Αναλυτικότερα, μετά την σύνοδο του Eurogroup της Δευτέρας 20 Φεβρουαρίου, όπως ανακοίνωσε ο πρόεδρός του, οι εκπρόσωποι των θεσμών πρόκειται να επιστρέψουν στην Αθήνα προκειμένου να συζητήσουν για ένα νέο νέο πακέτο μεταρρυθμίσεων στο συνταξιοδοτικό και στο φορολογικό σύστημα, καθώς και την αγορά εργασίας. Στην εν λόγω σύνοδο, έγινε σαφές ότι η κυβέρνηση αποδέχεται "βαθιές μεταρρυθμίσεις" που περιλαμβάνουν τα βασικά "αιτήματα" του ΔΝΤ για την μείωση του αφορολογήτου αγροτών, μισθωτών και συνταξιούχων, καθώς και τις συντάξεις, με την δέσμευση ενεργοποίησης ισοδύναμων μέτρων εάν διασφαλιστούν τα πρωτογενή πλεονάσματα που θα συμφωνηθούν.
Η διαπραγμάτευση για τα μέτρα αναμένεται να ξεκινήσει την προσεχή εβδομάδα με την επιστροφή των κλιμακίων στην Αθήνα. Και όταν υπάρξει η "επί της αρχής συμφωνία", τότε θα επιστρέψουν στο Eurogroup για να αποφασίσουν τα χρόνια διατήρησης των πλεονασμάτων στο 3,5% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι στιγμής, κυρίως από διαρροές σε δημοσιογράφους, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης εξετάζει ένα σενάριο μείωσης του αφορολογήτου ορίου των κατ' επάγγελμα αγροτών, καθώς και των μισθωτών και συνταξιούχων που φορολογούνται με την ίδια κλίμακα, σε δύο δόσεις, μία το 2018 και μία το 2019.
Η μείωση του αφορολογήτου ορίου θα σημάνει απώλεια εισοδήματος έως 300 ευρώ το χρόνο το 2018 και άλλο τόσο το 2019 για πάνω από 4,5 εκατομμύρια μισθωτούς, συνταξιούχους και κατ' επάγγελμα αγρότες, υπό την προϋπόθεση ότι οι ισχύοντες συντελεστές θα παραμείνουν στα επίπεδα του 22% έως 45%.
Η εφαρμογή του νέου μειωμένου αφορολογήτου θα ξεκινήσει από τα εισοδήματα του 2018. Από τη στιγμή που θα συμβεί αυτό τότε ακόμη και μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες οι οποίοι αποκτούν ετήσια εισοδήματα κάτω των 6.000 ευρώ θα πληρώνουν φόρο εισοδήματος, καθώς στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι πολίτες αυτοί δεν φορολογούνται βάσει των πραγματικών εισοδήματάτων τους, τα οποία είναι πολύ χαμηλά ή και μηδενικά, αλλά βάσει εξωπραγματικών τεκμαρτών εισοδημάτων, συνήθως μεγαλύτερων των 6.000 ή και των 7.000 ευρώ.
Συνεπώς, από τη στιγμή που αφορολόγητο όριο θα μειωθεί στα επίπεδα των 6.000-7.000 ευρώ περίπου 1,5 εκατομμύριο χαμηλόμισθοι και χαμηλοσυνταξιούχοι που λαμβάνουν μηνιαίως κάτω από 500 ευρώ, δηλαδή έχουν ετήσια πραγματικά εισοδήματα χαμηλότερα των παραπάνω ποσών, θα κληθούν να πληρώσουν φόρο εισοδήματος για πρώτη φορά μετά από πάρα πολλά χρόνια καθώς τα τελικά φορολογητέα εισοδήματά τους υπερβαίνουν τις 6.000-7.000 ευρώ, επειδή καθένας από αυτούς βαρύνεται με τεκμαρτό εισόδημα το οποίο προσδιορίζεται αθροιστικά:
α) από το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης των 3.000 ευρώ αν είναι άγαμος ή των 2.500 ευρώ αν είναι έγγαμος,
β) από το τεκμήριο διαβίωσης της κύριας κατοικίας (είτε αυτή είναι ιδιόκτητη, είτε ενοικιαζόμενη είτε δωρεάν παραχωρούμενη), το ποσό του οποίου στις περισσότερες των περιπτώσεων ξεπερνά κατά πολύ τα 2.000-2.500 ευρώ (υπολογίζεται με 40 ευρώ ανά τ.μ. μέχρι τα πρώτα 80 τ.μ. και με 65 ευρώ ανά τ.μ. για τα επόμενα 40 τ.μ., από 81 έως τα 120 τ.μ. κ.λπ.)
γ) από το τεκμήριο διαβίωσης για τη χρήση ΙΧ αυτοκινήτου, το οποίο στις περισσότερες των περιπτώσεων ξεπερνά κατά πολύ τα 2.000 ευρώ.
Η ίδια δυσάρεστη έκπληξη περιμένει και άλλο 1,5 εκατομμύριο φορολογούμενους στους οποίους περιλαμβάνονται αγρότες, άνεργοι και περιστασιακά απασχολούμενοι με ετήσια εισοδήματα μέχρι 6.000 ευρώ. Όλοι αυτοί οι πολίτες φορολογούνται με την κλίμακα φόρου εισοδήματος που ισχύει για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, δηλαδή δικαιούνται κι αυτοί σήμερα αφορολόγητο όριο από 8.636 έως και 9.545 ευρώ. Ως φορολογητέο εισόδημα λαμβάνεται στις περισσότερες περιπτώσεις και αυτών των φορολογουμένων, το τεκμαρτό εισόδημα, το οποίο προκύπτει με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης, κι όχι το πραγματικό εισόδημα το οποίο είναι πάρα πολύ χαμηλό. Συνεπώς και αυτοί οι φορολογούμενοι που σήμερα δεν πληρώνουν καθόλου φόρο εισοδήματος θα υποχρεωθούν να καταβάλουν τον φόρο αυτό, ο οποίος μάλιστα θα είναι και αρκετά βαρύς.
Κατάργηση φοροαπαλλαγών
Εκτός από τη μείωση του αφορολόγητου ορίου, το 2018 θεωρείται δεδομένη και η κατάργηση των φοροαπαλλαγών που έχουν απομείνει στα φυσικά πρόσωπα. Έτσι, στο τραπέζι βρίσκεται η κατάργηση της απαλλαγής για ιατρικά έξοδα (σήμερα δίνεται έκπτωση φόρου 10% επί της δαπάνης εφόσον το συνολικό ποσό της δαπάνης ξεπερνά το 5% του εισοδήματος του φορολογούμενου) και της έκπτωσης φόρου 1,5% που γίνεται στην παρακράτηση μισθωτών και συνταξιούχων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου