Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2013

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΣΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΟΜΑΔΑΣ


 Χθες ευχαριστήσαμε το ΣΥΡΙΖΑ για την ευκαιρία που μας δίνει να αναδείξουμε στην τριήμερη διαδικασία της Βουλής με αφορμή την πρόταση δυσπιστίας, τη στρατηγική της χώρας, τη στρατηγική της κυβέρνησης, τις ειδικότερες προτάσεις και ευαισθησίες του ΠΑΣΟΚ. Να θυμίσουμε τη δύσκολη διαδρομή που έχει διανύσει όχι μόνο η χώρα και η κοινωνία, αλλά και το ίδιο το ΠΑΣΟΚ ως εγγυητής της σταθερότητας και της εθνικής στρατηγικής εξόδου από την κρίση τα τελευταία τρεισήμισι δύσκολα χρόνια.

Το γεγονός ότι ως σχήμα λόγου ευχαριστήσαμε το ΣΥΡΙΖΑ και τον κ. Τσίπρα γιατί μας δίνει την ευκαιρία αυτή που είναι πράγματι μια ευκαιρία, δεν μπορεί να κρύψει την ουσία της κριτικής μας για την πρωτοβουλία αυτή του ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για μια πράξη απροκάλυπτης εθνικής ανευθυνότητας. Υπονομεύονται για μια ακόμη φορά οι προσπάθειες της χώρας να εμφανιστεί ενιαία κατά τη στιγμή δύσκολων διαπραγματεύσεων με την τρόικα, με τους θεσμικούς εταίρους και πιστωτές μας. Τη στιγμή που η χώρα πρέπει όλη μαζί με πνεύμα εθνικής ενότητας και κοινωνικής συναίνεσης, να στείλει και στο εσωτερικό, αλλά και διεθνώς ένα μήνυμα αισιοδοξίας και σταθερότητας.
Γιατί το δικαιούται η Ελλάδα, το δικαιούνται οι Έλληνες αυτό το μήνυμα αισιοδοξίας και σταθερότητας μετά τόσες θυσίες και τόσες προσπάθειες, καθώς βλέπουμε ότι υπάρχουν αποτελέσματα, καθώς είναι ανοιχτή πλέον η προοπτική εξόδου, οριστικής εξόδου από την περιδίνηση της κρίσης.
Δυστυχώς ο ΣΥΡΙΖΑ, δυστυχώς ο κ. Τσίπρας για μια ακόμη φορά μας λέει ξεκάθαρα, κυνικά, ότι επενδύει στην αποτυχία της χώρας. Επενδύει στο σενάριο της καταστροφής. Αυτό είναι εθνικά απαράδεκτο. Δεν μπορεί κανείς να στηρίζει την δική του κομματική ή προσωπική μικροφιλοδοξία, πάνω στην προοπτική της αρνητικής έκβασης των προσπαθειών όλων των Ελλήνων και όλων των Ελληνίδων.
Η δική μας στρατηγική, η στρατηγική της χώρας είναι η στρατηγική της εξόδου από το μνημόνιο. Στην πραγματικότητα μόνο εμείς έχουμε πραγματική στρατηγική εξόδου από το μνημόνιο. Η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ και της ετερόκλητης αντιμνημονιακής αντιπολίτευσης είναι αντιθέτως ο μόνιμος εγκλωβισμός στη μιζέρια και την εξάρτηση.
Δεν θέλω να παρεξηγηθούμε μιλώντας για έξοδο από το μνημόνιο. Έξοδος από το μνημόνιο σημαίνει έξοδος από την κατάσταση της θεσμικής ανισοτιμίας της χώρας. Δεν σημαίνει ότι θα φύγουμε από το θεσμικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Δεν σημαίνει ότι δεν θα υπάρχει σύμφωνο σταθερότητας, δεν σημαίνει ότι δεν θα υπάρχει σύμφωνο δημοσιονομικής σταθερότητας, ανάπτυξης και απασχόλησης.
Δεν σημαίνει ότι δεν θα υπάρχει πολυμερής ευρωπαϊκή εποπτεία. Αυτά ισχύουν για όλες τις χώρες. Ισχύουν για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης από τη Γερμανία που είναι το ισχυρότερο κράτος μέλος, έως τη Λετονία που φιλοδοξεί να γίνει το νέο κράτος-μέλος της Ευρωζώνης. Το μεγάλο ζητούμενο είναι να επανέλθει η Ελλάδα στην ομαλότητα, στην κανονικότητα, να πάψει να είναι κάτω από ειδικούς, αυστηρούς, προσβλητικούς κανόνες επιτήρησης.
Αυτούς που υλοποιεί η τρόικα η οποία έχει γίνει συνώνυμη στην πραγματικότητα με μια μεγάλη παρέκκλιση από το κανονικό θεσμικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι προχθές στη συνάντησή μου με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και υποψήφιο του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος για την προεδρία της επόμενης Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον Martin Schulz, το μεγάλο θέμα που θέσαμε ήταν η ανάγκη να κληθεί, όπως και κλήθηκε, η τρόικα στην αρμόδια Επιτροπή Οικονομικών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, προκειμένου να λογοδοτήσει, προκειμένου να δώσει εξηγήσεις, όπως θα κληθεί και στην Oλομέλεια. Γιατί η ίδια η ύπαρξη της τρόικας, είναι αμφισβήτηση των ευρωπαϊκών θεσμών και της ευρωπαϊκής  θεσμικής τάξης.
Το ΠΑΣΟΚ και στη συζήτηση που αρχίζει σήμερα για την απόκρουση της πρότασης δυσπιστίας που υπέβαλε ο ΣΥΡΙΖΑ, θα διασφαλίσει τη στρατηγική συνέχεια και τη στρατηγική καθαρότητα όχι της κυβέρνησης, αλλά της χώρας.
Αυτό το στρατηγικό πλαίσιο αποτυπώθηκε και στην προγραμματική συμφωνία που δώσαμε στη δημοσιότητα οι αρχηγοί των δυο κομμάτων που μετέχουμε στην κυβέρνηση. Προγραμματική συμφωνία είναι και το πλαίσιο, το καθαρό και σταθερό πλαίσιο, της διαπραγμάτευσής μας με την τρόικα.
Είναι δε πολύ σημαντικό ότι στην πραγματικότητα η συζήτηση για την πρόταση μομφής, μας δίνει μια ευκαιρία να μη συζητήσουμε μόνο για την κυβερνητική πολιτική και την εθνική στρατηγική, αλλά να συζητήσουμε και για τους τρόπους με τους οποίους θα πορευθεί η χώρα στη μεγάλη συζήτηση που ανοίγει πλέον για τις επόμενες ευρωπαϊκές εκλογές, για το μέλλον της Ευρώπης. Αλλά και για το μέλλον της χώρας μέσα από τη μεγάλη θεσμική αλλαγή που πρέπει να γίνει με κορμό την Τοπική Αυτοδιοίκηση πρώτου και δεύτερου βαθμού, καθώς βαδίζουμε το Μάιο και προς δημοτικές και περιφερειακές εκλογές.
Αυτά είναι που πρέπει να αναδειχθούν στην τριήμερη συζήτηση με τη συμβολή όλων μας. Αυτό που στην πραγματικότητα πρέπει να αναδειχθεί όμως στο όνομα της χώρας, είναι η ανάγκη να υπάρξουν συνομιλητές σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, που να κατανοούν αυτό που έχει συμβεί στην Ελλάδα, τους κινδύνους που υπάρχουν, την ανάγκη να αναγνωριστούν οι θυσίες του ελληνικού λαού, το δημοσιονομικό επίτευγμα, το πρωτοφανές μιας τόσο μεγάλης και τόσο γρήγορης δημοσιονομικής προσαρμογής. Η εμμονή μας στην ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών που διασφαλίζουν μακροπρόθεσμα την ανταγωνιστικότητα της χώρας, που διασφαλίζουν το μέλλον των νέων Ελληνίδων και των νέων Ελλήνων.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία λοιπόν να θυμόμαστε πάντα ότι η Ευρώπη με την οποία διαπραγματευόμαστε δύσκολα τρεισήμισι χρόνια τώρα, είναι μια δεξιά, συντηρητική Ευρώπη. Και αυτή την Ευρώπη πρέπει να αλλάξουμε.
Βεβαίως, αυτό που ο κόσμος τώρα παρακολουθεί με βάση την επικαιρότητα, είναι η διακύμανση της διαπραγμάτευσης -εντός ή εκτός εισαγωγικών- με την τρόικα. Δεν θέλω να υπάρξει καμία παρεξήγηση. Θα το πούμε και στις κοινοβουλευτικές συζητήσεις που αρχίζουν σήμερα. Το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης είναι όχι νέα δημοσιονομικά μέτρα, όχι περικοπές μισθών και συντάξεων. Δεν είναι δυνατό να ληφθούν τα μέτρα αυτά, δεν τα αντέχει η οικονομία, είναι βλαπτικά για την προοπτική εξόδου από την κρίση, δεν τα αντέχει η κοινωνία, δεν τα αντέχει το πολιτικό σύστημα αλλά αυτό είναι το λιγότερο. Δεν έχουν οικονομικό νόημα και είναι κοινωνικά αδιανόητα και βάρβαρα.
Αντιθέτως είμαστε πάντα έτοιμοι να προωθήσουμε τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές. Η συζήτηση όμως που αρχίζει σήμερα είναι μια ευκαιρία για να πούμε και πάλι αυτό που πρέπει να γίνει συνείδηση όλων των Ελλήνων. Πως ποτέ δεν μας προσφέρθηκε μια άλλη εναλλακτική λύση, ποτέ δεν βρεθήκαμε στο δίλημμα ανάμεσα σε μια καλή και κακή λύση. Ποτέ δεν είχαμε την επιλογή μιας λύσης χωρίς θυσίες, μιας λύσης λιγότερο επώδυνης, μιας λύσης εξίσου ή περισσότερο ασφαλούς.
Η μόνη λύση που ήταν και είναι λύση ευρωπαϊκή,  λύση ασφαλής, η μόνη λύση που παρ' ό,τι είναι εξαιρετικά σκληρή και επώδυνη, είναι η λιγότερο κακή από όλες τις άλλες που θα ήταν καταστροφικές, είναι αυτή που επιλέξαμε. Και πρέπει να είμαστε, να είστε εσείς και οι συνάδελφοι της προηγούμενης Κοινοβουλευτικής Ομάδας, υπερήφανοι για το γεγονός ότι σηκώσαμε και σηκώνουμε το βάρος μιας εθνικά και ιστορικά υπεύθυνης επιλογής.
Μπορεί να υπάρχουν άλλοι που κάνουν την εύκολη επιλογή του λαϊκισμού, της δημαγωγίας, του λαθρεμπορίου ψεύτικων ελπίδων.  Μπορεί να υπάρχουν κάποιοι που καλόπιστα πιστεύουν ότι οι άλλες λύσεις είναι εύκολες. Μα δεν αντιλαμβάνονται πως όταν έχουμε τόσο μεγάλη δυσκολία να επιλύσουμε και να συμφωνήσουμε με τους θεσμικούς μας εταίρους ήσσονος σημασίας θέματα, όπως αυτά που εκκρεμούν τώρα, τι θα είχε συμβεί αν είχαμε ανοιχτή διαφωνία σε σχέση με το πλαίσιο, σε σχέση με την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, σε σχέση με τον σεβασμό των θεσμικών κανόνων μέσα στους οποίους λειτουργεί καλώς ή κακώς η παγκόσμια οικονομία, η ευρωπαϊκή οικονομία, κάθε εθνική οικονομία;
Δεν έχουν διατηρήσει στη μνήμη τους ούτε καν την πολύ πρόσφατη κυπριακή εμπειρία; Πόσο χειρότερο ήταν το Σχέδιο Β σε σχέση με το Σχέδιο Α; Κάτι, που αποδεικνύει με τον πιο ανάγλυφο τρόπο ότι σχέδιο Β πραγματικά δεν υπάρχει, δεν υπήρχε ποτέ.
Έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία να τονίσουμε αυτό που είναι αυτονόητο για οποιονδήποτε καλόπιστο άνθρωπο. Πρέπει δε να πάμε στη συζήτηση για την πρόταση μομφής που κατέθεσε ο κ. Τσίπρας -παίρνοντας φόρα από το Τέξας, όπου διατύπωσε με άνεση τις αφελείς φιλοαμερικανικές του απόψεις και την αντίληψή του για το πώς θα μπορούσε να είναι μια Ευρώπη, στην οποία δεν πιστεύουν δυστυχώς οι ευρωπαϊκές κοινωνίες και οι ευρωπαϊκοί λαοί- ξέροντας ότι παρά το επικοινωνιακό παιχνίδι που γίνεται προκειμένου να εμφανιστεί το πρόσωπο ενός δήθεν πιο υπεύθυνου, πιο κυβερνητικού, πιο φιλοευρωπαϊκού ΣΥΡΙΖΑ, αυτό δεν αληθεύει.
Γιατί και πάλι στον σκληρό πυρήνα του ζητήματος της παραμονής της χώρας στην Ευρώπη και στην Ευρωζώνη, η απάντηση που έδωσε ο κ. Τσίπρας είναι «δεν υπάρχει περίπτωση εθελοντικής εξόδου της χώρας από το ευρώ». «Εθελοντικής εξόδου της χώρας». Άρα, δεν αποκλείεται μια έξοδος η οποία θα είναι αποτέλεσμα κρίσης, ή αποτέλεσμα διαπραγμάτευσης, ή αποτέλεσμα εκβιασμού.
Μα ξέρετε, αγαπητές και αγαπητοί φίλοι και συνάδελφοι, πόσους εκβιασμούς έχουμε δεχτεί και έχουμε αποκρούσει; Ξέρετε πόσες φορές βρεθήκαμε αντιμέτωποι με το σενάριο της δήθεν φιλικής και χρηματοδοτημένης με το δάνειο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ; Ξέρετε τι σημαίνει να υποστεί η Ελλάδα μετά από όσα έχει υποστεί και θα είχε υποστεί ούτως ή άλλως -την εσωτερική υποτίμηση, τη μείωση εισοδημάτων, τη μείωση του επιπέδου ζωής- να υποστεί και μια νομισματική υποτίμηση μέσα από ένα δήθεν εθνικό νόμισμα, το οποίο θα έψαχνε να βρει την ισοτιμία του στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο και θα εξανέμιζε εισοδήματα, περιουσίες, προοπτικές;
Και βεβαίως μετά η Ελλάδα θα ήταν πραγματικά γη της Επαγγελίας για τους επενδυτές, θα εμφάνιζε πολύ υψηλούς θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, θα έδινε ευκαιρίες απασχόλησης. Ξεκινώντας όμως από την Εποχή των Παγετώνων διότι φυσικά αν έχεις καταστραφεί, αν είσαι πολλούς βαθμούς κάτω από το μηδέν, βεβαίως μετά έχεις τη δυνατότητα να ανέβεις, διεκδικώντας όμως την ουρά σου.
Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα της χώρας. Ότι δυστυχώς για πρώτη φορά έχουμε μια αντιπολίτευση η οποία δεν συναινεί σε τίποτε, δεν διαμορφώνει τις προϋποθέσεις της ελάχιστης εθνικής συναίνεσης και επίσης δεν τοποθετείται με καθαρότητα και εντιμότητα στο μεγάλο ερώτημα για την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, στην πραγματικότητα δηλαδή για την ασφάλεια, στην σταθερότητα της οικονομίας και για τις προοπτικές κάθε οικογένειας και κάθε παιδιού στη χώρα αυτή.
Αυτές είναι οι παλινωδίες αλλά αυτό είναι και το στρατηγικό αδιέξοδο του ΣΥΡΙΖΑ, συμπεριλαμβανομένου και του τεράστιου εσωτερικού προβλήματος πού έχει λόγω του διχασμού και της εσωκομματικής αντιπολίτευσης. Έχουμε απέναντί μας το κόμμα του χειρότερου συντεχνιακού δημόσιου τομέα που  έχουμε δει από τη μεταπολίτευση και μετά, την πιο παλιά εκδοχή του παλαιοκομματισμού, της δημαγωγίας, του λαϊκισμού, του συντεχνιασμού. Ποτέ άλλοτε ένα κόμμα δεν είχε εμφανιστεί ως κόμμα της παλινόρθωσης όλων των αιτίων της κρίσης.
Το κόμμα, το οποίο υπόσχεται σε όλους τα πάντα, την ακύρωση όλων των αλλαγών, την αποκατάσταση όλων των περικοπών, δηλαδή την επάνοδο στην καταραμένη περίοδο του κεκτημένου της μεταπολίτευσης, που την έφτιαξαν τα κακά κόμματα που κυβέρνησαν στη μεταπολίτευση το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία, ως αντίγραφο του κακού ΠΑΣΟΚ.
Αυτό λέει ο ΣΥΡΙΖΑ. Εμφανίζεται να ασκεί καταλυτική κριτική στο ΠΑΣΟΚ ως την ηγεμονική δύναμη της μεταπολίτευσης και υπόσχεται στην ελληνική κοινωνία -προκειμένου να παραπλανήσει καλόπιστους παλιούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ- ότι αυτό που θα κάνει θα είναι η επαναφορά στις πολιτικές του ΠΑΣΟΚ και στα επιτεύγματα του ΠΑΣΟΚ, χωρίς καμία διορθωτική κίνηση και χωρίς καμία προοπτική για το μέλλον.
Αν είναι ποτέ δυνατό το κόμμα του σκληρού δημόσιου τομέα, των προνομίων, του συντεχνιασμού και της παλινόρθωσης, του χειρότερου μεταπολιτευτικού κεκτημένου να είναι το κόμμα της νέας πολιτικής και η λύση για την προοπτική και το μέλλον της χώρας.
Και η αφορμή για την πρόταση μομφής; Η εκκένωση του κτηρίου της ΕΡΤ στην Αγία Παρασκευή. Μετά από μήνες. Και πάλι έχουμε πάρα πολύ κοντή μνήμη στη χώρα μας. Αντιδράσαμε ως ΠΑΣΟΚ απόλυτα στην πρωτοβουλία που ελήφθη με την πράξη νομοθετικού περιεχομένου για την κατάργηση εν μια νυκτί της ΕΡΤ και κυρίως με τη διακοπή των εκπομπών, με το μαύρο στο σήμα της δημόσιας τηλεόρασης.
Αντιδράσαμε και αυτό προκάλεσε μια οξεία, μια ακραία κυβερνητική κρίση στον τρικομματικό συνασπισμό τον Ιούνιο του 2013 πριν από τέσσερις μήνες.
Λόγω της μονομερούς πρωτοβουλίας στην ΕΡΤ επαναδιαπραγματευθήκαμε το πλαίσιο λειτουργίας της Κυβέρνησης, συμφωνήσαμε και τα τρία κόμματα και οι τρεις Αρχηγοί, σε ένα πλαίσιο λύσης σε σχέση με τη δημόσια τηλεόραση, που έδινε προοπτική, που δίνει δουλειά σε 2000 ανθρώπους, που επιτρέπει να οργανώσουμε μία νέα δημόσια ραδιοτηλεόραση με υποδειγματικό τρόπο, χωρίς τις παθογένειες του παρελθόντος.
Το συμφωνήσαμε αυτό και στην πραγματικότητα συμφωνήσαμε έναν νέο τρόπο λειτουργίας της Κυβέρνησης. Μεταβλήθηκαν, αν θέλετε, κατά τρόπο φιλικό προς εμάς οι ενδοκυβερνητικοί συσχετισμοί και την επομένη οδηγηθήκαμε στην αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ από το κυβερνητικό σχήμα και το ΠΑΣΟΚ αντιμέτωπο με ένα δίλημμα που ήταν δίλημμα εθνικής στρατηγικής και εθνικής υπόστασης έδωσε την απάντηση της ευθύνης.
Αφού λοιπόν συμφωνήσαμε στο νέο πλαίσιο και ψηφίσαμε το νέο νόμο και αφού τα καθήκοντα τα σχετικά ανατέθηκαν σε πρόσωπο, όπως είναι ο Παντελής Καψής, της δικής μας πρότασης και επιλογής, υπεράνω πάσης υποψίας. Πώς είναι δυνατόν να ισχυρίζεται κάποιος ότι πρέπει να αφήσουμε τη βασική υποδομή της δημόσιας τηλεόρασης υπό κατάληψη, ώστε να μην μπορεί να εφαρμοστεί ο νέος νόμος, να μην μπορεί να γίνει το νέο σχήμα, να μην μπορούν να προσληφθούν και να αρχίσουν να δουλεύουν και να πληρώνονται εκατοντάδες άνθρωποι που διεκδικούν μια θέση απασχόλησης στον ευαίσθητο και κλυδωνιζόμενο τομέα της ενημέρωσης;
Πώς είναι δυνατόν να απαξιώνεται η δημόσια περιουσία της τηλεόρασης, πώς είναι δυνατόν να μην μπορούμε να προετοιμαστούμε για την Ελληνική Προεδρία που αρχίζει σε λίγες εβδομάδες;
Ποιος απεφάσισε την εκκένωση του κτηρίου; Η Κυβέρνηση; Την απεφάσισε ο νόμος, η νομιμότητα, η Εισαγγελική Αρχή και έγινε με έναν τρόπο που εν πάση περιπτώσει ήταν και είναι απολύτως ήπιος εν όψει των συνθηκών.
Πιστεύουμε στη Δημοκρατία, πιστεύουμε στη νομιμότητα, πιστεύουμε στον ορθολογισμό; Ποια ήταν η άλλη εκδοχή; Η άλλη εκδοχή είναι πως θα έπρεπε να έχουμε στη χώρα μας μια μεγάλη δημόσια περιουσία υπό κατάληψη, χωρίς να μπορεί το κράτος να ασκήσει θεσμικό έλεγχο και άρα χωρίς να μπορούμε να εφαρμόσουμε τη συμφωνημένη και ψηφισμένη από τη Βουλή κυβερνητική πολιτική στον ευαίσθητο τομέα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης.
Όχι, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι. Και τα μισόλογα στο ζήτημα αυτό είναι βλαπτικά για τη Δημοκρατία, ενθαρρύνουν την παρανομία και ενθαρρύνουν -κι αυτό έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία- μία βίαιη αντίληψη για την άσκηση πολιτικής, μία αντίληψη δήθεν αντίστασης στη νομιμότητα και τη Δημοκρατία, που είναι στην πραγματικότητα η μήτρα και ο πυρήνας της αμφισβήτησης της νομιμότητας.
Ο κόσμος, ο ελληνικός λαός, θέλει να υπάρχει ένα καθαρό, λειτουργικό, δημοκρατικό θεσμικό πλαίσιο, να υπάρχει κράτος δικαίου, να υπάρχει νομιμότητα που προσφέρει ασφάλεια σε όλους τους πολίτες.
Και φυσικά η συζήτηση για την πρόταση μομφής είναι μια ευκαιρία να θέσουμε στον κ. Τσίπρα προσωπικά το ερώτημα, γιατί αργεί τρεις εβδομάδες τώρα να υποβάλλει την περιβόητη πρότασή του, για την Εξεταστική Επιτροπή που έχει υποσχεθεί, σε σχέση με την υπόθεση των ναυπηγείων;
Τον περιμένουμε να έρθει στη Βουλή, έχει να απαντήσει σε πολλές, πάρα πολλές ερωτήσεις για τα συμφέροντα που εξυπηρετεί και το λέω μετά λόγου γνώσεως. Και ίσως έχει έρθει η στιγμή να ζητήσουμε μια άλλη Εξεταστική Επιτροπή για τις συνωμοσίες και τα δίκτυα συμφερόντων στα οποία μετέχουν πολιτικοί σχηματισμοί και πολιτικά πρόσωπα, τα οποία επαγγέλλονται το νέο και υπηρετούν το παμπάλαιο στη χώρα μας.
Φίλες και φίλοι, η πρόταση δυσπιστίας, δηλαδή η πρόταση να πέσει η Κυβέρνηση και να οδηγηθεί η χώρα σε εκλογές αυτή τη στιγμή, ενώ διεξάγεται η διαπραγμάτευση, ενώ πρέπει να λύσουμε οριστικά τα προβλήματα της βιωσιμότητας του χρέους, του πλαισίου μέσα στο οποίο κινούμαστε, της οριστικής εξόδου από την κρίση, η πρόταση να πέσει η Κυβέρνηση και να οδηγηθεί η χώρα σε εκλογές, σε αστάθεια, σε αβεβαιότητα, σε ανασφάλεια, με ό,τι αυτό σημαίνει σε οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό κόστος, είναι μια πρόταση που πρέπει να απαντηθεί και πρέπει να απαντηθεί με ένα ναι ή με ένα όχι.
Όλοι είναι υποχρεωμένοι να τοποθετηθούν καθαρά, τώρα θα αναδειχθεί το εύρος, το πραγματικό εύρος κι αυτό πρέπει να το σκεφθεί καλά κάθε κόμμα, του ετερόκλητου «αντιμνημονιακού μετώπου». Εμείς ζητήσαμε να συσπειρωθεί το συνταγματικό τόξο, κατά του ναζισμού της Χρυσής Αυγής και το ζητάμε ενάμισι χρόνο τώρα, από το Μάιο του 2012.
Και η απάντηση του κ. Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ στη δική μας πρόταση να συγκροτηθεί το συνταγματικό τόξο της Δημοκρατίας και της νομιμότητας, είναι να ψηφιστεί η πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ και από τον κ. Καμμένο και από τον έγκλειστο στη φυλακή κ. Μιχαλολιάκο και τους άλλους βουλευτές της Χρυσής Αυγής.
Να εμφανίσουν το πραγματικό μέτωπο στο οποίο θέλουν να ανήκουν: θέλουν να ανήκουν στο συνταγματικό μέτωπο της εθνικής ενότητας, της κοινωνικής συναίνεσης, της εθνικής προοπτικής ή θέλουν να «ηγηθούν» του μετώπου της πρόκλησης και του αδιεξόδου;
Αυτού του ετερόκλητου, του επικίνδυνου μετώπου, που επωάζει το αυγό του φιδιού. Γιατί αυτή η αντίληψη είναι που ενθάρρυνε τη Χρυσή Αυγή. Όταν εμείς μιλούσαμε μόνοι μας για την ανάγκη να συσπειρωθούν οι θεσμοί, να ενεργοποιηθούν οι διαδικασίες, να αντιδράσει το πολιτικό σύστημα και το δικαστικό σύστημα της χώρας με τα δικά του ανεξάρτητα θεσμικά κριτήρια.
Βεβαίως η συζήτηση που αρχίζει σήμερα δεν είναι μία συζήτηση εσωτερικής κατανάλωσης μόνο, είναι μια ευκαιρία από το πιο επίσημο βήμα της χώρας που είναι το βήμα της Βουλής των Ελλήνων, να απευθυνθούμε στους διεθνείς εταίρους, στους διεθνείς παράγοντες και να τους πούμε ότι πρέπει να σταματήσει επειγόντως αυτή η αναποτελεσματική, επικίνδυνη, άδικη και υπονομευτική συζήτηση, μια ακόμη φορά, σε σχέση με το ελληνικό πρόγραμμα, σε σχέση με τη βιωσιμότητα του χρέους, με το δημοσιονομικό κενό, το χρηματοδοτικό κενό.
Δεν υπάρχει νόημα στη συζήτηση αυτή, δεν είναι η ώρα να αναπτύξω το τεχνικό μέρος αυτής της συζήτησης, αλλά θέλω να σας διαβεβαιώσω -γιατί είχα την ιστορική ευκαιρία και την ιστορική τιμή να διαπραγματευθώ ως Υπουργός Οικονομικών με τους εταίρους μας και με το διεθνές οικονομικό σύστημα το πρόγραμμα, τη δραστική μείωση του χρέους, τη βιωσιμότητα του χρέους, την προοπτική εξόδου από την κρίση- πως η Ελλάδα έχει αυτή τη στιγμή συμπληρώσει και παρουσιάζει με τον πιο ευπρόσωπο και τεκμηριωμένο τρόπο τις απόλυτες προϋποθέσεις της βιωσιμότητας και του χρέους και της οικονομίας της.
Αυτή η επαναλαμβανόμενη ανεύθυνη συζήτηση, που δε γίνεται θεσμικά, που δε γίνεται οργανωμένα, που δεν μπορεί να ελεγχθεί δυστυχώς, είναι βλαπτική για την Ευρώπη, βλαπτική για την Ευρωζώνη, βλαπτική για την Ελλάδα.
Και φυσικά η συζήτηση που αρχίζει σήμερα είναι μια ευκαιρία να αναδείξουμε το εύρος της δουλειάς που έχουμε κάνει, της ενδοκυβερνητικής διαπραγμάτευσης που έχουμε κάνει.
Γιατί όταν είσαι στην Αντιπολίτευση μπορείς εύκολα, ανέξοδα να μοιράζεις επιταγές ελπίδας χωρίς αντίκρισμα. Εμείς όμως ως καθοριστικό τμήμα της κυβερνητικής πλειοψηφίας διαπραγματευόμαστε στο όνομα των πιο αδύνατων κοινωνικών ομάδων, διαπραγματευόμαστε στο όνομα των αξιών μας. Διαπραγματευόμαστε στο όνομα της πραγματικής οικονομίας, των επιχειρήσεων, των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, των εργαζομένων που θέλουν να προστατεύσουν τις θέσεις εργασίας, των ανέργων που θέλουν να έχουν μια προοπτική, των αγροτών που είναι ξανά η πραγματική ατμομηχανή της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Διαπραγματευόμαστε και κερδίζουμε σημεία σε ένα στενό πλαίσιο, εξαιρετικά δύσκολο, γιατί τα λόγια έξω από το χορό είναι εύκολα, αλλά η διαπραγμάτευση μέσα με τον παράγοντα τρόικα, με τον παράγοντα δανειστές, με τον παράγοντα ξένες Κυβερνήσεις παρόντα όχι απόντα θεωρητικά, αυτό είναι το δύσκολο και αυτό προσφέρει το ΠΑΣΟΚ.
Γι' αυτό έχουν νόημα οι παρεμβάσεις μας τώρα, σε σχέση με το φόρο ακινήτων. Τώρα δικαιούται το ΠΑΣΟΚ να πει προς τον ελληνικό λαό: Συμπατριώτες και συμπατριώτισσες, σκεφτείτε αναδρομικά μήπως μας αδικήσατε τον Σεπτέμβριο του 2011 με το λεγόμενο «χαράτσι», με το ειδικό τέλος ακινήτων. Όταν κάναμε μια επιλογή, η οποία έσωσε τη χώρα δημοσιονομικά, προστάτευσε τις υπόλοιπες θυσίες του ελληνικού λαού επί τρία χρόνια και τώρα βλέπουμε πόσο δύσκολο είναι να βρεθεί ένα άλλο σχήμα, που να είναι πιο δίκαιο, πιο λειτουργικό.
Εμείς όμως έχοντας την εμπειρία αυτή θέλουμε να φτάσουμε σε ένα φόρο ακίνητης περιουσίας ο οποίος είναι δίκαιος εσωτερικά, αποτελεσματικός ταμειακά και εν δυνάμει αντί να ζημιώνει να προστατεύει τις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Δεν είναι δυνατό να μειωθεί η επιβάρυνση της μεγάλης ακίνητης περιουσίας, που είναι στην πραγματικότητα η πολύ μεγάλη ακίνητη περιουσία. Και δεν είναι δυνατό να κανιβαλίζονται οι ομάδες της ελληνικής κοινωνίας μεταξύ τους. Ο εργαζόμενος ή ο άνεργος της πόλης και ο αγρότης ο εργαζόμενος στην ύπαιθρο στον πρωτογενή τομέα δεν έχουν να μοιράσουν τίποτε, μπορούμε να εφαρμόσουμε κριτήρια τα οποία είναι δίκαια, ορθολογικά, λειτουργικά. Και κυρίως κριτήρια τα οποία έχουν μέσα τους έκδηλο το στοιχείο της κοινωνικής Δικαιοσύνης.
Αλλά, προσέξτε. Επί ένα χρόνο γίνεται προσπάθεια να βελτιωθεί και να αντικατασταθεί από κάτι καλύτερο κάτι που κάναμε εμείς για να σώσουμε τη χώρα υπό συνθήκες δραματικής κρίσης. Και τώρα είναι πολλοί αυτοί που λένε «Αφήστε το». Το θέμα είναι να κάνουμε κάτι καλύτερο, όχι κάτι χειρότερο. Και θα κάνουμε κάτι καλύτερο.
Έχουμε τη δυνατότητα, χάρη στις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ και των ενδοκυβερνητικό διάλογο και την προγραμματική συμφωνία και το θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί η συνεργασία των δυο κομμάτων στην Κυβέρνηση. Και το ίδιο φυσικά για τα προγράμματα ανάσχεσης της ανεργίας που είναι δική μας πρόταση, το ίδιο για τους πλειστηριασμούς της πρώτης κατοικίας, το ίδιο για τις επαγγελματικές μισθώσεις, το ίδιο για την κινητικότητα και τη μεταρρύθμιση στη Δημόσια Διοίκηση, το ίδιο για όλες τις διαρθρωτικές αλλαγές αλλά και για την προστασία και την αναστήλωση του κοινωνικού κράτους. Ενός κοινωνικού κράτους, που πρέπει να είναι ασφαλές, δίκαιο, δημοσιονομικά στηριγμένο με προοπτική.
Ο ρόλος σας λοιπόν, ο ρόλος των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, είναι πάλι καταλυτικός για τη χώρα. Δεν καλούνται οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ να πουν για μια ακόμη φορά «ναι». Τώρα καλούνται να πουν «όχι». Όχι στην πρόταση μομφής, όχι στον τυχοδιωκτισμό, όχι στην εθνική ανευθυνότητα, όχι στη διάλυση της χώρας, όχι σε  μια πορεία προς το άγνωστο που καταστρέφει τις προοπτικές των Ελλήνων και ακυρώνει τις θυσίες του ελληνικού λαού.
Αυτό είναι μια πολύ μεγάλη ευκαιρία, προκειμένου να αναπτύξουμε στον ελληνικό λαό επιχειρήματα με ευαισθησία, αλλά και με ορθό λόγο. Γιατί αυτό είναι που θα σώσει ιστορικά την πατρίδα μας, το έθνος μας: η ικανότητά μας να συνεννοούμαστε στη βάση της κοινής λογικής.
Αυτό είναι που θα δώσει μια ισχυρή απάντηση σε αυτούς που συνωμοσιολογούν αλλά δυστυχώς ενίοτε και συνωμοτούν. Σε αυτούς που πιστεύουν ότι έχουν εύκολες μεταφυσικές λύσεις, σε αυτούς που θέλουν να κρατήσουν καθηλωμένη τη χώρα στο παρελθόν, σε όλα τα κακά στοιχεία της μεταπολίτευσης.
Είναι μια λαμπρή ευκαιρία αυτή που έχουμε και σας καλώ να την αξιοποιήσουμε στο έπακρό. Εσείς, αυτή τη στιγμή πρέπει να έχετε τη συνείδηση του ιστορικού ρόλου που επιτελείτε. Σας ευχαριστώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου