Φίλες και φίλοι, συγκάλεσα εκτάκτως σε κοινή συνεδρίαση το Πολιτικό
Συμβούλιο και την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ γιατί από χθες, έχει
δημιουργηθεί ένα σκηνικό πολιτικής και θεσμικής κρίσης, στο οποίο εμείς ως
εκφραστές της Δημοκρατικής Παράταξης, οφείλουμε έναντι του ελληνικού λαού, της
ιστορίας μας και του ρόλου μας, να
τοποθετηθούμε με απόλυτη σαφήνεια και υπευθυνότητα.
Πριν αναφερθώ στα τρέχοντα γεγονότα και τα διλήμματα, θα ήθελα να θυμίσω
ορισμένα πράγματα που είναι βεβαίως ευρύτατα γνωστά, αλλά μερικές φορές κάποιοι
τα υποβαθμίζουν ή θέλουν να τα λησμονούν.
Φίλες και φίλοι, η χώρα οδηγήθηκε σε εκλογές την άνοιξη του 2012. Λίγες
μόλις ημέρες μετά την ολοκλήρωσης μιας
πολύ σημαντικής και δύσκολης συμφωνίας για το 2ο Πρόγραμμα
Προσαρμογής, για το μεγάλο δάνειο των 240 δισεκατομμυρίων, για το εντυπωσιακό
κούρεμα του ελληνικού δημοσίου χρέους. Και ενώ
εισέπρατε εκείνη τη στιγμή μια πρωτοφανή δόση 75 δισεκατομμυρίων
ευρώ, κάτι το οποίο δεν είχε ξανασυμβεί
στο παρελθόν. Αυτό έγινε επειδή η Νέα Δημοκρατία πίστευε και εκτιμούσε,
εσφαλμένα, ότι μέσω των εκλογών θ’ αποκτήσει αυτοδύναμη πλειοψηφία και θα σχηματίσει μια μονοκομματική κυβέρνηση
παλαιού τύπου, όπως αυτές που είχαμε συνηθίσει να έχουμε στη χώρα μας πριν την
κρίση.
Φτάσαμε έτσι στις διπλές, δίδυμες εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου του 2012 και στη συνέχεια σε
μια πολύμηνη, δύσκολη διαπραγμάτευση που ολοκληρώθηκε στο τέλος του 2012, στην
πραγματικότητα για να επιβεβαιώσουμε τη συμφωνία που είχαμε κάνει, με πολύ
μεγάλη επιτυχία, και είχαμε αρχίσει να εκτελούμε το Φεβρουάριο – Μάρτιο του
2012.
Το κόστος που κατέβαλλε η χώρα λόγω των πρόωρων εκλογών του Μαΐου και του Ιουνίου του 2012 είναι μεγάλο. Είναι
μεγάλο οικονομικά, είναι μεγάλο για την αξιοπιστία και τη διεθνή εικόνα της
χώρας, είναι μεγάλο για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, γιατί όλα πήγαν
πίσω.
Τέθηκε σε αμφιβολία η ικανότητα της χώρας να ολοκληρώσει το Πρόγραμμα, να
ξαναγίνει μια ισότιμη χώρα μέσα στην
Ευρώπη, μέσα στην Ευρωζώνη. Δε μιλάω για ένα κόστος θεωρητικό, ιστορικό, πολιτικό.
Μιλάω για ένα κόστος πρακτικό, συγκεκριμένο, εξατομικευμένο για κάθε
οικογένεια, για κάθε πολίτη.
Δε θέλαμε τις εκλογές. μπορούσε κάλλιστα να συνεχίσει η κυβέρνηση
Παπαδήμου που ήταν ούτως ή άλλως μια κυβέρνηση συνεργασίας και ευρείας κοινοβουλευτικής στήριξης.
Μάλιστα, μετά τις εκλογές του Μαΐου , διαπιστώσαμε ότι είναι εφικτός ο
σχηματισμός της κυβέρνησης, έστω με μια μικρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Θέλαμε μια κυβέρνηση εξαρχής όλων των υπεύθυνων δυνάμεων που δηλώνουν ευρωπαϊκού προσανατολισμού,
συμπεριλαμβανομένου του ΣΥΡΙΖΑ.
Θα δεχόμαστε και το είπαμε, μια κυβέρνηση με τη Νέα Δημοκρατία και τη
ΔΗΜΑΡ μετά το Μάιο, χωρίς τις πολωτικές εκλογές του Ιουνίου. Και μετά την
πόλωση, την τεχνητή πόλωση του Ιουνίου η οποία παρ’ όλα αυτά έμεινε σε μεσαία
επίπεδα, δεν έγινε ποτέ μια κατά κυριολεξία πόλωση.
Πάλι προτείναμε την ευρύτερη δυνατή συνεργασία γιατί το ζήτημα δεν είναι
οι κοινοβουλευτικοί αριθμοί, αλλά οι κοινωνικές και πολιτικές συναινέσεις, η
εθνική ενότητα, η κοινωνική συνοχή, η δημοκρατική ευαισθησία, η συστράτευση
όλων των υπεύθυνων και δημιουργικών δυνάμεων του τόπου.
Δυστυχώς, κάποιοι διάλεξαν την καταφυγή του αντιμνημονιακού μετώπου αντί
να μετάσχουν στην ευθύνη αυτή. Σας θυμίζω, γιατί κι εμείς τα ξεχνάμε καμιά
φορά, ότι μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης των τριών κομμάτων τον Ιούνιο του
2012, το ΠΑΣΟΚ υπέβαλλε πολύ συγκεκριμένες προτάσεις για τη διαπραγμάτευση με
την τρόικα. Προτάσεις σχετικές με τη
μέθοδο.
Δεν πρέπει ν’ αφήσουμε να ξεχαστεί ή πρότασή μας για την Εθνική Ομάδα
Διαπραγμάτευσης, γιατί η Εθνική Ομάδα Διαπραγμάτευσης σήμαινε ενεργοποίηση όλων
των ικανών προσώπων και δυνάμεων τόσο από το χώρο της συμπολίτευσης, όσο και
από το χώρο της αντιπολίτευσης. Δεν εισακουστήκαμε.
Καταθέσαμε προτάσεις επί της
ουσίας για το πολιτικό πλαίσιο της διαπραγμάτευσης, γιατί θέλαμε να προταθεί η
πολιτική συμφωνία και ν’ ακολουθήσει η εξειδίκευση των μέτρων. Γιατί θέλαμε να
προλάβουμε αυτό που βλέπουμε να γίνεται
τώρα, ένα χρόνο μετά, να έρχεται το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και να λέει «κάναμε λάθος, θα μπορούσε να
είναι διαφορετικό το Πρόγραμμα».
Μα, αυτό το ξέραμε πάρα πολύ καλά,
το είχαμε πει κατ’ επανάληψη. Αυτό ήταν το αντικείμενο της μεγάλης σύγκρουσης
που είχαμε -που είχα στο γραφείο μου στο Υπουργείο Οικονομικών- στα τέλη
Αυγούστου, αρχές Σεπτεμβρίου του 2011 όταν απεχώρησε η τρόικα, ακριβώς επειδή
δε δεχόμασταν -και προσωπικά δε δεχόμουν- να ληφθούν μέτρα που τροφοδοτούσαν
ακόμη περισσότερο την ύφεση και την ανεργία.
Γιατί ήταν προφανή τα τεχνικά και ιδεολογικά προβλήματα του Προγράμματος
αυτού. Γιατί, η σύγκρουση που παρακολουθούμε είναι η σύγκρουση ανάμεσα σ’ ένα
Διεθνές Νομισματικό Ταμείο που ξέρει να χειρίζεται αναπτυσσόμενες χώρες και όχι ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες
σε κρίση και μια Ευρώπη που δεν είναι μια οποιαδήποτε Ευρώπη, είναι μια Δεξιά
Ευρώπη. Παρακολουθούμε τη σύγκρουση ανάμεσα στη Δεξιά Ευρώπη, των εμμονών γύρω
από μια στείρα νεοφιλελεύθερη αντίληψη και ένα Διεθνές Νομισματικό Ταμείο που
έχει τη δική του συνταγή, η οποία έχει εφαρμοστεί σε άλλα αναπτυξιακά επίπεδα, εκτός
Ευρωζώνης φυσικά.
Δεν εισακουστήκαμε, δεχθήκαμε πάρα πολλές επιθέσεις. Δεχθήκαμε πάρα
πολλές επιθέσεις από ένα σύστημα επικοινωνίας που επένδυε από τότε τα πάντα στο
στερεότυπο ενός Πρωθυπουργού που καθαρίζει και που τώρα μπορεί να λέει
«διορθώνω επί ένα χρόνο τα λάθη του παρελθόντος». Ποια λάθη, ποιου παρελθόντος;
Από πότε ξεκινάει το παρελθόν αυτό; Από το 2010; Από το 2007; Από το 2004; Από
το 1974;
Ας δούμε από πού μετράει αυτό το παρελθόν και ποιος βαρύνεται με ποια
λάθη: Παρ’ όλα αυτά, όταν φτάσαμε στη δύσκολη ψηφοφορία του Νοεμβρίου του 2012
για τα μέτρα, το ΠΑΣΟΚ στάθηκε όρθιο με δυσκολίες, με τραύματα, εγγυητής της
σταθερότητας και της πορείας της χώρας, δεν κρύφτηκε πίσω από κανένα
διαδικαστικό κοινοβουλευτικό τέχνασμα, δεν μετακυλήσαμε τις ευθύνες μας σε
κανέναν άλλον.
Βάζουμε πλάτη, βάζουμε πλάτη με κόστος, παρότι παρακολουθούμε μία επίμονη
προσπάθεια κάποιοι να εμφανίζονται πάντα οι καλοί, οι αλώβητοι, κάποιοι πάντα
οι κακοί, αυτοί που φταίνε για όλα, οι αμνοί οι αίροντες την αμαρτίαν του κόσμου.
Το γνωστό τριπλό στερεότυπο: η καλή Νέα Δημοκρατία, ο καλός Πρωθυπουργός
που αγωνίζεται για τη χώρα και διορθώνει λάθη και που εν πάση περιπτώσει καλώς
δεν μετείχε στις ευθύνες για την ψήφιση του πρώτου προγράμματος το 2010, λες
και το δίλημμά μας ήταν εάν θα διαλέγαμε ένα καλό ή ένα καλύτερο πρόγραμμα.
Είχαμε φτάσει προ δραματικών συνθηκών: ασύντακτη ή συντεταγμένη χρεοκοπία.
Είναι άλλη ιστορία το πώς και γιατί φτάσαμε εκεί, πότε αρχίζουν και πότε
τελειώνουν οι ευθύνες καθενός. Σημασία έχει ότι εκείνη τη στιγμή υπήρχε ένα
αδυσώπητο δίλημμα στο οποίο δεν μπορούσες να απαντήσεις διαφορετικά, θα ήταν
δραματικό για τον τόπο.
Μετά έχουμε το στερεότυπο του συμπαθούς τρίτου εταίρου που δίνει το
αριστερό πρόσχημα -τα έχω ξαναπεί.
Και μετά το συνηθισμένο θύμα το ΠΑΣΟΚ.
Όλα αυτά τα είπαμε στο συνέδριό μας. Στο συνέδριό μας, το Μάρτιο, θέσαμε
τα θέματα με απόλυτη σαφήνεια και ομόφωνα λάβαμε αποφάσεις για την πολιτική μας
στρατηγική:
Πρώτον, ότι θέλουμε επικαιροποίηση της προγραμματικής συμφωνίας, διότι η
συμφωνία πρέπει να γίνει ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης που συνεγείρει και
πείθει τον κόσμο και δίνει τέλος στο μνημόνιο γιατί πια δε θα εφαρμόζουμε το
μνημόνιο, θα εφαρμόζουμε το δικό μας εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης που πρέπει να
το πιστέψουν όχι απλά τα κόμματα τα τρία αλλά όλο το πολιτικό φάσμα, όλοι οι
παραγωγικοί φορείς, όλες οι δυνάμεις του τόπου, προκειμένου να βγούμε οριστικά
από την κρίση.
Δεύτερον, ότι θέλουμε κανόνες λειτουργίας της Κυβέρνησης και της
κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
Και τρίτον, ότι θέλουμε αξιολόγηση και αξιοποίηση προσώπων, γιατί είπαμε
ότι αυτή την Κυβέρνηση, όπως πρέπει να είναι, όχι όπως είναι, αυτή την
Κυβέρνηση εθνικής ανάγκης, αυτή την Κυβέρνηση που πρέπει να απαντήσει σε
ιστορικές προκλήσεις, δεν τη χαρίζουμε σε κανέναν. Θέλουμε να πετύχει, αλλά για
να πετύχει πρέπει και προγραμματικά και λειτουργικά και στην καθημερινή
διαχείριση να εκπληρώνει ορισμένες προϋποθέσεις.
Γιατί αυτό δε γίνεται αντιληπτό; Δηλαδή πόσο δύσκολο είναι να καταλάβει
κανείς τις προφανείς δυσλειτουργίες; Δεν υπάρχουν προβλήματα στη λειτουργία της
Κυβέρνησης, στις νομοθετικές πρωτοβουλίες, στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η
Βουλή και συντονίζονται τα τρία κόμματα; Δεν υπάρχουν μεγάλα ανοικτά θέματα στη
Δημόσια Διοίκηση, όπου δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε κάτι το οποίο να είναι
οριστικό ολοκληρωμένο εφαρμόσιμο και να δίνει αποτελέσματα;
Δεν ήταν μεγάλη δυσλειτουργία και δεν είναι η ιστορία αυτή με το
αντιρατσιστικό νομοσχέδιο και την κατάθεση αλλεπάλληλων προτάσεων νόμου, που
τελικά δίνουν μια εικόνα όχι σοβαρή, σε σχέση με την προκλητική στάση της
Χρυσής Αυγής, της ηγεσίας των ναζιστών και αρνητών του ολοκαυτώματος και όχι
βέβαια των απλών δημοσκοπικών οπαδών της Χρυσής Αυγής.
Δεν υπάρχουν προβλήματα με τα προγράμματα ανεργίας, με το φόρο ακινήτων,
με τον ΦΠΑ στην εστίαση; Όλα αυτά δεν πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε;
Και πόσο δύσκολο είναι να συμφωνήσουμε στις προτεραιότητες της χώρας,
πόσο δύσκολο είναι να πούμε ότι ναι θα επικαιροποιήσουμε τη συμφωνία μας μετά
και την έκθεση του ΔΝΤ, ότι όχι νέα μέτρα δημοσιονομικού χαρακτήρα, δεν τα
αντέχει η χώρα, δεν πρέπει, δεν μπορεί να τα πάρει.
Ότι πρέπει να γίνουν κινήσεις για τη βιωσιμότητα του χρέους, ότι πρέπει
να προχωρήσει το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων αλλά να προχωρήσει σωστά και
αποτελεσματικά με τις δικές του προτεραιότητες, χωρίς παλινδρομήσεις, ότι δεν
πρέπει να υπονομεύουμε τη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών οι οποίες
πρέπει να είναι σε θέση να βοηθήσουν επιτέλους την πραγματική οικονομία τις
μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Δεν πρέπει μόνοι μας να κάνουμε κινήσεις οι οποίες δημιουργούν πρόβλημα
στο Χρηματιστήριο. Πόσο δύσκολο είναι να συμφωνήσουμε ότι η κατάσταση στην
υγεία στο ΕΣΥ και στον ΕΟΠΥΥ ακόμη κι αν πληρωθούν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές
είναι ένα μεγάλο πρόβλημα τεράστιο για την καθημερινότητα του πολίτη που το
θέτουμε με την επίκαιρη επερώτησή μας.
Πόσο δύσκολο είναι να βρούμε λύσεις για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Πόσο
έπρεπε να αγωνιστούμε για να γίνει δεκτή η πρότασή μας για τον ακατάσχετο
λογαριασμό των 1500 ευρώ το άτομο ή 2000 το ζευγάρι την οικογένεια;
Και να μιλήσω για τα θέματα του ΕΣΠΑ; Για τα θέματα της εξωτερικής
πολιτικής, τα οποία πρέπει να μπουν στο τραπέζι της Κυβέρνησης, αλλά όπου
πρέπει, με μεγάλη προσοχή και της κοινοβουλευτικής συζήτησης;
Για να φτάσω στο κρίσιμο ζήτημα, αυτό που διαρκώς ανακυκλώνεται και που
πρέπει επιτέλους να πάψει να ανακυκλώνεται, που είναι η Δημόσια Διοίκηση. Μα
πόσες φορές θα συζητήσουμε για το θέμα αυτό, πόσα σενάρια θα δει ο κάθε
δημόσιος υπάλληλος ή εργαζόμενος στον ευρύτερο δημόσιο τομέα; Δεν πρέπει να
συμφωνήσουμε σε κάτι και να το εφαρμόσουμε; Υπάρχει η συμφωνία αυτή. Εδώ και
εβδομάδες υπάρχει γραπτή συμφωνία των τριών Πολιτικών Αρχηγών, η οποία πρέπει
να εφαρμοστεί.
Και βεβαίως πρέπει να είμαστε συνεπείς στις διεθνείς υποχρεώσεις μας και
βεβαίως πρέπει να εκπληρώνουμε προκαταρκτικές ενέργειες που τίθενται ως
προϋπόθεση για την καταβολή των δόσεων κι εδώ μάλιστα μιλάμε για μικρές δόσεις
όταν έχουν περάσει από μπροστά μας οι γιγαντιαίες δόσεις που σας είπα των 75
δισεκατομμυρίων ευρώ πριν τις εκλογές του Μαΐου.
Αλλά η Δημόσια Διοίκηση είναι κανείς που δεν καταλαβαίνει ότι είναι το
πρώτο πρόβλημα του Έλληνα πολίτη; Μπορούμε να μιλήσουμε σοβαρά για ανάπτυξη,
χωρίς μια άλλη Δημόσια Διοίκηση; Για κοινωνικό κράτος, για κράτος φιλικό στον
πολίτη; Ποιος μπορεί να αντισταθεί στην ανάγκη για μία ριζική μεταρρύθμιση στη
Δημόσια Διοίκηση, μέσα από την αξιολόγηση υπηρεσιών, φορέων και προσώπων;
Και τι έχει να φοβηθεί η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων; Τίποτα,
είναι προφανείς οι περιπτώσεις οι οποίες είναι ακατάλληλες. Αλλά είναι άλλο η
Δημόσια Διοίκηση και άλλο η μεταρρύθμιση στις δημόσιες επιχειρήσεις και
οργανισμούς. Γιατί στις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς εκτιμάς και άλλα
δεδομένα, υπάρχουν παλιές δημόσιες επιχειρήσεις που τώρα είναι ιδιωτικές όπως ο
ΟΤΕ.
Υπάρχουν άλλες που κινούνται υπό άκρως ανταγωνιστικές συνθήκες, όπως για
παράδειγμα τα ΕΛΤΑ, υπάρχουν άλλες οι οποίες συνδέονται με την ενεργειακή
πολιτική και με τις δυνατότητες ανάπτυξης της χώρας όπως η ΔΕΗ, υπάρχουν αυτή
τη στιγμή ζητήματα που πρέπει να τα λύσουμε μέσα από επιμέρους πολιτικές οι
οποίες είναι το αναγκαίο πλαίσιο για να προχωρήσει μια μεταρρύθμιση στις
δημόσιες επιχειρήσεις και τους οργανισμούς.
Δεν είναι εκεί το πρόβλημα: μόνον ή κυρίως ο αριθμός των εργαζομένων,
είναι και αυτό. Αλλά είναι και η αποστολή, η συγκρότηση, η λειτουργία, η
αποτελεσματικότητα αυτών των φορέων, φυσικά και το προσωπικό, το οποίο έχει
μειωθεί και μειώνεται ούτως ή άλλως δραστικά τα τελευταία χρόνια.
Αυτά είναι τα συμφραζόμενα μέσα στα οποία προκύπτει ξαφνικά το ζήτημα της
ΕΡΤ, που λειτουργεί ως καταλύτης για θέματα Δημοκρατίας, κράτους δικαίου,
συνοχής της Κυβέρνησης, σταθερότητας στην πορεία της χώρας. Υπάρχει κανείς που
να αρνείται την ανάγκη ριζικών μεταρρυθμίσεων στην ΕΡΤ; Όχι.
Όλοι αντιλαμβάνονται ότι η Δημόσια Ραδιοτηλεόραση πρέπει να λειτουργεί,
με το χαμηλότερο δυνατό κόστος, με τη μέγιστη αποδοτικότητα, με απόλυτη
διαφάνεια, με θεσμικές εγγυήσεις αντικειμενικότητας και αμεροληψίας, χωρίς
ομφάλιο λώρο με την Κυβέρνηση και τα κόμματα, με υψηλής ποιότητας προσωπικό, με
ένα πρόγραμμα που εξυπηρετεί τους μεγάλους συνταγματικούς στόχους που θέτει το
άρθρο 15 σε σχέση με την ενημέρωση αλλά και την πολιτιστική καλλιέργεια του
ελληνικού λαού και την προστασία της ελληνικής γλώσσας και την υπόμνηση της
ελληνικής ιστορίας και της εθνικής και ευρωπαϊκής μας ταυτότητας.
Δεν υπάρχει κανείς που να μη θέλει ριζικό εκσυγχρονισμό, διαφάνεια,
εκλογίκευση της λειτουργίας της ΕΡΤ, αλλά είναι άλλη αυτή η προσέγγιση της
ουσιαστικής μεταρρύθμισης και άλλο η ξαφνική υπαγωγή του μεγάλου προβλήματος
της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης στις συγκυριακές και τρέχουσες ανάγκες να μειωθούν
μέσα στις επόμενες μέρες κατά 2 χιλιάδες άτομα οι εργαζόμενοι στο κράτος.
Μα αυτά τα 2 χιλιάδες άτομα τα ψάχνουμε, τα ψάχνουμε παντού, μπορούσαν να
έχουν βρεθεί και πρέπει να βρεθούν με αντικειμενικές αξιοκρατικές, δίκαιες
διαδικασίες. Δεν είναι δυνατόν το άγχος για την αντιμετώπιση ενός προβλήματα
που αφορά τη Δημόσια Διοίκηση και τις προκαταρκτικές ενέργειές μας σε σχέση με
τους εταίρους μας της τρόικας να οδηγεί εκ του πλαγίου σε βιαστικές, ξαφνικές,
απροετοίμαστες κινήσεις σε σχέση με την ΕΡΤ.
Εμείς ξέρουμε πόσο δύσκολο είναι να ετοιμάσεις ένα ολοκληρωμένο σχέδιο.
Είχαμε έτοιμο σχέδιο κι είχα την ευκαιρία να μιλήσω σήμερα με όλους εκείνους
που είχαν εμπλακεί το προηγούμενο διάστημα στην προσπάθεια αυτή, με τους
προηγούμενους Υπουργούς τον Ηλία Μόσιαλο, τον Παντελή Καψή, με τον Πρόεδρο της
ομάδας εργασίας τον Καθηγητή Νίκο Αλιβιζάτο, με τα στελέχη του Υπουργείου Τύπου
και της ΕΡΤ που είχαν ασχοληθεί με την αναδιοργάνωση.
Είναι άλλο να συζητήσεις για ένα θεσμικό πλαίσιο αυξημένων εγγυήσεων
ανεξαρτησίας, είμαστε απολύτως υπέρ, δεν πρέπει να έχει καμιά επαφή η εκάστοτε
Κυβέρνηση και τα κόμματα. Το ΠΑΣΟΚ άλλωστε δε νομίζω ότι έχει και την καλύτερη
μεταχείριση, έχει κάθε λόγο να είναι υπέρ της αντικειμενικής και θεσμικά
εγγυημένης λειτουργίας της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης.
Ξέρουμε λοιπόν τις δυσκολίες, αλλά είναι άλλο να μιλήσεις γι' αυτό και
για ένα νέο οργανόγραμμα για ένα νέο σχήμα, το οποίο είναι σύγχρονο, λιτό,
εξυπηρετεί τους σκοπούς του, θέτει το Σύνταγμα γύρω από τη δημόσια ραδιοτηλεόραση,
στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών πρακτικών όπως προβλέπει το ευρωπαϊκό θεσμικό
πλαίσιο και διαφορετικά να λες «δεν έχω χρόνο, πρέπει να εμφανίσω 2.000 θέσεις
λιγότερες, άρα να κλείσω άμεσα την ΕΡΤ να κατεβάσω τους διακόπτες, να μαυρίσω
την οθόνη, να απολύσω όλο το προσωπικό», να το αποζημιώσω πλήρως με ένα κόστος
περίπου 150 εκ., λέγοντας ότι το αντάλλαγμα για τον πολίτη θα είναι ότι δεν θα
καταβάλλει για δυο, τρεις, τέσσερις, πέντε μήνες το ανταποδοτικό τέλος 4,5 ευρώ
το μήνα είναι κατά μέσο όρο το ανταποδοτικό τέλος. 4,5 ευρώ για να έχουμε μια
αίσθηση του μεγέθους του ανταποδοτικού τέλους.
Είναι μέσα στις πέντε χώρες με το μικρότερο ανταποδοτικό τέλος για τη
δημόσια ραδιοτηλεόραση η Ελλάδα και φυσικά το προσωπικό της ΕΡΤ είναι 2.700
άνθρωποι αλλά βεβαίως η μείωση τα τελευταία 5 χρόνια είναι επίσης εντυπωσιακή,
έχουμε φτάσει σε λιγότερο από το μισό και υπάρχει μια ακόμη μεγαλύτερη
προοπτική μείωσης.
Ήταν πράγματι η κατάσταση στην οικονομική διαχείριση της ΕΡΤ η αιτία, η
ανάγκη να έχουμε μια αδιαφανέστερη λειτουργία; Δεν ετέθη τέτοιο θέμα. Αυτό
τίθεται εκ των υστέρων. Βεβαίως πρέπει να υπάρχουν αυστηρές εγγυήσεις
διαφάνειας, αλλά ποιος ασκεί τη Διοίκηση ένα χρόνο τώρα; Ποιος ασκεί την
εποπτεία; Και με ποια Διοίκηση ποιας περιόδου υπάρχουν οι μεγάλες εκκρεμότητες;
Με τη Διοίκηση της περιόδου 2004-2009 θα μου επιτρέψετε να θυμίσω και εν πάση
περιπτώσει ό,τι μπορούσε να γίνει και έπρεπε να γίνει στη δημόσια
ραδιοτηλεόραση από πλευράς ουσίας, έπρεπε να είχε γίνει τώρα 12 μήνες σε πάρα
πολλά θέματα.
Άρα, υπάρχει πράγματι ένα σοβαρό πρόβλημα. Υπάρχει κατ' αρχάς ένα σοβαρό
πρόβλημα διαδικασίας δημοκρατίας κράτους Δικαίου, όπως είπα, και λειτουργίας
του κοινοβουλευτικού συστήματος. Ούτε το Κοινοβούλιο, ούτε μια Κυβέρνηση
συνεργασίας μπορεί να λειτουργεί με εκπλήξεις, τετελεσμένα, μονομερείς
ενέργειες ή εκβιασμούς ανοιχτούς ή υπολανθάνοντες.
Δεν γίνονται έτσι οι συνεργασίες, δεν πορεύεται έτσι μια χώρα μέσα σε
κρίση που πρέπει να την βρει ενωμένη και όχι μόνο ενωμένη, αλλά θα μου
επιτρέψετε να πω και σοφότερη μέσα από την εμπειρία αυτή των ετών της κρίσης.
Είναι δυνατό να εκδίδεται μια πράξη νομοθετικού περιεχομένου χωρίς τις
υπογραφές όλων των Υπουργών; Να δεχτώ ότι μπορεί τυπικά να συμβεί και αυτό.
Είναι δυνατό να εκδίδεται μια πράξη νομοθετικού περιεχομένου με δεδομένο ότι
δεν υπάρχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία υπέρ της κύρωσης της πράξης αυτής;
Είναι δυνατό να εκδίδεται μια πράξη νομοθετικού περιεχομένου με τη σκέψη
ότι αυτή δεν θα χρειαστεί ποτέ να
υποβληθεί για κύρωση στη Βουλή αλλά επειδή ούτως ή άλλως παύει να ισχύει από το
σημείο που παύει να ισχύει και όχι αναδρομικά, εντάξει δεν θα συμβεί και
τίποτε; Μπορούμε να προχωρήσουμε και όλα θα υπερκαλυφθούν από ένα άλλο νόμο;
Κοιτάξτε, είμαστε καλόπιστοι, σηκώνουμε πολλά βάρη αλλά υπάρχει ένα όριο
το οποίο είναι όριο θεσμικό, δημοκρατικό, πολιτικό, ένα όριο αξιοπρέπειας.
Εμείς σεβόμαστε κατ' αρχάς τη βούληση της κοινωνίας και θα παρακαλέσω να
ερμηνεύσουμε σωστά την βούληση της ελληνικής κοινωνίας.
Πιστεύω ότι η ελληνική κοινωνία στη συντριπτική της πλειονότητα θέλει ριζική
μεταρρύθμιση στο κράτος και το δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένης και της ΕΡΤ.
Εμείς θα ανταποκριθούμε χωρίς δισταγμούς στην ανάγκη ριζικής μεταρρύθμισης στο
κράτος και το δημόσιο τομέα.
Δεν είμαστε μια συντηρητική δήθεν προοδευτική δύναμη. Δεν θα κάνουμε πίσω
στην ανάγκη μεταρρυθμίσεων. Μεταρρυθμίσεων όμως. Όχι τεχνασμάτων, όχι
προχειροτήτων.
Πιστεύω ότι η ελληνική κοινωνία στη συντριπτικότατη πλειονότητά της θέλει
ακατέβατα σεβαστό της δημοκρατίας και του κράτους Δικαίου χωρίς αυταρχισμούς.
Το όριο ανάμεσα στην αποφασιστικότητα και τον αυταρχισμό, είναι πάρα πολύ
λεπτό. Πρέπει να είμαστε αποφασιστικοί, πρέπει να είμαστε αποτελεσματικοί. Σε
καμία περίπτωση δεν πρέπει να γλιστρήσουμε στον αυταρχισμό και τη σύγκρουση με
την κοινωνία και τους θεσμούς. Όχι με τις συντεχνίες, όχι με κλάδους, το
πρόβλημα δεν είναι εάν δυσαρεστείτε ένας κλάδος, ή μια συντεχνία.
Το πρόβλημα είναι πως αντιδρά η κοινωνία απέναντι σε μια συμπεριφορά στη
διαχείριση ενός προβλήματος, στην οργάνωση μιας υποτιθέμενης λύσης.
Και τρίτο, η ελληνική κοινωνία παρά τα επιφαινόμενα των ερευνών της
κοινής γνώμης και παρά τη στείρα και πλαστή διαίρεση μεταξύ δήθεν μνημονιακών
και δήθεν αντιμνημονιακών δυνάμεων, είναι υπέρ της κυβερνητικής σταθερότητας
και υπέρ της αποτελεσματικής εφαρμογής ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης μέσα
στην Ευρώπη, μέσα στο ευρώ. Έχει αντιληφθεί ότι δεν υπάρχει σχέδιο Β, έχει
αντιληφθεί ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, έχει αντιληφθεί ότι ποτέ δεν
υπήρχε, έχει αντιληφθεί τι συνέβη στην Κύπρο, τι συμβαίνει διεθνώς.
Αλλά βεβαίως θέλει να αντλούμε επιχειρήματα προς όφελός μας από την
αναδρομική σύγκρουση μεταξύ ΔΝΤ και Ευρώπης και από τα λάθη τα οποία όπως είπα
είναι λάθη ιδεολογικά, ιδεοληπτικά γιατί φυσικά εκεί έχεις απέναντί σου μια
συγκεκριμένη νοοτροπία μονοδιάστατη η οποία επιβάλλεται παντού. Οι συσχετισμοί
είναι δυστυχώς συσχετισμοί συντηρητικοί πάρα πολύ δύσκολοι.
Θέλει λοιπόν κυβερνητική σταθερότητα με σοβαρό και υπεύθυνο πρόγραμμα, με
ένα θεσμικό πλαίσιο και με καθαρούς όρους λειτουργίας.
Απευθύνομαι στη Νέα Δημοκρατία που είναι το πρώτο σε κοινοβουλευτική
δύναμη Κόμμα της κυβερνητικής συνεργασίας, είναι κανείς που δεν καταλαβαίνει
τώρα αυτό που λέγαμε πάντα; Ότι με τη Νέα Δημοκρατία συνεργαζόμαστε για λόγους
εθνικής ανάγκης, αλλά έχουμε τεράστιες διαφορές ιστορικές, ιδεολογικές, αξιακές
και βεβαίως κάνουμε συμβιβασμούς. Αλλά ο συμβιβασμός προϋποθέτει ειλικρίνεια,
αμοιβαίο σεβασμό και αποδοχή της θεσμικής ισοτιμίας.
Και καλούμε τον κ. Σαμαρά προσωπικά ως Πρωθυπουργό, γιατί είναι μεγάλη
τιμή για το πρόσωπό του να είναι ο Πρωθυπουργός μιας τρικομματικής Κυβέρνησης,
γιατί αναγνωρίσαμε στον Αρχηγό του πρώτου Κόμματος τη δυνατότητα να είναι ο
Πρωθυπουργός της Κυβέρνησης αυτής, να διαφυλάξει την ενότητα και την προοπτική
της Κυβέρνησης πάνω στη βάση αυτή: της ειλικρίνειας, του αμοιβαίου σεβασμού,
της θεσμικής ισοτιμίας, της επικαιροποίησης της προγραμματικής συμφωνίας, του
σεβασμού των κανόνων λειτουργίας. Γιατί αυτό θέλει η κοινωνία και γιατί πρέπει
να είμαστε αξιόπιστοι απέναντι στην Ευρώπη και γιατί πρέπει να στηρίζουμε την
οικονομία και τους πολίτες και δεν πρέπει να δημιουργούμε για οποιοδήποτε λόγο
κρίσεις, οι οποίες δεν υπήρχε πραγματικά κανένα ουσιαστικό αίτιο να
δημιουργηθούν, τώρα και έτσι. Κανένα.
Θα έχω την ευκαιρία σε λίγη ώρα να συναντηθώ στη Βουλή με τον Φώτη
Κουβέλη γιατί προφανώς και συντονίζουμε τις ενέργειές μας. Και πρέπει να
συντονίζουμε τις ενέργειές μας. Το ΠΑΣΟΚ το έχουμε πει πάρα πολλές φορές δεν
εξαρτά τις αποφάσεις τους και τις πρωτοβουλίες του από κανέναν άλλον, αλλά
θέλει το μεγαλύτερο δυνατό εύρος συνεργασιών και βεβαίως στο εσωτερικό της
κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και της Κυβέρνησης έχουμε κάθε λόγο να έχουμε
κοινή στάση οι δυνάμεις οι οποίες ανήκουν στην εν ευρεία εννοία Κεντροαριστερά
στην ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία, στο Δημοκρατικό χώρο που εν πάση περιπτώσει
δεν ανήκουν στη Δεξιά στη συντηρητική Παράταξη.
Η πρόταση νόμου του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ για τη μη κύρωση της πράξης
νομοθετικού περιεχομένου είναι το ομόλογο του νομοσχεδίου για την κύρωση της
πράξης νομοθετικού περιεχομένου που είναι κατά το Σύνταγμα υποχρεωμένη να φέρει
η κυβέρνηση, οποιαδήποτε κυβέρνηση. Κάθε πράξη νομοθετικού περιεχομένου
προϋποθέτει ότι θα έρθει ένα νομοσχέδιο για την κύρωση. Κι εμείς καταθέτουμε
μια πρόταση νόμου για τη μη κύρωση. Θα μπορούσαμε να μην ψηφίσουμε τον κυρωτικό
νόμο, κάτι το οποίο το είπαμε.
Αλλά για να το καταστήσουμε σαφές και για να διασφαλίσουμε την απόλυτη
θεσμική διαφάνεια, θέτουμε τους κοινοβουλευτικούς όρους μ’ έναν απόλυτα ανοιχτό
τρόπο. Το σχέδιο νόμου για τις θεσμικές εγγυήσεις της ΕΡΤ, για έναν Εποπτικό
Συμβούλιο υψηλού κύρους, για ένα Διοικητικό Συμβούλιο υψηλού κύρους, για την
τήρηση της δεοντολογίας, δεν είναι η απάντηση στο ερώτημα «ποια δημόσια
ραδιοτηλεόραση, με ποιο σχέδιο, ποιο οργανόγραμμα, ποιον προϋπολογισμό, ποια
στελέχωση;».
Αυτό δεν το λέει αυτό το
νομοσχέδιο. Αυτό το λέει ένα
επιχειρησιακό σχέδιο που θα έπρεπε να υπάρχει και να έχει συμφωνηθεί και να
έχει συζητηθεί στη Βουλή και να έχει ψηφισθεί από τη Βουλή πριν διασφαλίσεις
αυτό το νομοσχέδιο. Αυτό το νομοσχέδιο
έχει διαμορφωθεί από την Επιτροπή υπό το Νίκο Αλιβιζάτο ως θεσμικό κέλυφος της
ΕΡΤ, όχι ως μοχλός για να κλείσει η ΕΡΤ και ν’ ανοίξει κάποτε ένας άλλος
ραδιοτηλεοπτικός φορέας.
Αλλά προσέξτε, το θέμα δεν είναι η ΕΡΤ.
Το θέμα είναι η χώρα, το θέμα είναι η δημοκρατία, το θέμα είναι το
Κοινοβούλιο, το κοινοβουλευτικό σύστημα διακυβέρνησης, το Σύνταγμα, το κύρος
της Δημοκρατικής Παράταξης, η ευαισθησία μας, η αξιοπρέπειά μας, ο σεβασμός
στον πολίτη και τα δικαιώματά του, ο σεβασμός
στον ευρωπαϊκό νομικό και πολιτικό πολιτισμό.
Εάν κάποιοι νομίζουν ότι ήρθε η ώρα τώρα, ότι αυτή ήταν η προτεραιότητα
και η ανάγκη της οικονομίας, της κοινωνίας και της χώρας να παίξουμε ένα παιχνίδι δύναμης, ένα μπρα
ντε φέρ στο εσωτερικό της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, κάνουν λάθος.
Κάνουν λάθος γιατί υποτιμούν το ΠΑΣΟΚ. Υποτιμούν το ΠΑΣΟΚ ως ομάδα
στελεχών, ως παράδοση, ως κοινωνική δυναμική μιας μεγάλης παράταξης που
ξεκινάει από το τέλος της Δεξιάς και φτάνει στην αρχή της Κομμουνιστικής Αριστεράς. Αυτή είναι η δημοκρατική παράταξη, αυτή ήταν
πάντα, αυτή είναι και τώρα.
Πιστεύουν λοιπόν κάποιοι αφελώς,
ανιστόρητα, προκλητικά, ότι το ΠΑΣΟΚ φοβάται τις εκλογές; Το ΠΑΣΟΚ δε θέλει
εκλογές γιατί η χώρα δε χρειάζεται εκλογές. Αλλά δε φοβάται τις εκλογές. Η
διαφορά είναι τεράστια. Το ΠΑΣΟΚ δεν έχει μάθει να ρίχνει κυβερνήσεις, έχει
μάθει να στηρίζει αποφάσεις ευθύνης. Αλλά δε φοβάται και έχει σαφή προτάγματα
και προτεραιότητες.
Και θα κάνει πολύ μεγάλο λάθος όποιος υποτιμήσει τ’ αντανακλαστικά και
την αξιοπρέπεια της Δημοκρατικής Παράταξης, των ανθρώπων της στη βάση και στο
στελεχικό δυναμικό.
Είναι λοιπόν μυωπική και αλαζονική κάθε άλλη προσέγγιση. Γι’ αυτό
ζητήσαμε και ζητούμε, άμεση συνάντηση των τριών πολιτικών αρχηγών
προκειμένου να συζητήσουμε με
ειλικρίνεια, με θεσμική ισοτιμία και με κανόνες τον τρόπο λειτουργίας της
κυβέρνησης και να επικαιροποιήσουμε την προγραμματική συμφωνία.
Η στάση μας είναι υπεύθυνη, μαθήματα δε δεχόμαστε από κανέναν, εκβιασμούς
δε δεχόμαστε από κανέναν. Το ΠΑΣΟΚ είναι ο εγγυητής της πορείας της χώρας,
είναι ο εγγυητής της πολιτικής σταθερότητας, είναι όμως πρωτίστως ο εγγυητής
της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου. Γιατί αυτή είναι η πρώτη μας εντολή, η
πρώτη μας αποστολή.
Δε θέλουμε να δημιουργείται περιττή ένταση, αλλά δεν πρόκειται να κρύψουμε την αλήθεια ή να μιλήσουμε με
τρόπο ο οποίος είναι έμμεσος ή υπαινικτικός. Ό,τι έχουμε να πούμε το λέμε
ευθέως. Έχει πολύ μεγάλη σημασία μέσα
από την εμπειρία αυτή να γίνει αντιληπτό και το αδιέξοδο της λεγόμενης αντιμνημονιακής αντιπολίτευσης.
Τα λόγια είναι εύκολα και τα λόγια που είπε ο κ Τσίπρας χτες στην Αγία
Παρασκευή στο προαύλιο της ΕΡΤ είναι εύκολα. Η δυσκολία είναι εδώ, στο να
λάβεις αποφάσεις οι οποίες στηρίζουν τη χώρα, τη βγάζουν από το αδιέξοδο, τη
διασφαλίζουν οριστικά από τον κίνδυνο της πανευρωπαϊκής και διεθνούς κρίσης,
προστατεύουν τους θεσμούς και δίνουν λύση.
Γιατί η λύση δεν είναι βεβαίως τα τεχνητά διλήμματα και οι εύκολες
δημαγωγίες. Περιττεύει να πω ότι είναι πρόκληση η στάση της Χρυσής Αυγής και
για την ΕΡΤ αλλά δε θέλω ν’ αναφέρομαι συνεχώς στο ζήτημα αυτό
Πάντως δεν είναι ευχάριστο να είναι η Χρυσή Αυγή το μόνο κόμμα που
στηρίζει μια πρωτοβουλία στην ΕΡΤ. Φαντάζομαι ότι γι’ αυτό θα υπάρξει και μια
τοποθέτηση της Νέας Δημοκρατίας.
Φίλες και φίλοι, αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, με απόλυτη ψυχραιμία
αλλά με εξίσου απόλυτη σταθερότητα, το ΠΑΣΟΚ χειρίζεται τα θέματα αυτά. Με
ευθύνη απέναντι στην κοινωνία, με ευθύνη απέναντι στους θεσμούς.
Θα κάνουμε ό,τι πρέπει για να μη διαταραχθεί η πορεία της χώρας. Αλλά
επίσης θα κάνουμε ό,τι πρέπει προκειμένου να γίνουν σεβαστές οι δημοκρατικές
και δικαιοκρατικές εγγυήσεις.
Σας ευχαριστώ. -
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου