Ραγδαίες είναι οι εξελίξεις μετά την απαγόρευση που επέβαλαν οι Ολλανδοί στην προσγείωση του αεροπλάνου του Τούρκου ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου στη χώρα.Πριν από λίγο, όπως μεταδίδει το Reuters, πηγές από το υπουργείο
Εξωτερικών της Τουρκίας ανέφεραν ότι «απέκλεισαν» τόσο την πρεσβεία όσο και το προξενείο της Ολλανδίας στην Τουρκία, ενώ κάτι ανάλογο συνέβη και με τις κατοικίες του Ολλανδού πρεσβευτή, του Ολλανδού επιτετραμμένου και του γενικού προξένου.
Οπως ενημέρωσαν οι ίδιες πηγές, το κλείσιμό τους έγινε για λόγους ασφαλείας, μετά την απαγόρευση από την ολλανδική πλευρά στον Τσαβούσογλου. Μάλιστα, το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε ότι δεν επιθυμεί την επιστροφή του Ολλανδού πρεσβευτή, που βρίσκεται σε άδεια, στην Αγκυρα «για κάποιο χρονικό διάστημα».
«Δεν θέλουμε ο Ολλανδός πρέσβης, που δεν βρίσκεται στη χώρα, να επιστρέψει στη θέση του για κάποιο χρονικό διάστημα. Εξηγήσαμε στους ομολόγους μας ότι αυτή η σοβαρή απόφαση που λαμβάνεται εναντίον της Τουρκίας και της τουρκικής κοινότητας στην Ολλανδία θα προκαλέσει σοβαρά προβλήματα, διπλωματικά, πολιτικά, οικονομικά και σε άλλους τομείς», ανέφερε η ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείο Εξωτερικών.
Την ίδια ώρα, η υπουργός Οικογενειακών Υποθέσεων της Τουρκίας εμποδίσθηκε από την ολλανδική αστυνομία να εισέλθει στο τουρκικό προξενείο του Ρότερνταμ, όπως μετέδωσε το τηλεοπτικό δίκτυο NOS News.
Το NOS μετέδωσε εικόνες όπου φαίνεται η Φατμά Μπετούλ Σαγιάν Καγιά να βγαίνει από αυτοκίνητο μπροστά από το κτίριο του προξενείου και να εμποδίζεται από την αστυνομία όταν προσπαθεί να εισέλθει. Δεν συνελήφθη, διευκρινίζεται. Νωρίτερα, το Reuters μετέδωσε πληροφορία του NOS, σύμφωνα με την οποία η υπουργός κρατείται.
Ετσι ξεκίνησαν όλα
Λίγες μόνο ώρες πριν από την προγραμματισμένη ομιλία του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μελβούτ Τσαβούσογλου στο τουρκικό προξενείο στο Ρότερνταμ υπέρ της συνταγματικής μεταρρυθμίσεις στο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου, οι ολλανδικές Αρχές απέσυραν την άδεια προσγείωσης του αεροσκάφους που θα τον μετέφερε.
Η απόφαση της Χάγης εκτιμάται ως απάντηση στις απειλές του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, στο προοίμιο της επίσκεψής του, για επιβολή «σοβαρών πολιτικών και οικονομικών κυρώσεων» σε περίπτωση που η Ολλανδία παρεμποδίσει την ομιλία του στο προξενείο. Το γεγονός πάντως ότι η ολλανδική κυβέρνηση τηρεί σκληρή στάση σχετίζεται πιθανότατα και με τις επικείμενες βουλευτικές εκλογές, οι οποίες διεξάγονται την ερχόμενη Τετάρτη. Ενδεικτική η αντίδραση του λαϊκιστή Γκερντ Βίλντερς, ο οποίος κατηγόρησε την ολλανδική κυβέρνηση ότι έδρασε με γνώμονα με το βλέμμα στραμένο στην εκλογική αναμέτρηση και όχι σύμφωνα με τα πιστεύω της.
Στην απόφαση της Χάγης αντέδρασε οργισμένα ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν. Σε εκδήλωση στην Κωνσταντινούπολη απείλησε με εκδίκηση την Ολλανδία, χαρακτηρίζοντας τους υπουργούς της ολλανδικής κυβέρνησης, σύμφωνα με το πρακτορείο Ανατολή, «απογόνους των ναζί, προκατειλημμένους και φοβικούς». Ο τούρκος πρόεδρος πρόσθεσε μάλιστα ότι «θα πρέπει να δούμε πως θα προσγειώνονται τώρα τα διπλωματικά σας αεροσκάφη στην Τουρκία». Από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός Μάρκ Ρούτε δήλωσε κατά τη διάρκεια προεκλογικής συγκέντρωσης ότι οι δηλώσεις του τούρκου προέδρου «ξεπερνούν κάθε όριο».
Ζήτημα εξωτερικής πολιτικής
Το ζήτημα Τούρκων υπουργών που δραστηριοποιούνται πολιτικά απασχολεί εδώ και καιρό και την γερμανική κοινή γνώμη, η οποία απορρίπτει στην πλειοψηφία της πολιτικές συγκεντρώσεις και εμφανίσεις πολιτικών που διχάζουν την τουρκική κοινότητα στη χώρα. Στο ερώτημα αν η γερμανική κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να απαγορεύσει πολιτική ομιλία ξένων κυβερνητικών στελεχών πήρε θέση την Παρασκευή το ανώτατο γερμανικό δικαστήριο.
Στην απόφαση του το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας καθιστά σαφές ότι εναπόκειται στη γερμανική κυβέρνηση να απαγορεύσει προεκλογικές εμφανίσεις μελών της τουρκικής κυβέρνησης. Σύμφωνα με το ανώτατο γερμανικό δικαστήριο, ούτε από το γερμανικό Σύνταγμα και ούτε από το Διεθνές Δίκαιο προκύπτει ότι αλλοδαποί πολιτικοί αξιωματούχοι έχουν το δικαίωμα να έρχονται στη Γερμανία και να δραστηριοποιούνται πολιτικά. Μια τέτοιου είδους δράση προϋποθέτει είτε την ρητή, είτε την σιωπηρή συγκατάθεση της γερμανικής κυβέρνησης. Η απαγόρευση της πολιτικής δραστηριότητας ενός ξένου αξιωματούχου σε γερμανικό έδαφος με την επίσημη του ιδιότητα είναι μια απόφαση στο πλαίσιο άσκησης εξωτερικής πολιτικής και δεν προσβάλει το συνταγματικό δικαίωμα της ελευθερίας γνώμης.
Αντιπαράθεση κυβέρνησης - αντιπολίτευσης
Παρά την απόφαση του ανωτάτου γερμανικού δικαστηρίου, το Βερολίνο δεν σκοπεύει να απαγορεύσει την είσοδο στη Γερμανία μελών της τουρκικής κυβέρνησης για να συμμετέχουν σε προεκλογικές εκδηλώσεις για το δημοψήφισμα τον Απρίλιο. Υπογραμμίζοντας τη μεγάλη σημασία που έχει η ελευθέρια γνώμης η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπο Ουλρίκε Ντέμερ τόνισε ότι «αυτό που ζητάμε από άλλους, θα πρέπει να εφαρμόζουμε και εμείς».
Αντιθέτως, ενώ χαιρετίζει την απόφαση του δικαστηρίου, η συμπρόεδρος της Κ.Ο. του κόμματος «Η Αριστερά» Σάρα Βάγκενκνεχτ, κατηγορεί συγχρόνως τη γερμανική κυβέρνηση ότι «σκόπιμα δεν αξιοποιεί τις δυνατότητες που διαθέτει για να απαγορεύσει την προπαγάνδα για μια αυταρχική Τουρκία.» Και ο πρόεδρος των Φιλελευθέρων, Κρίστιαν Λίντνερ, εκτιμά πως πρόκειται για «μια λανθασμένη αντίληψη περί ανεκτικότητας» από την πλευρά της γερμανικής κυβέρνησης «να παρέχει στους εχθρούς της ελευθερίας γνώμης αυτό το δικαίωμα».
Με πληροφορίες από Reuters, Deutsche Welle
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου