Χαίρομαι πραγματικά γιατί βρίσκομαι στην Καστοριά, σε μια πόλη
αρχοντική μέσα στην αυθεντική λαϊκότητα της. Χαίρομαι γιατί βρίσκομαι
στην Δυτική Μακεδονία, σε μια περιοχή υπερήφανη. Χαίρομαι γιατί
βρίσκομαι σε μια πόλη με μακρά ιστορία, με βυζαντινή παράδοση, με
συνειδητούς κατοίκους και χάρηκα προηγουμένως γιατί είχα την ευκαιρία να
μιλήσω με την καρδιά της
τοπικής παραγωγής, με τη γουνοποιία, προσπαθώντας να βοηθήσουμε ώστε να ξεπεραστεί η κρίση και να ανοίξουν νέοι ορίζοντες για το πιο σημαντικό, το πιο διάσημο τοπικό προϊόν.
Σήμερα όμως δεν θα μιλήσουμε για την Δυτική Μακεδονία και τα τοπικά προβλήματα. Ούτε για την Καστοριά. Τα είπαμε αυτά προηγουμένως. Σήμερα θέλω, απευθυνόμενος σε εσάς να απευθυνθώ σε όλους τους πολίτες της χώρας και να προσπαθήσω, τώρα που έχουμε μπει στην τελική ευθεία για την προεδρική εκλογή, να απαντήσω όσο μπορώ πιο απλά και καθαρά σε μερικά θεμελιώδη ερωτήματα που βρίσκονται στα χείλη όλων των Ελλήνων και όλων των Ελληνίδων.
* Το πρώτο ερώτημα είναι σε τι κατάσταση βρίσκεται η χώρα μετά από πέντε χρόνια υπεράνθρωπων προσπαθειών. Κρεμόμαστε πράγματι και πάλι από μια κλωστή; Τι είναι αυτό που συμβαίνει οικονομικά, για να καταλάβουμε τι είναι αυτό που συμβαίνει πολιτικά στη χώρα και ποια είναι η προοπτική που έχουμε ως έθνος.
Φίλες και φίλοι, η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική βέβαια σε σχέση με αυτή του 2009 – 2010. Οι θυσίες του ελληνικού λαού έχουν πιάσει τόπο. Αυτό φαίνεται ήδη στους αριθμούς, στα δημοσιονομικά και μακροοικονομικά στοιχεία της χώρας. Και αρχίζει να φαίνεται σιγά – σιγά στην πραγματική οικονομία, στα βιώματα κάθε νοικοκυριού, κάθε επιχείρησης. Αλλά φυσικά χρειάζεται ακόμη προσπάθεια, γιατί οι εξελίξεις από ένα σημείο και μετά τρέχουν γεωμετρικά, όταν κάνει κανείς το καθοριστικό βήμα, σπάει ένα κέλυφος και μετά όλα εξελίσσονται με πολύ μεγαλύτερη ευκολία.
Τα ξέρετε όλοι σας, αλλά θέλω να τα θυμίσω. Η χώρα βρισκόταν σε ύφεση χωρίς να το έχει καταλάβει ήδη από το 2007 . Κάποιοι νομίζουν ότι η ύφεση άρχισε το 2010. Η κρίση έχει μεγάλο βάθος. Τώρα έχουμε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ναι, η Ελλάδα της κρίσης ξέφυγε από την ύφεση. Αρχίζουν να βγαίνουν νέα πράσινα βλαστάρια -όπως συνηθίζω να λέω- μέσα ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον πάρα πολύ δύσκολο, στασιμότητας, ακόμη και ύφεσης, σε πολλές χώρες.
Το 2010 η χώρα είχε παραλάβει από την προηγούμενη χρονιά ένα πρωτογενές έλλειμμα που έφτανε τα 24 δισεκατομμύρια, το 12,5% του ΑΕΠ. Το μεγαλύτερο στην Ευρώπη. Ένα από τα μεγαλύτερα του κόσμου, ιδίως για τη λεγόμενη δυτική οικονομία. Το πρωτογενές ελλειμμα χωρίς να υπολογίζουμε την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, τόκους και χρεολύσια. Το ισοζύγιο της χρονιάς είχε μπατάρει και τούτο είχε συμβεί και τις προηγούμενες χρονιές.
Τώρα εμφανίζουμε σημαντικά, εντυπωσιακά πρωτογενή πλεονάσματα, εάν λάβουμε υπόψη την ύφεση, τα μεγαλύτερα στον κόσμο, καλύτερα και από αυτά της Σιγκαπούρης. Κι αυτό είναι το μεγάλο εισιτήριό μας για την αλλαγή σελίδας.
Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Είναι ότι έχουμε ισοσκελίσει και το δημοσιονομικό έλλειμμα. Αυτό που αγωνίζονται όλες οι χώρες της Ευρώπης να το κρατήσουν στο όριο του 3%. Χώρες μεγάλες όπως η Γαλλία και η Ιταλία. Η Ελλάδα είναι φέτος στο 1% και του χρόνου μπορεί να έχει και δημοσιονομικό πλεόνασμα, συμπεριλαμβανομένης της εξυπηρέτησης του χρέους. Συνυπολογιζομένων των τόκων και των χρεολυσίων που πληρώνουμε για το χρέος όλων των προηγούμενων δεκαετιών, γιατί το κουρέψαμε, το αναδιαρθρώσαμε, το κάναμε εξυπηρετήσιμο. Πληρώνουμε 60% λιγότερο κάθε χρονιά απ’ ό,τι πληρώναμε. Είναι σαν να έχουμε κουρέψει πάνω από το 60% του συνολικού χρέους.
Είχαμε έλλειμμα ανταγωνιστικότητας. Δεν είχαμε παραγωγή. Στην πραγματικότητα είχε καταρρεύσει ο παραγωγικός ιστός της χώρας και το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών, κάτι που το ξέρετε πολύ καλά εδώ γιατί έχετε εξαγωγικά προϊόντα, από τη γούνα μέχρι τα ροδάκινα, είχε έλλειμμα 15%. Το μεγαλύτερο στην Ευρώπη.
Τώρα έχουμε βελτιώσει αισθητά την εθνική ανταγωνιστικότητα και έχουμε ισοσκελίσει το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Είχαμε ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα που έκρυβε μέσα του μια επικίνδυνη φούσκα. Όχι λόγω του κουρέματος του χρέους, αλλά λόγω της αλόγιστης δανειοδότησης. Και τώρα έχουμε ένα τραπεζικό σύστημα ισχυρό, σταθερό, ανακεφαλαιοποιημένο, έτοιμο να στραφεί στην πραγματική οικονομία και να στηρίξει μικρές, μεσαίες και μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Πρότεινα μάλιστα στον κλάδο της γουνοποιίας να έρθει σε επαφή με όλες τις μεγάλες ελληνικές τράπεζες, ώστε να πάρει την καλύτερη προσφορά για ένα πρόγραμμα συμβολαιοποιημένης παραγωγής γούνας. Κάτι το οποίο θα τη διευκολύνει πάρα πολύ στις κινήσεις της για να προσανατολιστεί προς νέες αγορές, όπως η Κίνα.
Και βέβαια, το είπα ήδη, είχαμε ένα χρέος ασήκωτο που πλάκωνε το έθνος, σύμφωνα με τη γνωστή έκφραση του Ανδρέα Παπανδρέου, και βεβαίως ένα χρέος που ήταν μη βιώσιμο, μη εξυπηρετήσιμο, δεν μπορούσε να χρηματοδοτηθεί, μας οδηγούσε σε αδιέξοδο. Ενώ τώρα είναι απολύτως ελεγχόμενο, εξυπηρετήσιμο και βιώσιμο για τα επόμενα 10 τουλάχιστον χρόνια. Άλλο εάν εμείς θέλουμε να το βελτιώσουμε, να επεκτείνουμε τον ορίζοντά του, να βγάλουμε και άλλο βάρος από τους ώμους του ελληνικού λαού. Άρα μιλάμε πραγματικά για μια τελείως διαφορετική κατάσταση.
Βρισκόμαστε πραγματικά ένα βήμα πριν από την έξοδο από το μνημόνιο, ένα βήμα πριν από την αλλαγή σελίδας και αυτά που λέμε ότι η αλλαγή σελίδας θα είναι ένας θώρακας προστασίας χωρίς μνημόνιο και τρόικα, μια προληπτική πιστωτική γραμμή χωρίς νέο δάνειο ,δεν είναι τεχνικά και γραφειοκρατικά ζητήματα για ειδικούς, αφορούν τον καθένα και την καθεμία στον τόπο μας, την κάθε οικογένεια, την κάθε επιχείρηση, τον κάθε εργαζόμενο, τον κάθε άνεργο. Γιατί αυτό σημαίνει άλλη ατμόσφαιρα στην οικονομία. Άλλες δυνατότητες επενδύσεων, άλλο επίπεδο κατανάλωσης. Αποκατάσταση της ομαλότητας, χωρίς τις παθογένειες του παρελθόντος, με ένα άλλο παραγωγικό μοντέλο.
Είμαστε πράγματι έτοιμοι να απογειωθούμε, γιατί οι εξελίξεις, εάν επικρατήσει η κοινή λογική, η σοβαρότητα και δεν διασαλευτεί η σταθερότητα, θα είναι, όπως είπα, ραγδαία θετικές. Ιδίως εάν έχουμε μπροστά μας τους επόμενους 18 μήνες καθαρούς μέχρι τον Ιούνιο του 2016 οπότε και λήγει η 4ετής περίοδος αυτής της Βουλής, που την ψήφισε ο λαός τον Ιούνιο του 2012 εν γνώσει των καταστάσεων και των συνεπειών του νόμου, δίνοντας μεγάλη πλειοψηφία, 47% στις δυνάμεις τις υπεύθυνες. Τις δυνάμεις που υποστήριξαν την εθνική στρατηγική που το ΠΑΣΟΚ διαμόρφωσε και άλλα κόμματα ήρθαν στη συνέχεια και στρατεύτηκαν στη στρατηγική αυτή με καθυστέρηση, ή με παλινωδίες, γιατί κάποιοι μπήκαν και βγήκαν με πολύ μεγάλη ευκολία, ενώ κάποιοι μπήκαν αργά, ενώ είχαν διαμορφωθεί δύσκολες καταστάσεις για τον τόπο.
Αυτά τα επιτεύγματα όμως, αυτές οι θυσίες ,όπως έχω πει, που αλλάζουν την εικόνα της χώρας, μπορούν εύκολα να καταστραφούν μέσα σε πέντε μέρες, γιατί όταν έχεις μια αντιπολίτευση που δυστυχώς επικαλείται την ασυνέπεια του κράτους, δηλώνει επίσημα πως δεν πρόκειται να σεβαστεί δεσμεύσεις και υπογραφές. Δηλώνει πως θα κινηθεί μονομερώς.
Όταν έχεις μια αντιπολίτευση που δίνει με ευκολία ψεύτικες υποσχέσεις παλιάς κοπής, σαν να μην έχει συμβεί τίποτα στον τόπο από το 2010 και μετά, σαν να μην υπάρχει ένας λαός που πέρασε τόσα και τόσα και αν μη τι άλλο θέλει ειλικρίνεια και εντιμότητα.
Όταν καλλιεργείται συστηματικά για λόγους μικροκομματικούς η αβεβαιότητα, η δυσπιστία των εταίρων και των αγορών, όταν βλέπεις την αντίδραση των αγορών που είναι με την ίδια ευκολία έτοιμες να βοηθήσουν ,να επενδύσουν, να στηρίξουν, να αναβαθμίσουν την ελληνική οικονομία και με την ίδια ευκολία έτοιμες να αποσυρθούν, να χτυπήσουν, να κερδοσκοπήσουν, να κρεμάσουν τη χώρα «στα μανταλάκια» των διεθνών μέσων ενημέρωσης.
Και βλέπεις βέβαια και την αντίδραση των εταίρων μας, γιατί και οι εταίροι μας είναι κράτη, λαοί, κοινοβούλια, κυβερνήσεις, έχουν τις δικές τους αντιλήψεις, τα δικά τους συμφέροντα, γιατί στην Ευρωπαϊκή Ένωση η διαπραγμάτευση είναι δύσκολη. Υπάρχουν εθνικισμοί οικονομικοί, υπάρχουν στρατηγικές οι οποίες ακολουθούνται από όλες τις κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως ιδεολογικής ταυτότητας, γιατί φυσικά ο κάθε λαός δείχνει αλληλεγγύη, αλλά θέλει να διατηρεί και την προνομιακή του θέση.
Και οι συσχετισμοί είναι συντηρητικοί και απέναντι σε μια συντηρητική Ευρώπη, αντιτάσσεται όχι μια Ευρώπη προοδευτική, αλλά μια Ευρώπη εθνικιστική, ευρωσκεπτικιστική, μια Ευρώπη της ακροδεξιάς. Δεν υπάρχει όμως και τίποτα καλύτερο.
Δεν υπήρξε και δεν υπάρχει άλλο καλύτερο πλαίσιο από το ευρωπαϊκό. Τα ζήσαμε. Τα ζήσαμε σε ένα κομμάτι του ελληνισμού που είναι η Κύπρος. Είδαμε εκεί ζωντανά σε απευθείας μετάδοση τι σημαίνει να περιμένεις το δήθεν «σχέδιο βήτα» και αυτό να είναι τρισχειρότερο από το «σχέδιο άλφα» και τελικά να μετανιώνεις γιατί δεν είχες τη διορατικότητα να κλείσεις εγκαίρως μια συμφωνία που θα σε προφύλαγε από το χειρότερο.
Μα, έχουμε τόσο ρηχή μνήμη; Δεν μπορούμε να διδαχθούμε ούτε από τις δικές μας δύσκολες εμπειρίες, ούτε από τις εμπειρίες μιας χώρας που ανήκει στο τόξο του ελληνισμού;
*Υπάρχει και ένα δεύτερο ερώτημα: «τι χειρότερο μπορούμε να πάθουμε», λένε ορισμένοι. «Θα μας κόψουν περισσότερο τις συντάξεις, τους μισθούς, θα έχουμε μεγαλύτερη ανεργία από την ήδη υψηλή ανεργία», που όμως σιγά – σιγά μειώνεται; Γιατί το ισοζύγιο της απασχόλησης γίνεται θετικό τους τελευταίους μήνες.Θα κλείσουν κι άλλες επιχειρήσεις;
Αυτό είναι το πιο επικίνδυνο, το πιο τραγικό ιστορικά ψέμα που ακούγεται. Έχει καλλιεργηθεί η πεποίθηση και το λένε ακόμη και τώρα, ότι το μνημόνιο, οι αποφάσεις του 2010, του 2011, του 2012 είναι αυτές που έφεραν την κρίση και όχι η κρίση αυτή που έφερε το μνημόνιο.
Δηλαδή εξακολουθούν να πιστεύουν συμπολίτες μας ,γιατί ακούνε κόμματα και πολιτικά πρόσωπα που το λένε αυτό, ότι θα μπορούσαμε να έχουμε αντιμετωπίσει τα προβλήματα χωρίς να καταβάλουμε καμία προσπάθεια, χωρίς κανένα κόστος, χωρίς καμία επίπτωση. Και υπάρχουν ακόμη και όργανα κρατικά που το λένε αυτό.
Ότι δεν είναι σωστό να περιορίζεις τις συντάξεις ή τους μισθούς. Δεν είναι σωστό να μη σέβεσαι τον ιδιαίτερο ρόλο κάποιων κοινωνικών ομάδων και κάποιων επαγγελμάτων μέσα στην πολιτεία.
Ναι, αλλά αναρωτιέται κανείς τι θα συνέβαινε εάν είχε επικρατήσει η ασύντακτη χρεοκοπία; Εάν το ταμείο είχε αδειάσει; Εάν δεν υπήρχε το δάνειο; Εάν δεν υπήρχε η στήριξη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα; Εάν δεν μπορούσες να εξυπηρετήσεις τις ταμειακές ανάγκες σου τις εσωτερικές; Όχι να πληρώνεις τόκους και χρεολύσια σε ξένους δανειστές, πολλοί από τους οποίους είναι κερδοσκόποι ωμοί. Αλλά τι θα συνέβαινε εάν δεν είχε το ταμείο λεφτά για τους μισθούς και τις συντάξεις;
Νομίζουν κάποιοι ότι αυτό είναι μια ιστορία σχεδόν λογοτεχνική, ότι είναι αστείο να το συζητά κανείς αυτό για μια χώρα ευρωπαϊκή, της ζώνης του ευρώ, μια χώρα με το επίπεδο ζωής που έχει η Ελλάδα παρά την κρίση, με ανισότητες βεβαίως γιατί υπάρχουν πλούσιοι, μεσαίοι και φτωχοί και συνήθως οι φτωχοί και οι μεσαίοι την πληρώνουν.
Αλλά ναι, υπήρξαν στιγμές που έπρεπε να κάνεις τεχνάσματα επί τεχνασμάτων για να βρεις την αναγκαία ρευστότητα, να έχεις λεφτά για να πληρώσεις μισθούς και συντάξεις, καθυστερώντας να πληρώσεις άλλες υποχρεώσεις του δημοσίου, σε προμηθευτές. Ή καθυστερώντας να επιστρέψεις το ΦΠΑ, ή καθυστερώντας να συμψηφίσεις άλλους φόρους, όπως δικαιούνται και περιμένουν πολλοί συμπολίτες μας.
Γιατί πώς νομίζετε ότι ξεπερνιέται το ταμειακό πρόβλημα, η δυσχέρεια; Πώς βρίσκεις λεφτά για μισθούς, συντάξεις, ή για νοσοκομεία; Από κάπου αλλού κόβεις, όταν είσαι υπό την απειλή της ασύντακτης χρεοκοπίας και θέλει μια χώρα με 11 εκατομμύρια πληθυσμό, μια μεσαία χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δάνειο 250 δισεκατομμυρίων ευρώ, χωρίς να υπολογίζουμε το κούρεμα του χρέους, χωρίς να υπολογίζουμε τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στις ελληνικές τράπεζες που υπήρχαν μέρες που ξεπερνούσε τα 150 δισεκατομμύρια ευρώ. Όταν έχεις άλλες χώρες, το έχω πει πολλές φορές, όπως η Ουκρανία, μια χώρα 50 εκατομμυρίων που ψάχνει 50 δισεκατομμύρια δολάρια. Ή μια χώρα τεράστια με παραγωγική ισχύ μεγάλη, όπως η Αργεντινή που αγωνίζεται να κουρέψει 6 δισεκατομμύρια δολάρια από το χρέος της για να αποφύγει τον ευτελισμό στα δικαστήρια των ΗΠΑ.
Το μνημόνιο, φίλες και φίλοι, είναι το δάνειο και οι όροι του. Και οι όροι του ήταν σκληροί και συντηρητικοί, γιατί αυτή είναι η πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη. Αλλά δεν υπήρχε καμία άλλη λύση. Είδαμε χώρες που έψαχναν δάνειο από αλλού και δεν το βρήκαν, ούτε θα το βρουν ποτέ.
Και βέβαια εάν μόνοι μας κάναμε την επιλογή της δημοσιονομικής προσαρμογής και της μείωσης του ελλείμματος, δεν θα διαλέγαμε ποτέ να το πετύχουμε αυτό σε πέντε χρόνια. Θα μπορούσαμε να το πετύχουμε σε 10, σε 15, αλλά κάποιος πρέπει να χρηματοδοτεί αυτή την προσπάθεια.
Και όταν αυτός που στη χρηματοδοτεί σου επιβάλει όρους, πρέπει να σταθμίσεις τι είναι προτιμότερο: να πας στην περιπέτεια της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας, ή να συμφωνήσεις ένα σχέδιο παρ’ ότι αυτό δεν είναι το καλύτερο που θα μπορούσε να βρεθεί ή ακόμη και το εξυπνότερο και το αποτελεσματικότερο και σίγουρα δεν είναι το πιο προοδευτικό. Δεν είναι αυτό που θα διάλεγε η Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία μόνη της, αλλά πόση ισχύ έχει στην Ευρώπη η Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία; Η Ευρωπαϊκή Σοσιαλιστική Δημοκρατική Αριστερά; Περιορισμένη, δυστυχώς, ακόμη και σε χώρες που έχουν κυβερνήσεις αποκλειστικά σοσιαλιστικές όπως δείχνει η εμπειρία μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών την τελευταία περίοδο.
Αλλά έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία το γεγονός ότι με τούτο και με εκείνο, ο ελληνικός λαός κατάφερε να αποφύγει το πιστωτικό γεγονός, να αποφύγει την πτώχευση, την διακοπή των εισαγωγών και των εξαγωγών, προστάτευσε τις καταθέσεις και όχι τους τραπεζίτες και μάλιστα τους παλιούς τραπεζίτες, τους παλιούς μετόχους.
Και βέβαια τώρα έχουμε φτάσει στο σημείο που οι οίκοι αξιολόγησης είναι έτοιμοι να ανεβάσουν την Ελλάδα, ενώ κατεβάζουν σωρηδόν τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης στην δική τους αξιολόγηση.
Και ξέρετε πόση σημασία έχει να αναβαθμίσει τη χώρα κατά ένα επίπεδο ένας οίκος αξιολόγησης; Σημασία μεγαλύτερη από οποιαδήποτε βελτίωση των όρων ένταξης στην προληπτική πιστωτική γραμμή.
Ρωτάνε πολλοί, μα ακόμη και τώρα υπάρχει πρόβλημα εξόδου από το ευρώ; Είναι αυτό μια απειλή; Και το λένε απευθυνόμενοι σε εμένα που έχω ζήσει τις καταστάσεις αυτές και έπρεπε να απαντήσω εάν η χώρα δέχεται ή όχι τη συμφωνημένη έξοδο από το ευρώ
Κανείς δεν σε αναγκάζει να βγεις από το ευρώ, δεν υπάρχει νομικός μηχανισμός, αλλά μπορείς ανέτως να οδηγηθείς στην πτώχευση, την ταπείνωση, την ήττα και την καταστροφή, έχοντας ευρώ. Και μετά να αγωνίζεσαι μόνος σου να βγεις, για να μπορέσεις να δώσεις λεφτά στην οικονομία σου, στις επιχειρήσεις, να μπορέσεις να δώσεις μισθούς και συντάξεις, να μπορείς να χρηματοδοτήσεις την πραγματική οικονομία και την κοινωνία.
* Υπάρχει το τρίτο ερώτημα, που το κάνουν και δικοί μας άνθρωποι, θέλω να πιστεύω καλόπιστα: Μήπως βιαστήκαμε να πούμε ότι βγαίνουμε από το Μνημόνιο για λόγους πολιτικούς; Για να επηρεάσουμε τη διαδικασία εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας; Μήπως θα έπρεπε να κάνουμε μεγαλύτερη υπομονή και να δεχτούμε πιο αργό ρυθμό εξόδου; Μήπως αυτό δεν έπρεπε να το ανοίξουμε ως θέμα το Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο; Μήπως αυτό είναι που προκάλεσε εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις; Μήπως θα ήταν πιο εύκολη η διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εάν κάναμε πως δεν καταλαβαίναμε και αφήναμε τη χώρα μέσα στο Μνημόνιο, μέσα στην αγκαλιά της τρόικας;
Αυτό είναι εντυπωσιακό ως ερώτημα, γιατί το θέτουν κυρίως οι αντίπαλοι του Μνημονίου. Oι αντιμνημονιακές δυνάμεις είναι εξαιρετικά δυσαρεστημένες που έχουμε θέσει το ζήτημα της εξόδου από το Μνημόνιο και της αλλαγής σελίδας ! Πραγματικά υπάρχει ένα φιλομνημονιακό πάθος στις δήθεν αντιμνημονιακές δυνάμεις και αυτό πρέπει να μας απασχολήσει πάρα πολύ.αα
Δυστυχώς δεν υπάρχει κάποια συνωμοσία. Η εξήγηση είναι πάρα πολύ απλή: το ευρωπαϊκό πρόγραμμα, δηλαδή το ευρωπαϊκό δάνειο που είναι το μεγάλο μέρος του δανείου, το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του δανείου, λήγει στις 31 Δεκεμβρίου του 2014, λήγει σε 20 μέρες.
Ούτως ή άλλως δηλαδή, έπρεπε να δούμε τη νέα φάση μετά τη λήξη του προγράμματος δηλαδή τη λήξη του δανείου που συνοδεύεται από το Μνημόνιο που είναι οι όροι του δανείου. Εκτός κι αν θέλαμε νέο πρόγραμμα, δηλαδή νέο δάνειο . Αλλά ευτυχώς η χώρα δεν χρειάζεται νέο δάνειο. Μπορεί να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες της από τις αγορές γιατί έχει καταφέρει να επιβάλλει ένα μεγάλο κούρεμα του δημοσίου χρέους κατά 180 δισεκατομμύρια το 2012 και μια αναδιάρθρωση η οποία ελαφραίνει το χρέος και αυτό μειώνει τις ανάγκες χρηματοδότησης της χώρας. Και έχουμε μπροστά μας τεράστιες δυνατότητες. Mόνο από το χαρτοφυλάκιο του ελληνικού Δημοσίου σε μετοχές Τραπεζών έχουμε τεράστια προοπτική ανάκτησης ενός μεγάλου μέρους των ποσών που επενδύσαμε για να προστατεύσουμε τις καταθέσεις των Ελλήνων. Kαι επίσης μας έχουν περισσέψει και 11 δισεκατομμύρια που δεν τα χρησιμοποιήσαμε, γιατί τα είχαμε πάρει για να στηρίξουμε τις Τράπεζες και καταφέραμε να τις στηρίξουμε με λιγότερα ,γιατί υπήρξε ανταπόκριση του διεθνούς ιδιωτικού τομέα.
Άρα τι έπρεπε να κάνουμε, τώρα που πλησιάζει η 31η Δεκεμβρίου; Να πούμε ότι θέλουμε νέο δάνειο; Δεν χρειαζόμαστε και ούτε έπρεπε να αυξήσουμε το χρέος με νέος δάνειο. Να πούμε ότι θέλουμε να μείνουμε στο Μνημόνιο; Νομίζω ότι αυτό θα ήταν υπερβολική αυτοταπείνωση και μαζοχισμός.
Τι είναι αυτό που συμβαίνει; Η τελική αξιολόγηση των επιδόσεών μας για να πάρουμε την τελευταία δόση. Πόση είναι η δόση αυτή; 1,8 δισεκατομμύρια. Δηλαδή περίπου όσα μπορούμε να πάρουμε οποιαδήποτε μέρα της εβδομάδας με μια έκδοση εντόκων γραμματίων του δημοσίου. Αλλά βεβαίως τα θέλουμε γιατί το επιτόκιο έχουμε καταφέρει να είναι σκανδαλωδώς μικρό: 0,8%,ενώ το επιτόκιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι πιο υψηλό, συγκρίσιμο με τις καλές στιγμές των αγορών που είχαμε πετύχει την άνοιξη πριν από τις ευρωεκλογές, πριν επικρατήσει η κατάσταση του απόλυτου παραλογισμού στο δημόσιο βίο της χώρας.
Άρα, εκ πραγμάτων ανοίγει η νέα σελίδα στις σχέσεις μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η νέα σελίδα δεν είναι ένα έκτακτο πρόγραμμα, είναι η αξιοποίηση υφιστάμενων πάγιων μηχανισμών που υπάρχουν για κάθε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης χωρίς δάνειο, καλού – κακού όμως με θώρακα προστασίας και χωρίς νέα λεφτά. Γιατί ο θώρακας θα είναι τα 11 δις ευρώ που έχουν περισσέψει και που μειώνουν το χρέος. Γιατί νομικά τα επιστρέφουμε, διαγράφονται από το χρέος αλλά μένουν και στη διάθεσή μας ως απόθεμα της προληπτικής πιστωτικής γραμμής. Και αυτό που έχουμε πει, η «καβάντζα» δηλαδή για να αποκρούσουμε επιθέσεις των αγορών για άλλους λόγους όχι ελληνικούς αλλά ευρωπαϊκούς ευρύτερους, είπαμε να το μεταφέρουμε και στο μοντέλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που το πρόγραμμά του συνεχίζεται μέχρι και το 2016. Αλλά επειδή εκεί οι όροι μπορεί να είναι από πλευράς επιτοκίου συγκρίσιμοι με την αγορά, να έχουμε τη δυνατότητα -τι το απλούστερο- να διαλέγουμε ποιος μας δίνει καλύτερο επιτόκιο: η αγορά ή το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ώσπου να εξαντληθούν και τα λεφτά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Υπάρχει άλλωστε ένας θώρακας που λειτουργεί χωρίς να το λέμε και ο θώρακας αυτός αφορά όλες τις χώρες της Ευρωζώνης: είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στηρίζει τις χώρες, στηρίζει και εμάς χωρίς να χρειάζεται ούτε προληπτικό πρόγραμμα, ούτε συζήτηση, ούτε διαπραγμάτευση.
Άρα ούτε βιαστήκαμε, ούτε έχουμε πει τίποτε παράλογο, ούτε υπήρχε κανένας λόγος να υπάρχει εθνική αντιπαράθεση σε θέματα τόσο απλά και αυτονόητα που έπρεπε να κινητοποιήσουν όλες τις δυνάμεις του τόπου στην εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης, για την οποία μιλάω από το 2012.
Αλλά βεβαίως, η διαπραγμάτευση καθυστερεί όντως και έγινε δύσκολη για ένα και μόνο λόγο: γιατί εκεί που περιμέναμε να υπάρξει ελάχιστη υπευθυνότητα και σωφροσύνη και να στηριχθεί η Κυβέρνηση ως Κυβέρνηση του τόπου όχι ως Κυβέρνηση με συγκεκριμένη ταυτότητα πολιτική, εκεί που περιμέναμε να υπάρξει μια στοιχειώδης συμπαράσταση, τη στιγμή της εξόδου, δημιουργήθηκε μια εικόνα μιας χώρας ανεύθυνης, χωρίς συνέχεια,
μιας χώρας η οποία είναι έτοιμη να κάνει τις πιο επικίνδυνες επιλογές για τον εαυτό της.
Οπότε οι συνομιλητές μας -αν μη τι άλλο- έγιναν δύσπιστοι και επιφυλακτικοί και θέλουν πρόςθετες εγγυήσεις ότι αυτά που συζητούν με την Κυβέρνηση δεσμεύουν τη χώρα. Τόσο απλά. Και επειδή κάποιοι καταγγέλλουν τη συνέχεια των δεσμεύσεων του κράτους, δηλαδή θέτουν σε αμφιβολία τη βάση πάνω στην οποία λειτουργεί η διεθνής κοινότητα και η διεθνής αγορά, φυσικά οι εταίροι μας θέλουν πρόςθετες εγγυήσεις. Όπως όταν ένα πλοίο πρόκειται να ταξιδέψει σε μια εμπόλεμη ζώνη, ο ασφαλιστής αυξάνει το ασφάλιστρο γιατί ο κίνδυνος μεγαλώνει.
Η πολιτική αβεβαιότητα είναι αυτή που δημιούργησε το πρόβλημα και στα τέλη Σεπτεμβρίου είχαμε πάρει δυο πολιτικές πρωτοβουλίες για να αρθεί η αβεβαιότητα: η πρόταση εμπιστοσύνης και η δήλωση ότι οι εκλογές θα γίνουν για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στο τέλος της προθεσμίας τέλη Γενάρη αρχές Φλεβάρη, με τη σκέψη ότι θα υπάρξει ανταπόκριση και θα έχουμε ένα ακόμη μήνα στη διάθεσή μας για να ολοκληρώσουμε τις διαδικασίες. Αλλά αντί να λειτουργήσει αυτό ως μηχανισμός συναίνεσης και κατευνασμού, έδωσε την ευκαιρία μιας αλόγιστης όξυνσης της εσωτερικής πολιτικής αντιπαράθεσης. Και πάλι με την ίδια φιλοσοφία της σταθεροποίησης και της προστασίας της χώρας αποφασίσαμε την επίσπευση της διαδικασίας εκλογής του Προέδρου.
Άλλωστε τι θα συνέβαινε εάν η τελευταία ψηφοφορία γινόταν στις 29 Ιανουαρίου αντί για τις 29 Δεκεμβρίου; Δυστυχώς εδώ που φτάσαμε απλώς θα είχαμε χάσει τον έναν από τους δυο μήνες της παράτασης.
Και λέμε: «Ελάτε να ψηφίσουμε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας…»
* Και αυτό είναι το τέταρτο ερώτημα: Γιατί φέραμε νωρίτερα την εκλογή. Για να μπορέσουμε να αποσαφηνίσουμε τον ορίζοντα και να αξιοποιήσουμε το δίμηνο, να μπορούμε μέσα στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου να ολοκληρώσουμε τις διαδικασίες και με την Ευρωπαϊκή Ένωση και με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και να ανοίξουμε το κεφάλαιο της διευθέτησης του χρέους. Γιατί καταφέραμε το 2012 να κουρέψουμε 180 δις σε πραγματική παρούσα αξία, καταφέραμε να κάνουμε την καλύτερη αναδιάρθρωση (μεγάλη διάρκεια, μικρά επιτόκια, περίοδος χάριτος) και να ενσωματώσουμε ένα μηχανισμό περαιτέρω μείωσης, μόλις η Ελλάδα εμφανίσει πρωτογενή πλεονάσματα. Και είμαστε εδώ και έχουμε να το πάρουμε αυτό, αλλά θέλουμε δυο μήνες.
Και η χώρα καλείται να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας και να συναινέσει, ενώ ήδη έχουμε καταφέρει να πάρουμε την τελευταία απόφαση του Eurogroup της περασμένης Δευτέρας 8 Δεκεμβρίου που συνιστά την πολιτική απόφαση για τη μετάβαση στο νέο στάδιο, την προληπτική πιστωτική γραμμή για την έξοδο από το Μνημόνιο και το δάνειο, για την αλλαγή της επιτήρησης της τρόικας και την αντικατάσταση από τους τακτικούς ευρωπαϊκούς και διεθνείς μηχανισμούς που ισχύουν για όλες τις χώρες.
Και ο ελληνικός λαός ξέρει ότι έχει μπροστά του δυο μήνες για να τα ολοκληρώσει όλα αυτά, ή να ξαναπέσει στο καθεστώς του Μνημονίου και της τρόικας επειδή ενδεχομένως θέλει να κάνει την επιλογή να κυβερνήσουν τη χώρα οι αντιμνημονιακές δυνάμεις!
Δεν είναι μια εντυπωσιακή αντίφαση; Εάν δεν διασφαλιστεί η πολιτική και νομική συνέχεια του κράτους και η σταθερότητα της εθνικής στρατηγικής στο όνομα μιας δήθεν αντιμνημονιακής πολιτικής που κανείς δεν την περιγράφει, το αποτέλεσμα θα είναι αντί να βγούμε από το Μνημόνιο, όπως ήδη έχουν αποφασίσει οι εταίροι μας, να παραμείνουμε σε αυτό.
Δεν μπορώ να κατανοήσω πως είναι δυνατό αυτό το απλό πράγμα να μην γίνεται αντιληπτό και πάνω σε αυτό να στήνεται μια ολόκληρη αντιπολιτευτική θεωρία που είναι μια ψευδαίσθηση. Δεν θα χρησιμοποιήσω άλλο όρο- είναι μια προσπάθεια ωμής, τραγικά ωμής πολιτικής παραπλάνησης εκείνων των πολιτών που πιστεύουν ότι μπορεί να βρεθεί ξανά ένας χαμένος παράδεισος που υπήρχε πριν το 2010 που οδήγησε στην κρίση, ενώ το μόνο βέβαιο είναι ότι ψάχνοντας για το χαμένο παράδεισο, θα βρεις μια πολύ κακιά κόλαση μπροστά σου.
* Το πέμπτο ερώτημα είναι που βρίσκεται η διαπραγμάτευση; Ήδη το είπαμε αλλά ας το ξαναπούμε για το τι θα συμβεί μετά τις 29 Δεκεμβρίου, εάν η χώρα δεν φερθεί με θεσμική υπευθυνότητα μέσω των βουλευτών της και φτάσουμε στην ανάγκη διάλυσης της Βουλής και πρόωρων εκλογών.
Μέσα σε δυο μήνες πρέπει να ολοκληρωθούν αυτά. Αν δεν ολοκληρωθούν, θα παραταθεί το Μνημόνιο και η χώρα δεν θα έχει στρατηγική αλλά ούτε και πλαίσιο διαπραγμάτευσης με τους εταίρους της. Είναι μια ελεύθερη επιλογή, δημοκρατική επιλογή. Και αυτό αφορά και το χρέος όπως είπα, γιατί είμαστε έτοιμοι να αρχίσουμε τη συζήτηση για την οριστική διευθέτηση η οποία λίγο πολύ είναι συμφωνημένη από το 2012.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία να ξέρει ο ελληνικός λαός που βρίσκεται τώρα η χώρα και τι πρέπει να γίνει την επόμενη περίοδο σε πρώτη φάση μέχρι τις 29 Δεκεμβρίου και σε δεύτερη φάση από εκεί και πέρα.
Η μία επιλογή είναι να συνεχίσουμε κανονικά. Η άλλη επιλογή είναι να κάνουμε εκλογές, να έχουμε μια άλλη Κυβέρνηση. Μπορεί και ξανά εκλογές και διαδικασίες διερευνητικών εντολών και συζητήσεις των Αρχηγών των Κομμάτων με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στο μεταξύ να μην λειτουργεί η οικονομία, να μην λειτουργεί η διαπραγμάτευση, να μην έχουν λυθεί τα θέματα αυτά, να μην μπορεί να δανειοδοτηθούν οι επιχειρήσεις γιατί οι Τράπεζες θα είναι επιφυλακτικές, να μην μπορούμε να απορροφήσουμε το ΕΣΠΑ.
Ποιος αποσταθεροποιεί την οικονομία; Ποιος αποσταθεροποιεί τη χώρα; Ποιος επιβάλλει πρόσθετο κόστος σε κάθε Έλληνα πολίτη; Άκουσα να λέει η αντιπολίτευση στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο εκπροσώπησης «Θα αναζητηθούν ευθύνες και όχι μόνο πολιτικές, εάν κάποιοι αποσταθεροποιήσουν την οικονομία». Μάλιστα!
Θα αναζητηθούν. Το λέω εγώ. Θα αναζητήσουμε τις ευθύνες αυτές, εάν κάποιοι αποσταθεροποιήσουν την οικονομία. Αλλά αν η ευθύνη αυτή ανήκει στον ελληνικό λαό; Από πού θα ζητηθεί η ευθύνη; Αυτή είναι η σχέση δημοκρατίας και αλήθειας. Γιατί ο Έλληνας πολίτης θέλει την αλήθεια, του λέμε την αλήθεια. Η αλήθεια είναι δυσάρεστη. Και όπως έχω πει κι άλλες φορές, σου λέει «τότε πες μου ένα ψέμα που είναι πιο ευχάριστο». Και μπορεί κάποιος με πάθος να ψηφίσει το ψέμα και αυτό έχει γίνει πολλές φορές στο παρελθόν. Και έτσι οδηγήθηκε η χώρα στην ταπείνωση.
Γιατί ταπεινωτικό είναι να διαπραγματεύεσαι με τέτοιους όρους, ταπεινωτικό είναι να διαπραγματεύεσαι με υπηρεσιακά στελέχη, ταπεινωτικό είναι και να εκλιπαρείς ξένους Πρωθυπουργούς ή ξένους Υπουργούς, ή να αγωνίζεσαι να τους πείσεις με επιχειρήματα. Αλλά… οὐ σύ με λοιδορεῖς, ἀλλ᾿ ὁ τόπος.
Γιατί πρέπει να σφίξεις τα δόντια και να πεις «θα δεχτώ και την προσωπική ταπείνωση, εάν πρόκειται να προστατεύσω το λαό μου, τη χώρα μου, την οικονομία, τα εισοδήματα, τις καταθέσεις, τις περιουσίες». Γιατί πράγματι ειναι πολύ δύσκολο να χάνεις το 25% του ΑΕΠ αλλά πολύ σημαντικό είναι να έχεις καταφέρει να κρατήσεις το 75%.
Είναι πολύ αρνητικό να χάνουν αξίες οι περιουσίες, αλλά είναι σημαντικό να προστατεύεις τις καταθέσεις σου, τις καταθέσεις των απλών πολιτών όχι αυτών που έβγαλαν με ευκολία τα λεφτά τους έξω περιμένοντας να αγοράσουν φτηνά την Ελλάδα, όταν καταρρεύσει και ξαναγυρίσει στη δραχμή.
* Και η έκτη ερώτηση: Αν δεν συγκεντρωθούν οι 180 ψήφοι; Εγώ ποτέ δεν είπα ότι είναι εύκολο να συγκεντρωθούν. Τίποτε δεν είναι δεδομένο. Υπάρχει η ευθύνη του κάθε Κόμματος και του κάθε βουλευτή. Συνομωσίες δεν υπάρχουν. Γιατί η ψηφοφορία είναι ανοιχτή, ονομαστική, ο κάθε βουλευτής σηκώνεται όρθιος και μπροστά στην τηλεόραση εκφωνεί την ψήφο του και κρίνεται από τους ψηφοφόρους του και από όλο το λαό. Μπορεί να κάνει και τη μια και την άλλη επιλογή.
Υπάρχει ένα ανέκδοτο, το λένε στην Αμερική με κάποιες γαλοπούλες που χαίρονται πριν τα Χριστούγεννα προφανώς επειδή θα τις σφάξουν. Έχω πραγματικά μείνει έκπληκτος από τον ενθουσιασμό όχι βουλευτών, κομμάτων, που ξέρουν ότι κινδυνεύουν να μην υπάρχουν στην επόμενη Βουλή που θέλουν εκλογές. Εκλογές! Με ποια στρατηγική συμμαχιών; Με ποιο πρόγραμμα; Με ποια προοπτική; Με ποια διαπραγματευτική ομάδα;
Έτσι έγιναν οι εκλογές και το Μάιο του 2012 και πήγαμε στην τεχνητή μικρή πόλωση του Ιουνίου. Το ΠΑΣΟΚ έλεγε από το Μάιο του 2012 «Ελάτε να κάνουμε Κυβέρνηση όλων των προοδευτικών ή πάντως όλων των υπεύθυνων ευρωπαϊκών δυνάμεων». Και μπορούσε να γίνει και Κυβέρνηση με προοδευτικό πρόσημο, χωρίς τη συμμετοχή της Νέας Δημοκρατίας τότε. Με μικρή πλειοψηφία, αλλά με πλειοψηφία. Αυτό δεν μπορούσε να γίνει τον Ιούνιο και τον Ιούνιο είπαμε «Ελάτε όλες οι εθνικές δυνάμεις της ευθύνης και η Νέα Δημοκρατία και η ΔΗΜΑΡ και ο ΣΥΡΙΖΑ βεβαίως. Αλλά δεν το ήθελαν. Και στη συνέχεια μας εγκατέλειψε και η ΔΗΜΑΡ με την αντιφατική πολιτική της, την ανεξήγητη με μια πολιτική λογική. Και τώρα ποια είναι η αντιπρόταση; Όχι η αντιπρόταση σε σχέση με τα πρόσωπα που δήθεν ασκούν εξουσία, γιατί η εξουσία είναι φθορά και ευθύνη δυσανάλογη, αλλά σε σχέση με τις στρατηγικές. Αυτά θα τα σταθμίσει ο ελληνικός λαός.
* Και η τελευταία ερώτηση: Ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ και της Δημοκρατική Παράταξης. Το ΠΑΣΟΚ, που ο Ανδρέας Παπανδρέου, το θέλησε εξ αρχής ως εκφραστή της ευρύτερης δημοκρατικής παράταξης, πρέπει να εφαρμόσει τις δικές του πολιτικές συμμαχιών, να μη μείνει μόνο ,με ψηλά τα σύμβολα, τις σημαίες του, τα εμβλήματα, το όνομά του, χωρίς να το θέτει σε αμφισβήτηση, όπως προτείνουν κάποιοι.
Αλλά με συνεργασίες, όπως πολλές φορές το κάναμε στο παρελθόν σε όλες τις κρίσιμες στιγμές. Έχουμε κάνει συνεργασίες με ανοίγματα εντυπωσιακά, όχι προς την κεντροαριστερά, αλλά και προς την κεντροδεξιά. Έχουμε εκλέξει βουλευτές επικρατείας, έχουμε δώσει θέσεις πολύ σημαντικές.
Το ΠΑΣΟΚ με όλο του το εύρος ως ΠΑΣΟΚ, έχοντας μαζί του και την ευρύτερη Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη, λειτουργεί ως εγγυητής της εθνικής σταθερότητας γιατί πάντα αυτό ήμασταν ιστορικά και πάντα αυτό θα είμαστε. Που σημαίνει ότι η πρότασή μας είναι πάλι η συσπείρωση όλων των προοδευτικών φιλοευρωπαϊκών υπεύθυνων δυνάμεων, ή πάντως όλων των δυνάμεων του δημοκρατικού τόξου που πιστεύουν στην υπεύθυνη και αληθινή εθνική στρατηγική.
Δεν έγινε κυβέρνηση συνεργασίας ΠΑΣΟΚ – Ν.Δ. τον Ιούνιο του 2012. Έγινε κυβέρνηση και με τη ΔΗΜΑΡ. Η αίσθησή μου ήταν ότι τον Ιούνιο του 2013 η κοινωνία ήθελε από το ΠΑΣΟΚ να κρατήσει τη χώρα σταθερή και την κυβέρνηση όρθια με προοδευτικό πρόσημο, πάντως πολύ πιο καθαρό από αυτό που είχε η κυβέρνηση συνεργασίας του Νοεμβρίου του 2011 στην οποία μετείχε και ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός του κ. Καρατζαφέρη, χωρίς να χρειάζεται αριθμητικά.
Και πορευόμαστε με δυσκολίες μεγάλες, αλλά δεν υπάρχει σταθερότητα προσανατολισμού της χώρας χωρίς το ΠΑΣΟΚ και τη Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη. Κι αυτό ο καθένας καλείται να το σταθμίσει .
Και το ΠΑΣΟΚ προχωρά αξιόπιστο και ενωμένο και προσωπικά αντιλαμβάνομαι το ρόλο μου -ένα ρόλο που τον επωμίστηκα υπό πολύ δύσκολες συνθήκες, όταν δεν υπήρχε άλλη επιλογή και όλοι οι ρόλοι που έχω επωμιστεί είναι τέτοιοι -αντιλαμβάνομαι λοιπόν το ρόλο μου ως ρόλο εγγυητή της ενότητας και θα αγωνιστώ για την ενότητα μέχρι το τέλος. Για τη συσπείρωση όλων των δυνάμεων ανεξαιρέτως, αλλά για μια ενότητα αξιοπρέπειας και ειλικρίνειας. Για μια ενότητα λόγου και πράξης. Πράξης πολιτικής, πράξης εθνικής και πράξης εκλογικής. Είναι η ρήτρα του παραβάν. Να είσαι ΠΑΣΟΚ μέσα στο παραβάν.
Ελπίζω ότι η σωφροσύνη του ελληνικού λαού θα διαμορφώσει διαφορετικά τις καταστάσεις, γιατί τα λάθη γίνονται εύκολα. Η αποκατάσταση των ζημιών γίνεται πάρα πολύ δύσκολα .Οι απειλές είναι ασύμμετρες.
Γι’ αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία με αυτοπεποίθηση, αξιοπρέπεια, υπερηφάνεια, με καθαρή ταυτότητα ιδεών και απόψεων, με προγραμματικό λόγο συγκροτημένο να δώσουμε τη μάχη. Ευελπιστώ μέχρι την τελευταία στιγμή ότι η Βουλή θα αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και θα εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αλλά δεν φοβόμαστε τις εκλογές.
Και είμαστε σε εκλογική ετοιμότητα και θεωρώ όλο το στελεχικό δυναμικό μας της Καστοριάς και της Δυτικής Ελλάδας εντεταγμένο στη Νομαρχιακή και την Περιφερειακή Επιτροπή του Εκλογικού Αγώνα. Και ξέρω ότι τα ψηφοδέλτιά μας θα στελεχωθούν στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο αγωνιστικότητας, ανανέωσης και αξιοπιστίας καθώς έχουμε το εξαιρετικό παράδειγμα του ψηφοδελτίου των ευρωεκλογών που ήταν πραγματικά ένα ψηφοδέλτιο ελπίδας και ανανέωσης για την παράταξη.
Φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι, γράφουμε ακόμη ιστορία. Τη γράφουμε όλοι μαζί. Τη γράφουμε για την παράταξη, πρωτίστως τη γράφουμε για την Πατρίδα. Εμπρός λοιπόν ας δώσουμε και αυτή τη μάχη για την Πατρίδα, για τη Παράταξη, για το μέλλον των παιδιών μας.
Σας ευχαριστώ.
τοπικής παραγωγής, με τη γουνοποιία, προσπαθώντας να βοηθήσουμε ώστε να ξεπεραστεί η κρίση και να ανοίξουν νέοι ορίζοντες για το πιο σημαντικό, το πιο διάσημο τοπικό προϊόν.
Σήμερα όμως δεν θα μιλήσουμε για την Δυτική Μακεδονία και τα τοπικά προβλήματα. Ούτε για την Καστοριά. Τα είπαμε αυτά προηγουμένως. Σήμερα θέλω, απευθυνόμενος σε εσάς να απευθυνθώ σε όλους τους πολίτες της χώρας και να προσπαθήσω, τώρα που έχουμε μπει στην τελική ευθεία για την προεδρική εκλογή, να απαντήσω όσο μπορώ πιο απλά και καθαρά σε μερικά θεμελιώδη ερωτήματα που βρίσκονται στα χείλη όλων των Ελλήνων και όλων των Ελληνίδων.
* Το πρώτο ερώτημα είναι σε τι κατάσταση βρίσκεται η χώρα μετά από πέντε χρόνια υπεράνθρωπων προσπαθειών. Κρεμόμαστε πράγματι και πάλι από μια κλωστή; Τι είναι αυτό που συμβαίνει οικονομικά, για να καταλάβουμε τι είναι αυτό που συμβαίνει πολιτικά στη χώρα και ποια είναι η προοπτική που έχουμε ως έθνος.
Φίλες και φίλοι, η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική βέβαια σε σχέση με αυτή του 2009 – 2010. Οι θυσίες του ελληνικού λαού έχουν πιάσει τόπο. Αυτό φαίνεται ήδη στους αριθμούς, στα δημοσιονομικά και μακροοικονομικά στοιχεία της χώρας. Και αρχίζει να φαίνεται σιγά – σιγά στην πραγματική οικονομία, στα βιώματα κάθε νοικοκυριού, κάθε επιχείρησης. Αλλά φυσικά χρειάζεται ακόμη προσπάθεια, γιατί οι εξελίξεις από ένα σημείο και μετά τρέχουν γεωμετρικά, όταν κάνει κανείς το καθοριστικό βήμα, σπάει ένα κέλυφος και μετά όλα εξελίσσονται με πολύ μεγαλύτερη ευκολία.
Τα ξέρετε όλοι σας, αλλά θέλω να τα θυμίσω. Η χώρα βρισκόταν σε ύφεση χωρίς να το έχει καταλάβει ήδη από το 2007 . Κάποιοι νομίζουν ότι η ύφεση άρχισε το 2010. Η κρίση έχει μεγάλο βάθος. Τώρα έχουμε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ναι, η Ελλάδα της κρίσης ξέφυγε από την ύφεση. Αρχίζουν να βγαίνουν νέα πράσινα βλαστάρια -όπως συνηθίζω να λέω- μέσα ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον πάρα πολύ δύσκολο, στασιμότητας, ακόμη και ύφεσης, σε πολλές χώρες.
Το 2010 η χώρα είχε παραλάβει από την προηγούμενη χρονιά ένα πρωτογενές έλλειμμα που έφτανε τα 24 δισεκατομμύρια, το 12,5% του ΑΕΠ. Το μεγαλύτερο στην Ευρώπη. Ένα από τα μεγαλύτερα του κόσμου, ιδίως για τη λεγόμενη δυτική οικονομία. Το πρωτογενές ελλειμμα χωρίς να υπολογίζουμε την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, τόκους και χρεολύσια. Το ισοζύγιο της χρονιάς είχε μπατάρει και τούτο είχε συμβεί και τις προηγούμενες χρονιές.
Τώρα εμφανίζουμε σημαντικά, εντυπωσιακά πρωτογενή πλεονάσματα, εάν λάβουμε υπόψη την ύφεση, τα μεγαλύτερα στον κόσμο, καλύτερα και από αυτά της Σιγκαπούρης. Κι αυτό είναι το μεγάλο εισιτήριό μας για την αλλαγή σελίδας.
Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Είναι ότι έχουμε ισοσκελίσει και το δημοσιονομικό έλλειμμα. Αυτό που αγωνίζονται όλες οι χώρες της Ευρώπης να το κρατήσουν στο όριο του 3%. Χώρες μεγάλες όπως η Γαλλία και η Ιταλία. Η Ελλάδα είναι φέτος στο 1% και του χρόνου μπορεί να έχει και δημοσιονομικό πλεόνασμα, συμπεριλαμβανομένης της εξυπηρέτησης του χρέους. Συνυπολογιζομένων των τόκων και των χρεολυσίων που πληρώνουμε για το χρέος όλων των προηγούμενων δεκαετιών, γιατί το κουρέψαμε, το αναδιαρθρώσαμε, το κάναμε εξυπηρετήσιμο. Πληρώνουμε 60% λιγότερο κάθε χρονιά απ’ ό,τι πληρώναμε. Είναι σαν να έχουμε κουρέψει πάνω από το 60% του συνολικού χρέους.
Είχαμε έλλειμμα ανταγωνιστικότητας. Δεν είχαμε παραγωγή. Στην πραγματικότητα είχε καταρρεύσει ο παραγωγικός ιστός της χώρας και το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών, κάτι που το ξέρετε πολύ καλά εδώ γιατί έχετε εξαγωγικά προϊόντα, από τη γούνα μέχρι τα ροδάκινα, είχε έλλειμμα 15%. Το μεγαλύτερο στην Ευρώπη.
Τώρα έχουμε βελτιώσει αισθητά την εθνική ανταγωνιστικότητα και έχουμε ισοσκελίσει το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Είχαμε ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα που έκρυβε μέσα του μια επικίνδυνη φούσκα. Όχι λόγω του κουρέματος του χρέους, αλλά λόγω της αλόγιστης δανειοδότησης. Και τώρα έχουμε ένα τραπεζικό σύστημα ισχυρό, σταθερό, ανακεφαλαιοποιημένο, έτοιμο να στραφεί στην πραγματική οικονομία και να στηρίξει μικρές, μεσαίες και μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Πρότεινα μάλιστα στον κλάδο της γουνοποιίας να έρθει σε επαφή με όλες τις μεγάλες ελληνικές τράπεζες, ώστε να πάρει την καλύτερη προσφορά για ένα πρόγραμμα συμβολαιοποιημένης παραγωγής γούνας. Κάτι το οποίο θα τη διευκολύνει πάρα πολύ στις κινήσεις της για να προσανατολιστεί προς νέες αγορές, όπως η Κίνα.
Και βέβαια, το είπα ήδη, είχαμε ένα χρέος ασήκωτο που πλάκωνε το έθνος, σύμφωνα με τη γνωστή έκφραση του Ανδρέα Παπανδρέου, και βεβαίως ένα χρέος που ήταν μη βιώσιμο, μη εξυπηρετήσιμο, δεν μπορούσε να χρηματοδοτηθεί, μας οδηγούσε σε αδιέξοδο. Ενώ τώρα είναι απολύτως ελεγχόμενο, εξυπηρετήσιμο και βιώσιμο για τα επόμενα 10 τουλάχιστον χρόνια. Άλλο εάν εμείς θέλουμε να το βελτιώσουμε, να επεκτείνουμε τον ορίζοντά του, να βγάλουμε και άλλο βάρος από τους ώμους του ελληνικού λαού. Άρα μιλάμε πραγματικά για μια τελείως διαφορετική κατάσταση.
Βρισκόμαστε πραγματικά ένα βήμα πριν από την έξοδο από το μνημόνιο, ένα βήμα πριν από την αλλαγή σελίδας και αυτά που λέμε ότι η αλλαγή σελίδας θα είναι ένας θώρακας προστασίας χωρίς μνημόνιο και τρόικα, μια προληπτική πιστωτική γραμμή χωρίς νέο δάνειο ,δεν είναι τεχνικά και γραφειοκρατικά ζητήματα για ειδικούς, αφορούν τον καθένα και την καθεμία στον τόπο μας, την κάθε οικογένεια, την κάθε επιχείρηση, τον κάθε εργαζόμενο, τον κάθε άνεργο. Γιατί αυτό σημαίνει άλλη ατμόσφαιρα στην οικονομία. Άλλες δυνατότητες επενδύσεων, άλλο επίπεδο κατανάλωσης. Αποκατάσταση της ομαλότητας, χωρίς τις παθογένειες του παρελθόντος, με ένα άλλο παραγωγικό μοντέλο.
Είμαστε πράγματι έτοιμοι να απογειωθούμε, γιατί οι εξελίξεις, εάν επικρατήσει η κοινή λογική, η σοβαρότητα και δεν διασαλευτεί η σταθερότητα, θα είναι, όπως είπα, ραγδαία θετικές. Ιδίως εάν έχουμε μπροστά μας τους επόμενους 18 μήνες καθαρούς μέχρι τον Ιούνιο του 2016 οπότε και λήγει η 4ετής περίοδος αυτής της Βουλής, που την ψήφισε ο λαός τον Ιούνιο του 2012 εν γνώσει των καταστάσεων και των συνεπειών του νόμου, δίνοντας μεγάλη πλειοψηφία, 47% στις δυνάμεις τις υπεύθυνες. Τις δυνάμεις που υποστήριξαν την εθνική στρατηγική που το ΠΑΣΟΚ διαμόρφωσε και άλλα κόμματα ήρθαν στη συνέχεια και στρατεύτηκαν στη στρατηγική αυτή με καθυστέρηση, ή με παλινωδίες, γιατί κάποιοι μπήκαν και βγήκαν με πολύ μεγάλη ευκολία, ενώ κάποιοι μπήκαν αργά, ενώ είχαν διαμορφωθεί δύσκολες καταστάσεις για τον τόπο.
Αυτά τα επιτεύγματα όμως, αυτές οι θυσίες ,όπως έχω πει, που αλλάζουν την εικόνα της χώρας, μπορούν εύκολα να καταστραφούν μέσα σε πέντε μέρες, γιατί όταν έχεις μια αντιπολίτευση που δυστυχώς επικαλείται την ασυνέπεια του κράτους, δηλώνει επίσημα πως δεν πρόκειται να σεβαστεί δεσμεύσεις και υπογραφές. Δηλώνει πως θα κινηθεί μονομερώς.
Όταν έχεις μια αντιπολίτευση που δίνει με ευκολία ψεύτικες υποσχέσεις παλιάς κοπής, σαν να μην έχει συμβεί τίποτα στον τόπο από το 2010 και μετά, σαν να μην υπάρχει ένας λαός που πέρασε τόσα και τόσα και αν μη τι άλλο θέλει ειλικρίνεια και εντιμότητα.
Όταν καλλιεργείται συστηματικά για λόγους μικροκομματικούς η αβεβαιότητα, η δυσπιστία των εταίρων και των αγορών, όταν βλέπεις την αντίδραση των αγορών που είναι με την ίδια ευκολία έτοιμες να βοηθήσουν ,να επενδύσουν, να στηρίξουν, να αναβαθμίσουν την ελληνική οικονομία και με την ίδια ευκολία έτοιμες να αποσυρθούν, να χτυπήσουν, να κερδοσκοπήσουν, να κρεμάσουν τη χώρα «στα μανταλάκια» των διεθνών μέσων ενημέρωσης.
Και βλέπεις βέβαια και την αντίδραση των εταίρων μας, γιατί και οι εταίροι μας είναι κράτη, λαοί, κοινοβούλια, κυβερνήσεις, έχουν τις δικές τους αντιλήψεις, τα δικά τους συμφέροντα, γιατί στην Ευρωπαϊκή Ένωση η διαπραγμάτευση είναι δύσκολη. Υπάρχουν εθνικισμοί οικονομικοί, υπάρχουν στρατηγικές οι οποίες ακολουθούνται από όλες τις κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως ιδεολογικής ταυτότητας, γιατί φυσικά ο κάθε λαός δείχνει αλληλεγγύη, αλλά θέλει να διατηρεί και την προνομιακή του θέση.
Και οι συσχετισμοί είναι συντηρητικοί και απέναντι σε μια συντηρητική Ευρώπη, αντιτάσσεται όχι μια Ευρώπη προοδευτική, αλλά μια Ευρώπη εθνικιστική, ευρωσκεπτικιστική, μια Ευρώπη της ακροδεξιάς. Δεν υπάρχει όμως και τίποτα καλύτερο.
Δεν υπήρξε και δεν υπάρχει άλλο καλύτερο πλαίσιο από το ευρωπαϊκό. Τα ζήσαμε. Τα ζήσαμε σε ένα κομμάτι του ελληνισμού που είναι η Κύπρος. Είδαμε εκεί ζωντανά σε απευθείας μετάδοση τι σημαίνει να περιμένεις το δήθεν «σχέδιο βήτα» και αυτό να είναι τρισχειρότερο από το «σχέδιο άλφα» και τελικά να μετανιώνεις γιατί δεν είχες τη διορατικότητα να κλείσεις εγκαίρως μια συμφωνία που θα σε προφύλαγε από το χειρότερο.
Μα, έχουμε τόσο ρηχή μνήμη; Δεν μπορούμε να διδαχθούμε ούτε από τις δικές μας δύσκολες εμπειρίες, ούτε από τις εμπειρίες μιας χώρας που ανήκει στο τόξο του ελληνισμού;
*Υπάρχει και ένα δεύτερο ερώτημα: «τι χειρότερο μπορούμε να πάθουμε», λένε ορισμένοι. «Θα μας κόψουν περισσότερο τις συντάξεις, τους μισθούς, θα έχουμε μεγαλύτερη ανεργία από την ήδη υψηλή ανεργία», που όμως σιγά – σιγά μειώνεται; Γιατί το ισοζύγιο της απασχόλησης γίνεται θετικό τους τελευταίους μήνες.Θα κλείσουν κι άλλες επιχειρήσεις;
Αυτό είναι το πιο επικίνδυνο, το πιο τραγικό ιστορικά ψέμα που ακούγεται. Έχει καλλιεργηθεί η πεποίθηση και το λένε ακόμη και τώρα, ότι το μνημόνιο, οι αποφάσεις του 2010, του 2011, του 2012 είναι αυτές που έφεραν την κρίση και όχι η κρίση αυτή που έφερε το μνημόνιο.
Δηλαδή εξακολουθούν να πιστεύουν συμπολίτες μας ,γιατί ακούνε κόμματα και πολιτικά πρόσωπα που το λένε αυτό, ότι θα μπορούσαμε να έχουμε αντιμετωπίσει τα προβλήματα χωρίς να καταβάλουμε καμία προσπάθεια, χωρίς κανένα κόστος, χωρίς καμία επίπτωση. Και υπάρχουν ακόμη και όργανα κρατικά που το λένε αυτό.
Ότι δεν είναι σωστό να περιορίζεις τις συντάξεις ή τους μισθούς. Δεν είναι σωστό να μη σέβεσαι τον ιδιαίτερο ρόλο κάποιων κοινωνικών ομάδων και κάποιων επαγγελμάτων μέσα στην πολιτεία.
Ναι, αλλά αναρωτιέται κανείς τι θα συνέβαινε εάν είχε επικρατήσει η ασύντακτη χρεοκοπία; Εάν το ταμείο είχε αδειάσει; Εάν δεν υπήρχε το δάνειο; Εάν δεν υπήρχε η στήριξη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα; Εάν δεν μπορούσες να εξυπηρετήσεις τις ταμειακές ανάγκες σου τις εσωτερικές; Όχι να πληρώνεις τόκους και χρεολύσια σε ξένους δανειστές, πολλοί από τους οποίους είναι κερδοσκόποι ωμοί. Αλλά τι θα συνέβαινε εάν δεν είχε το ταμείο λεφτά για τους μισθούς και τις συντάξεις;
Νομίζουν κάποιοι ότι αυτό είναι μια ιστορία σχεδόν λογοτεχνική, ότι είναι αστείο να το συζητά κανείς αυτό για μια χώρα ευρωπαϊκή, της ζώνης του ευρώ, μια χώρα με το επίπεδο ζωής που έχει η Ελλάδα παρά την κρίση, με ανισότητες βεβαίως γιατί υπάρχουν πλούσιοι, μεσαίοι και φτωχοί και συνήθως οι φτωχοί και οι μεσαίοι την πληρώνουν.
Αλλά ναι, υπήρξαν στιγμές που έπρεπε να κάνεις τεχνάσματα επί τεχνασμάτων για να βρεις την αναγκαία ρευστότητα, να έχεις λεφτά για να πληρώσεις μισθούς και συντάξεις, καθυστερώντας να πληρώσεις άλλες υποχρεώσεις του δημοσίου, σε προμηθευτές. Ή καθυστερώντας να επιστρέψεις το ΦΠΑ, ή καθυστερώντας να συμψηφίσεις άλλους φόρους, όπως δικαιούνται και περιμένουν πολλοί συμπολίτες μας.
Γιατί πώς νομίζετε ότι ξεπερνιέται το ταμειακό πρόβλημα, η δυσχέρεια; Πώς βρίσκεις λεφτά για μισθούς, συντάξεις, ή για νοσοκομεία; Από κάπου αλλού κόβεις, όταν είσαι υπό την απειλή της ασύντακτης χρεοκοπίας και θέλει μια χώρα με 11 εκατομμύρια πληθυσμό, μια μεσαία χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δάνειο 250 δισεκατομμυρίων ευρώ, χωρίς να υπολογίζουμε το κούρεμα του χρέους, χωρίς να υπολογίζουμε τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στις ελληνικές τράπεζες που υπήρχαν μέρες που ξεπερνούσε τα 150 δισεκατομμύρια ευρώ. Όταν έχεις άλλες χώρες, το έχω πει πολλές φορές, όπως η Ουκρανία, μια χώρα 50 εκατομμυρίων που ψάχνει 50 δισεκατομμύρια δολάρια. Ή μια χώρα τεράστια με παραγωγική ισχύ μεγάλη, όπως η Αργεντινή που αγωνίζεται να κουρέψει 6 δισεκατομμύρια δολάρια από το χρέος της για να αποφύγει τον ευτελισμό στα δικαστήρια των ΗΠΑ.
Το μνημόνιο, φίλες και φίλοι, είναι το δάνειο και οι όροι του. Και οι όροι του ήταν σκληροί και συντηρητικοί, γιατί αυτή είναι η πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη. Αλλά δεν υπήρχε καμία άλλη λύση. Είδαμε χώρες που έψαχναν δάνειο από αλλού και δεν το βρήκαν, ούτε θα το βρουν ποτέ.
Και βέβαια εάν μόνοι μας κάναμε την επιλογή της δημοσιονομικής προσαρμογής και της μείωσης του ελλείμματος, δεν θα διαλέγαμε ποτέ να το πετύχουμε αυτό σε πέντε χρόνια. Θα μπορούσαμε να το πετύχουμε σε 10, σε 15, αλλά κάποιος πρέπει να χρηματοδοτεί αυτή την προσπάθεια.
Και όταν αυτός που στη χρηματοδοτεί σου επιβάλει όρους, πρέπει να σταθμίσεις τι είναι προτιμότερο: να πας στην περιπέτεια της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας, ή να συμφωνήσεις ένα σχέδιο παρ’ ότι αυτό δεν είναι το καλύτερο που θα μπορούσε να βρεθεί ή ακόμη και το εξυπνότερο και το αποτελεσματικότερο και σίγουρα δεν είναι το πιο προοδευτικό. Δεν είναι αυτό που θα διάλεγε η Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία μόνη της, αλλά πόση ισχύ έχει στην Ευρώπη η Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία; Η Ευρωπαϊκή Σοσιαλιστική Δημοκρατική Αριστερά; Περιορισμένη, δυστυχώς, ακόμη και σε χώρες που έχουν κυβερνήσεις αποκλειστικά σοσιαλιστικές όπως δείχνει η εμπειρία μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών την τελευταία περίοδο.
Αλλά έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία το γεγονός ότι με τούτο και με εκείνο, ο ελληνικός λαός κατάφερε να αποφύγει το πιστωτικό γεγονός, να αποφύγει την πτώχευση, την διακοπή των εισαγωγών και των εξαγωγών, προστάτευσε τις καταθέσεις και όχι τους τραπεζίτες και μάλιστα τους παλιούς τραπεζίτες, τους παλιούς μετόχους.
Και βέβαια τώρα έχουμε φτάσει στο σημείο που οι οίκοι αξιολόγησης είναι έτοιμοι να ανεβάσουν την Ελλάδα, ενώ κατεβάζουν σωρηδόν τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης στην δική τους αξιολόγηση.
Και ξέρετε πόση σημασία έχει να αναβαθμίσει τη χώρα κατά ένα επίπεδο ένας οίκος αξιολόγησης; Σημασία μεγαλύτερη από οποιαδήποτε βελτίωση των όρων ένταξης στην προληπτική πιστωτική γραμμή.
Ρωτάνε πολλοί, μα ακόμη και τώρα υπάρχει πρόβλημα εξόδου από το ευρώ; Είναι αυτό μια απειλή; Και το λένε απευθυνόμενοι σε εμένα που έχω ζήσει τις καταστάσεις αυτές και έπρεπε να απαντήσω εάν η χώρα δέχεται ή όχι τη συμφωνημένη έξοδο από το ευρώ
Κανείς δεν σε αναγκάζει να βγεις από το ευρώ, δεν υπάρχει νομικός μηχανισμός, αλλά μπορείς ανέτως να οδηγηθείς στην πτώχευση, την ταπείνωση, την ήττα και την καταστροφή, έχοντας ευρώ. Και μετά να αγωνίζεσαι μόνος σου να βγεις, για να μπορέσεις να δώσεις λεφτά στην οικονομία σου, στις επιχειρήσεις, να μπορέσεις να δώσεις μισθούς και συντάξεις, να μπορείς να χρηματοδοτήσεις την πραγματική οικονομία και την κοινωνία.
* Υπάρχει το τρίτο ερώτημα, που το κάνουν και δικοί μας άνθρωποι, θέλω να πιστεύω καλόπιστα: Μήπως βιαστήκαμε να πούμε ότι βγαίνουμε από το Μνημόνιο για λόγους πολιτικούς; Για να επηρεάσουμε τη διαδικασία εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας; Μήπως θα έπρεπε να κάνουμε μεγαλύτερη υπομονή και να δεχτούμε πιο αργό ρυθμό εξόδου; Μήπως αυτό δεν έπρεπε να το ανοίξουμε ως θέμα το Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο; Μήπως αυτό είναι που προκάλεσε εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις; Μήπως θα ήταν πιο εύκολη η διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εάν κάναμε πως δεν καταλαβαίναμε και αφήναμε τη χώρα μέσα στο Μνημόνιο, μέσα στην αγκαλιά της τρόικας;
Αυτό είναι εντυπωσιακό ως ερώτημα, γιατί το θέτουν κυρίως οι αντίπαλοι του Μνημονίου. Oι αντιμνημονιακές δυνάμεις είναι εξαιρετικά δυσαρεστημένες που έχουμε θέσει το ζήτημα της εξόδου από το Μνημόνιο και της αλλαγής σελίδας ! Πραγματικά υπάρχει ένα φιλομνημονιακό πάθος στις δήθεν αντιμνημονιακές δυνάμεις και αυτό πρέπει να μας απασχολήσει πάρα πολύ.αα
Δυστυχώς δεν υπάρχει κάποια συνωμοσία. Η εξήγηση είναι πάρα πολύ απλή: το ευρωπαϊκό πρόγραμμα, δηλαδή το ευρωπαϊκό δάνειο που είναι το μεγάλο μέρος του δανείου, το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του δανείου, λήγει στις 31 Δεκεμβρίου του 2014, λήγει σε 20 μέρες.
Ούτως ή άλλως δηλαδή, έπρεπε να δούμε τη νέα φάση μετά τη λήξη του προγράμματος δηλαδή τη λήξη του δανείου που συνοδεύεται από το Μνημόνιο που είναι οι όροι του δανείου. Εκτός κι αν θέλαμε νέο πρόγραμμα, δηλαδή νέο δάνειο . Αλλά ευτυχώς η χώρα δεν χρειάζεται νέο δάνειο. Μπορεί να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες της από τις αγορές γιατί έχει καταφέρει να επιβάλλει ένα μεγάλο κούρεμα του δημοσίου χρέους κατά 180 δισεκατομμύρια το 2012 και μια αναδιάρθρωση η οποία ελαφραίνει το χρέος και αυτό μειώνει τις ανάγκες χρηματοδότησης της χώρας. Και έχουμε μπροστά μας τεράστιες δυνατότητες. Mόνο από το χαρτοφυλάκιο του ελληνικού Δημοσίου σε μετοχές Τραπεζών έχουμε τεράστια προοπτική ανάκτησης ενός μεγάλου μέρους των ποσών που επενδύσαμε για να προστατεύσουμε τις καταθέσεις των Ελλήνων. Kαι επίσης μας έχουν περισσέψει και 11 δισεκατομμύρια που δεν τα χρησιμοποιήσαμε, γιατί τα είχαμε πάρει για να στηρίξουμε τις Τράπεζες και καταφέραμε να τις στηρίξουμε με λιγότερα ,γιατί υπήρξε ανταπόκριση του διεθνούς ιδιωτικού τομέα.
Άρα τι έπρεπε να κάνουμε, τώρα που πλησιάζει η 31η Δεκεμβρίου; Να πούμε ότι θέλουμε νέο δάνειο; Δεν χρειαζόμαστε και ούτε έπρεπε να αυξήσουμε το χρέος με νέος δάνειο. Να πούμε ότι θέλουμε να μείνουμε στο Μνημόνιο; Νομίζω ότι αυτό θα ήταν υπερβολική αυτοταπείνωση και μαζοχισμός.
Τι είναι αυτό που συμβαίνει; Η τελική αξιολόγηση των επιδόσεών μας για να πάρουμε την τελευταία δόση. Πόση είναι η δόση αυτή; 1,8 δισεκατομμύρια. Δηλαδή περίπου όσα μπορούμε να πάρουμε οποιαδήποτε μέρα της εβδομάδας με μια έκδοση εντόκων γραμματίων του δημοσίου. Αλλά βεβαίως τα θέλουμε γιατί το επιτόκιο έχουμε καταφέρει να είναι σκανδαλωδώς μικρό: 0,8%,ενώ το επιτόκιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι πιο υψηλό, συγκρίσιμο με τις καλές στιγμές των αγορών που είχαμε πετύχει την άνοιξη πριν από τις ευρωεκλογές, πριν επικρατήσει η κατάσταση του απόλυτου παραλογισμού στο δημόσιο βίο της χώρας.
Άρα, εκ πραγμάτων ανοίγει η νέα σελίδα στις σχέσεις μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η νέα σελίδα δεν είναι ένα έκτακτο πρόγραμμα, είναι η αξιοποίηση υφιστάμενων πάγιων μηχανισμών που υπάρχουν για κάθε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης χωρίς δάνειο, καλού – κακού όμως με θώρακα προστασίας και χωρίς νέα λεφτά. Γιατί ο θώρακας θα είναι τα 11 δις ευρώ που έχουν περισσέψει και που μειώνουν το χρέος. Γιατί νομικά τα επιστρέφουμε, διαγράφονται από το χρέος αλλά μένουν και στη διάθεσή μας ως απόθεμα της προληπτικής πιστωτικής γραμμής. Και αυτό που έχουμε πει, η «καβάντζα» δηλαδή για να αποκρούσουμε επιθέσεις των αγορών για άλλους λόγους όχι ελληνικούς αλλά ευρωπαϊκούς ευρύτερους, είπαμε να το μεταφέρουμε και στο μοντέλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που το πρόγραμμά του συνεχίζεται μέχρι και το 2016. Αλλά επειδή εκεί οι όροι μπορεί να είναι από πλευράς επιτοκίου συγκρίσιμοι με την αγορά, να έχουμε τη δυνατότητα -τι το απλούστερο- να διαλέγουμε ποιος μας δίνει καλύτερο επιτόκιο: η αγορά ή το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ώσπου να εξαντληθούν και τα λεφτά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Υπάρχει άλλωστε ένας θώρακας που λειτουργεί χωρίς να το λέμε και ο θώρακας αυτός αφορά όλες τις χώρες της Ευρωζώνης: είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στηρίζει τις χώρες, στηρίζει και εμάς χωρίς να χρειάζεται ούτε προληπτικό πρόγραμμα, ούτε συζήτηση, ούτε διαπραγμάτευση.
Άρα ούτε βιαστήκαμε, ούτε έχουμε πει τίποτε παράλογο, ούτε υπήρχε κανένας λόγος να υπάρχει εθνική αντιπαράθεση σε θέματα τόσο απλά και αυτονόητα που έπρεπε να κινητοποιήσουν όλες τις δυνάμεις του τόπου στην εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης, για την οποία μιλάω από το 2012.
Αλλά βεβαίως, η διαπραγμάτευση καθυστερεί όντως και έγινε δύσκολη για ένα και μόνο λόγο: γιατί εκεί που περιμέναμε να υπάρξει ελάχιστη υπευθυνότητα και σωφροσύνη και να στηριχθεί η Κυβέρνηση ως Κυβέρνηση του τόπου όχι ως Κυβέρνηση με συγκεκριμένη ταυτότητα πολιτική, εκεί που περιμέναμε να υπάρξει μια στοιχειώδης συμπαράσταση, τη στιγμή της εξόδου, δημιουργήθηκε μια εικόνα μιας χώρας ανεύθυνης, χωρίς συνέχεια,
μιας χώρας η οποία είναι έτοιμη να κάνει τις πιο επικίνδυνες επιλογές για τον εαυτό της.
Οπότε οι συνομιλητές μας -αν μη τι άλλο- έγιναν δύσπιστοι και επιφυλακτικοί και θέλουν πρόςθετες εγγυήσεις ότι αυτά που συζητούν με την Κυβέρνηση δεσμεύουν τη χώρα. Τόσο απλά. Και επειδή κάποιοι καταγγέλλουν τη συνέχεια των δεσμεύσεων του κράτους, δηλαδή θέτουν σε αμφιβολία τη βάση πάνω στην οποία λειτουργεί η διεθνής κοινότητα και η διεθνής αγορά, φυσικά οι εταίροι μας θέλουν πρόςθετες εγγυήσεις. Όπως όταν ένα πλοίο πρόκειται να ταξιδέψει σε μια εμπόλεμη ζώνη, ο ασφαλιστής αυξάνει το ασφάλιστρο γιατί ο κίνδυνος μεγαλώνει.
Η πολιτική αβεβαιότητα είναι αυτή που δημιούργησε το πρόβλημα και στα τέλη Σεπτεμβρίου είχαμε πάρει δυο πολιτικές πρωτοβουλίες για να αρθεί η αβεβαιότητα: η πρόταση εμπιστοσύνης και η δήλωση ότι οι εκλογές θα γίνουν για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στο τέλος της προθεσμίας τέλη Γενάρη αρχές Φλεβάρη, με τη σκέψη ότι θα υπάρξει ανταπόκριση και θα έχουμε ένα ακόμη μήνα στη διάθεσή μας για να ολοκληρώσουμε τις διαδικασίες. Αλλά αντί να λειτουργήσει αυτό ως μηχανισμός συναίνεσης και κατευνασμού, έδωσε την ευκαιρία μιας αλόγιστης όξυνσης της εσωτερικής πολιτικής αντιπαράθεσης. Και πάλι με την ίδια φιλοσοφία της σταθεροποίησης και της προστασίας της χώρας αποφασίσαμε την επίσπευση της διαδικασίας εκλογής του Προέδρου.
Άλλωστε τι θα συνέβαινε εάν η τελευταία ψηφοφορία γινόταν στις 29 Ιανουαρίου αντί για τις 29 Δεκεμβρίου; Δυστυχώς εδώ που φτάσαμε απλώς θα είχαμε χάσει τον έναν από τους δυο μήνες της παράτασης.
Και λέμε: «Ελάτε να ψηφίσουμε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας…»
* Και αυτό είναι το τέταρτο ερώτημα: Γιατί φέραμε νωρίτερα την εκλογή. Για να μπορέσουμε να αποσαφηνίσουμε τον ορίζοντα και να αξιοποιήσουμε το δίμηνο, να μπορούμε μέσα στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου να ολοκληρώσουμε τις διαδικασίες και με την Ευρωπαϊκή Ένωση και με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και να ανοίξουμε το κεφάλαιο της διευθέτησης του χρέους. Γιατί καταφέραμε το 2012 να κουρέψουμε 180 δις σε πραγματική παρούσα αξία, καταφέραμε να κάνουμε την καλύτερη αναδιάρθρωση (μεγάλη διάρκεια, μικρά επιτόκια, περίοδος χάριτος) και να ενσωματώσουμε ένα μηχανισμό περαιτέρω μείωσης, μόλις η Ελλάδα εμφανίσει πρωτογενή πλεονάσματα. Και είμαστε εδώ και έχουμε να το πάρουμε αυτό, αλλά θέλουμε δυο μήνες.
Και η χώρα καλείται να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας και να συναινέσει, ενώ ήδη έχουμε καταφέρει να πάρουμε την τελευταία απόφαση του Eurogroup της περασμένης Δευτέρας 8 Δεκεμβρίου που συνιστά την πολιτική απόφαση για τη μετάβαση στο νέο στάδιο, την προληπτική πιστωτική γραμμή για την έξοδο από το Μνημόνιο και το δάνειο, για την αλλαγή της επιτήρησης της τρόικας και την αντικατάσταση από τους τακτικούς ευρωπαϊκούς και διεθνείς μηχανισμούς που ισχύουν για όλες τις χώρες.
Και ο ελληνικός λαός ξέρει ότι έχει μπροστά του δυο μήνες για να τα ολοκληρώσει όλα αυτά, ή να ξαναπέσει στο καθεστώς του Μνημονίου και της τρόικας επειδή ενδεχομένως θέλει να κάνει την επιλογή να κυβερνήσουν τη χώρα οι αντιμνημονιακές δυνάμεις!
Δεν είναι μια εντυπωσιακή αντίφαση; Εάν δεν διασφαλιστεί η πολιτική και νομική συνέχεια του κράτους και η σταθερότητα της εθνικής στρατηγικής στο όνομα μιας δήθεν αντιμνημονιακής πολιτικής που κανείς δεν την περιγράφει, το αποτέλεσμα θα είναι αντί να βγούμε από το Μνημόνιο, όπως ήδη έχουν αποφασίσει οι εταίροι μας, να παραμείνουμε σε αυτό.
Δεν μπορώ να κατανοήσω πως είναι δυνατό αυτό το απλό πράγμα να μην γίνεται αντιληπτό και πάνω σε αυτό να στήνεται μια ολόκληρη αντιπολιτευτική θεωρία που είναι μια ψευδαίσθηση. Δεν θα χρησιμοποιήσω άλλο όρο- είναι μια προσπάθεια ωμής, τραγικά ωμής πολιτικής παραπλάνησης εκείνων των πολιτών που πιστεύουν ότι μπορεί να βρεθεί ξανά ένας χαμένος παράδεισος που υπήρχε πριν το 2010 που οδήγησε στην κρίση, ενώ το μόνο βέβαιο είναι ότι ψάχνοντας για το χαμένο παράδεισο, θα βρεις μια πολύ κακιά κόλαση μπροστά σου.
* Το πέμπτο ερώτημα είναι που βρίσκεται η διαπραγμάτευση; Ήδη το είπαμε αλλά ας το ξαναπούμε για το τι θα συμβεί μετά τις 29 Δεκεμβρίου, εάν η χώρα δεν φερθεί με θεσμική υπευθυνότητα μέσω των βουλευτών της και φτάσουμε στην ανάγκη διάλυσης της Βουλής και πρόωρων εκλογών.
Μέσα σε δυο μήνες πρέπει να ολοκληρωθούν αυτά. Αν δεν ολοκληρωθούν, θα παραταθεί το Μνημόνιο και η χώρα δεν θα έχει στρατηγική αλλά ούτε και πλαίσιο διαπραγμάτευσης με τους εταίρους της. Είναι μια ελεύθερη επιλογή, δημοκρατική επιλογή. Και αυτό αφορά και το χρέος όπως είπα, γιατί είμαστε έτοιμοι να αρχίσουμε τη συζήτηση για την οριστική διευθέτηση η οποία λίγο πολύ είναι συμφωνημένη από το 2012.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία να ξέρει ο ελληνικός λαός που βρίσκεται τώρα η χώρα και τι πρέπει να γίνει την επόμενη περίοδο σε πρώτη φάση μέχρι τις 29 Δεκεμβρίου και σε δεύτερη φάση από εκεί και πέρα.
Η μία επιλογή είναι να συνεχίσουμε κανονικά. Η άλλη επιλογή είναι να κάνουμε εκλογές, να έχουμε μια άλλη Κυβέρνηση. Μπορεί και ξανά εκλογές και διαδικασίες διερευνητικών εντολών και συζητήσεις των Αρχηγών των Κομμάτων με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στο μεταξύ να μην λειτουργεί η οικονομία, να μην λειτουργεί η διαπραγμάτευση, να μην έχουν λυθεί τα θέματα αυτά, να μην μπορεί να δανειοδοτηθούν οι επιχειρήσεις γιατί οι Τράπεζες θα είναι επιφυλακτικές, να μην μπορούμε να απορροφήσουμε το ΕΣΠΑ.
Ποιος αποσταθεροποιεί την οικονομία; Ποιος αποσταθεροποιεί τη χώρα; Ποιος επιβάλλει πρόσθετο κόστος σε κάθε Έλληνα πολίτη; Άκουσα να λέει η αντιπολίτευση στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο εκπροσώπησης «Θα αναζητηθούν ευθύνες και όχι μόνο πολιτικές, εάν κάποιοι αποσταθεροποιήσουν την οικονομία». Μάλιστα!
Θα αναζητηθούν. Το λέω εγώ. Θα αναζητήσουμε τις ευθύνες αυτές, εάν κάποιοι αποσταθεροποιήσουν την οικονομία. Αλλά αν η ευθύνη αυτή ανήκει στον ελληνικό λαό; Από πού θα ζητηθεί η ευθύνη; Αυτή είναι η σχέση δημοκρατίας και αλήθειας. Γιατί ο Έλληνας πολίτης θέλει την αλήθεια, του λέμε την αλήθεια. Η αλήθεια είναι δυσάρεστη. Και όπως έχω πει κι άλλες φορές, σου λέει «τότε πες μου ένα ψέμα που είναι πιο ευχάριστο». Και μπορεί κάποιος με πάθος να ψηφίσει το ψέμα και αυτό έχει γίνει πολλές φορές στο παρελθόν. Και έτσι οδηγήθηκε η χώρα στην ταπείνωση.
Γιατί ταπεινωτικό είναι να διαπραγματεύεσαι με τέτοιους όρους, ταπεινωτικό είναι να διαπραγματεύεσαι με υπηρεσιακά στελέχη, ταπεινωτικό είναι και να εκλιπαρείς ξένους Πρωθυπουργούς ή ξένους Υπουργούς, ή να αγωνίζεσαι να τους πείσεις με επιχειρήματα. Αλλά… οὐ σύ με λοιδορεῖς, ἀλλ᾿ ὁ τόπος.
Γιατί πρέπει να σφίξεις τα δόντια και να πεις «θα δεχτώ και την προσωπική ταπείνωση, εάν πρόκειται να προστατεύσω το λαό μου, τη χώρα μου, την οικονομία, τα εισοδήματα, τις καταθέσεις, τις περιουσίες». Γιατί πράγματι ειναι πολύ δύσκολο να χάνεις το 25% του ΑΕΠ αλλά πολύ σημαντικό είναι να έχεις καταφέρει να κρατήσεις το 75%.
Είναι πολύ αρνητικό να χάνουν αξίες οι περιουσίες, αλλά είναι σημαντικό να προστατεύεις τις καταθέσεις σου, τις καταθέσεις των απλών πολιτών όχι αυτών που έβγαλαν με ευκολία τα λεφτά τους έξω περιμένοντας να αγοράσουν φτηνά την Ελλάδα, όταν καταρρεύσει και ξαναγυρίσει στη δραχμή.
* Και η έκτη ερώτηση: Αν δεν συγκεντρωθούν οι 180 ψήφοι; Εγώ ποτέ δεν είπα ότι είναι εύκολο να συγκεντρωθούν. Τίποτε δεν είναι δεδομένο. Υπάρχει η ευθύνη του κάθε Κόμματος και του κάθε βουλευτή. Συνομωσίες δεν υπάρχουν. Γιατί η ψηφοφορία είναι ανοιχτή, ονομαστική, ο κάθε βουλευτής σηκώνεται όρθιος και μπροστά στην τηλεόραση εκφωνεί την ψήφο του και κρίνεται από τους ψηφοφόρους του και από όλο το λαό. Μπορεί να κάνει και τη μια και την άλλη επιλογή.
Υπάρχει ένα ανέκδοτο, το λένε στην Αμερική με κάποιες γαλοπούλες που χαίρονται πριν τα Χριστούγεννα προφανώς επειδή θα τις σφάξουν. Έχω πραγματικά μείνει έκπληκτος από τον ενθουσιασμό όχι βουλευτών, κομμάτων, που ξέρουν ότι κινδυνεύουν να μην υπάρχουν στην επόμενη Βουλή που θέλουν εκλογές. Εκλογές! Με ποια στρατηγική συμμαχιών; Με ποιο πρόγραμμα; Με ποια προοπτική; Με ποια διαπραγματευτική ομάδα;
Έτσι έγιναν οι εκλογές και το Μάιο του 2012 και πήγαμε στην τεχνητή μικρή πόλωση του Ιουνίου. Το ΠΑΣΟΚ έλεγε από το Μάιο του 2012 «Ελάτε να κάνουμε Κυβέρνηση όλων των προοδευτικών ή πάντως όλων των υπεύθυνων ευρωπαϊκών δυνάμεων». Και μπορούσε να γίνει και Κυβέρνηση με προοδευτικό πρόσημο, χωρίς τη συμμετοχή της Νέας Δημοκρατίας τότε. Με μικρή πλειοψηφία, αλλά με πλειοψηφία. Αυτό δεν μπορούσε να γίνει τον Ιούνιο και τον Ιούνιο είπαμε «Ελάτε όλες οι εθνικές δυνάμεις της ευθύνης και η Νέα Δημοκρατία και η ΔΗΜΑΡ και ο ΣΥΡΙΖΑ βεβαίως. Αλλά δεν το ήθελαν. Και στη συνέχεια μας εγκατέλειψε και η ΔΗΜΑΡ με την αντιφατική πολιτική της, την ανεξήγητη με μια πολιτική λογική. Και τώρα ποια είναι η αντιπρόταση; Όχι η αντιπρόταση σε σχέση με τα πρόσωπα που δήθεν ασκούν εξουσία, γιατί η εξουσία είναι φθορά και ευθύνη δυσανάλογη, αλλά σε σχέση με τις στρατηγικές. Αυτά θα τα σταθμίσει ο ελληνικός λαός.
* Και η τελευταία ερώτηση: Ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ και της Δημοκρατική Παράταξης. Το ΠΑΣΟΚ, που ο Ανδρέας Παπανδρέου, το θέλησε εξ αρχής ως εκφραστή της ευρύτερης δημοκρατικής παράταξης, πρέπει να εφαρμόσει τις δικές του πολιτικές συμμαχιών, να μη μείνει μόνο ,με ψηλά τα σύμβολα, τις σημαίες του, τα εμβλήματα, το όνομά του, χωρίς να το θέτει σε αμφισβήτηση, όπως προτείνουν κάποιοι.
Αλλά με συνεργασίες, όπως πολλές φορές το κάναμε στο παρελθόν σε όλες τις κρίσιμες στιγμές. Έχουμε κάνει συνεργασίες με ανοίγματα εντυπωσιακά, όχι προς την κεντροαριστερά, αλλά και προς την κεντροδεξιά. Έχουμε εκλέξει βουλευτές επικρατείας, έχουμε δώσει θέσεις πολύ σημαντικές.
Το ΠΑΣΟΚ με όλο του το εύρος ως ΠΑΣΟΚ, έχοντας μαζί του και την ευρύτερη Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη, λειτουργεί ως εγγυητής της εθνικής σταθερότητας γιατί πάντα αυτό ήμασταν ιστορικά και πάντα αυτό θα είμαστε. Που σημαίνει ότι η πρότασή μας είναι πάλι η συσπείρωση όλων των προοδευτικών φιλοευρωπαϊκών υπεύθυνων δυνάμεων, ή πάντως όλων των δυνάμεων του δημοκρατικού τόξου που πιστεύουν στην υπεύθυνη και αληθινή εθνική στρατηγική.
Δεν έγινε κυβέρνηση συνεργασίας ΠΑΣΟΚ – Ν.Δ. τον Ιούνιο του 2012. Έγινε κυβέρνηση και με τη ΔΗΜΑΡ. Η αίσθησή μου ήταν ότι τον Ιούνιο του 2013 η κοινωνία ήθελε από το ΠΑΣΟΚ να κρατήσει τη χώρα σταθερή και την κυβέρνηση όρθια με προοδευτικό πρόσημο, πάντως πολύ πιο καθαρό από αυτό που είχε η κυβέρνηση συνεργασίας του Νοεμβρίου του 2011 στην οποία μετείχε και ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός του κ. Καρατζαφέρη, χωρίς να χρειάζεται αριθμητικά.
Και πορευόμαστε με δυσκολίες μεγάλες, αλλά δεν υπάρχει σταθερότητα προσανατολισμού της χώρας χωρίς το ΠΑΣΟΚ και τη Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη. Κι αυτό ο καθένας καλείται να το σταθμίσει .
Και το ΠΑΣΟΚ προχωρά αξιόπιστο και ενωμένο και προσωπικά αντιλαμβάνομαι το ρόλο μου -ένα ρόλο που τον επωμίστηκα υπό πολύ δύσκολες συνθήκες, όταν δεν υπήρχε άλλη επιλογή και όλοι οι ρόλοι που έχω επωμιστεί είναι τέτοιοι -αντιλαμβάνομαι λοιπόν το ρόλο μου ως ρόλο εγγυητή της ενότητας και θα αγωνιστώ για την ενότητα μέχρι το τέλος. Για τη συσπείρωση όλων των δυνάμεων ανεξαιρέτως, αλλά για μια ενότητα αξιοπρέπειας και ειλικρίνειας. Για μια ενότητα λόγου και πράξης. Πράξης πολιτικής, πράξης εθνικής και πράξης εκλογικής. Είναι η ρήτρα του παραβάν. Να είσαι ΠΑΣΟΚ μέσα στο παραβάν.
Ελπίζω ότι η σωφροσύνη του ελληνικού λαού θα διαμορφώσει διαφορετικά τις καταστάσεις, γιατί τα λάθη γίνονται εύκολα. Η αποκατάσταση των ζημιών γίνεται πάρα πολύ δύσκολα .Οι απειλές είναι ασύμμετρες.
Γι’ αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία με αυτοπεποίθηση, αξιοπρέπεια, υπερηφάνεια, με καθαρή ταυτότητα ιδεών και απόψεων, με προγραμματικό λόγο συγκροτημένο να δώσουμε τη μάχη. Ευελπιστώ μέχρι την τελευταία στιγμή ότι η Βουλή θα αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και θα εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αλλά δεν φοβόμαστε τις εκλογές.
Και είμαστε σε εκλογική ετοιμότητα και θεωρώ όλο το στελεχικό δυναμικό μας της Καστοριάς και της Δυτικής Ελλάδας εντεταγμένο στη Νομαρχιακή και την Περιφερειακή Επιτροπή του Εκλογικού Αγώνα. Και ξέρω ότι τα ψηφοδέλτιά μας θα στελεχωθούν στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο αγωνιστικότητας, ανανέωσης και αξιοπιστίας καθώς έχουμε το εξαιρετικό παράδειγμα του ψηφοδελτίου των ευρωεκλογών που ήταν πραγματικά ένα ψηφοδέλτιο ελπίδας και ανανέωσης για την παράταξη.
Φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι, γράφουμε ακόμη ιστορία. Τη γράφουμε όλοι μαζί. Τη γράφουμε για την παράταξη, πρωτίστως τη γράφουμε για την Πατρίδα. Εμπρός λοιπόν ας δώσουμε και αυτή τη μάχη για την Πατρίδα, για τη Παράταξη, για το μέλλον των παιδιών μας.
Σας ευχαριστώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου