Αυτό το σημείωμα άφησε παρακαταθήκη στους συμμαθητές του, ο 16χρονος αγωνιστής της ΕΟΚΑ Ευαγόρας Παλληκαρίδης στις 5 Δεκεμβρίου του 1955, μια μέρα πριν τον δικάσουν οι Άγγλοι κατακτητές. Είχε συλληφθεί στις 17 Νοεμβρίου, κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων για τη δίκη των 13 κατηγορούμενων για τη μεταφορά όπλων με το πλοιάριο "Αγ. Γεώργιος". Ο ίδιος πρωτοστατούσε σ’ αυτές και μάλιστα τη στιγμή εκείνη προσπαθούσε να προστατεύσει ένα συμμαθητή του από δύο Βρετανούς στρατιώτες, που τον είχαν δέσει και τον ξυλοκοπούσαν. «Παράνομες οχλαγωγίες», έτσι χαρακτήριζαν οι αγγλικές δυνάμεις κατοχής, τις διαδηλώσεις της Α.Ν.Ε. της Ανεξάρτητης Νεολαίας ΕΟΚΑ. Η δίκη είχε οριστεί για τις 6 Δεκεμβρίου και ως τότε ο Ευαγόρας είχε αφεθεί ελεύθερος με καταβολή εγγύησης. Ωστόσο, πριν τη δίκη βρήκε διαφυγή στα βουνά της Πάφου «παίρνοντας μιαν ανηφοριά για την ελευθερία».
Είχε προηγηθεί η υποστολή και το σκίσιμο της Βρετανικής σημαίας, την 1η Ιουνίου του 1953. Ήταν η παραμονή της στέψης της βασίλισσας Ελισσάβετ Β' και ο Ευαγόρας σε ηλικία μόλις 15 ετών, μην αντέχοντας την αντικατάσταση της Γαλανόλευκης, με αυτή του κατακτητή, αναρριχήθηκε στον ιστό της σημαίας στο Ιακώβειο Γυμναστήριο στην Πάφο και την κατέβασε. Ο Ευαγόρας συνελήφθη για πρώτη φορά, ωστόσο λόγω του νεαρού της ηλικίας του λίγο αργότερα αφέθηκε ελεύθερος.
Ο Ευαγόρας θα λάβει μέρος σε πολλά χτυπήματα της ΕΟΚΑ, όπως αυτό στον Αστυνομικό Σταθμό στη Δρούσεια, λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1955 καθώς και στην ανατίναξη των δικαστηρίων της Πάφου, στις 19 Ιουνίου του ίδιου έτους.
Ένα χρόνο μετά στις 18 Δεκεμβρίου του 1956 και ενώ μετέφερε όπλα και τρόφιμα από τη Λυσό, ο Ευαγόρας θα συλληφθεί για τρίτη φορά. Η αγγλική περίπολος βρίσκει πάνω του ένα γρασαρισμένο πυροβόλο Μπρεν, το οποίο δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και τρεις γεμάτες γεμιστήρες. Του απαγγέλλεται κατηγορία για οπλοκατοχή και διακίνηση όπλων και μεταφέρεται για να δικαστεί στη Λευκωσία.
Στις 25 Φεβρουαρίου του 1957 ξεκινάει η ακροαματική δίκη. Οι συνήγοροί του δεν μπορούν να τον υπερασπισθούν επαρκώς, καθώς ο ίδιος από την πρώτη στιγμή παραδέχεται την ενοχή του. «Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο.»
Ο Ευαγόρας καταδικάζεται σε θάνατο δια απαγχονισμού και από την επόμενη μέρα ξεκινάει ένας τιτάνιος αγώνας τηλεγραφημάτων από την Ελληνική κυβέρνηση, στον Βρετανό Κυβερνήτη του νησιού, τον Χάρτινγκ και στον Ο.Η.Ε για να του αποδοθεί χάρη.
Ωστόσο, η Αγγλική διπλωματία εμφανίζεται αμετάπειστη. Ο Ευαγόρας στο τελευταίο γράμμα του θα γράψει. «Θα ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί».
Τα μεσάνυχτα της 13 ης Μαρτίου του 1957 ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης οδηγείται στον τόπο εκτέλεσής του. Απαγγέλει τον εθνικό ύμνο και τα πρώτα λεπτά της 14ης Μαρτίου απαγχονίζεται. Ο σταυρός στον τάφο του στα Φυλακισμένα Μνήματα, πλάι σ’ αυτόν του Γρηγόρη Αυξεντίου αναγράφει ετών 18.
mixanitouxronou.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου