Δευτέρα 6 Ιουνίου 2016

Ολη η Κεντροαριστερά στην πρώτη εκδήλωση της Επιτροπής Διαλόγου

(φωτογραφίες: Γιώργος Κονταρίνης/Eurokinissi)
Την πρώτη της ανοιχτή εκδήλωση πραγματοποίησε η προσφάτως συσταθείσα «Επιτροπή Διαλόγου και Θέσεων» για τις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, που συστήθηκε με πρωτοβουλία της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, του Ποταμιού και των κινήσεων για την Κεντροαριστερά.


Πλήθος στελεχών όλων των πολιτικών φορέων που συγκροτούν τον χώρο συγκεντρώθηκαν το απόγευμα της Δευτέρας στο αμφιθέατρο του 9.84 στην Τεχνόπολη στο Γκάζι, για να συζητήσουν τις «μεγάλες θεσμικές αλλαγές που είναι αναγκαίες για μια νέα αρχή στη χώρα».
Βασικοί ομιλητές της εκδήλωσης, οι καθηγητές Νικ. Διαμαντούρος, Γ. Σωτηρέλλης και Ξεν. Κοντιάδης, ενώ τον λόγο αναμένονται να πάρουν και οι αρχηγοί των κομμάτων που παρίσταντο.
Φώφη Γεννηματά: Είμαστε εδώ σε πείσμα πολλών
Προσερχόμενη στην εκδήλωση-συζήτηση, η Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δήλωσε « Είμαστε σήμερα εδώ, όλοι μαζί, σε ένα ακόμα κοινό βήμα για τη μεγάλη Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη. Σε πείσμα πολλών συνεχίζουμε» και πρόσθεσε σε ερώτηση δημοσιογράφου για την κατηγορία που δέχονται οι συμμετέχοντες για «τακτικισμούς», «Το έχουν αγκαλιάσει οι πολίτες σε όλη την Ελλάδα και γι αυτό προχωράει. Είναι κρίμα από τη στιγμή που το έχουν αγκαλιάσει οι πολίτες, να στέκεται κανείς σε τέτοιου είδους αντιλήψεις και προσεγγίσεις».
Σταύρος Θεοδωράκης: Χρειάζεται νέα ηγετική ομάδα
Κατά την προσέλευση του ο επικεφαλής του Ποταμιού δήλωσε: «Ξεκίνησαν 29, ο Γιάννης Τσαμουργκέλης πέθανε αλλά έχει αφήσει την παρακαταθήκη του. Και καθώς η κυβέρνηση πηγαίνει από λάθος σε λάθος είναι απαραίτητο να δώσουμε λύσεις και προτάσεις στον ελληνικό λαό. Η δική μας θέση είναι ξεκάθαρη από την πρώτη μέρα που γεννηθήκαμε: η χώρα θέλει ένα δυνατό, μεταρρυθμιστικό, εκσυγχρονιστικό κίνημα με διάθεση για συγκρούσεις και χωρίς λαϊκισμούς -ούτε παλιούς λαϊκισμούς, ούτε νεολαϊκισμούς. Ελπίζω ότι θα τα καταφέρουμε».
Ο κ. Θεοδωράκης αναφέρθηκε στον καθηγητή Γιάννη Τσαμουργκελη, ο οποίος ήταν μέλος της Επιτροπής και ο οποίος απεβίωσε την περασμένη εβδομάδα, με τους διοργανωτές να κρατούν τη θέση του κενή με μια ανθοδέσμη επάνω της.
Ο κ. Θεοδωράκης αναφέρθηκε επίσης στην ανάγκη ανανέωσης. «Η δική μας διάθεση ήταν και είναι, οι αρχηγοί να κάθονται στα ορεινά και για να αφήνουν κάποιες θέσεις άδειες στην πρώτη σειρά» είπε και πρόσθεσε «Δεν θα γίνει από ανακύκλωση, χρειάζονται νέα πρόσωπα. Το καινούργιο, δεν μπορεί να είναι κυρίως οι υπουργοί του χθες, χρειάζεται να προστεθεί μια νέα ηγετική ομάδα. Και αυτό αν δεν να μην συμβεί στην εκδήλωση, θα συμβεί στην πραγματικότητα. Για μας υπάρχει ένα εγχείρημα. Η προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα δυνατό, εκσυγχρονιστικό, μεταρρυθμιστικό κίνημα».
Η παρέμβαση του Ευάγγελου Βενιζέλου 
Αυτό που διαφοροποιεί το Σύνταγμα από τη συνήθη πολιτική και νομοθετική διαδικασία είναι η αίσθηση του ιστορικού χρόνου. Το Σύνταγμα αποτυπώνει τον μακρύ ιστορικό χρόνο, δε θέτει ορισμένα πράγματα εκτός πολιτικής αντιπαράθεσης, τα ανυψώνει στο υπέρτατο στάδιο πολιτικής και ιδεολογικής αντιπαράθεσης που είναι η σχέση με την ιστορία. Υπό την έννοια αυτή οποιαδήποτε συντακτική διαδικασία, πρωτογενής ή αναθεωρητική, θέτει τους διαχειριστές της, δηλαδή το πολιτικό σύστημα αντιμέτωπο με ζητήματα ιστορικής μνήμης και ιστορικής συνείδησης. Για να ανοίξουμε τώρα στην Ελλάδα του 2016, όπως έχει και ευρίσκεται, μία σοβαρή συζήτηση για τους θεσμούς και πιο συγκεκριμένα για την αναθεώρηση του Συντάγματος προϋποθέτει ότι θα έχουμε πολύ βαθιά αίσθηση της ιστορικότητας του ισχύοντος Συντάγματος της χώρας.
Επειδή, με ευγενικό τρόπο, άκουσα κάποιους να αμφισβητούν αυτό που είναι το ισχύον Σύνταγμα της χώρας, θεωρώ αναγκαία μια υπογράμμιση. Το ισχύον Σύνταγμα της χώρας είναι η μεγαλύτερη εγγύηση του δημοκρατικού και δικαιοκρακτικού χαρακτήρα του πολιτεύματός μας.  Το ισχύον Σύνταγμα της χώρας είναι η χάρτα των θεμελιωδών δικαιωμάτων, είναι η αποτύπωση του συστήματος συγκρότησης και λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών.
Ο πατριωτισμός μας, ο συνταγματικός, έχει σχέση με την υπεράσπιση της συνταγματικής νομιμότητας, δηλαδή με την υπεράσπιση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου σε μία φάση που τα δύο αυτά θεμελιώδη ιστορικά κεκτημένα υπονομεύονται, κινδυνεύουν από μία θεσμική υπεξαίρεση, γιατί αυτοί που έχουν ταχθεί στην άσκηση της συντεταγμένης  εξουσίας ενεργούν έτσι ώστε πολύ συχνά να αλλοιώνεται το πνεύμα και άρα η κανονιστική ουσία, αυτού  που λέγεται Σύνταγμα της χώρας.
Η αναθεώρηση του 2001 μας κάνει να ξεχνάμε ότι μεσολάβησε μία παντελώς ανώδυνη και αδιάφορη αναθεώρηση επί Νέας Δημοκρατίας το 2008, η οποία δαπάνησε συνταγματικό και ιστορικό χρόνο απλώς και μόνο για να καταργήσει το επαγγελματικό ασυμβίβαστο των βουλευτών και δεν ασχολήθηκε με τίποτε άλλο.
Η αναθεώρηση λοιπόν του 2001 ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 1995 για να θέσει ένα τέλος με συμβολικό και πανηγυρικό τρόπο στο κλίμα του βρώμικου ‘89.  Τον Ιανουάριο του 1995 ο Ανδρέας Παπανδρέου ως Πρωθυπουργός εξήγγειλε την αναθεώρηση και ανέστειλε την διαδικασία της ποινικής ευθύνης των Υπουργών για όλους εκείνους, τον πρώην Πρωθυπουργό τον κ. Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, τους Υπουργούς του, μεταξύ των οποίων η κυρία Ντόρα Μπακογιάννη και άλλοι πολλοί, εναντίον των οποίων είχε κινηθεί διαδικασία κατά το άρθρο 86 του Συντάγματος. Και προκειμένου να τεθεί ένα τέλος στο δούναι και λαβείν, στη δόση και την αντίδοση της πολιτικής βαρβαρότητας που ξεκίνησε το 1989, ανέλαβε την πρωτοβουλία να κινήσει την διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος.
Επειδή ήμουν ο γενικός εισηγητής της αναθεώρησης του Συντάγματος εκ μέρους της πλειοψηφίας από το 1995 έως το 2001 σε τρεις διαδοχικές Βουλές, γιατί η πρώτη δεν ολοκλήρωσε τη διαδικασία κατά το πρώτο στάδιο και άρα μεσολάβησαν τρεις Βουλές και τρεις εκλογικές διαδικασίες, θέλω να έχετε μία αίσθηση της πολιτικής και ιστορικής πραγματικότητας. Τί είναι η αναθεώρηση του Συντάγματος; Είναι κανένα εργαστηριακό προϊόν; Μαζευόμαστε σε ένα δωμάτιο ειδικοί επιστήμονες και διατυπώνουμε το άριστο κείμενο; Τί είναι η συνταγματική μηχανική; Είναι μία πρόςληψη της ιστορίας.  Οι θεσμοί διαμορφώνονται ιστορικά.
Πώς είναι δυνατόν να θίξεις μία αναθεώρηση που έγινε το 1985-1986 με αφορμή τη σύγκρουση για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας το 1985 και ήταν τότε πάρα πολύ νωπή το 1995-1996 που κινήθηκε ξανά η αναθεωρητική διαδικασία; Και αποδέχθηκε η Νέα Δημοκρατία αναδρομικά τη συγκρουσιακή αναθεώρηση του 1985-1986. Γιατί να το θίξεις αυτό όταν γίνεται από πεδίο σύγκρουσης, πεδίο συναίνεσης;
Πώς είναι δυνατόν να ρυθμίσεις το θεσμό του διορισμού και της παύσης του Πρωθυπουργού χωρίς να είσαι επηρεασμένος από την προσλαμβάνουσα ιστορική παράσταση της αποστασίας; Έτσι κινήθηκε η συνείδηση του συντακτικού νομοθέτη, του αναθεωρητικού νομοθέτη.
Τι νομίζετε ότι είναι ο εισηγητής της αναθεώρησης;  Ο άνθρωπος ο οποίος προσπαθεί να συντονίσει μία συναινετική διαδικασία.  Ξέρετε ποιο είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα της αναθεώρησης του 2001;  Είναι ότι η τότε πλειοψηφία απεδέχθη το Σύνταγμα του 1975 και η τότε αντιπολίτευση απεδέχθη την αναθεώρηση του 1986.  Το πολιτικό σύστημα υιοθετεί το Σύνταγμα και το Σύνταγμα μετατρέπεται από συγκρουσιακό αντικείμενο  και αντικείμενο καχυποψίας σε ένα Σύνταγμα συναινετικό, κοινής αποδοχής, το 2001, με τέτοια καθυστέρηση.
Η αναθεώρηση λοιπόν του 2001 είναι μία αναθεώρηση συναινετική που αλλάζει τη σχέση των πολιτικών δυνάμεων με το Σύνταγμα. Είναι μία αναθεώρηση επιβεβαιωτική γιατί εντάσσει στο Σύνταγμα πολύ μεγάλες νομοθετικές αλλαγές ,όπως είναι για παράδειγμα οι ανεξάρτητες αρχές, όπως είναι για παράδειγμα η ρύθμιση για τους αντιρρησίες συνείδησης και θα μπορούσα να πολλαπλασιάσω τα παραδείγματα.
Επίσης είναι συμβιβαστική βεβαίως.  Δεν ξέραμε την αδυναμία που έχει η διάταξη για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, ότι μπορεί να οδηγήσει σε σύγκρουση και σε διάλυση της Βουλής και τελικά εμείς γίναμε θύματα αυτής της ρύθμισης;  Ποιος έγινε θύμα;  Η κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας-ΠΑΣΟΚ, η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου η λεγόμενη.  Μα η Νέα Δημοκρατία αρνήθηκε να ψηφίσει το 2001 την πρότασή μας για την αναθεώρηση της σχετικής συνταγματικής διάταξης.  Αρνήθηκε να αποδεχθεί πρόταση σαν και αυτή που προτείνουν οι έξι συντάκτες της καινοτόμου πρότασης, δηλαδή ευρύ εκλεκτορικό σώμα, που ήταν μία πρόταση που ο Χρήστος Ροκόφυλλος είχε εντάξει στη συζήτηση.  Αρνήθηκαν να δεχθούν την εκλογή με απλή πλειοψηφία, αρνήθηκαν να δεχθούν την άμεση εκλογή.  Τα αρνήθηκαν όλα και τελικά μία κυβέρνηση στην οποία μετείχε το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, ήταν αυτή που υπέστη τις επιπτώσεις της μη αναθεώρησης της διάταξης αυτής.
Η Νέα Δημοκρατία, όμως, ποτέ δεν έθεσε ζήτημα στην διαδικασία αυτή ούτε το 1995, το 1996, το 2001, το 2008, να προσαρμοστεί το Σύνταγμα στη συζήτηση για την ψήφο Αλευρά που είχε προκαλέσει την τεράστια σύγκρουση του 1984 και την αμφισβήτηση της εκλογής και της νομιμότητας του Προέδρου της Δημοκρατίας.  Προσέξτε από τί έχουμε περάσει. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου