, ενώ φέρονται ότι «φωτογράφισαν» την ασθενή που μολύνθηκε με στοιχεία που διέρρευσαν προς τα ΜΜΕ. «Ακόμη και τα αρχικά του ονοματεπωνύμου διέρρευσαν και δημοσιεύτηκαν, σε αντίθεση με όσα ορίζονται νομοθετικά για την προστασία των ασθενών με AIDS, οι οποίοι νοσηλεύονται και γενικά εμφανίζονται σε όλες τις υπηρεσίες υγείας με ειδικό κωδικό που τους χορηγείται», αναφέρεται.
Οπως επισημαίνεται στην αγωγή, μετά τη μόλυνση της 17χρονης έχει αλλάξει δραστικά η καθημερινότητα όλης της οικογένειας. «Η συνεχής εγρήγορση για την αποτροπή του κινδύνου μετάδοσης της νόσου στο στενό συγγενικό περιβάλλον αποτελούν ένα μόνιμο άγχος. Ακόμη και ο απλός εναγκαλισμός με τις αγαπητές φίλες της αποτελεί αντικείμενο προβληματισμού και από τις δύο πλευρές. Η αγωνία μας είναι δραματική και το άγχος μας συνεχώς εντεινόμενο. Ιδίως η αναμονή των συνεπειών της μόλυνσης έχουν διαβρώσει τον ψυχικό μας κόσμο και απαγορεύουν την ανάπτυξη της προσωπικής και κοινωνικής μας ζωής», επισημαίνεται μεταξύ άλλων στην αγωγή που έγινε δεκτή από το Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης.
Πληροφορίες: Αγγελιοφόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου