Κατά τη συζήτηση των προαπαιτούμενων για την πρώτη αξιολόγηση του τρίτου “αριστερού μνημονίου”, εξέχουσα θέση κατέχει το φορολογικό και το ασφαλιστικό ζήτημα των αγροτών. Ζήτημα που δεν αφορά μόνο τους ίδιους τους αγρότες αλλά και τους πολίτες καταναλωτές των προϊόντων τους καθώς και το αναπτυξιακό παραγωγικό μοντέλο της χώρας που το επηρεάζει σημαντικά,
μιας και αυτά έχουν καθοριστική σημασία στο τι και από ποιους θα παράγεται από την ελληνική γεωργία. Κατά τη γνώμη μου πρέπει τα όποια μέτρα να ακολουθούν την αρχή “ανάλογα με τα πραγματικά του εισοδήματα να φορολογείται κάθε πολίτης” και την παραδοχή ότι ο αγροτοδιατροφικός τομέας είναι καθοριστικός πυλώνας της οικονομίας μας.
Αντιπαρέρχομαι το θράσος της προεκλογικής ρητορείας καθώς και τον κυνισμό της αδυναμίας εξεύρεσης ισοδυνάμων από τους κυβερνώντες. Είναι γνωστό το κόστος των καλλιεργειών ανά προϊόν. Το συνολικό κόστος, της γης, των σπόρων, της άρδευσης, των αποσβέσεων του μηχανολογικού εξοπλισμού, των φαρμάκων, του πετρελαίου, των αποθηκών, του χρήματος, της εργασίας, της ασφάλισης. Των στάβλων, των ζωοτροφών, του ζωικού κεφαλαίου. Της αυξημένης επικινδυνότητας ως προς τις παραγωγικές συνθήκες σε σχέση με κάθε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα. Αν όλα αυτά δεν ληφθούν υπόψη, τότε δεν αναφερόμαστε σε δίκαιη φορολόγηση αλλά σε επιβολή κεφαλικού φόρου του 23% ΦΠΑ επί δικαίων και αδίκων.
Με την επιβολή της αυξημένης φορολόγησης, με την αύξηση του κόστους ασφάλισης, με την κατάργηση της επιδότησης πετρελαίου και το αυξημένο κόστος των εφοδίων σε συνδυασμό με τον ορισμό του 50% αντί του 35% του εισοδήματος, ώστε να χαρακτηρίζεται κάποιος αγρότης, είναι σίγουρο ότι πολύ γρήγορα θα εγκαταλειφθούν χιλιάδες στρέμματα από την παραγωγή και όποια στρέμματα συνεχίσουν να καλλιεργούνται θα είναι στα χέρια λίγων μεγαλοαγροτών, φέρνοντας στη μνήμη μας την εποχή των τσιφλικάδων. Δημιουργώντας και άλλους πολλούς ανέργους αλλά και επιβαρύνοντας τους καταναλωτές με τις αυξημένες τιμές που αναπόφευκτα θα προκύψουν.
Στο αγροτικό ζήτημα γνωρίζουν οι περισσότεροι τι πρέπει να γίνει στο πλαίσιο της ΚΑΠ, ώστε και επάρκεια προϊόντων να έχουμε, και καλύτερες ποιοτικές προδιαγραφές να έχουν και προσιτές τιμές για τους καταναλωτές να υπάρχουν. Γνωρίζουμε όλοι ότι τα έσοδα του κράτους θα είναι πολύ περισσότερα αν δημιουργηθούν καλύτερες προϋποθέσεις. Πρώτα απ’ όλα με την εκπαίδευση των αγροτών. Το επιτυχημένο μοντέλο της Αμερικανικής Γεωργικής Σχολής δεν μπορεί να υποστηριχθεί στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού μας συστήματος σε κάθε περιφέρεια τουλάχιστον; Στο ζήτημα της οργάνωσης των αγροτών υπάρχουν πλαίσια πεπαλαιωμένα που πρέπει να εκσυγχρονισθούν. Πρέπει να δημιουργηθούν ομάδες παραγωγών και συνεταιρισμοί ικανοί να στηρίξουν τους παραγωγούς από τη σπορά μέχρι την εμπορία. Που θα μπορούν να πραγματοποιούν επενδύσεις και κυρίως να έχουν την εμπιστοσύνη των ίδιων των αγροτών, των αγοραστών αλλά και των καταναλωτών. Υπάρχουν ήδη καλά παραδείγματα που όμως είναι η εξαίρεση στον κανόνα. Όλοι αναφέρονται στις αναδιαρθρώσεις που χρειάζονται στις καλλιέργειες, ώστε και υπεραξίες να υπάρχουν και να εξοικονομούνται υδάτινοι πόροι και η αειφόρος ανάπτυξη να διασφαλίζεται.
Πώς αυτό θα γίνει όμως χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο και χωρίς τους επιστήμονες δίπλα στους αγρότες; Τα διάφορα προγράμματα, σχέδια βελτίωσης, νέων αγροτών πρέπει να στηρίζουν τους υπάρχοντες αγρότες, την είσοδο νέων αλλά και την ελληνική βιοτεχνία, βιομηχανία γεωργικών μηχανημάτων και όχι τις αχρείαστες ακριβές εισαγωγές μηχανολογικού και όχι μόνο εξοπλισμού. Επειδή το θέμα είναι πολύ σοβαρό για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας, πρέπει άμεσα να δοθούν λύσεις στην κατεύθυνση της αναπτυξιακής παραγωγικής διαδικασίας και όχι προς την εγκατάλειψη της καλλιέργειας της γης μέσω άδικης φορολογικής και ασφαλιστικής επιβολής. Τα ελληνικά προϊόντα έχουν ή μπορούν να αποκτήσουν όλες τις ποσοτικές και ποιοτικές προδιαγραφές για να κατακτήσουν τις αγορές. Μπορούμε με σχέδιο, εκπαίδευση και στοχευμένες επενδύσεις να πετύχουμε.
Με πιστοποιημένα προϊόντα, με ιχνηλασιμότητα, τυποποίηση, με ταυτότητα. Με καινοτομία και εξωστρέφεια. Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε την Αμερική. Υπάρχουν παραδείγματα και καλές πρακτικές στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες. Χρειάζεται με σύνεση και συνέπεια να αποφασίσουν, με αξιόπιστο διάλογο, όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς να καταλήξουν στο σχέδιο που πρέπει να υπηρετηθεί για το συμφέρον της πατρίδας, των αγροτών, όλων των πολιτών.
Δημοσιεύτηκε στη «Θεσσαλονίκη» τη Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου