Σάββατο 12 Ιουνίου 2021

Πρόταση νόμου ΣΥΡΙΖΑ για τα χρέη των κομμάτων

Κατατεθείσα πρόταση νόμου της ΚΟ ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για την «Οικονομική εξυγίανση των πολιτικών κομμάτων».
Εξ αφορμής και της πολιτικής αντιπαράθεσης που έχει φουντώσει, με τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία να καυτηριάζει τον τρόπο διαχείρισης των υπέρογκων χρεών της Νέας Δημοκρατίας εκ μέρους του ίδιου του κυβερνώντος κόμματος, ο ΣΥΡΙΖΑ καταθέτει πρόταση νόμου για την οικονομική εξυγίανση των πολιτικών κομμάτων.

Τη συγκεκριμένη πρόταση νόμου, την οποία κατέθεσε η ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, υπογράφει -μεταξύ άλλων- ο πρόεδρος του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αλέξης Τσίπρας.

Με το πρώτο άρθρο της προτεινόμενης ρύθμισης, μειώνεται το ποσοστό της συνολικής ετήσιας κρατικής χρηματοδότησης το οποίο είναι βάσει του νόμου 3023/2002 (Α' 146), όπως ισχύει, ανεκχώρητο έναντι απαιτήσεων από δανειακές συμβάσεις, από 50% που ήταν έως σήμερα, σε 25%.


Με το δεύτερο άρθρο της προτεινόμενης ρύθμισης προβλέπεται η παρακράτηση ποσοστού 40% της βουλευτικής αποζημίωσης των μελών των κοινοβουλευτικών ομάδων για την εξόφληση απαιτήσεων έναντι των οικείων πολιτικών κομμάτων, εφ' όσον αυτά είναι υπερχρεωμένα. «Για τους σκοπούς της διάταξης αυτής ένα κόμμα λογίζεται ως υπερχρεωμένο όταν το σύνολο των μακροπρόθεσμων και βραχυπρόθεσμων δανειακών υποχρεώσεών του σύμφωνα με τον ετήσιο ισολογισμό του υπερβαίνει το δεκαπλάσιο της συνολικής κρατικής χρηματοδότησης που έλαβε κατά το ίδιο έτος, εξαιρουμένης τυχόν εκλογικής χρηματοδότησης», επισημαίνεται.

Στην αιτιολογική έκθεση της πρότασης νόμου που κατέθεσε η αξιωματική αντιπολίτευση, αναφέρεται ότι το φαινόμενο του υπέρογκου τραπεζικού δανεισμού που ορισμένα εκ των πολιτικών κομμάτων «έχουν συσσωρεύσει, αποτελεί ένα διαρκές πρόβλημα για τη δημοκρατία και τη λειτουργία της, αφού νοθεύει τον πολιτικό ανταγωνισμό, δημιουργώντας συνθήκες ανισοτιμίας μεταξύ των πολιτικών κομμάτων, αλλά κυρίως υπονομεύει την ανεξαρτησία των υπερχρεωμένων κομμάτων». Παράλληλα αναφέρεται ότι «αποτελεί μία μείζονα πρόκληση προς το κοινό περί δικαίου αίσθημα, καθώς δημιουργείται στους πολίτες η πεποίθηση ότι τα κόμματα - και ιδίως εκείνα που κυβέρνησαν καθ' όλη την περίοδο από τη μεταπολίτευση έως και την έναρξη της οικονομικής κρίσης - βρίσκονται υπεράνω νόμου και υποχρεώσεων και μπορούν να λαμβάνουν 'δανεικά και αγύριστα', σε αντίθεση με τους ίδιους που αντιμετωπίζουν διαρκώς πλέον τον κίνδυνο της υπερχρέωσης και της πτώχευσης».


Μεταξύ άλλων σημειώνεται στην αιτιολογική έκθεση, ότι «μέχρι σήμερα, ο νομοθέτης έκανε την επιλογή να δώσει στα πολιτικά κόμματα το περιθώριο να εξυγιάνουν με δική τους πρωτοβουλία και σε συνεργασία με τις τράπεζες τα οικονομικά τους και να διευθετήσουν τα χρέη τους» και πως αυτό το έκαναν «πράγματι αρκετά κόμματα, όχι όμως και εκείνα που είχαν τη μερίδα του λέοντος στον τραπεζικό δανεισμό, τα οποία εξακολουθούν να αυξάνουν ανεξέλεγκτα τις δανειακές τους υποχρεώσεις». Τονίζεται βάσει των παραπάνω, ότι «καθίσταται αναγκαία η νομοθετική παρέμβαση προκειμένου να αυστηροποιηθεί ακόμη περισσότερο το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο και κυρίως να διασφαλιστεί ότι τα πολιτικά κόμματα και τα στελέχη τους, θα φροντίσουν σοβαρά και συστηματικά για την απομείωση και τελικά την εξόφληση των συσσωρευμένων χρεών τους».



Αναλυτικά:

«ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ

''Οικονομική εξυγίανση Των πολιτικών κομμάτων''

Άρθρο 1

Ανεκχώρητο κρατικής χρηματοδότησης έναντι απαιτήσεων από τραπεζικά δάνεια

1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 7 του v. 3023/2002 (Α΄ 146), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«7. Απαγορεύεται η χορήγηση δανείων από τις τράπεζες προς τους δικαιούχους κρατικής χρηματοδότησης της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1, εφόσον, προς εξασφάλiση των δανείων αυτών, εκχωρείται ή ενεχυριάζεται είτε η κρατική χρηματοδότηση που αφορά σε οικονομικό έτος μεταγενέστερο του έτους χορήγησης του δανείου είτε ποσοστό της κρατικής χρηματοδότησης που υπερβαίνει το 75% της ετήσιας χρηματοδότησης του δικαιούχου».

2. Το άρθρο 32 του v. 4531/2018 (Α΄ 62) αντικαθίσταται ως εξής:

''Η αληθής έννοια της διάταξης του πρώτου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 7 του v. 3023/2002 (A 146) είναι ότι το ποσοστό εικοσιπέντε τοις εκατό (25%) της κρατικής χρηματοδότησης. την οποίο λαμβάνουν οι δικαιούχοι της περίπτωσης της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του ίδιου νόμου, είναι ανεκχώρητο έναντι των τραπεζικών απαιτήσεων που γεννώνται από τις δανειακές συμβάσεις, ανεξαρτήτως του χρόνου γέννησης αυτών''.

Άρθρο 2

Συμβολή των βουλευτών στην εξόφληση των δανειακών υποχρεώσεων των κομμάτων τους

Στον v, 3023/2002 προστίθεται άρθρο 77 ως εξής:

''Άρθρο 7Γ

Παρακράτηση βουλευτικής αποζημίωσης

Όταν το σύνολο των μακροπρόθεσμων και βραχυπρόθεσμων δανειακών υποχρεώσεων πολιτικού κόμματος, σύμφωνα με τον ετήσιο ισολογισμό του, υπερβαίνει το δεκαπλάσιο της συνολικής κρατικής χρηματοδότησης που έλαβε το κομμα αυτό κατά το ίδιο έτος, εξαιρουμένης τυχόν εκλογικής χρηματοδότησης, η Βουλή των Ελλήνων παρακρατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) της βουλευτικής αποζημίωσης των μελών της κοινοβουλευτικής ομάδας, το οποίο αποδίδει σε ειδικό λογαριασμό που τηρείται στο Υπουργείο Εσωτερικών, προκειμένου να καταβληθεί για την εξόφληση απαιτήσεων που έχουν αναγγελθεί από τους δανειστές του οικείου κόμματος. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών ρυθμίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την τήρηση και λειτουργία του ειδικού λογαριασμού''.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή ταυ στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου