Η αντίστροφη μέτρηση προς την ανάδειξη του νέου προέδρου του ΠΑΣΟΚ , διαμόρφωσε ήδη κάποια κριτήρια που λειτουργούν τροχιοδεικτικά για το αποτέλεσμα- προτού καν κορυφωθεί η προεκλογική δραστηριότητα των υποψηφίων.
Σύμφωνα με καλούς γνώστες των εσωτερικών του κόμματος, στο κλίμα που διαμορφώνεται από την εμπέδωση αυτών των κριτηρίων κερδισμένος βγαίνει ο Παύλος Γερουλάνος που δείχνει σταθερά στοιχεία προσωπικής υπεροχής έναντι των υπολοίπων.
Το πρώτο -και από ό,τι φαίνεται και καθοριστικό -κριτήριο είναι η γενική πεποίθηση του υπό διαμόρφωση εκλογικού σώματος ότι ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ πρέπει να είναι απαραίτητα και βουλευτής.
Η μάλλον κακή εμπειρία από την εκτός Βουλής ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη από τα τέλη του 2021 ως το 2023 – παρότι τον αναπλήρωνε με επάρκεια στο Κοινοβούλιο ο Μιχάλης Κατρίνης – έγινε μάθημα.
Στην κομματική βάση η ιδέα να πορευθεί το κόμμα ως τις επόμενες εκλογές – δηλαδή περίπου για τρία χρόνια- με αρχηγό που δεν θα είναι κοινοβουλευτικός δεν είναι καθόλου δημοφιλής. Ιδιαίτερα μετά τις περιπέτειες του ΣΥΡΙΖΑ που επέλεξε πρόεδρο εκτός Βουλής.
Ο κανόνας «ο πρόεδρος πρέπει να είναι βουλευτής»
Ο πρώτος χαμένος από αυτή την εξέλιξη είναι ο Χάρης Δούκας που είχε ήδη να αντιμετωπίσει τη μομφή για τις δυο ασύμβατες υποστάσεις -του δημάρχου και του κομματικού αρχηγού – που προβάλλει.
Τόσο οι δημότες όσο και οι οπαδοί του ΠΑΣΟΚ δεν του αναγνωρίζουν ότι μπορεί να είναι ταυτόχρονα και δήμαρχος που θα συνεργάζεται με την κυβέρνηση, και αντιπολιτευτικός παράγων που θα συγκρούεται μαζί της.
Η παράμετρος της βουλευτικής ιδιότητας, που δεν θα έχει, κάνει ακόμη πιο δύσκολα γι’ αυτόν τα πράγματα.
Σε ακόμη χειρότερη θέση με βάση αυτό το κριτήριο περιέρχεται η Άννα Διαμαντοπούλου– που έκανε στο παρελθόν καριέρα με τρεις διαφορετικούς προέδρους του ΠΑΣΟΚ.
Αφού του γύρισε την πλάτη για περισσότερο από μια δεκαετία -και φλέρταρε με τον Μητσοτάκη, που δεν τη θεώρησε ικανή να της δώσει αυτά που θα ήθελε ως μέλος της κυβέρνησης του,- αποφάσισε ότι είναι η …καλύτερη για να «κάνει μεγάλο το ΠΑΣΟΚ»- προκαλώντας αισθήματα ενόχλησης στη βάση του.
Κινητοποιώντας σημιτικά υπολείμματα του κακόφημου, ούτως ή άλλως, «εκσυγχρονισμού» εμφανίζεται να κάνει μεγάλη επένδυση στην υποψηφιότητα της- με παρουσία σε κάθε διατιθέμενο μέσο και άγνωστο κόστος.
Συνεπικουρούμενη από δυνάμεις της νεομητσοτακικής διαπλοκής θεωρείται ότι υπερβαίνει τα εσκαμμένα στην αυτοπροβολή της κι’ αυτό μάλλον την αποδυναμώνει. Π.χ. σαν να μην την γνωρίζουν στο ΠΑΣΟΚ εμφανίζει διαδρομή ανερχομένου και πιστού κομματικού στελέχους, με επιλεκτικές αναφορές στο παρελθόν της.
Παλαιοί οπαδοί του ΠΑΣΟΚ δυσφορούν όταν αποκρύπτει ολόκληρες περιόδους της πορείας της και ψιμυθιώνει τις αποτυχίες της στις θέσεις που διορίσθηκε, ως ευνοούμενη της εκάστοτε ηγεσίας: νομάρχης, δύο φορές γενική γραμματέας, πρόεδρος του ΕΟΜΜΕΧ και μέλος της Κομισιόν, στην οποία μάλλον δεν άφησε εποχή.
Άλλοι της καταλογίζουν ότι η … θριαμβευτική αναφορά της στο υπουργείο Παιδείας είναι παραπλανητική. Αποσιωπά ότι το νομοσχέδιό της για τα ΑΕΙ -που ψήφισε η ΝΔ και ο ΛΑΟΣ- δεν ήταν εφαρμόσιμο και εγκαταλείφθηκε. Και υποβαθμίζει το «έπος της φωτοτυπίας» στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, το κλείσιμο σχολείων, την κατάργηση της βάση του δέκα.
Θεωρείται η «λιγότερο ΠΑΣΟΚ» και πολλοί υπενθυμίζουν τις κατά καιρούς απόψεις της: από το «δεν με εκφράζει το ΠΑΣΟΚ», ως την προτίμηση στην αυτοδυναμία του Μητσοτάκη, το μεταναστευτικό και τα εργασιακά δικαιώματα. Όπως και την πρώτη την εκλογή της στη Βουλή μετά από ..διορισμούς σε πέντε κρατικές θέσεις!
Με αυτό το βιογραφικό η ιδέα ότι θα μπορούσε να είναι εξωκοινοβουλευτική επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ προκαλεί ακόμη και μειδιάματα – αν δεν προκαλεί και συνειρμούς για διάσπαση.
Ειδικά μετά την απίστευτη πρωτοβουλία της να ενημερώσει τους εν ενεργεία βουλευτές για τη…διαδρομή της. Σα να μην έχουν υπόψη τους ότι όσο «οι ίδιοι μάχονταν για το κόμμα η ίδια έκοβε βόλτες σε άλλα περιβόλια», όπως λέει ένας από αυτούς.
Σε κάθε περίπτωση πάντως ότι είχε σπεύσει να θέσει προϋποθέσεις… δικαστικών αντιπροσώπων στη διαδικασία συντηρεί την υπόνοια της αποχώρησης , αν διαπιστώσει ότι βρίσκεται μακριά από τους στόχους της.
Για τον Νίκο Ανδρουλάκη η βουλευτική ιδιότητα που διαθέτει τους τελευταίους 14 μήνες λειτουργεί αποτρεπτικά -καθώς αποδείχθηκε μέτριος κοινοβουλευτικός. Η παρουσία του στη Βουλή δεν πρόσθεσε κάτι στο ΠΑΣΟΚ και αυτό αποτυπώθηκε και στο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.
Η ιδέα ότι θα μπορούσε να εμφανιστεί ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης -αν το ΠΑΣΟΚ ανακάμψει στις επόμενες εκλογές – ή ακόμη και αν διασπασθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και αναδειχθεί δεύτερη κοινοβουλευτική δύναμη σ’ αυτή τη Βουλή- είναι αποκαρδιωτική.
Η υποψηφιότητα Γερουλάνου
Αντίθετα σ’ αυτό το επίπεδο επαρκή δείγματα γραφής έχει δώσει ο Μιχάλης Κατρίνης, ως επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, απόντος του Ανδρουλάκη από τη Βουλή. Η προσωπική αξιοπιστία του δεν επαρκεί για να καλύψει το κενό που δημιουργεί η έλλειψη, «μηχανισμού» και οικονομικών μέσων.
Ωστόσο παράγοντες του ΠΑΣΟΚ κρίνουν ότι θα διαμόρφωνε εντυπωσιακό ντουέτο με τον Παύλο Γερουλάνο, που θα μπορούσε να τον ορίσει κοινοβουλευτικό του εκπρόσωπο, σε περίπτωση επικράτησής του.
Οι ίδιοι παράγοντες σημειώνουν ότι εκτός από το πλεονέκτημα του καλύτερου βιογραφικού που διαθέτει ο πρώην υπουργός Πολιτισμού -σε συνδυασμό με την επαγγελματική ικανότητά του να κατανοεί τα οικονομικά θέματα και την κοινωνική τους διάσταση- η υποψηφιότητά του έχει ορατά πλέον έχει μια επιπλέον προϋπόθεση, με ουσιαστικό και συμβολικό ενδιαφέρον: την υποστήριξη του ιστορικού ΠΑΣΟΚ.
Τόσο στο λεκανοπέδιο Αττικής, όσο και στην περιφέρεια τον πρώην υπουργό στηρίζουν σχεδόν καθολικά οι παράγοντες του διαχρονικού ΠΑΣΟΚ, που αποτελούσαν του βραχίονες των επιμέρους τάσεων του Κινήματος στο παρελθόν: από τους ««Γεννημματικούς» ,μέχρι τους «Παπανδρεϊκούς» και τους «Σημιτικούς».
Από την οικογένεια του ιδρυτή, ο ευρωβουλευτής Νίκος Παπανδρέου έχει τοποθετηθεί υπέρ του, ενώ σχεδόν όλοι οι παλαιοί συνεργάτες του Ανδρέα Παπανδρέου, -αλλά και του Γ. Παπανδρέου στο υπουργείο Εξωτερικών και το ΠΑΣΟΚ- συντάσσονται με τη υποψηφιότητά του.
Η πολύ καλή καμπάνια του που βασίζεται σε επεξεργασμένο πρόγραμμα με το σύνθημα «Αναγέννηση» και με συγκεκριμένες πολιτικές που συνδέονται με την ιδεολογική πορεία του ΠΑΣΟΚ, τον φέρνει σε επαφή με τις νεότερες γενιές του κόμματος και ενισχύει την προοπτική του να αναδειχθεί στον έβδομο κατά σειρά πρόεδρο.
Την υποψηφιότητα Γερουλάνου αντιμετωπίζουν θετικά και παλαιά μεσαία ή περιφερειακά στελέχη του ΠΑΣΟΚ που είχαν υποστηρίξει τον Αλέξη Τσίπρα μετά τις ήττες της περιόδου Βενιζέλου. Αλλά και στελέχη από τη Αυτοδιοίκηση με βάση την ενεργή παρουσία του στο Δήμο Αθηναίων.
Αυτό προφανώς παρακίνησε τη Διαμαντοπούλου να στείλει… ειδική επιστολή στους αυτοδιοικητικούς -επικαλούμενη τον κομματικό διορισμό της σε κρατική νομαρχία το 1985 ως… θητεία στην Αυτοδιοίκηση.
Με βάση αυτά τα δεδομένα το αρχικό κλίμα που προσπαθούν να δημιουργήσουν με ανίσχυρα δημοσκοπικά ευρήματα κάποιοι κύκλοι, καταρρέει.
Στην πράξη, δημιουργούνται νέα δεδομένα, που ακυρώνουν τα υπό κατασκευή «φαβορί» και αναδεικνύουν ως σημαντικό κριτήριο της εκλογής, τη βούληση του μέσου οπαδού, που έχει σχηματίσει ήδη άποψη για τους υποψήφιους -με βάση το συμφέρον του κόμματος και την πραγματική αξία της πολιτικής μακριά από εξωθεσμικά κέντρα.
Σύμφωνα με καλούς γνώστες των εσωτερικών του κόμματος, στο κλίμα που διαμορφώνεται από την εμπέδωση αυτών των κριτηρίων κερδισμένος βγαίνει ο Παύλος Γερουλάνος που δείχνει σταθερά στοιχεία προσωπικής υπεροχής έναντι των υπολοίπων.
Το πρώτο -και από ό,τι φαίνεται και καθοριστικό -κριτήριο είναι η γενική πεποίθηση του υπό διαμόρφωση εκλογικού σώματος ότι ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ πρέπει να είναι απαραίτητα και βουλευτής.
Η μάλλον κακή εμπειρία από την εκτός Βουλής ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη από τα τέλη του 2021 ως το 2023 – παρότι τον αναπλήρωνε με επάρκεια στο Κοινοβούλιο ο Μιχάλης Κατρίνης – έγινε μάθημα.
Στην κομματική βάση η ιδέα να πορευθεί το κόμμα ως τις επόμενες εκλογές – δηλαδή περίπου για τρία χρόνια- με αρχηγό που δεν θα είναι κοινοβουλευτικός δεν είναι καθόλου δημοφιλής. Ιδιαίτερα μετά τις περιπέτειες του ΣΥΡΙΖΑ που επέλεξε πρόεδρο εκτός Βουλής.
Ο κανόνας «ο πρόεδρος πρέπει να είναι βουλευτής»
Ο πρώτος χαμένος από αυτή την εξέλιξη είναι ο Χάρης Δούκας που είχε ήδη να αντιμετωπίσει τη μομφή για τις δυο ασύμβατες υποστάσεις -του δημάρχου και του κομματικού αρχηγού – που προβάλλει.
Τόσο οι δημότες όσο και οι οπαδοί του ΠΑΣΟΚ δεν του αναγνωρίζουν ότι μπορεί να είναι ταυτόχρονα και δήμαρχος που θα συνεργάζεται με την κυβέρνηση, και αντιπολιτευτικός παράγων που θα συγκρούεται μαζί της.
Η παράμετρος της βουλευτικής ιδιότητας, που δεν θα έχει, κάνει ακόμη πιο δύσκολα γι’ αυτόν τα πράγματα.
Σε ακόμη χειρότερη θέση με βάση αυτό το κριτήριο περιέρχεται η Άννα Διαμαντοπούλου– που έκανε στο παρελθόν καριέρα με τρεις διαφορετικούς προέδρους του ΠΑΣΟΚ.
Αφού του γύρισε την πλάτη για περισσότερο από μια δεκαετία -και φλέρταρε με τον Μητσοτάκη, που δεν τη θεώρησε ικανή να της δώσει αυτά που θα ήθελε ως μέλος της κυβέρνησης του,- αποφάσισε ότι είναι η …καλύτερη για να «κάνει μεγάλο το ΠΑΣΟΚ»- προκαλώντας αισθήματα ενόχλησης στη βάση του.
Κινητοποιώντας σημιτικά υπολείμματα του κακόφημου, ούτως ή άλλως, «εκσυγχρονισμού» εμφανίζεται να κάνει μεγάλη επένδυση στην υποψηφιότητα της- με παρουσία σε κάθε διατιθέμενο μέσο και άγνωστο κόστος.
Συνεπικουρούμενη από δυνάμεις της νεομητσοτακικής διαπλοκής θεωρείται ότι υπερβαίνει τα εσκαμμένα στην αυτοπροβολή της κι’ αυτό μάλλον την αποδυναμώνει. Π.χ. σαν να μην την γνωρίζουν στο ΠΑΣΟΚ εμφανίζει διαδρομή ανερχομένου και πιστού κομματικού στελέχους, με επιλεκτικές αναφορές στο παρελθόν της.
Παλαιοί οπαδοί του ΠΑΣΟΚ δυσφορούν όταν αποκρύπτει ολόκληρες περιόδους της πορείας της και ψιμυθιώνει τις αποτυχίες της στις θέσεις που διορίσθηκε, ως ευνοούμενη της εκάστοτε ηγεσίας: νομάρχης, δύο φορές γενική γραμματέας, πρόεδρος του ΕΟΜΜΕΧ και μέλος της Κομισιόν, στην οποία μάλλον δεν άφησε εποχή.
Άλλοι της καταλογίζουν ότι η … θριαμβευτική αναφορά της στο υπουργείο Παιδείας είναι παραπλανητική. Αποσιωπά ότι το νομοσχέδιό της για τα ΑΕΙ -που ψήφισε η ΝΔ και ο ΛΑΟΣ- δεν ήταν εφαρμόσιμο και εγκαταλείφθηκε. Και υποβαθμίζει το «έπος της φωτοτυπίας» στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, το κλείσιμο σχολείων, την κατάργηση της βάση του δέκα.
Θεωρείται η «λιγότερο ΠΑΣΟΚ» και πολλοί υπενθυμίζουν τις κατά καιρούς απόψεις της: από το «δεν με εκφράζει το ΠΑΣΟΚ», ως την προτίμηση στην αυτοδυναμία του Μητσοτάκη, το μεταναστευτικό και τα εργασιακά δικαιώματα. Όπως και την πρώτη την εκλογή της στη Βουλή μετά από ..διορισμούς σε πέντε κρατικές θέσεις!
Με αυτό το βιογραφικό η ιδέα ότι θα μπορούσε να είναι εξωκοινοβουλευτική επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ προκαλεί ακόμη και μειδιάματα – αν δεν προκαλεί και συνειρμούς για διάσπαση.
Ειδικά μετά την απίστευτη πρωτοβουλία της να ενημερώσει τους εν ενεργεία βουλευτές για τη…διαδρομή της. Σα να μην έχουν υπόψη τους ότι όσο «οι ίδιοι μάχονταν για το κόμμα η ίδια έκοβε βόλτες σε άλλα περιβόλια», όπως λέει ένας από αυτούς.
Σε κάθε περίπτωση πάντως ότι είχε σπεύσει να θέσει προϋποθέσεις… δικαστικών αντιπροσώπων στη διαδικασία συντηρεί την υπόνοια της αποχώρησης , αν διαπιστώσει ότι βρίσκεται μακριά από τους στόχους της.
Για τον Νίκο Ανδρουλάκη η βουλευτική ιδιότητα που διαθέτει τους τελευταίους 14 μήνες λειτουργεί αποτρεπτικά -καθώς αποδείχθηκε μέτριος κοινοβουλευτικός. Η παρουσία του στη Βουλή δεν πρόσθεσε κάτι στο ΠΑΣΟΚ και αυτό αποτυπώθηκε και στο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.
Η ιδέα ότι θα μπορούσε να εμφανιστεί ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης -αν το ΠΑΣΟΚ ανακάμψει στις επόμενες εκλογές – ή ακόμη και αν διασπασθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και αναδειχθεί δεύτερη κοινοβουλευτική δύναμη σ’ αυτή τη Βουλή- είναι αποκαρδιωτική.
Η υποψηφιότητα Γερουλάνου
Αντίθετα σ’ αυτό το επίπεδο επαρκή δείγματα γραφής έχει δώσει ο Μιχάλης Κατρίνης, ως επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, απόντος του Ανδρουλάκη από τη Βουλή. Η προσωπική αξιοπιστία του δεν επαρκεί για να καλύψει το κενό που δημιουργεί η έλλειψη, «μηχανισμού» και οικονομικών μέσων.
Ωστόσο παράγοντες του ΠΑΣΟΚ κρίνουν ότι θα διαμόρφωνε εντυπωσιακό ντουέτο με τον Παύλο Γερουλάνο, που θα μπορούσε να τον ορίσει κοινοβουλευτικό του εκπρόσωπο, σε περίπτωση επικράτησής του.
Οι ίδιοι παράγοντες σημειώνουν ότι εκτός από το πλεονέκτημα του καλύτερου βιογραφικού που διαθέτει ο πρώην υπουργός Πολιτισμού -σε συνδυασμό με την επαγγελματική ικανότητά του να κατανοεί τα οικονομικά θέματα και την κοινωνική τους διάσταση- η υποψηφιότητά του έχει ορατά πλέον έχει μια επιπλέον προϋπόθεση, με ουσιαστικό και συμβολικό ενδιαφέρον: την υποστήριξη του ιστορικού ΠΑΣΟΚ.
Τόσο στο λεκανοπέδιο Αττικής, όσο και στην περιφέρεια τον πρώην υπουργό στηρίζουν σχεδόν καθολικά οι παράγοντες του διαχρονικού ΠΑΣΟΚ, που αποτελούσαν του βραχίονες των επιμέρους τάσεων του Κινήματος στο παρελθόν: από τους ««Γεννημματικούς» ,μέχρι τους «Παπανδρεϊκούς» και τους «Σημιτικούς».
Από την οικογένεια του ιδρυτή, ο ευρωβουλευτής Νίκος Παπανδρέου έχει τοποθετηθεί υπέρ του, ενώ σχεδόν όλοι οι παλαιοί συνεργάτες του Ανδρέα Παπανδρέου, -αλλά και του Γ. Παπανδρέου στο υπουργείο Εξωτερικών και το ΠΑΣΟΚ- συντάσσονται με τη υποψηφιότητά του.
Η πολύ καλή καμπάνια του που βασίζεται σε επεξεργασμένο πρόγραμμα με το σύνθημα «Αναγέννηση» και με συγκεκριμένες πολιτικές που συνδέονται με την ιδεολογική πορεία του ΠΑΣΟΚ, τον φέρνει σε επαφή με τις νεότερες γενιές του κόμματος και ενισχύει την προοπτική του να αναδειχθεί στον έβδομο κατά σειρά πρόεδρο.
Την υποψηφιότητα Γερουλάνου αντιμετωπίζουν θετικά και παλαιά μεσαία ή περιφερειακά στελέχη του ΠΑΣΟΚ που είχαν υποστηρίξει τον Αλέξη Τσίπρα μετά τις ήττες της περιόδου Βενιζέλου. Αλλά και στελέχη από τη Αυτοδιοίκηση με βάση την ενεργή παρουσία του στο Δήμο Αθηναίων.
Αυτό προφανώς παρακίνησε τη Διαμαντοπούλου να στείλει… ειδική επιστολή στους αυτοδιοικητικούς -επικαλούμενη τον κομματικό διορισμό της σε κρατική νομαρχία το 1985 ως… θητεία στην Αυτοδιοίκηση.
Με βάση αυτά τα δεδομένα το αρχικό κλίμα που προσπαθούν να δημιουργήσουν με ανίσχυρα δημοσκοπικά ευρήματα κάποιοι κύκλοι, καταρρέει.
Στην πράξη, δημιουργούνται νέα δεδομένα, που ακυρώνουν τα υπό κατασκευή «φαβορί» και αναδεικνύουν ως σημαντικό κριτήριο της εκλογής, τη βούληση του μέσου οπαδού, που έχει σχηματίσει ήδη άποψη για τους υποψήφιους -με βάση το συμφέρον του κόμματος και την πραγματική αξία της πολιτικής μακριά από εξωθεσμικά κέντρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου