Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2014

Η παρέμβαση Σκανδαλίδη για το Συνέδριο της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης

Με ένα κείμενο που όπως ο ίδιος διευκρινίζει πως προέκυψε μέσα από μια "συλλογική επεξεργασία από την ομάδα", και πως "θα κυκλοφορήσει μετά τη σημερινή συζήτηση" έκανε την προσωπική του παρέμβαση ο Κώστας Σκανδαλίδης.

Το ακριβές κείμενο της ομιλίας του Kώστα Σκανδαλίδη:
"Τώρα είναι η ώρα. Χρειαζόμαστε μια νέα αρχή για τη χώρα, μια νέα αρχή για την ευρεία Δημοκρατική Παράταξη. Τώρα πρέπει να εκφράσουμε και να
υπηρετήσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα βασικά αιτούμενα της σημερινής κρίσιμης συγκυρίας:
- Συναίνεση και εθνική συνεννόηση για οριστική έξοδο από την κρίση με ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή,
-  Ρήξη με τις παθογένειες του χτες και ανανέωση θεσμών, θέσεων, πρακτικών και προσώπων,
-  Ενότητα των ευρύτερων δυνατών δυνάμεων για την αναγέννηση της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης.
Με το παρελθόν μας συνδέει η μνήμη και η συνέχεια μιας μεγάλης και πλούσιας σε προσφορά κληρονομιάς. Με το παρόν μας συνδέει η ανάγκη να βγει επιτέλους οριστικά η χώρα από την κρίση και ο λαός από την ανασφάλεια και την ανέχεια. Με το μέλλον μας συνδέει η προοπτική μιας Ελλάδας ισχυρής, ασφαλούς και ευημερούσας μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
Ποιοι είμαστε και τι θέλουμε. Δεν φιλοδοξούμε να γίνουμε ένα ακόμη Κόμμα στον ήδη κατακερματισμένο χώρο των προοδευτικών δυνάμεων, ούτε εκφραζόμαστε αποκλειστικά μέσα από τις γραμμές ενός Κόμματος. Απευθυνόμαστε γι' αυτό σε όλες τις δυνάμεις του χώρου: σε Κόμματα, Κινήσεις, συλλογικούς φορείς και πρόσωπα, για μια ιδεολογική και πολιτική συμπαράταξη. Απευθυνόμαστε πολιτικά στις δυνάμεις του Σοσιαλδημοκρατικού και Σοσιαλιστικού χώρου, της Δημοκρατικής Προοδευτικής Αριστεράς, του προοδευτικού και ριζοσπαστικού Κέντρου, της Οικολογίας, του μη κερδοσκοπικού κοινωνικού εθελοντισμού.
Φιλοδοξούμε να εκφράσουμε κοινωνικά τις παραγωγικές και εκσυγχρονιστικές δυνάμεις του τόπου μας, τις δυνάμεις της δημιουργίας, της παραγωγής και της εργασίας, της κοινωνικής πνευματικής και πολιτισμικής χειραφέτησης, τις πλούσιες σε γνώση και μαχητικές σε διεκδίκηση δυνάμεις της νέας γενιάς, αλλά και τις δυνάμεις του κοινωνικού αποκλεισμού της φτώχειας, της ανεργίας, του κοινωνικού περιθωρίου.
Σεβόμαστε την πολιτική και οργανωτική αυτονομία όλων ανεξαίρετα των συλλογικών φορέων που συμπορεύονται μαζί μας και επιδιώκουμε την ευρύτερη δυνατή συσπείρωσή τους. Πρόθεση μας είναι να συγκροτήσουμε μέσα από διαδικασίες άμεσης συμμετοχής και αυτοοργάνωσης της λαϊκής βάσης ένα Κίνημα από ενεργούς πολίτες, ένα τρίτο ισχυρό πολιτικό πόλο ανάμεσα στη Δεξιά με όλες τις μορφές της και στις δυνάμεις του αριστερού λαϊκισμού και του αντιευρωπαϊσμού.
Φιλοδοξούμε ως πρώτο βήμα και απόφαση να προχωρήσουμε στην εκλογική σύμπραξη στις ερχόμενες εθνικές εκλογές διεκδικώντας την ψήφο των πολιτών.
Τι μας ορίζει ως Παράταξη; Δεν ξεχνάμε ποτέ ότι σε όλη τη διαδρομή του νεώτερου ελληνικού κράτους, ιστορικά και διαχρονικά η Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη αντιπροσώπευε πάντοτε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο και ανανεούμενο Κίνημα εκδημοκρατισμού, προόδου και εκσυγχρονισμού. Ένα Κίνημα του οποίου τις καταβολές συγκλίνουν ιστορικά τα μεγάλα πολιτικά ρεύματα του δημοκρατικού συνταγματισμού, του αστικού εκσυγχρονισμού, της διάχυτης σοσιαλδημοκρατίας και της χειραφετημένης από δόγματα παραδοσιακής Αριστεράς.
Δεν ξεχνάμε ποτέ ότι η σύγχρονη Ελλάδα δημιουργήθηκε, μεγάλωσε και ισχυροποιήθηκε με τη δική μας κυρίως συμβολή, προσπάθεια και πρωτοβουλία. Και ότι στις δικές μας περιόδους διακυβέρνησης οι Έλληνες έζησαν σε συνθήκες ασφάλειας και ευημερίας. Και σήμερα το ιστορικό μας χρέος παραμένει το ίδιο. Πάντοτε στον ίδιο δρόμο, δύναμη πατριωτικής ευθύνης, δημοκρατικής ευαισθησίας, αλήθειας και ειλικρίνειας, δύναμη πολιτικής σταθερότητας και εθνικής ενότητας.
Έχουμε ένα μεγάλο μεταπολιτευτικό κεκτημένο. Η Παράταξή μας μετά τη μεταπολίτευση χάρις κυρίως την εμβληματική παρουσία του Ανδρέα Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ, αλλά και των δυνάμεων της ανανεωτικής Αριστεράς και του ριζοσπαστικού Κέντρου, συγκροτήθηκε ιδεολογικά και προγραμματικά στο πεδίου του δημοκρατικού Σοσιαλισμού και της μεταρρυθμιστικής Αριστεράς.
Στις δεκαετίες που ακολούθησαν εξέφρασε την ανάγκη της κοινωνικής αλλαγής και του εκσυγχρονισμού, εγκαθίδρυσε σθεναρά την εθνική κυριαρχία, τη δημοκρατική νομιμότητα και την πολιτική ομαλότητα. Οδήγησε την Ελλάδα στην ΟΝΕ και στο ευρώ στο κέντρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων και βεβαίως ένωσε τον λαό υπερβαίνοντας ιστορικά το διχασμό του εμφυλίου πολέμου.
Τα αναμφισβήτητα επιτεύγματα μιας ολόκληρης εποχής δικαιώνουν ιστορικά τόσο τη μεταπολίτευση ως την πιο προοδευτική και δημοκρατική περίοδο του νεώτερου ελληνικού κράτους, αλλά και την Παράταξή μας ως την κύρια δύναμη των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων.
Το μεταπολιτευτικό κεκτημένο και η μήτρα των αξιών που το γέννησε, προσαρμοσμένες στις ριζικά διαφορετικές συνθήκες της νέας εποχής και των συνεπειών της κρίσης παραμένουν η πυξίδα των επιλογών και των επιδιώξεών μας.
Τι κάναμε λάθος. Παράλληλα ασκώντας την εξουσία διεκδικήσαμε και σταθεροποιήσαμε τις κοινωνικές μας αναφορές σε μια διευρυμένη μεσαία Τάξη η οποία όμως εκκολάφτηκε σε πολλές περιπτώσεις κάτω από την ασφυκτική προστασία ενός κράτους που εξακολουθούσε να λειτουργεί ως δίκτυο πελατειακών σχέσεων και με συντεχνιακές πρακτικές.
Παρά τις επαναλαμβανόμενες προσπάθειες εκσυγχρονισμού και τις αλλαγές που επιχειρήσαμε, το κράτος δεν άλλαξε ριζικά. Αντίθετα ενσωμάτωνε στις δομές του τις πρακτικές της διακυβέρνησης και προϊόντος του χρόνου υπονόμευε κάθε μεταρρυθμιστική πνοή και δυναμική με συνέπεια να καταστεί η αχίλλειος πτέρνα της μεταπολίτευσης.
Πάνω σε αυτή την πραγματικότητα μεταξύ άλλων πάτησε η κρίση που στην αφετηρία της εκδηλώθηκε ως απόρροια της διεθνούς οικονομικής συγκυρίας και της κυβερνητικής διαχείρισης της Νέας Δημοκρατίας η οποία διπλασίασε το χρέος και πολλαπλασίασε το έλλειμμα. Βρήκε όμως πρόσφορο έδαφος πάνω στις χρόνιες διαρθρωτικές αδυναμίες και στρεβλώσεις που συνοδεύουν τη χώρα, στρεβλώσεις στο παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο, στο αντιπαραγωγικό πελατειακό και γραφειοκρατικό κράτος, στην προϊούσα θεσμική αποδιάρθρωση των κοινωνικών δομών και την υποβάθμιση των δημοκρατικών θεσμών.
Στον πυρήνα που αναπαράγει αυτές τις στρεβλώσεις βρίσκονται οι αμετακίνητες, αδιαφανείς και διάτρητες για χρόνια σχέσεις της πολιτικής εξουσίας με το κράτος και την αγορά. Η ανεπάρκεια του πολιτικού συστήματος και των αυτοδύναμων Κυβερνήσεων μετά την ΟΝΕ και το ευρώ να προχωρήσουν στην άρση των στρεβλώσεων και στην εσωτερική ανασύνταξη της χώρας, διευκόλυνε την εκδήλωση της κρίσης που με την κακή της διαχείριση από τη Νέα Δημοκρατία, κατέστη αξεπέραστη.
Πως λειτουργήσαμε εμείς σε αυτή την κρίσιμη φάση; Αρχής γενομένης από το πρώτο Μνημόνιο η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ κατέφυγε για το καλό της χώρας και με αίσθημα πατριωτικής ευθύνης σε ένα ιστορικό συμβιβασμό σε σχέση με την φυσιογνωμία και τη στρατηγική του. Εφάρμοσε αναγκαστικά και μπροστά στον κίνδυνο της καθολικής χρεοκοπίας μια πολιτική αταίριαστη με την ιστορία και τη διαδρομή του, μια πολιτική ωστόσο που έθετε επί τάπητος για πρώτη φορά τόσο ανάγλυφα τα διαρθρωτικά και χρόνια προβλήματα της χώρας.
Πήρε στους ώμους του την ευθύνη της διαπραγμάτευσης και των μέτρων με όλες ανεξαίρετα τις πολιτικές δυνάμεις απέναντί του.
Η Ελλάδα στάθηκε όρθια μέσα στην κρίση, πραγματοποίησε τεράστια βήματα στη δημοσιονομική προσαρμογή, επιχείρησε όχι πάντα με επιτυχία διαρθρωτικές αλλαγές και σήμερα βρίσκεται μπροστά στο τέλος αυτής της εποχής.
Εν τω μεταξύ σε αυτή τη στρατηγική προσχώρησαν κατά τη διάρκεια των επόμενων χρόνων τόσο η Νέα Δημοκρατία, όσο και η ΔΗΜΑΡ αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητά της. Ωστόσο ο λαός πλήρωσε το δικό του μερίδιο δυσανάλογα μεγάλο, χάνοντας με τη μνημονιακή συνταγή δουλειές, εισοδήματα, επιχειρήσεις, κατακτημένα δικαιώματα. Και το ΠΑΣΟΚ πλήρωσε βαρύ το τίμημα. Μόνο αυτό με την πολιτική του όμως δικαιωμένη στη πράξη.
Αυτός ο ιστορικός συμβιβασμός τελειώνει με τη λήξη του Μνημονίου που σηματοδοτεί και την αλλαγή σελίδας που θέλουμε να έχει η χώρα.
Οι επόμενες εθνικές εκλογές αποτελούν εκ των πραγμάτων μια ιστορικών διαστάσεων δοκιμασία και για το ΠΑΣΟΚ και κυρίως για την ευρύτερη Δημοκρατική Παράταξη. Θα πρέπει σε συνθήκες εκλογικής συρρίκνωσης και κατακερματισμού, ν' ανακτήσουμε την πολιτική μας αυτονομία ως ισχυρός παραταξιακός φορέας του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού και της Μεταρρυθμιστικής Αριστεράς.
Ως φορέας που δεν έχει χάσει οριστικά τη δύναμη της αναγέννησης και της ανασυγκρότησής του. Κυρίως οφείλουμε ν' αποδείξουμε τους αμέσως επόμενους μήνες ότι διαθέτουμε τη δύναμη ν' ανοίξουμε έναν εναλλακτικό δρόμο ανάμεσα στον παλιομοδίτικο κομματισμό της Δεξιάς και στο ριψοκίνδυνο λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ και να οδηγήσουμε τη χώρα οριστικά έξω από την κρίση.
Πολλοί αναρωτιούνται αν υπάρχει εναλλακτικός δρόμος. Έχουμε επίγνωση βαθιά ότι το τέλος του μνημονίου και η αποχώρηση της τρόικας, δεν ταυτίζονται με το οριστικό τέλος της κρίσης. Αυτό θα επέλθει όταν η χώρα ανασυντάξει τις δυνάμεις της ώστε να επιστρέψει στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών πραγμάτων ως ισότιμος εταίρος, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις μιας ενδογενούς αναπτυξιακής δυναμικής χωρίς δανεικά και δεκανίκια.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου, προτείνουμε ένα νέο αξιόπιστο, εναλλακτικό, προοδευτικό και σε κάθε περίπτωση ευρωπαϊκό δρόμο για τη μετά το μνημόνιο εποχή. Είναι ένας δρόμος, αγαπητοί φίλοι, που μπορεί και πρέπει ν' απεμπλακεί από τις ράγες του διλήμματος «μνημόνιο – αντιμνημόνιο» και ν' αυτονομηθεί από τις συμπληγάδες του νέου διχασμού.
Είναι ένας δρόμος που θεωρεί αδύνατη την επανεκκίνηση της χώρας τόσο μέσω της μνημονιακής συνταγής, όσο και μέσω της επιστροφής στις παραδοσιακές συμβατικές πολιτικές ενός άκρατου και άκριτου κρατισμού. Είναι ένας δρόμος που συνδέει τη γραμμή πλεύσης με τους εθνικούς στόχους, με την τύχη του εγχειρήματος και την εξέλιξη της Ευρωζώνης και ταυτόχρονα διεκδικεί και κατοχυρώνει το δικαίωμα των Ελλήνων και της Ελλάδας στην αξιοπρέπεια.
Είναι αυτός που επιβάλλει την ανάδειξη του 3ου πόλου, αυτόνομου πόλου ανάμεσα στη συντηρητική Δεξιά και στην κομμουνιστογενή Αριστερά. Είναι αυτός που εν τέλει καθιστά πατριωτικό χρέος την ανασυγκρότηση της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης.
Μας ρωτούν για την ιδεολογία μας. Εμείς πιστεύουμε πάρα πολύ απλά ότι τόσο η νεοσυντηρητική απορρύθμιση των αγορών με την κυριαρχία του κερδοσκοπικού και αντιπαραγωγικού κεφαλαίου όσο και ο ξεπερασμένος από τα πράγματα κρατισμός, συνιστούν εκτροπές που υπονομεύουν τις οικονομίες και αποστραγγίζουν τις κοινωνίες.
Η προσέγγιση της μεταρρυθμιστικής και Δημοκρατικής Αριστεράς, οφείλει με συνέπεια να ενθαρρύνει την παραγωγική και υπεύθυνη επιχειρηματικότητα, να οργανώσει δημοκρατικά την οικονομία των κοινωνικών εταίρων και να δημιουργήσει ξανά τις προϋποθέσεις μιας ευημερούσας κοινωνίας. Αυτός άλλωστε είναι ο στόχος και το τελικό κριτήριο του προοδευτικού κινήματος.
Πιστεύουμε σε μια ιδιωτική πρωτοβουλία ως μοχλό ανάπτυξης και παραγωγής πλούτου που δημιουργεί θέσεις εργασίας εξασφαλίζοντας ευημερία και ασφάλεια για το σύνολο των πολιτών. Πιστεύουμε σ' ένα παρεμβατικό σύγχρονο κράτος που σχεδιάζει την ανάπτυξη χωρίς να υποκαθιστά τον ιδιώτη επιχειρηματία.
Ένα κράτος που κατανέμει δίκαια τα βάρη, περιορίζει την αυθαιρεσία των ισχυρών και υποστηρίζει τη διαπραγματευτική ισχύ των αδυνάτων. Ένα κράτος που διασφαλίζει συνθήκες δημοκρατίας στην αγορά, ισονομίας για όλους και διαφάνειας παντού.
Διεκδικούμε δίκτυα κοινωνικής οικονομίας και συνεργατισμού δίπλα στην ιδιωτική επιχείρηση και την κρατική πρόνοια. Αναδεικνύουμε τον αυτόνομο ρόλο του κράτους στην εγγενή διάκριση δημοσίων αγαθών κι εμπορευμάτων με σκοπό την προστασία του γενικού δημοσίου συμφέροντος, της κοινωνικής συνοχής και των ίσων ευκαιριών.
Προτείνουμε εν τέλει ένα παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης και ευημερίας, ένα κοινωνικό μοντέλο ασφάλειας και αλληλεγγύης και ένα κράτος σύγχρονο, δίκαιο και αποτελεσματικό. Η ανάπτυξη μιας χώρας και η ευημερία του λαού της και η οικονομική της ευρωστία δεν αποτυπώνεται μόνο στους δείκτες των Χρηματιστηρίων και στα υπερκέρδη των κερδοσκόπων.
Αποτυπώνεται στην αύξηση του πλούτου που παράγει στη διεύρυνση της παραγωγικής βάσης και στην παρουσία μιας νέας μεσαία τάξης που εκτός από την αναγκαία ανταγωνιστικότητα και παραγωγικότητα της οικονομίας, διασφαλίζει ισόρροπη ανάπτυξη, ευημερία, πλήρη απασχόληση και κοινωνική συνοχή.
Τι είναι τελικά προοδευτικό και τι είναι συντηρητικό; Στη βάση αυτή πρέπει να επανακαθορίσουμε το περιεχόμενο των όρων «πρόοδος», «συντήρηση» και ν' αναδιατάξουμε τις σχέσεις Αριστεράς – Δεξιάς.
Η έννοια του προοδευτικού δεν είναι συμβατή με ισορροπίες συμφερόντων ούτε με προνομιακές κι επιλεκτικές σχέσεις με κοινωνικές ομάδες, συντεχνίες και θεσμούς. το προοδευτικό κυοφορεί ρήξεις, ανατροπές και τολμηρές μεταρρυθμίσεις σε συνθήκες πολιτικής μετριοπάθειας και θεσμικής νομιμότητας.
Αξίες, και αυτό να το προσέξουμε καλά, όπως η δημοκρατία, η ευνομία, η αξιοκρατία, η διαφάνεια, δε μπαίνουν στο ζύγι καμίας σκοπιμότητας ή αυθαιρεσίας. Έχουν καθολικό και απόλυτο χαρακτήρα.
Η προοδευτική πολιτική προασπίζει και κατοχυρώνει αναφαίρετα δικαιώματα στην εργασία, στη γνώση, στην αξιοπρεπή διαβίωση, στην κοινωνική ασφάλιση, στην περιβαλλοντική προστασία, στην οικολογική ισορροπία, πάντοτε με γνώμονα το γενικό συμφέρον και την κοινωνική συνοχή.
Ο τόπος έχει ανάγκη μια πραγματικά προοδευτική διακυβέρνηση, ένα πρόγραμμα προοδευτικού πραγματισμού. Και αυτό είναι υπόθεση και χρέος της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης.
Έχουμε σχέδιο; Πρέπει να διαμορφώσουμε και να προτείνουμε και αυτό είναι το μεγάλο μας καθήκον, το εθνικό σχέδιο επανεκκίνησης και ανασυγκρότησης της χώρας. Σχέδιο που προϋποθέτει την οριστική υπέρβαση του μνημονίου και την προοδευτική αναθεώρηση των επιμέρους επιλογών που υπαγορεύει. Πάντοτε βεβαίως μέσα στο σίγουρο και σταθερό περιβάλλον των διεθνών συμβάσεων και συμφωνιών της χώρας και των ευρωπαϊκών θεσμών, διαδικασιών και οργάνων.
Είναι ένα σχέδιο ευρύτερης, από τα κάτω συμφωνίας μιας ευρείας κοινωνικής διαπραγμάτευσης, με τις δυνάμεις της παραγωγής και της εργασίας. Μια κοινωνική προοδευτική πρόταση αλλαγή που οφείλει να εξηγήσει με σαφήνεια και τεκμηρίωση το γιατί, το πώς, το πότε και με ποιους ώστε να ξέρουν όλοι ποιος χάνει και ποιος κερδίζει από τις αλλαγές. Πώς κατανέμονται τα βάρη και τα οφέλη τους και πώς συμμετέχουν ακριβοδίκαια στο κοινωνικό και οικονομικό τους μέρισμα.
Ο πυρήνας αυτού του προγραμματικού πλαισίου αρθρώνεται σε μια συμπληρωματική δέσμη μεγάλων ανακατανομών ισχύος, πόρων και ευκαιριών που οδηγεί από την παρασιτική χρηματιστική οικονομία στην πραγματική παραγωγή, από τη συσσώρευση υπερκερδών στις παραγωγικές επενδύσεις.
Από την οικονομία των εισοδημάτων στην οικονομία των καινοτόμων επιχειρηματιών, από τα εύκολα κέρδη στη σκιά του πελατειακού κράτους και της ανομίας, στην επένδυση στους εργαζομένους και στο γενικό συμφέρον. Από τα κλειστά συστήματα και την εσωστρέφεια, στο δίκαιο ανταγωνισμό και στην εξωστρέφεια. Από την παρεοκρατία και τα άδικα προνόμια, στην αξιοπρέπεια και τις ίσες ευκαιρίες.
Στην αφετηρία της εφαρμογής του σχεδίου μας βρίσκεται ή απαλλαγή της χώρας από το μνημόνιο και η αποχώρηση της τρόικας με την ολοκλήρωση του προγράμματος.
Ο οδικός δείκτης όπως διατυπώθηκε από τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ για την ολοκλήρωση του προγράμματος, τη συμφωνία με την τρόικα, την ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών, την ολοκλήρωση της σχέσης με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την αποχώρησή του, την περαιτέρω ρύθμιση του χρέους, συμβαδίζει με τα πρώτα δείγματα μιας διαφορετικής πολιτικής που θα σημάνουν και αλλαγή συνολική πλεύσης για τη χώρα.
Μιλάμε για αναθεώρηση της μνημονιακής συνταγής. Μια προοδευτική αναθεώρηση έχει δυο επείγοντες και κρίσιμους στόχους: Την επανάκτηση του δικαιώματος του Έλληνα στην αξιοπρέπεια και τη δυναμική επανεκκίνηση της ανάπτυξης. Είναι δυο στόχοι που συνδέονται άρρηκτα και αλληλοτροφοδοτούνται.
Μιλάμε τώρα για την ενεργή και δυναμική αντιμετώπιση της ανεργίας, όχι μόνο με ενεργειακές πολιτικές θέσπισης προσωρινών θέσεων εργασίας αλλά με μόνιμες δομές συνδεδεμένες με την αναπτυξιακή διαδικασία.
Μιλάμε τώρα για την προστασία των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων, όχι μόνο αποκαθιστώντας την αδικία μέσω του κοινωνικού μερίσματος από το πλεόνασμα, αλλά με ανακατανομή των βαρών και των φόρων, με τη φορολογική μεταρρύθμιση που είπε ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ.
Μιλάμε τώρα για έναν πραγματικό ανασχεδιασμό του κοινωνικού κράτους, στη βάση της κοινωνικής ανταποδοτικότητας, όχι μόνο μέσα από αποσπασματικές επιλογές που γιατρεύουν το σύμπτωμα, αλλά με ριζικές αλλαγές θεσμικού χαρακτήρα.
Μιλάμε τώρα για την επαναθεσμοποίηση των εργασιακών σχέσεων στη βάση του κοινοτικού κεκτημένου όχι μόνο αντιδρώντας δυναμικά σε κάθε περαιτέρω αποδιάρθρωση, αλλά σχεδιάζοντας με συλλογικές διαδικασίες και διαπραγματεύσεις το μέλλον τους.
Παράλληλα πρέπει να μιλήσουμε τώρα όχι μόνο για τη σταδιακή μείωση των φόρων, αλλά και για ριζική αλλαγή στο φορολογικό σύστημα και την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής.
Να μιλήσουμε τώρα όχι μόνο για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, αλλά για διεκδίκηση των νέων αναπτυξιακών πόρων, για αναπροσανατολισμό των διαθέσιμων πόρων, για αλλαγή επενδυτικών προσανατολισμών του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Να μιλήσουμε τώρα όχι μόνο για την αντιμετώπιση των οφειλών, των δανείων και την προστασία των επιχειρήσεων που πρέπει να γίνει, αλλά και για κίνητρα προς τις υγιείς επιχειρήσεις και για νέες επενδύσεις.
Πάνω απ' όλα αγαπητοί φίλοι και φίλες για να έχουν οποιαδήποτε πιθανότητα να γίνουν πράξη οι νέες πολιτικές, πρέπει να μιλήσουμε τώρα και να εγγυηθούμε μια βαθιά ριζική αλλαγή συντακτικού τύπου στο κράτος και στο πολιτικό σύστημα.
Χωρίς αυτή ούτε ανάπτυξη επιταχύνεται, ούτε η κοινωνική δικαιοσύνη αποκαθίσταται. Πρέπει να μιλήσουμε καθαρά για ένα κράτος που δεν αλλάζει με κοπτική ραπτική, αλλά με ριζικό ανασχεδιασμό, αξιολόγηση και εξορθολογισμό των δομών του.
Και για ένα πολιτικό σύστημα νέο, αξιόπιστο, αντιπροσωπευτικό, αναλογικό, δίκαιο, διαφανές και σύγχρονο χωρίς παρωπίδες, παράθυρα και δυσδιάκριτες λειτουργίες και πρακτικές.
Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη λειτουργία των κομμάτων, την αναβάθμιση των αντιπροσωπευτικών θεσμών, τη διαφάνεια των λειτουργιών. Κι αυτές οι αλλαγές πρέπει να περιβληθούν το κύρος μιας συνταγματικής αναθεώρησης που ουσιαστικά θα ανοίξει την εποχή μιας νέας περιόδου της Ελληνικής Δημοκρατίας, αλλαγές που πρέπει να έχουν και να φέρουν μέσα τους τη δυναμική μιας πραγματικά νέας μεταπολίτευσης.
Η Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη ενόψει των εθνικών εκλογών, οφείλει να συμπεριλάβει αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές σε ένα αξιόπιστο, ρεαλιστικό και σαφές κυβερνητικό πρόγραμμα, με βάση το οποίο θα ζητήσει την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού, αυτό για το οποίο όσοι από εσάς θέλετε να συμμετάσχετε στην πορεία για τη συγγραφή του, θα πρέπει να δηλώσετε την παρουσία σας γιατί ο χρόνος επείγει και μας μένουν λίγες εβδομάδες για να φτάσουμε στην εξειδίκευση αυτής της πραγματικά επαναστατικής αλλαγής σε αυτά που προτείνουμε.
Η Ευρώπη. Δεν υπάρχει προοδευτικός δρόμος για την Ελλάδα έξω από το εγχείρημα της ενωμένης Ευρώπης. Το ευρωπαϊκό πλαίσιο των εξελίξεων είναι το μόνο εφικτό αναγκαίο. Προσέξτε, όχι μόνο για προφανείς οικονομικούς λόγους, καθώς η μονομερής αποκοπή μας θα σήμαινε αυτόχρημα και καθολική χρεοκοπία. Αλλά και για λόγους εξόχως εθνικούς και πολιτικούς. Μια τέτοια απόφαση θα αποδυνάμωνε δραματικά τη διεθνή μας θέση και στο εσωτερικό θα συσσώρευε κινδύνους αποσταθεροποίησης της ίδιας της δημοκρατίας.
Δεν έχουμε το δικαίωμα να εμπλέξουμε τη χώρα σε εθνική περιπέτεια. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν έχουμε το δικαίωμα να προτείνουμε ως Ευρωπαίοι σοσιαλιστές και δημοκράτες, μια διαφορετική πορεία για την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Ιδιαίτερα σήμερα που η κρίση οδηγεί στο τέλος των συντηρητικών συμβιβασμών του Μάαστριχτ και η συνταγή της νεοφιλελεύθερης ευρωπαϊκής ηγεσίας φαίνεται αδιέξοδη.
Μια Ευρώπη με γηρασμένο πληθυσμό, εκατομμύρια ανέργους, χαμηλή ανταγωνιστικότητα και αξεπέραστους εθνικούς προστατευτισμούς. Μια Ευρώπη που απλώς παρακολουθεί τις χώρες της όχι μόνο κάποιες μικρές περιφερειακές, αλλά όπως βλέπουμε τελευταία και μεγάλες και κεντρικές να εισέρχονται στους κλυδωνισμούς ντόμινο της κρίσης, δεν ανταποκρίνεται στο όραμα των λαών της.
Ένα ισχυρό αντιευρωπαϊκό ρεύμα αναπτύσσεται, καθώς οι επιπτώσεις της μονομερούς λιτότητας, της απορρύθμισης των αγορών, της άνισης ανταλλαγής ανάμεσα στο βορρά και στο νόμο και της υποταγής στην κερδοσκοπία του χρηματοπιστωτικού τομέα και των αγορών, επιτείνουν την κρίση και πολλαπλασιάζουν τα αδιέξοδα.
Το αποτέλεσμα είναι η πολιτική ατζέντα στις ευρωπαϊκές κοινωνίες να διαμορφώνεται ολοένα και περισσότερο από δυνάμεις του αριστερού και δεξιού λαϊκισμού, του ευρωσκεπτικισμού και του αδιάλλακτου εθνικισμού.
Η ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική αποδεικνύεται ανίκανη να εμβαθύνει στο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και αναλώνεται στην προβληματική και αποσπασματική διαχείριση των επιμέρους κρίσεων στις εθνικές οικονομίες.
Η ευρωπαϊκή δημοκρατική και μεταρρυθμιστική αριστερά με προεξάρχουσα τη δημοκρατία, βρίσκεται πολιτικά και προγραμματικά αφυδατωμένη, τη στιγμή ακριβώς που θα πρέπει να προβάλει την δική της πρόταση. Τη στιγμή ακριβώς που το όραμα της ενωμένης Ευρώπης χρειάζεται μια ριζοσπαστική και προοδευτική αναβάθμιση.
Εμείς οι Ευρωπαίοι σοσιαλιστές και δημοκράτες, οφείλουμε τώρα να προσδιορίσουμε το ευρωπαϊκό σχέδιο για την ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής ενοποίησης και να διατυπώσουμε με σαφήνεια τον οδικό χάρτη που το υλοποιεί.
Υπάρχουν τέσσερις θεμελιώδεις αλλαγές που συνιστούν αυτή την προοδευτική στροφή και στο περιεχόμενο του σχεδίου. Η πρώτη αφορά την αναδιάρθρωση της ευρωζώνης σε αναπτυξιακή, δηλαδή προοδευτική κατεύθυνση και σηματοδοτεί το τέλος της μονόπλευρης λιτότητας.
Η αναγκαία δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση με ό,τι αυτή συνεπάγεται με την τραπεζική ένωση, τους μηχανισμούς ελέγχου και εξυγίανσης, τη σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τη βιωσιμότητα του χρέους, δεν είναι επαρκείς. Απαιτείται επανασχεδιασμός της νομισματικής πολιτικής.
Στο πλαίσιο αυτό η κοινή διασφάλιση και εγγύηση των καταθέσεων. Οι πολιτικές αναθέρμανσης της οικονομίας, η γενναία αύξηση των διαθέσιμων για την ανάπτυξη πόρων και η εκπόνηση ενός τύπου σχεδίου Μάρσαλ για τις χώρες που υφίστανται τις συνέπειες της κρίσης, πρέπει να αποτελέσουν τα πρώτα βήματα.
Η δεύτερη, αφορά την προώθηση της πολιτικής ένωσης με ισχυρούς κεντρικούς θεσμούς δημοκρατικά νομιμοποιημένους. Στην πρώτη γραμμή βρίσκεται η πολιτικοποίηση των οικονομικών αποφάσεων και με ισχυροποίηση της οικονομικής διακυβέρνησης. Περιλαμβάνει την ενίσχυση του ρόλου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και την απομάκρυνση του ΔΝΤ από την καρδιά της ευρωζώνης.
Προϋποθέτει την ισχυροποίηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ώστε να αποκτήσει αρμοδιότητα στον καθορισμό του επιτοκίου, την έκδοση ευρωομολόγων, στην διάχυσητων πλεονασμάτων κλπ.
Και φυσικά τον εξοπλισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με πρωτογενή νομοθετική εξουσία στις πολιτικές νομικές και κανονιστικές αποφάσεις.
Η τρίτη αφορά την προβολή ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου για τη θεσμική αποκατάσταση της εταιρικής διακυβέρνησης και την προάσπιση του κοινωνικού κράτους προσαρμοσμένου στις νέες συνθήκες και με βάση την αρχή της ανταποδοτικότητας, των ίσων ευκαιριών και της κοινωνικής συνοχής.
Στο πλαίσιο αυτό η οργανική συνύπαρξη των στόχων της πλήρους απασχόλησης και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, συνυπάρχει οργανικά με το σχεδιασμό της μακροοικονομικής πολιτικής. Η σύνδεση της πολιτικής μισθών με την παραγωγικότητα και η παράλληλη θέσπιση κατώτατου ευρωπαϊκού μισθού, η κατοχύρωση ενιαίου ευρωπαϊκού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, η ενσωμάτωση στις ευρωπαϊκές συνθήκες, της ρήτρας κοινωνικής ευθύνης, συνιστούν όλα αυτά ένα ολοκληρωμένο προοδευτικό πλαίσιο.
Και η τέταρτη αφορά την ανάπτυξη του διεθνούς ρόλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το πλαίσιο της ΚΕΠΑ για την προώθηση των αξιών της, τη μεγιστοποίηση των συμφερόντων της, την προστασία των κρατών μελών της και τον εκδημοκρατισμό της παγκοσμιοποίησης.
Ο επαναπροσδιορισμός και ο εμπλουτισμός του ευρωπαϊκού σχεδίου με τις παραπάνω διαρθρωτικές αλλαγές, μπορεί να λάβει τη μορφή ενός συμβολαίου για την ευρωπαϊκή ενοποίηση και να αποτυπωθεί σε μια νέα συνταγματική συνθήκη, της οποίας η κατάρτιση θα πρέπει να γίνει και να επικυρωθεί μέσα από διαφανείς δημοκρατικές διαδικασίες.
Θα επιδιώξουμε το νέο ευρωπαϊκό σχέδιο να συμπεριλάβει όλες τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αν δεν είναι εφικτό όμως, θα πρέπει να υλοποιηθεί σε επίπεδο χωρών μελών της ευρωζώνης. Η εμβάθυνση της ενοποίησης θα επιστρέψει στην Ένωση να προχωρήσει και στη διεύρυνσή της με όλες τις υποψήφιες χώρες για ένταξη.
Παράλληλα και με γνώμονα την προστασία και μεγιστοποίηση των ελληνικών συμφερόντων, στοχεύουμε στην άσκηση δημιουργικής διπλωματίας για την επίλυση των προβλημάτων εξωτερικής πολιτικής της χώρας, τη βάση των αρχών του σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου, της καλής γειτονίας και προώθησης της διαπεριφερειακής συνεργασίας.
Με επίκεντρο το περιεχόμενο της προοδευτικής μας πρότασης, θα δώσουμε μάχες για την ανατροπή των πολιτικών της λιτότητας, της ύφεσης και της ανισότητας. Είναι μια πρόταση που επιχειρεί να υπερβεί την πολύχρονη κρίση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και την ενσωμάτωσή της στις νεοφιλελεύθερες στρατηγικές.
Προσβλέπει κατ' αρχήν στην κοινή δράση των προοδευτικών δυνάμεων του ευρωπαϊκού νότου και στον ουσιαστικό διάλογο για το παρόν και το μέλλον της Ευρώπης με τη σοσιαλδημοκρατία του βορρά, αλλά και με όλες τις δυνάμεις της δημοκρατικής ευρωπαϊκής αριστεράς, το πλαίσιο της ευρωπαϊκής προοδευτικής συμπαράταξης και του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος.
Και τώρα το τελευταίο σημείο. Το τελευταίο σημείο αφορά την προοδευτική διακυβέρνηση. Είναι φανερό ότι μόνο με μια νέα πραγματικά προοδευτική διακυβέρνηση του τόπου, μπορεί να ανοίξει ο εναλλακτικός προοδευτικός δρόμος.
Μια διακυβέρνηση που οριοθετεί την εθνική ενότητα ως μόνιμη στρατηγική απέναντι στις εμφυλιοπολεμικές και διχαστικές λογικές του νέου μικρού δικομματισμού.
Μια διακυβέρνηση, που με συνέπεια ενδυναμώνει τον ιστό της νέας κοινωνικής συμμαχίας, των παραγωγικών και εκσυγχρονιστικών δυνάμεων του τόπου ώστε να ηγηθεί των ρήξεων και των συναινέσεων που απαιτεί η νέα εποχή.
Μια διακυβέρνηση που εργάζεται συστηματικά να εμπεδώνει διαδικασίες εθνικής συνεννόησης μπροστά στα μεγάλα προβλήματα της χώρας και να δημιουργεί τις ευρύτερες δυνατές συναινέσεις στο πολιτικό επίπεδο, χωρίς αφορισμούς, ηγεμονισμούς, αποκλεισμούς.
Μια διακυβέρνηση που δεν θεωρεί δεδομένο τον προοδευτισμό, είτε από τα δεξιά είτε από τα αριστερά, ως αυτοαναφορικό λόγο, γιατί έχει ισχυρή πεποίθηση ότι το προοδευτικό κρίνεται στην καθημερινή πράξη, στάση και πρόταση.
Μια διακυβέρνηση που αγνοεί το πολιτικό κόστος και το μικροκομματικό συμφέρον απέναντι στην ιστορική πρόκληση να αναβαθμιστεί η δημοκρατία, να αναζωογονηθεί η πολιτική ως συλλογική διαδικασία και να αυτονομηθεί από τα κάθε λογής συμφέροντα.
Αυτή αγαπητοί φίλες και φίλοι δεν μπορεί παρά να είναι η προοδευτική Κυβέρνηση που θα προκύψει όταν οι ζωντανές δυνάμεις του τόπου πορευτούν μαζί τον προοδευτικό, εναλλακτικό δρόμο σε συνθήκες νέας σύνθεσης και ενότητας.
Ένα δρόμο, που μόνο μια ισχυρή και αναγεννημένη Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη μπορεί να εγγυηθεί. Σε κάθε άλλη περίπτωση η συμμετοχή μας στη διακυβέρνηση της χώρας δεν μπορεί να αποτελεί αυτοσκοπό. Είμαστε και θα παραμείνουμε εγγυητές της εθνικής σταθερότητας, που αν είναι εθνική, μπορεί να είναι προοδευτική. Αν δεν είναι, δεν είναι ενότητα.
Σας ευχαριστώ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου