Όπως αποδεικνύουν τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα της CIA, με την είδηση της εκλογικής νίκης του Αλιέντε, η αμερικανική ηγεσία άρχισε να απεργάζεται το σχέδιο της πτώσης του.
Κάντε την οικονομία να βογκήξει”. Με την φράση αυτή ο αμερικανός Πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον σε
συνάντησή του με τον διευθυντή της CIA Richard Helms και τον σύμβουλο εθνικής ασφάλειας Henry Kissinger, έδινε τις κατευθυντήριες οδηγίες για την “μαλακή γραμμή” που επρόκειτο να ακολουθήσουν οι ΗΠΑ απέναντι στην Χιλή, μετά την άνοδο του μαρξιστή Σαλβαδόρ Αλιέντε στην προεδρία της χώρας τον Σεπτέμβριο του 1970. Η “σκληρή γραμμή” περιελάμβανε την ανατροπή του Αλιέντε μέσω πραξικοπήματος.
Η στάση των ΗΠΑ απέναντι στον σοσιαλιστή ηγέτη δεν προέκυψε ως κεραυνός εν αιθρία μετά την εκλογή του στο ανώτατο πολιτικό αξίωμα της χώρας. Με σχεδόν τεσσαρακονταετή παρουσία στα πολιτικά πράγματα της Χιλής, ο Αλιέντε είχε διεκδικήσει την προεδρία άλλες τρεις φορές: το 1952, το 1958 και το 1964, εκλογική διαδικασία, στην οποία η αμερικανική Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών (CIA) αναμείχθηκε ενεργά, χρηματοδοτώντας μυστικά μεγάλο μέρος της προεκλογικής καμπάνιας του αντιπάλου του Αλιέντε και νικητή των εκλογών Εδουάρδο Φρέι Μοντάλβα. Όπως αποκάλυψε η Επιτροπή Church της αμερικανικής γερουσίας το 1975, κατά την προεκλογική περίοδο του 1964 και προκειμένου να αποφευχθεί η ανάρρηση του Αλιέντε στην προεδρία, η CIA χρηματοδότησε και άλλα δύο πολιτικά κόμματα, ενώ, όπως αναφέρει και ο αμερικανός διανοητής Νοάμ Τσόμσκι στο βιβλίο του “Secrets, Lies and Democracy”, επικαλούμενος το πόρισμα της επιτροπής, το ποσό που διέθεσαν οι ΗΠΑ προκειμένου να εκλεγεί ο Φρέι, ξεπερνούσε εκείνο που είχαν δαπανήσει μαζί οι δύο υποψήφια για την προεδρία της Αμερικής την ίδια χρονιά.
Ποιοι όμως ήταν οι λόγοι για τους οποίους οι ΗΠΑ ήθελαν με κάθε τρόπο να αποφύγουν να δουν τον Αλιέντε στην προεδρία της Χιλής;
Στα μέσα της δεκαετίας του ‘60 η Χιλή αποτελούσε για την CIA ένα “success story” με την αμερικανική Υπηρεσία να έχει καταφέρει να διεισδύσει σε όλες σχεδόν τις βαθμίδες της χιλιανής κυβέρνησης αλλά και στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας, διασφαλίζοντας τα συμφέροντα των αμερικανικών πολυεθνικών εταιρειών που δραστηριοποιούνταν εκεί. Η Χιλή ήταν ηγέτιδα χώρα στην εξόρυξη χαλκού, όμως το 80% της παραγωγής, το 60% των συνολικών της εξαγωγών βρισκόταν σε χέρια ξένων εταιρειών με τις αμερικανικές Anaconda και Kennecott Copper να έχουν την πρωτοκαθεδρία.
Η έντονη αυτή αμερικανική παρουσία είχε αποτελέσει διαρκές πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης στο εσωτερικό της λατινοαμερικανικής χώρας, με την Δεξιά να χάνει στα τέλη της δεκαετίας του 1960 έδαφος, όσο αυξάνονταν οι απεργίες και οι διαδηλώσεις ενάντια στις αμερικανικές πολυεθνικές. Ο Σαλβαδόρ Αλιέντε, ο οποίος προωθούσε την αναδιανομή γης και εισοδήματος προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων, την εθνικοποίηση σημαντικών βιομηχανιών με έμφαση σε αυτή του χαλκού και την προσέγγιση με σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές χώρες αποτελούσε για το αμερικανικό status quo τον νούμερο ένα κίνδυνο σε οικονομικό και ιδεολογικό επίπεδο, μεσούντος του ψυχρού πολέμου.
“Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να παραμένουμε αδρανείς και να παρακολουθούμε μία χώρα να γίνεται κομμουνιστική εξαιτίας της ανευθυνότητας του λαού της”, έλεγε τον Ιούνιο του 1970 ο Χένρι Κίσινγκερ, δύο μόλις μήνες πριν τις εκλογές που θα οδηγούσαν τον Αλιέντε στην προεδρία.
Έχοντας προχωρήσει το 1969 στην ίδρυση του μετώπου της “Λαϊκής Ενότητας”, στο οποίο συμμετέχουν το Κομμουνιστικό Κόμμα, το Σοσιαλιστικό Κόμμα, η Κίνηση Ενωμένης Λαϊκής Δράσης, το Ριζοσπαστικό Κόμμα, η Ανεξάρτητη Λαϊκή Δράση και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, ο Αλιέντε καταφέρνει στις 4 Σεπτεμβρίου 1970 να αποσπάσει πλειοψηφία της τάξης του 36,3%, παρά την αμερικανική παρέμβαση που αυτή τη φορά πήρε την μορφή χρηματοδότησης της εναντίον του προπαγάνδας. Δύο μήνες αργότερα, στις 3 Νοεμβρίου θα λάβει την έγκριση του Κονγκρέσου για τον σχηματισμό κυβέρνησης με την σύμφωνη γνώμη των Χριστιανοδημοκρατών.
“Κάντε την οικονομία να βογκήξει”
Όπως αποδεικνύουν τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα της CIA, με την είδηση της εκλογικής νίκης του Αλιέντε, η αμερικανική ηγεσία άρχισε να απεργάζεται το σχέδιο της πτώσης του. Στην συνάντηση του Προέδρου Νίξον με τον Χένρυ Κίσινγκερ και τον Ρίτσαρντ Χελμς στις 15 Σεπτεμβρίου, ο αμερικανός Πρόεδρος δίνει την εντολή για να ξεκινήσουν οι προσπάθειες με σκοπό την αποτροπή της ανάληψης της προεδρίας από τον Αλιέντε αλλά και η ανατροπή του σε περίπτωση που αναλάμβανε καθήκοντα. Για τον σκοπό αυτό θα επιστρατεύονταν κάθε διαθέσιμο μέσο. Ενδεικτικές είναι οι χειρόγραφες σημειώσεις του Χελμς από την συνάντηση εκείνη.
Περισσότερα από 10.000.000 δολάρια καθίσταντο διαθέσιμα για τον σκοπό αυτό με εντολή του Νίξον για μία δουλειά που χαρακτηρίστηκε "πλήρους απασχόλησης" και απαιτούσε την ανάμειξη των καλύτερων ανδρών που διέθετε η CIA. "Κάντε την οικονομία να βογκήξει", ήταν μεταξύ των οδηγιών που έδωσε ο Νίξον για την αντιμετώπιση του Αλιέντε.
Από την συνάντηση αυτή προέκυψαν δύο "σχέδια" για την επίτευξη του σκοπού αυτού: Το πρώτο σχέδιο περιελάμβανε προπαγάνδα κατά του Αλιέντε ενώ το δεύτερο, το οποίο έχαιρε μεγαλύτερης μυστικότητας, περιελάμβανε την παροχή βοήθειας σε στρατιωτικούς για την πραγματοποίηση πραξικοπήματος.
Ο "αόρατος" οικονομικός αποκλεισμός
Η νέα κυβέρνηση της Χιλής προχώρησε γρήγορα σε σημαντικές αλλαγές, δεδομένων των στενών χρονικών περιθωρίων που το σύνταγμα της χώρας έδινε στον εκάστοτε Πρόεδρο. Εθνικοποιήσεις των ορυχείων χαλκού αλλά και άλλων σημαντικών τομέων της οικονομίας όπως μεταλλουργίες, εργοστάσια τσιμέντου, παραγωγής και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος και τράπεζες. Η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε με σημαντικούς ρυθμούς, όπως και το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων, ενώ η ανεργία έπεσε στο 3% και η παιδική θνησιμότητα μειώθηκε κατά 20 μονάδες με την χώρα να αποκτά για πρώτη φορά καθολικό σύστημα υγείας.
Με την προώθηση των μεταρρυθμίσεων και παρά την άρνηση του Κονγκρέσου, η Λαϊκή Ενότητα αύξησε την επιρροή της, αποσπώντας το 50% των ψήφων στις δημοτικές εκλογές του 1971.
Οι πρώτες οικονομικές δυσκολίες άρχισαν να διαφαίνονται προς το τέλος του 1971. Θέτοντας σε εφαρμογή τον "αόρατο οικονομικό αποκλεισμό" της Χιλής, οι ΗΠΑ επεδίωκαν να κάνουν την οικονομία της λατινοαμερικανικής χώρας "να βογκήξει".
Διακόπτοντας την οικονομική βοήθεια που παρείχαν μέχρι τότε στη χώρα, χρησιμοποιώντας την επιρροή τους σε Διεθνής Χρηματοδοτικούς Οργανισμούς άρχισαν να πιέζουν την χιλιανή οικονομία. Ο πληθωρισμός αυξήθηκε, όπως και το κόστος ζωής ενώ ο ανεφοδιασμός σε προϊόντα ευρείας κατανάλωσης άρχισε να παρουσιάζει σημαντικές δυσκολίες. Επιπλέον, η πτώση της τιμής του χαλκού είχε ως αποτέλεσμα την μείωση των εσόδων κατά 240 εκατ. τον χρόνο.
Μέσα σε αυτό το οικονομικό περιβάλλον δεν άργησαν να έρθουν και οι πολιτικές πιέσεις. Απεργίες και διαδηλώσεις με τη στήριξη της αντιπολίτευσης ήδη από τα τέλη του 1971, ενώ τον Οκτώβριο του 1972 ξεσπά η απεργία των ιδιοκτητών φορτηγών με την στήριξη της CIA. Πρόκειται για την πρώτη σε μία σειρά απεργιών σε έναν από τους πιο εύρωστους τομείς της χιλιανής οικονομίας.
Οι απεργίες επεκτάθηκαν και σε άλλους κλάδους ενώ η δράση παραστρατιωτικών οργανώσεων ενέτεινε το κλίμα τρομοκρατίας υπό την αιγίδα της CIA.
Για την εκτόνωση της κατάστασης ο Αλιέντε προχώρησε σε ανασχηματισμό, τοποθετώντας στη θέση του υπουργού Εσωτερικών τον αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων, στρατηγό Πρατς.
Εκλογές 1973 και το πραξικόπημα των τεθωρακισμένων
Τον Μάρτιο του 1973 πραγματοποιήθηκαν βουλευτικές εκλογές με την Λαϊκή Ενότητα να επιβεβαιώνει την λαϊκή στήριξη κερδίζοντας το 44% των ψήφων και αυξάνοντας έτσι την κοινοβουλευτικής εκπροσώπηση. Στις 29 Ιουνίου της ίδιας χρονιάς εκδηλώθηκε απόπειρα πραξικοπήματος από σύνταγμα τεθωρακισμένων, η οποία κατεπνίγει χάρη στις δυνάμεις που έμεναν πιστές στον στρατηγό Πρατς.
Τον Αύγουστο του 1973, ο Πρατς παραιτείται καταγγέλλοντας νέο σχεδιασμό πραξικοπήματος από το στράτευμα. Την θέση του στην στρατιωτική ηγεσία ανέλαβε ο Αγούστο Πινοσέτ.
Το πραξικόπημα
Ήταν ξημερώματα της 11ης Σεπτεμβρίου 1973 όταν ο Σαλβαδόρ Αλιέντε πληροφορείται για την κατάληψη στρατηγικών σημείων του μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας, του Βαλπαραΐσο.
Τις πρώτες πρωινές ώρες μεταβαίνει στο προεδρικό μέγαρο Λα Μονέδα, ενώ στρατός και αστυνομία πραγματοποιούν κινήσεις σε στρατηγικής σημασίας σημεία. Στις 7:30 το πρωί τεθωρακισμένα περικυκλώνουν το προεδρικό μέγαρο. Ραδιοφωνικός σταθμός που στηρίζει τους πραξικοπηματίες καλεί τον Αλιέντε σε παραίτηση.
Στελέχη της κυβέρνησης και άνδρες της πολιτοφυλακής βρίσκονται στο πλευρό του Αλιέντε. Ανταλλάσσονται πυρά με δυνάμεις του στρατού, ο οποίος δίνει τελεσίγραφο για παράδοση μέχρι τις 11.
"Το μόνο πράγμα που απομένει για μένα είναι να πω στους εργάτες: δεν πρόκειται να παραιτηθώ! Ευρισκόμενος σε μια ιστορική μετάβαση, θα πληρώσω την πίστη του λαού με τη ζωή μου. Και τους λέω ότι είμαι βέβαιος ότι οι σπόροι που έχουμε φυτέψει στην καλή συνείδηση των χιλιάδων και χιλιάδων Χιλιανών δεν θα μείνουν συρρικνωμένοι για πάντα", ανέφερε στο τελευταίο του διάγγελμα προς τον λαό της Χιλής.
Στις δύο το μεσημέρι ο Αλιέντε θα βρεθεί νεκρός με ένα αυτόματο όπλο στα χέρια του. Την ίδια ώρα λάμβαναν χώρα σκληρές συγκρούσεις σε γειτονιές του Σαντιάγο και άλλων πόλεων. ακολούθησαν μαζικές συλλήψεις στελεχών της "Λαϊκής Ενότητας", εκτελέσεις άοπλων, βασανιστήρια και εξαφανίσεις χιλιάδων ανθρώπων.
Η χούντα του Πινοσέτ
Η χούντα που σχηματίστηκε με επικεφαλής τον Αγούστο Πινοσέτ, στα 16 χρόνια της δικτατορίας του, θα οδηγήσει στον θάνατο δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους, εκατοντάδες χιλιάδες στην εξορία ενώ περισσότεροι από 1500 "εξαφανίστηκαν". Μέχρι σήμερα, οι αγνοούμενοι της δικτατορίας του Πινοσέτ ξεπερνούν τους 1000.
Όσοι επέζησαν βίωσαν τα οικονομικά μέτρα που επέβαλε στη χώρα ο αιμοσταγής δικτάτορας με την συνδρομή του Μίλτον Φρίντμαν της σχολής του Σικάγο και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Μειώσεις μισθών, περικοπές επιδομάτων και του κράτους πρόνοιας είχαν ως αποτέλεσμα το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ των ανώτερων και των κατώτερων οικονομικά στρωμάτων. Οι μεταρρυθμίσεις του Πινοσέτ ωφέλησαν ιδιαίτερα τους ολιγάρχες, τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες και τους μεγαλοΐδιοκτήτες γης, που είχαν δει τις τεράστιες εκτάσεις τους να απαλλοτριώνονται από την κυβέρνηση Αλιέντε για να περάσουν στα χέρια των λαϊκών στρωμάτων.
Μέχρι το τέλος της δικτατορίας του Πινοσέτ, το 44% των χιλιανών οικογενειών ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας, ενώ το πλουσιότερο 10% είδε τα εισοδήματά του να αυξάνονται κατά 80%.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου