Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΕΛΛΗΣ : Κέντρο επίθεση

Λένε ότι στην Πολιτική η επιτυχία είναι θέμα ταύτισης. Ότι οι ψηφοφόροι στηρίζουν εκείνον που νιώθουν πως τους καταλαβαίνει, εκείνον που σκέφτεται σαν αυτούς και μιλά τη γλώσσα τους. Αυτόν που θα ήθελαν για κόλλητο, για αδερφό ή ακόμη και για πατέρα τους. Με λίγα λόγια, το πρόσωπο στο οποίο μπορούν να αντικρίσουν μια εξωραϊσμένη αντανάκλαση του εαυτού
τους.
Κι αν ο μέσος ψηφοφόρος αναζητά εκείνον που θα αντικατοπτρίζει καλύτερα το Εγώ του, ο νέος ψηφοφόρος ψάχνει αυτόν που θα του το διαμορφώσει. Μόνο που για να διαμορφώσεις την προσωπικότητα κάποιου πρέπει πρωτίστως να είσαι σε θέση να τον γοητεύσεις. Και για να το πετύχεις αυτό χρειάζεται να παρουσιάζεις τουλάχιστον αισθητική και υφολογική συγγένεια μαζί του. Δεν είναι, άλλωστε, καθόλου τυχαίο ότι η νέα γενιά χάνει κάθε ενδιαφέρον για τα κοινά σε περιόδους που απουσιάζουν ηγέτες ικανοί να εμπνεύσουν. Ακόμη κι αν οι ηγέτες αυτοί είναι κατά τα άλλα ικανότατοι.
Η νέα γενιά χάνει κάθε ενδιαφέρον για τα κοινά σε περιόδους που απουσιάζουν ηγέτες ικανοί να εμπνεύσουν Κόμματα, λοιπόν, που ανήκουν στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς και άρα φιλοδοξούν να εκπροσωπήσουν κατά βάση τα μεσαία και χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, δεν έχουν την πολυτέλεια να λειτουργούν σαν λέσχες φιλοξενίας διανοουμένων. Εννοείται πως άνθρωποι του πνεύματος καθώς και εξειδικευμένοι τεχνοκράτες είναι απολύτως απαραίτητοι. Δεν είναι όμως αρκετοί. Πολλώ δε μάλλον τώρα εν μέσω κρίσης. Γιατι η όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων ευνοεί την εξάπλωση ακραίων θέσεων. Για να κυριαρχήσει, επομένως, μια μετριοπαθής και κατά βάση κεντρώα ατζέντα, απαιτείται επιθετική επικοινωνιακή στρατηγική με αξιοποίηση προσώπων προσιτών και οικείων στον απλό πολίτη. Όχι κρίσεις ελιτισμού ούτε «σνομπισμός» απέναντι σε παραδοσιακές κομματικές δομές που –ιδίως στην επαρχία- αποτελούν συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην κοινωνία και το στελεχιακό δυναμικό του κόμματος.
 Αλλά ούτε και λογική αναπαλαίωσης με επιστροφή στο νικηφόρο (προ)χθες. Εμβληματικές προσωπικότητες του παρελθόντος μπορούν να συσπειρώσουν και να «μπετονάρουν» ένα υπολογίσιμο κομματικό κοινό, αλλά δεν είναι ικανές να συγκινήσουν τα πιο δυναμικά και πολυπληθή τμήματα της κοινωνίας, όπως είναι η νέα γενιά.
Χρειάζονται, συνεπώς, οι πολιτικοί φορείς της Κεντροαριστεράς ένα κράμα λαϊκότητας και επιστημοσύνης για να μπορούν να απευθυνθούν τόσο στη λογική όσο και στο συναίσθημα του μέσου ψηφοφόρου. Απαλλαγμένοι από κάποια στιγματισμένα πρόσωπα του χθες αλλά και από την αλαζονική ψευδαίσθηση ορισμένων ότι πρέπει να ανελιχθούν πολιτικά από τον «καναπέ» τους απλά και μόνον λόγω καλού βιογραφικού. Και φυσικά απαλλαγμένοι από την αυταπάτη ότι αρκεί ο θαυμασμός μερικών υψηλού επιπέδου ομοϊδεατών για να γίνει αποδεκτό ένα πολιτικό αφήγημα από την πλειοψηφία.
Χρειάζονται, οι πολιτικοί φορείς της Κεντροαριστεράς ένα κράμα λαϊκότητας και επιστημοσύνης για να μπορούν να απευθυνθούν τόσο στη λογική όσο και στο συναίσθημα του μέσου ψηφοφόρου
 Εξάλλλου, σε ένα αντιπροσωπευτικό πολίτευμα είναι αδύνατο να εμπιστευτεί ο πολίτης την επίλυση των προβλημάτων του σε κάποιον με τον οποίον δεν έχει τίποτα κοινό. Η Ιστορία, άλλωστε, αποδεικνύει ότι οι εκλογείς συχνά συγχωρούν στους ηγέτες τους «αμαρτίες» που οφείλονται σε ανθρώπινες αδυναμίες που χαρακτηρίζουν και τους ίδιους. Καταδικάζουν, όμως, σχεδόν ανεξαιρέτως τους πολιτικούς που εμφανίζουν συμπτώματα υπεροψίας και συμπεριφέρονται στο εκλογικό σώμα σαν να του κάνουν χάρη που το κυβερνούν.
Εάν, λοιπόν, τα κόμματα που αυτοπροσδιορίζονται ως σοσιαλδημοκρατικά δεν ξαναγίνουν λαϊκά και ταυτόχρονα νεωτερικά στο ύφος και την αισθητική, αν δεν ενισχύσουν τις δομές που λειτουργούν ως υποδοχείς στελεχών από την κοινωνία και αν δεν συμμορφωθούν με το αίτημα για ανανέωση με φρέσκα πρόσωπα στο προσκήνιο, δεν θα αποβάλουν ποτέ το αρνητικό επικοινωνιακό φορτίο που τα βαραίνει. Ακόμα κι αν η προγραμματική τους αντζέντα είναι η πιο προοδευτική και ουσιαστική.
Θα παραμείνουν για πάντα στη λαϊκή συνείδηση ως κόμματα «συστημικά» που εξυπηρετούν «κατεστημένα συμφέροντα». Ως κόμματα που η νεολαία τους «γυρίζει την πλάτη» και τα ακολουθούν μονάχα οι ολοένα και μειούμενοι φανατικοί οπαδοί τους. Ως κόμματα «καβάτζα» που δεν εμπνέουν ούτε πείθουν και ο κόσμος τα επιλέγει μόνον ως «δεκανίκια» ικανά να συγκρατούν από πιθανές «τρέλες» την κυρίαρχη και πιο ριζοσπαστική πολιτική δύναμη.
Ο Δημήτρης Τέλλης είναι φοιτητής Νομικής Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης

thetoc

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου