Το φάντασμα μιας νέας γενιάς ληξιπρόθεσμων οφειλών, χτυπά τη πόρτα της ενεργειακής αγοράς, με τους καταναλωτές στα όριά τους, τις εταιρείες στριμωγμένες ως προς το διαθέσιμο cash flow, τους διακανονισμούς το τελευταίο διάστημα να έχουν τριπλασιαστεί και την αγωνία στο «κόκκινο».
Η συσσωρευμένη κόπωση των καταναλωτών έπειτα από επτά μήνες διογκούμενης ενεργειακής κρίσης έχει ως αποτέλεσμα τα αιτήματα για ρυθμίσεις να έχουν εκτιναχθεί τόσο σε όγκο, όσο και σε ποσά, με αύξηση 200% και πάνω έναντι του Σεπτεμβρίου του 2021, όμως το κυριότερο είναι πως όλα αυτά προϊδεάζουν για μια νέα γενιά ανεξόφλητων.
Η έκταση του προβλήματος θα φανεί περισσότερο από τον Απρίλιο και μετά, έπειτα δηλαδή και την ταχυδρόμηση των εκκαθαριστικών με τον «πολεμικό» μήνα Μάρτιο, κατά τον οποίο η χονδρική κινείται σταθερά περί τα 320 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Το πρόβλημα θα σκάσει όταν οι πελάτες που μπήκαν μαζικά το τελευταίο εξάμηνο σε ρύθμιση, θα συνειδητοποιήσουν ότι, παρά τη κρατική επιδότηση, δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στις δόσεις που συμφώνησαν και θα αρχίσουν στο καλό σενάριο να ζητούν περισσότερες, στο κακό να τις αθετούν. Η εικόνα, όπως τη μεταφέρουν εταιρείες, αφορά συνεπείς μέχρι πρότινος πελάτες, όχι τους καθ' έξιν μπαταχτζήδες.
Πάνω από 100% αύξηση στους διακανονισμούς ρεύματος
Χαρακτηριστικό είναι ότι προμηθευτές που προ κρίσης έκαναν 1.500 - 2.000 διακανονισμούς το μήνα, πλέον κάνουν 4.000 - 5.000. Αύξηση όμως των διακανονισμών σημαίνει λιγότερο cash flow, απαραίτητο για να πληρώσουν με ζεστό χρήμα το ρεύμα που αγοράζουν σε σταθερά υψηλές τιμές, οι οποίες όσο δεν αποκλιμακώνονται, θα χρειάζονται όλο και περισσότερο ρευστό, δηλαδή φαύλος κύκλος. Φυσικό επακόλουθο, η αναζήτηση νέων κεφαλαίων κίνησης και πιστωτικών γραμμών, γεγονός που με τη σειρά του αυξάνει το κόστος δανεισμού τους και γκριζάρει την τραπεζική τους εικόνα, πρόβλημα ειδικά για τους μικρότερους της αγοράς.
Σε αυτό το αυτοτροφοδοτούμενο σπιράλ, κάποιες εταιρείες έχουν φτάσει στα όριά τους - τα σενάρια για αναγκαστικές συγχωνεύσεις και εξαγορές ποτέ δεν έφυγαν από το τραπέζι - ενώ κάποιοι πάροχοι καθυστερούν να εξοφλήσουν οφειλές προς τους Διαχειριστές αλλά και δημοτικά τέλη προς τους Δήμους.
Εν αναμονή των κοινοτικών παρεμβάσεων, η ενεργειακή αγορά διαχειρίζεται το πρόβλημα, όπως μπορεί. Στους καταναλωτές ΚΟΤ οι δόσεις είναι πολλές, στους πελάτες Β2Β ο χειρισμός γίνεται ανά περίπτωση και αναλόγως την εποχικότητα της επιχείρησης (π.χ. ένα ξενοδοχείο μπορεί να πληρώσει περισσότερα από το καλοκαίρι και μετά), ενώ για όλους τους υπόλοιπους κάθε πάροχος ορίζει μια προκαταβολή και τα υπόλοιπα σε δόσεις.
Άλλοι προμηθευτές απαιτούν προκαταβολή 25%- 50% της οφειλής και τα υπόλοιπα σε 2 έως 4 δόσεις, άλλοι ζητούν χαμηλότερη προκαταβολή, κάποιοι βάζουν έως 6 δόσεις, κ.ό.κ. Τίποτα φυσικά δεν παρέχει διαβεβαιώσεις ότι οι καταναλωτές θα τηρήσουν τη ρύθμιση, ότι μετά από κάποιο διάστημα δεν θα ζητήσουν ευνοϊκότερη και ότι στο τέλος οι πάροχοι δεν θα αναγκαστούν να εντάξουν την οφειλή στις μη εισπράξιμες, δηλαδή στο bad debt. Το τελευταίο θεωρείται βέβαιο ότι θα αυξηθεί σημαντικά, το ερώτημα είναι πόσο.
Χαρακτηριστικό είναι ότι προμηθευτές που προ κρίσης έκαναν 1.500 - 2.000 διακανονισμούς το μήνα, πλέον κάνουν 4.000 - 5.000. Αύξηση όμως των διακανονισμών σημαίνει λιγότερο cash flow, απαραίτητο για να πληρώσουν με ζεστό χρήμα το ρεύμα που αγοράζουν σε σταθερά υψηλές τιμές, οι οποίες όσο δεν αποκλιμακώνονται, θα χρειάζονται όλο και περισσότερο ρευστό, δηλαδή φαύλος κύκλος. Φυσικό επακόλουθο, η αναζήτηση νέων κεφαλαίων κίνησης και πιστωτικών γραμμών, γεγονός που με τη σειρά του αυξάνει το κόστος δανεισμού τους και γκριζάρει την τραπεζική τους εικόνα, πρόβλημα ειδικά για τους μικρότερους της αγοράς.
Σε αυτό το αυτοτροφοδοτούμενο σπιράλ, κάποιες εταιρείες έχουν φτάσει στα όριά τους - τα σενάρια για αναγκαστικές συγχωνεύσεις και εξαγορές ποτέ δεν έφυγαν από το τραπέζι - ενώ κάποιοι πάροχοι καθυστερούν να εξοφλήσουν οφειλές προς τους Διαχειριστές αλλά και δημοτικά τέλη προς τους Δήμους.
Εν αναμονή των κοινοτικών παρεμβάσεων, η ενεργειακή αγορά διαχειρίζεται το πρόβλημα, όπως μπορεί. Στους καταναλωτές ΚΟΤ οι δόσεις είναι πολλές, στους πελάτες Β2Β ο χειρισμός γίνεται ανά περίπτωση και αναλόγως την εποχικότητα της επιχείρησης (π.χ. ένα ξενοδοχείο μπορεί να πληρώσει περισσότερα από το καλοκαίρι και μετά), ενώ για όλους τους υπόλοιπους κάθε πάροχος ορίζει μια προκαταβολή και τα υπόλοιπα σε δόσεις.
Άλλοι προμηθευτές απαιτούν προκαταβολή 25%- 50% της οφειλής και τα υπόλοιπα σε 2 έως 4 δόσεις, άλλοι ζητούν χαμηλότερη προκαταβολή, κάποιοι βάζουν έως 6 δόσεις, κ.ό.κ. Τίποτα φυσικά δεν παρέχει διαβεβαιώσεις ότι οι καταναλωτές θα τηρήσουν τη ρύθμιση, ότι μετά από κάποιο διάστημα δεν θα ζητήσουν ευνοϊκότερη και ότι στο τέλος οι πάροχοι δεν θα αναγκαστούν να εντάξουν την οφειλή στις μη εισπράξιμες, δηλαδή στο bad debt. Το τελευταίο θεωρείται βέβαιο ότι θα αυξηθεί σημαντικά, το ερώτημα είναι πόσο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου