Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013

ΟΜΙΛΙΑ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΣΤΟΥΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΔΕΘ


 

Κυρίες και κύριοι, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι, εκπρόσωποι των παραγωγικών και κοινωνικών φορέων και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, σας ευχαριστώ θερμά ως Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, αλλά και ως Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης γιατί αποδεχτήκατε την πρόσκλησή μου και είστε σήμερα εδώ, στο πλαίσιο της φετινής διοργάνωσης της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, προκειμένου
να συζητήσουμε για την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, για το εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης, για το πού βρισκόμαστε και πού πηγαίνουμε ως έθνος.
Σας ευχαριστώ επίσης γιατί οι περισσότεροι από τους φορείς που εκπροσωπείτε, είχαν την καλοσύνη να ανταποκριθούν στην πρόσκλησή μου και να μου στείλουν εγγράφως τις απόψεις που διατυπώνετε, τις προτεραιότητες που εσείς έχετε αναδείξει προκειμένου να τις λάβω υπόψη μου και στην αρχική τοποθέτησή μου, αλλά και προκειμένου να διευκολυνθεί και να επιταχυνθεί και να προσανατολιστεί πιο πρακτικά και αποτελεσματικά η συζήτησή μας.
Θέλω όμως πριν ανοίξουμε τη συζήτηση να αναφερθώ όσο γίνεται πιο σύντομα στη δική μου αντίληψη για το πού ακριβώς βρισκόμαστε.
Κυρίες και κύριοι, η χώρα μας βρίσκεται στην ανηφόρα αλλά και στην τελική στροφή. Έχουμε διανύσει σχεδόν τα 4/5 του δρόμου που οδηγεί στην οριστική και ασφαλή έξοδο από την κρίση και από την στενή, αυστηρή εποπτεία των εταίρων και πιστωτών μας. Έχουμε διανύσει σχεδόν τα 4/5 του δρόμου προς την αποκατάσταση της θεσμικής ισοδυναμίας της χώρας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη.
Γιατί δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως η κρίση έχει επηρεάσει την εθνική μας κυριαρχία όχι στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, πολιτικής  ασφάλειας και άμυνας, αλλά στα θέματα βεβαίως οικονομικής πολιτικής, δημοσιονομικής πολιτικής, ακόμη και κοινωνικής πολιτικής. Και αυτό δεν το αντέχει καμία χώρα – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν το αντέχει κανένα έθνος, δεν το αντέχει καμία κοινωνία.
Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι ξέρουμε και προσωπικά ξέρω πάρα πολύ καλά τι συμβαίνει στη χώρα, τι συμβαίνει στην αγορά, στην πραγματική οικονομία, στις επιχειρήσεις σε όλες τις ελληνικές οικογένειες. Βεβαίως ξέρουμε και ξέρω πολύ καλά ποια είναι τα δημοσιονομικά επιτεύγματα της χώρας: πού ήμασταν και πού είμαστε τώρα, πόσο διαφορετική είναι η κατάσταση χάρις στις θυσίες του ελληνικού λαού, χάρις στις περικοπές εισοδημάτων και προοπτικών που έχει υποστεί ο ελληνικός λαός, αλλά βεβαίως και χάρις στην πολιτική αποφασιστικότητα και κυρίως χάρις στην απόφαση συγκεκριμένων ανθρώπων και συγκεκριμένων πολιτικών δυνάμεων να σηκώσουν αυτό τον Σταυρό του μαρτυρίου στο όνομα μιας εθνικής ανάγκης.
Την αρνητική όψη της κατάστασης την ξέρουμε όλοι. Ξέρουμε τι σημαίνει μια χώρα να έχει ύφεση για 6 χρόνια, πολύ πριν ξεσπάσει η κρίση από το 2008, τι σημαίνει να έχεις τόσο υψηλή ανεργία ιδίως τόσο δραματικά υψηλή ανεργία στους νέους, τι σημαίνει να έχουν υποστεί οι πολίτες μείωση μισθών και συντάξεων, να έχει μειωθεί το διαθέσιμο εισόδημα και άρα η ζήτηση στην αγορά, να έχουν αυξηθεί αναλογικά οι φορολογικές υποχρεώσεις και να υπάρχει αδυναμία εκπλήρωσης των ασφαλιστικών υποχρεώσεων για εργοδότες και εργαζόμενους πολλές φορές. Τι σημαίνει να υπάρχει αδυναμία εξυπηρέτησης δανειακών υποχρεώσεων, τι σημαίνει να υπάρχει μείωση του τζίρου, να υπάρχει μετακίνηση στο εξωτερικό νέων ανθρώπων με προσόντα. Τι σημαίνει να υπάρχουν προβλήματα χρηματοδότησης και πρόσβασης ακόμη στο τραπεζικό σύστημα, να είναι υψηλό το κόστος του χρήματος. Τι σημαίνει να υπάρχουν δυσκολίες στη λειτουργία του κράτους για απλά καθημερινά πράγματα, αλλά και για σημαντικές επενδύσεις.
Υπάρχει όμως και η άλλη όψη. Οι φετινές επιδόσεις του ελληνικού τουρισμού που είναι εντυπωσιακές και γίνονται ολοένα και καλύτερες όσο περνάνε οι μέρες, η ανάπτυξη των εξαγωγών μας, η εξωστρεφής δραστηριότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, η στροφή στην καινοτομία, θα μου επιτρέψετε να πω και την ευρηματικότητα, γιατί όταν βρίσκεσαι σε κρίση ψάχνεις να επινοήσεις πράγματα και να ανοίξεις δρόμους και αγορές. Το γεγονός ότι συνειδητοποιήσαμε ξανά τη σημασία που έχει η πρωτογενής παραγωγή, ο αγροτικός τομέας, η κτηνοτροφία, η αλιεία, η φυτική παραγωγή.
Το σημαντικότερο; Θεωρώ ότι είναι η επάνοδος της αξίας της εργασίας. Γιατί η αξία της εργασίας, της δουλειάς, είχε υποκατασταθεί από μια ροπή σε εύκολες λύσεις, εύκολα κέρδη, δραστηριότητες χωρίς βάθος.
Αυτό που ταλανίζει τη χώρα, που βασανίζει την κοινωνία, είναι μια αμφιβολία που εξακολουθεί να υπάρχει ακόμη και τώρα, έντονη, για το αν πράγματι βγαίνει αυτό το πρόγραμμα, για το αν πράγματι πορευόμαστε σε ένα στόχο που είναι οριστικός, ασφαλής και δεν κινδυνεύουμε να μετακυλήσουμε, να χάσουμε όλα αυτά που κερδίσαμε με θυσίες, με κόπους, με αγώνα.
Υπάρχει κούραση. Γιατί όλο αυτό πια είναι μια μακρά ιστορία. Υπάρχει μια αβεβαιότητα κυρίως λόγω της διάψευσης προσδοκιών, σχεδίων ζωής και επειδή έχουν εξαντληθεί βεβαίως τα αποθέματα και για οικογένειες και για επιχειρήσεις.

Θέλω όμως να σας διαβεβαιώσω και το καταλαβαίνει η καθεμιά και ο καθένας εδώ στην Ελλάδα, πως ούτε υπήρχε, ούτε υπάρχει «Σχέδιο Β». Δεν υπήρξε ποτέ άλλη δυνατότητα που να απαιτεί λιγότερες θυσίες, να είναι λιγότερο επώδυνη, να είναι πιο ασφαλής, να είναι πιο εύκολη.
Όποιος το ισχυρίζεται αυτό, ή δεν καταλαβαίνει τι συμβαίνει γύρω του ,κυρίως στην Ευρώπη, ή λέει απλώς ψέματα για λόγους πολιτικής δημαγωγίας παίζοντας με τον αγώνα και την αγωνία του ελληνικού λαού.
Είναι πραγματικά θλιβερό, μετά από μια μακρά αμφιταλάντευση μεταξύ ρεαλισμού και φαντασιακού, η Αξιωματική Αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ, να ξαναγυρίζει επίσημα, επιθετικά στην πολιτική της μονομερούς καταγγελίας των δανειακών συμβάσεων και της μονομερούς αναστολής της εξυπηρέτησης του Δημοσίου χρέους.
Κοιτάξτε, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως δεν διαπραγματευτήκαμε σκληρά, πως μπορούσαμε να είχαμε πετύχει πολύ μεγαλύτερα πράγματα, αντιστεκόμενοι πολιτικά ως Έθνος, εάν δεν είχε μεσολαβήσει η δραματική εμπειρία της Κύπρου που πέρασε ξυστά από την απόλυτη καταστροφή και αναγκάστηκε να αποδεχτεί ένα σχέδιο, που ήταν χειρότερο από το αρχικό.
Όσοι δε, φαντάζονται ότι μπορούν να κηρύσσουν την αναστολή πληρωμών πρέπει να ξέρουν ότι την έχουμε πετύχει προ πολλού, γιατί έχουμε λάβει πρωτοφανούς ύψους δάνειο ως χώρα, με μια τεράστια περίοδο χάριτος. Γιατί καταφέραμε να μειώσουμε δραστικά τα επιτόκια. Τώρα η Ελλάδα εξυπηρετεί το χρέος της με μέσο επιτόκιο που είναι λιγότερο από 2% ανάλογα με το πώς κυμαίνεται, από 1,8 έως 2,2%.
Καταφέραμε να υπερδιπλασιάσουμε τη μέση διάρκεια του χρέους και όσοι μιλάνε για μονομερές κούρεμα πρέπει να ξέρουν ότι αυτό το πετύχαμε και ειλικρινά χαίρομαι γιατί σε αυτό αναφέρθηκε εκτενώς χτες ο Πρωθυπουργός ο κ. Σαμαράς, υπογραμμίζοντας μια μεγάλη εθνική επιτυχία. Και πρέπει να σας πω ότι επειδή είχα την ευκαιρία να χειριστώ αυτό το κρισιμότατο εθνικό θέμα ως Υπουργός Οικονομικών, γνωρίζω πάρα πολύ καλά τι σημαίνει να πετύχεις τη μεγαλύτερη μείωση χρέους, το μεγαλύτερο κούρεμα χρέους διεθνώς στην παγκόσμια οικονομική ιστορία. Να αφαιρέσεις από το βάρος των επόμενων γενιών παραπάνω από 130 δις ευρώ, δηλαδή να μειώσεις το χρέος κατά 65 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Και όχι μόνο να το μειώσεις, αλλά και να το αναδιαρθρώσεις. Να αλλάξεις τη σύνθεσή του ριζικά, τη μέση διάρκεια ,το μέσο επιτόκιο. Άρα το κόστος εξυπηρέτησης σε ετήσια βάση.
Μπορούσαν να γίνουν τα πράγματα διαφορετικά; Το ερώτημα είναι πότε. Ίσως πριν ξεσπάσει η κρίση, ναι. Το 2007; Το 2008; Αρχές του 2009; Θα μπορούσαν να γίνουν τα πράγματα διαφορετικά αν μας έδιναν οι εταίροι μας και οι πιστωτές μας μεγαλύτερο περιθώριο δημοσιονομικής προσαρμογής άρα μεγαλύτερο δάνειο για μεγαλύτερο χρόνο; Ναι αλλά δεν ήταν αυτό εφικτό. Θα μπορούσαμε να πετύχουμε μείωση του χρέους εξ αρχής και όχι ενάμιση χρόνο αργότερα; Ναι, αλλά έπρεπε να έχουμε πείσει πολιτικά γι' αυτό.
Και κυρίως, για να είμαστε ειλικρινείς μεταξύ μας τα πράγματα θα μπορούσαν πράγματι να έχουν γίνει διαφορετικά, κάπως καλύτερα, εάν υπήρχε εξ αρχής κοινωνική και πολιτική συναίνεση και αποφασιστικότητα. Αλλά δυστυχώς δεν υπήρξε. Και δεν υπάρχει ακόμη και τώρα, το εύρος της κοινωνικής και πολιτικής συναίνεσης που απαιτείται.
Φυσικά αν είχαμε μεγαλύτερη ταχύτητα και αποφασιστικότητα στις διαρθρωτικές αλλαγές, θα μπορούσαμε να το χρησιμοποιήσουμε αυτό ως επιχείρημα για να πετύχουμε χαλάρωση στη δημοσιονομική προσαρμογή και στα δημοσιονομικά μέτρα. Αλλά δεν μπορέσαμε να πείσουμε την κοινωνία και είναι δύσκολο να πείσεις μια κοινωνία να αποδεχτεί τις διαρθρωτικές αλλαγές στο κράτος, παράλληλα με μειώσεις στα εισοδήματα.
Άλλωστε μην ξεχνάτε κάτι, το οποίο δικαιούμαι νομίζω ως Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Πρόεδρος ενός Κόμματος που είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος, να το πω με καθαρότητα: είχαμε και έχουμε απέναντί μας μια Δεξιά Ευρώπη. Η Ευρώπη που είναι στα πράγματα, είναι μια Ευρώπη πολιτικά συντηρητική και οικονομικά νεοφιλελεύθερη. Αυτή είναι η κρατούσα αντίληψη.
Δεν έχουμε απέναντί μας μια τρόικα τεχνοκρατών, αλλά Κυβερνήσεις, Κοινοβούλια, κοινωνίες. Βλέπετε με πόσο  άγαρμπο τρόπο έχει ανοίξει και πάλι η συζήτηση για την Ελλάδα, με αρνητικά στερεότυπα βλαπτικά για την Ευρώπη, ενόψει των γερμανικών εκλογών.
Άρα είναι λάθος να πιστεύει κανείς ότι έχουμε απέναντί μας θεσμούς όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το ΔΝΤ μόνο. Όχι. Έχουμε Κοινοβούλια, εκλογικά σώματα, οικονομικούς εθνικισμούς, συμφέροντα, όπως τα αντιλαμβάνονται μεγάλες ή και μεσαίες και μικρές χώρες.
Δεν χρειάζεται να θυμίσω τι είναι αυτό που πετύχαμε. Η Ελλάδα έχει λάβει δάνειο από τους εταίρους της που ξεπερνά τα 250 δις ευρώ. Η Κύπρος είχε να αντιμετωπίσει πρόβλημα δανειακό για 10 δις και οδηγήθηκε σε οριακή κατάσταση ,στην κόψη του ξυραφιού. Εάν λάβει κανείς υπόψη και τη συνολική έκθεση που είχε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην Ελλάδα, αυτό ξεπερνά τα 400 εκ., εάν λάβει κανείς υπόψη και τα 130 δις που κουρεύτηκαν από το δημόσιο χρέος, τότε ξεπερνάμε τα 530.
Ακούω τον ισχυρισμό πως «όλα αυτά ήταν μια τρύπα στο νερό, γιατί ξαναμεγάλωσε το χρέος». Μα, ποιο χρέος ξαναμεγάλωσε; Το αναδιαρθρωμένο; Βεβαίως ξαναμεγάλωσε. Γιατί ακόμη παράγουμε χρέος, λόγω των ελλειμμάτων, γιατί όλα τα τελευταία χρόνια έχουμε έλλειμμα. Τώρα φτάνουμε στο στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος. Και πάλι όμως έχουμε δημοσιονομικό έλλειμμα, γιατί πέρα από το πρωτογενές έχουμε και την εξυπηρέτηση του Δημοσίου χρέους που εξακολουθεί να υπάρχει, γιατί μετέχουμε στη διεθνή οικονομική κοινότητα.
Έχουμε συνειδητοποιήσει πού θα βρισκόταν το χρέος και αν η χώρα θα ήταν βιώσιμη χωρίς το PSI και χωρίς το κούρεμα; Ναι, αναλάβαμε από το κούρεμα 50 δις για να ανακεφαλαιοποιήσουμε τις Τράπεζες. Δεν ανακεφαλαιοποιήσαμε τους τραπεζίτες, έχασαν τις μετοχές στις Τράπεζες. Στηρίζουμε όμως τις καταθέσεις, γιατί με αυτά τα 41 δις που έχουμε διαθέσει μέχρι στιγμής, στηρίζουμε τα 170 περίπου δις καταθέσεων και αν επιστρέψουν οι καταθέσεις θα διευκολυνθούμε πάρα πολύ ως εθνική οικονομία, δεν θα διευκολυνθούν οι Τράπεζες. Θα διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις, αυτοί που ζητούν ένα μικρό δάνειο στεγαστικό, αυτοί που θέλουν να κινήσουν την οικονομία.
Άλλωστε οι Τράπεζες είχαν πρόβλημα ανακεφαλαιοποίησης ανεξαρτήτως του κουρέματος και του PSI, λόγω των κακών δανείων και βεβαίως γιατί τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου ούτως ή άλλως έπρεπε να τα υπολογίσουν μειωμένα στα βιβλία τους. Έτσι είχαν αποδεχτεί το αρχικό PSI του 21% για όσους το θυμούνται, ως πρώτο βήμα προκειμένου να μπούμε στη συζήτηση του κουρέματος.
Άρα όσοι φαντασιώνονται αναστολή πληρωμών, πρέπει να ξέρουν ότι πετύχαμε τεράστια περίοδο χάριτος. Όσοι φαντασιώνονται μονομερές κούρεμα, πρέπει να ξέρουν ότι πετύχαμε το μεγαλύτερο στην ιστορία εθελοντικό κούρεμα χωρίς να ανοίξει μύτη και όσες εκκρεμότητες έχουμε με μικροομολογιούχους έχουμε ηθική υποχρέωση να τις τακτοποιήσουμε. Δεν το έχουμε ξεχάσει ποτέ αυτό ως υποχρέωση.
Είναι όμως τελείως λάθος αυτή η συζήτηση να ανοίγει με λάθος τρόπο, λάθος ώρα και να αναπαράγει αβεβαιότητα για την Ευρωζώνη. Η Γερμανία κερδίζει από την κρίση, το λένε οι πιο γνωστοί και έμπειροι Γερμανοί οικονομολόγοι. Δεν κερδίζει μόνο από τα επιτόκια των δανείων, τα δάνεια δεν τα έχει δώσει καν, τα εγγυάται, κερδίζει φυσικά από τη μείωση των δικών της επιτοκίων, από το πλεόνασμα του δικού της εμπορικού ισοζυγίου.
Από την άλλη μεριά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Ελλάδα αυτή τη στιγμή κρινόμενη με όρους διαρθρωτικού δημοσιονομικού πλεονάσματος, που είναι ο σωστός υπολογισμός- δηλαδή τα δημοσιονομικά δεδομένα λαμβανομένης υπόψη της επιρροής που έχει η μεγαλύτερη ύφεση και λαμβανομένων υπόψη εφ' άπαξ μέτρων που δεν πρόκειται να υπάρξουν του χρόνου- βρίσκεται στην καλύτερη θέση μεταξύ όλων των χωρών της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχουμε το μεγαλύτερο διαρθρωτικό δημοσιονομικό πλεόνασμα και φτάνουμε και σε ονομαστικό πλεόνασμα για πρώτη φορά.
Άρα το ζητούμενο είναι πια ο παρονομαστής του κλάσματος έλλειμμα προς ΑΕΠ. Να αυξήσουμε το ΑΕΠ που έχει δυστυχώς μειωθεί, να αποκτήσουμε θετικό ρυθμό ανάπτυξης και είναι σημαντικό ότι όλες οι προβλέψεις, ελληνικές και διεθνείς, μιλούν για θετικό ρυθμό ανάπτυξης το 2014.
Το θέμα τώρα ποιο είναι; Το θέμα είναι η σύνδεση μεταξύ των δημοσιονομικών και μακροοικονομικών επιτευγμάτων και δεδομένων, που είναι καλά, που είναι θετικά, με την πραγματική οικονομία και την καθημερινή εμπειρία. Γιατί πράγματι ο καθένας αναρωτιέται «τι σημαίνει για εμένα, για την οικογένειά μου, για την εργασία μου, για την προοπτική μου, για την επιχείρησή μου το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει διαρθρωτικό πρωτογενές πλεόνασμα και φτάνει και σε ονομαστικό πρωτογενές πλεόνασμα; Τι σημαίνει για εμένα, για την οικογένειά μου, γι' αυτά που με ενδιαφέρουν το γεγονός ότι η Ελλάδα οδεύει σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης, μικρό βεβαίως από το 2014;».
Αυτό είναι η μεγάλη υπόθεση του εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης. Τώρα έχει σημασία να πιστέψουμε στο εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης και να το στηρίξουμε όλοι μαζί: κράτος, ιδιωτικός τομέας, κοινωνία, πολιτικό σύστημα. Το Μνημόνιο θεωρείται υπαγορευμένο. Βεβαίως, το Μνημόνιο είναι προϊόν μιας σκληρής συνεχούς διαπραγμάτευσης μεταξύ αυτού που δανείζει και αυτού που δανείζεται και αυτός που δανείζει έχει αντιλήψεις πολιτικές, οι οποίες είναι συντηρητικές, οι οποίες είναι οικονομικά νεοφιλελεύθερες, οι οποίες είναι εν πάση περιπτώσει βορειοευρωπαϊκές και θέλει να επιβάλλει ένα μοντέλο και στην Ελλάδα.
Χρειαζόμαστε, θα μπορούσα να πω, το εθνικό μας Μνημόνιο, αν η λέξη δεν ήταν κακή; Χρειαζόμαστε μια μεγάλη εθνική συμφωνία, το εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης. Η προγραμματική συμφωνία της Κυβέρνησης, η συμφωνία ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία, δεν είναι μια συμφωνία που αφορά τα δυο Κόμματα. Είναι το πολιτικό πλαίσιο του εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης, αλλά σημασία έχει η δέσμευση όχι μεταξύ μας, αλλά η δέσμευση με την κοινωνία και βεβαίως η συνεχής διαπραγμάτευση με τους εταίρους. Γιατί μακάρι να μπορούσαμε να αποφασίσουμε μόνοι μας για όλα τα θέματα.
Ξέρετε πάρα πολύ καλά ποια είναι τα θεμέλια της προγραμματικής συμφωνίας και του εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης:
 Όχι πρόσθετα περιοριστικά δημοσιονομικά μέτρα, δεν τα αντέχει η οικονομία, η κοινωνία, το πολιτικό σύστημα.
Ισχυρή όμως στήριξη στις διαρθρωτικές αλλαγές που έπρεπε να τις έχουμε κάνει προ πολλού, που είναι ζωτική ανάγκη για την ανάπτυξη και την επιβίωση της χώρας, για την εθνική ανταγωνιστικότητα, για την εθνική προοπτική.
Οι προϋποθέσεις για να υπάρξει και να πετύχει το εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης νομίζω είναι προφανείς.

Πρώτον, υπάρχουν πολιτικές προϋποθέσεις. Πρώτη προϋπόθεση είναι η κυβερνητική σταθερότητα, την οποία την εγγυήθηκε το ΠΑΣΟΚ με τρόπο προφανή, την κρίσιμη στιγμή. Το επαναλαμβάνουμε αυτό. Είναι αστεία τα δημοσιεύματα που βλέπουμε κάθε λίγο και λιγάκι για επίσπευση των εκλογών τον Οκτώβριο, το Μάιο, με τις ευρωεκλογές. Δεν υπάρχει αυτό. Η χώρα χρειάζεται χρόνο, η οικονομία χρειάζεται χρόνο, η κυβερνητική σταθερότητα είναι η πρώτη προϋπόθεση για την ανάκαμψη.
Αλλά δεν αρκεί η Κυβέρνηση και η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, οι δυο Κοινοβουλευτικές Ομάδες ιδίως η δική μας η οποία έχει σηκώσει το βάρος και της προηγούμενης περιόδου μόνη της, είναι πραγματικά εγκλωβισμένη σε ένα σισύφειο έργο, κουβαλάνε ένα εθνικό βάρος οι βουλευτές μας. Χρειάζεται στοιχειώδης συναίνεση, κοινωνική αποφασιστικότητα όχι  μονο αποφασιστικότητα της Κυβέρνησης. Και βέβαια δεν δικαιολογείται καμία αμφιταλάντευση και αμφιθυμία. Μόνο όταν πετύχουμε θα δικαιωθούμε, ιδίως εμείς που σηκώσαμε το βάρος από το 2010 από τα τέλη του 2009.
Και βέβαια μέσα στις πολιτικές προϋποθέσεις είναι και η πολιτική απόφαση να στηριχθούμε στην επιχειρηματικότητα, μικρή και μεγάλη. Να καλέσουμε τον ιδιωτικό τομέα να αναλάβει τη δική του ευθύνη και να ασκήσει τη δική του πρωτοβουλία.
Οι προϋποθέσεις είναι και κοινωνικές βεβαίως. Χρειάζεται να σεβαστούμε τα όρια αντοχής της κοινωνίας για να ζητήσουμε συμμετοχή της κοινωνίας. Να εκδηλώσουμε την αλληλεγγύη μας στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό και να ζητήσουμε από όλους τους κοινωνικούς φορείς και από τους συνδικαλιστικούς φορείς να επιδείξουν την υπευθυνότητά τους. Δεν μπορεί να απειλούνται με απεργίες τα σχολεία με την έναρξη της σχολικής χρονιάς, τώρα και να ταλαιπωρούνται με απειλές όλες οι οικογένειες.
Ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων, των Επιμελητηρίων, όλων των φορέων είναι καθοριστικός. Χρειάζεται μια πανεθνική προσπάθεια, το εννοώ αυτό, με όλες τις δημιουργικές δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας.
Οι προϋποθέσεις είναι και θεσμικές. Χρειαζόμαστε ένα άλλο κράτος, κανονικό. Ένα κανονικό ευρωπαϊκό κράτος, στην υπηρεσία του πολίτη και της ανάπτυξης, άρα μια Δημόσια Διοίκηση με αξιολόγηση δομών και προσωπικού. Κανείς δεν έχει λόγο να φοβάται αν κάνει στοιχειωδώς τη δουλειά του, αυτό αφορά τη συντριπτικότατη πλειοψηφία των εργαζομένων στο δημόσιο. Χρειαζόμαστε μια Αυτοδιοίκηση με τοπικές αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, πρωτοβουλίες κοινωνικής συνοχής, πρωτοπόρα στα θέματα του ΕΣΠΑ που μπορεί να μας βοηθήσει παντού: Στην αντιμετώπιση της ανεργίας με την κοινωφελή εργασία και την αυτεπιστασία, στη δημιουργία και την ανάπτυξης των δικτύων συνοχής και αλληλεγγύης προνοιακού χαρακτήρα. Χρειαζόμαστε μια ελληνική Δικαιοσύνη με αναπτυξιακή αίσθηση. Και βεβαίως χρειαζόμαστε ένα Κοινοβούλιο, το οποίο λειτουργεί ως κέντρο όλης αυτής της μεγάλης προσπάθειας.
Οι προϋποθέσεις είναι βεβαίως και φορολογικές. Δεν έχουμε ξεχάσει ποτέ το εθνικό φορολογικό σύστημα, έχουμε πλήθος ρυθμίσεων υπό την απειλή πιέσεων, υπό την ανάγκη να πετύχουμε δημοσιονομικούς στόχους. Έχουν γίνει πολλά σωστά βήματα, προγεφυρώματα τα έχω πει, προς το εθνικό φορολογικό σύστημα, υπάρχουν όμως και αστοχίες και λάθη και αντιφάσεις. Υπάρχουν μέτρα φορολογικά, τα οποία λειτουργούν αντιαναπτυξιακά.
Άρα το εθνικό φορολογικό σύστημα είναι η ευκαιρία της επανεξέτασης όλων αυτών των ρυθμίσεων και η ένταξή τους σε ένα σύστημα που είναι και σταθερό και απλό και φιλικό.  Αυτό αφορά τους συντελεστές για τη φορολογία των επιχειρήσεων, αλλά και των φυσικών προσώπων αν χρειαστεί, τη συζήτηση για το ΦΠΑ. Δεν απέδωσε αυτό που θέλαμε ,στο βαθμό που θέλαμε η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση. Αν είχε αποδώσει όσο έπρεπε, θα είχαμε ένα πολύ καλό επιχείρημα για την επανεξέταση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης και στο πετρέλαιο κίνησης, που εκεί πρέπει να δώσουμε λύση τη χρονιά αυτή, σε όλα τα κοινωνικά προβλήματα τα οποία έχουν προκύψει, με γενναιοδωρία.
Και βέβαια χρειαζόμαστε μια φορολογική Διοίκηση η οποία να μην φοβάται τον ιδιωτικό τομέα. Γι' αυτό το φορολογικό πιστοποιητικό, το επάγγελμα του λογιστή, ο ρόλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου είναι από την άποψη αυτή, πολύ σημαντικά στοιχεία.
Οι προϋποθέσεις είναι βεβαίως και χρηματοοικονομικές, άρα και τραπεζικές. Το δημόσιο ασκεί τον έλεγχο στις Τράπεζες, υπάρχουν πολλαπλοί θεσμοί εποπτείας, γίνονται κοσμογονικές εξελίξεις στην Ευρώπη με τη διαδικασία της τραπεζικής Ένωσης. Το ζήτημα είναι όλο αυτό να συνδεθεί με την πραγματική οικονομία, να διευκολύνει τον πολίτη, να μην νιώθει ότι απειλείται, λόγω των δανειακών υποχρεώσεών του εφόσον ο ίδιος θέλει να βοηθήσει και αυτό νομίζω ότι είναι προφανής προϋπόθεση, ο ίδιος να  θέλει να ρυθμίσει τα θέματά του.  Από την άλλη μεριά οι Τράπεζες δεν πρέπει να βλέπουν εσωστρεφώς τα ζητήματα αυτά, δηλαδή τα βιβλία τους τον εαυτό τους, τη δική τους ανάπτυξη, πρέπει όλο αυτό να συνδέεται με την οικονομία, με την αγορά, με τις ανάγκες των επιχειρήσεων.
Και υπάρχουν και προϋποθέσεις ενωσιακές, κοινοτικές. Γιατί φυσικά θέλουμε μεγάλη ευελιξία κανονιστικού χαρακτήρα, διαχειριστικού, στα θέματα του ΕΣΠΑ, μια πιο φιλική στάση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, μεγαλύτερη ευελιξία στη μετακίνηση κονδυλίων από τα διαρθρωτικά Ταμεία στο Κοινωνικό Ταμείο και κυρίως δεν θέλουμε λάθος λόγια τη λάθος στιγμή.

Περάσαμε μια περίοδο που είχαμε αποφύγει τις εχθρικές ή αμφίβολες δηλώσεις και τώρα λόγω των γερμανικών – αυστριακών εκλογών και λόγω της κρίσης στην Ευρώπη γενικά, έχουμε μια επανάληψη, η οποία είναι απαράδεκτη και βλαπτική, το λέω για δεύτερη φορά, γιατί αυτό είναι πολιτικό ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί εύκολα και γρήγορα.
Τώρα ο μεγάλος στόχος είναι βέβαια η επανεκκίνηση της πραγματικής οικονομίας. Έχω δει τις προτάσεις σας, θα μου επιτρέψετε να πω ότι συμφωνούμε στα περισσότερα. Πρέπει να τα βάλουμε σε μια σειρά, οι αποσπασματικές κινήσεις δεν αρκούν χρειάζεται να είμαστε συστηματικοί και να τα προχωράμε όλα μαζί.
Το πρώτο λοιπόν είναι η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων. Το πρώτο ζήτημα!
Που σημαίνει το κράτος να καταβάλλει τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του γιατί έχουμε τα λεφτά. Στη μεγάλη συμφωνία για το δεύτερο δάνειο, για το δεύτερο πρόγραμμα, που πολιτικά συνήφθη στις 27 Οκτωβρίου του 2011 και οριστικοποιήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου του 2012, προβλέπονται τα λεφτά για τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του Δημοσίου. Είναι μέσα στο δάνειο, είναι μέσα στη συμφωνία.
Συμψηφισμοί. Πρέπει να λυθεί το θέμα οριστικά και ριζικά με ευελιξία και αίσθημα Δικαιοσύνης. Όλοι οι συμψηφισμοί πρέπει να γίνονται αυτόματα.
Βέβαια δεν μπορείς να έχεις χρηματοδότηση χωρίς να λειτουργήσει ο τραπεζικός δανεισμός. Η πιστωτική επέκταση είναι στην πραγματικότητα αρνητική επί χρόνια. Διευθετούνται παλιά δάνεια, εδώ μιλάμε τώρα και για νέες χορηγήσεις. Το κόστος του χρήματος είναι η μεγαλύτερη ανισότητα που έχει η Ελλάδα σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όταν ο Γερμανός δανείζεται με κόστος μηδενικό σε σχέση με τον Έλληνα, όταν υπάρχει διαφορά η οποία υπερβαίνει τις 6 ή 7 μονάδες στο επιτόκιο, υπάρχει όπως αντιλαμβάνεστε μια μήτρα που διατηρεί τις ανισότητες, μια μήτρα απόκλισης, αντί να έχουμε προοπτική σύγκλισης.
Άρα το κόστος του χρήματος είναι το μεγάλο θέμα και αυτό πρέπει να πέσει με διάφορους τρόπους τραπεζικούς, υπάρχουν πρωτοβουλίες ,οι Τράπεζες παίρνουν πρωτοβουλίες σιγά - σιγά να μειωθούν τα επιτόκια. Αυτό αφορά βέβαια και την επιστροφή καταθέσεων ώστε να μην υπάρχει το άγχος προσέλκυσης καταθέσεων κυρίως προθεσμιακών, αλλά υπάρχουν και οι μηχανισμοί οι μη τραπεζικοί, οι οποίοι μπορούν να συμβάλλουν στη μείωση του επιτοκίου. Είναι οι μηχανισμοί του ΕΣΠΑ, του ΕΤΕΑΝ, όλοι οι μηχανισμοί που έχει το Υπουργείο Ανάπτυξης και το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, για την πρωτογενή παραγωγή.
Και βέβαια αυτό αφορά και διευθετήσεις τύπου ΤΕΙΡΕΣΙΑ που το έχουμε θέσει ως ζήτημα στην Ένωση Ελληνικών Τραπεζών εδώ και ένα χρόνο περίπου, είναι σημαντικό αυτό που έγινε με τις επιταγές.
Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι πρέπει να ξαναδούμε –και η διαπραγμάτευση δεν είναι εύκολη πρέπει να την κάνουμε και την οργανώνουμε- τις ρυθμίσεις των φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων γιατί αυτές συνδέονται με τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να υπάρχουν.
Στην πραγματικότητα συνδέονται με την χρηματοοικονομική τους επάρκεια και επειδή οι ρυθμίσεις ξέρω πάρα πολύ καλά ότι δεν είναι όσο φιλικές θα έπρεπε, επαρκείς, αλλά είναι προϊόν συμβιβασμού με τους εταίρους μας, είμαστε έτοιμοι να κάνουμε ξανά και ξανά αυτή τη διαπραγμάτευση και να τους πείσουμε ότι πρέπει να πάμε σε ρυθμίσεις οι οποίες να είναι αποτελεσματικές, να αποδίδουν και για τα Ταμεία και για το δημόσιο Ταμείο.
Αυτό αφορά ιδιαίτερα την ευελιξία του ΟΑΕΕ (του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών) όπου πρέπει να δούμε δυνατότητες που σώζουν το Ταμείο αλλά σώζουν και τον μικρομεσαίο, τον επαγγελματία αν θέλει  μόνο ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για παράδειγμα, ή άλλου τύπου διευθετήσεις που είναι σημαντικό να γίνουν. Χαιρόμαστε γιατί με την παρέμβασή μας αποτρέψαμε δραματική μείωση των συντάξεων για τους νέους συνταξιούχους του ΟΑΕΕ.
Η δεύτερη μεγάλη προϋπόθεση μετά τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, είναι να ξανακινηθεί ο τροχός των δημοσίων επενδύσεων. Το Υπουργείο Υποδομών έχει κάνει πολύ σημαντική δουλειά τους τελευταίους μήνες για την ενανέναρξη των οδικών αξόνων και για άλλα δημόσια έργα που χρηματοδοτούνται από το τρέχον ΕΣΠΑ.
Ετοιμάζουμε τη νέα προγραμματική περίοδο του ΕΣΠΑ με όσο γίνεται πιο έξυπνο και ευέλικτο τρόπο, αξιοποιώντας τις Περιφέρειες οι οποίες καλούνται να παίξουν ένα πολύ σημαντικό ρόλο σε μια πολυτομεακή και πολυταμειακή,  όπως λέμε, βάση και οι Δήμοι έχουν το δικό τους ρόλο και ξέρουμε πάρα πολύ καλά τα προνομιακά πεδία: ενέργεια, απορρίμματα. Εδώ ο ρόλος του Τεχνικού Επιμελητηρίου μπορεί να είναι πάρα πολύ σημαντικός για την αναγκαία προετοιμασία ,αλλά και για τη συναίνεση που απαιτείται.
Τρίτη προϋπόθεση είναι να μην φοβόμαστε το ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων. Ποτέ δεν είδαμε τις ιδιωτικοποιήσεις ως εκποίηση, αλλά πάντα ως ευκαιρία για επένδυση και απασχόληση, πάντα μέσα σε μία λογική αναπτυξιακή. Βεβαίως οι ιδιωτικοποιήσεις  συνδέονται και με τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας ,με το λεγόμενο χρηματοδοτικό σχήμα.
Στη Θεσσαλονίκη θα έχουμε την ευκαιρία να κάνουμε μια ειδική τοπική σύσκεψη για όλα τα μεγάλα θέματα, γιατί η απόσταση πια μεγαλώνει και πρέπει να είμαστε πάρα πολύ συγκεκριμένοι και διορατικοί στα θέματα που αφορούν τις υποδομές. Ο Υπουργός Υποδομών μίλησε για το Μετρό προσφάτως στην πόλη, αλλά έχουμε να δούμε κι άλλα θέματα κυρίως τα θέματα του λιμανιού, του αεροδρομίου, της Εγνατίας Α.Ε. Μιλήσαμε σήμερα για τη Διεθνή Έκθεση με τη Διοίκησή της και για τη Ζώνη καινοτομίας.
Το τέταρτο μεγάλο θέμα που αφορά τη μεταποίηση αλλά όχι μόνο τη μεταποίηση, είναι το κόστος ενέργειας. Το κόστος ενέργειας είναι μαζί με το κόστος του χρήματος, το μεγάλο θέμα της ελληνικής πραγματικής οικονομίας και συμφωνώ με την πρόταση –έχω συνεννοηθεί με τον Υπουργό Περιβάλλοντος - να κάνουμε μια αξιολόγηση όλων των συντελεστών του κόστους χωριστά, για να δούμε τι ακριβώς συμβαίνει την Ελλάδα. Στην Ελλάδα υπάρχει επιβάρυνση προ φόρων στο κόστος ενέργειας, υπάρχει μια μεγάλη αναπτυξιακή αδικία της χώρας, η οποία αντιμετωπίζεται με πολύ μεγάλη προσοχή τώρα και πρέπει να δούμε πως θα έχουμε αποτέλεσμα, εάν θέλουμε να είμαστε ανταγωνιστικοί διεθνώς και να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις μας.
Το ξέρουμε το πρόβλημα, το παρακολουθούμε και από το Υπουργείο Εξωτερικών κάνουμε τους χειρισμούς που μπορούμε να κάνουμε, γιατί πολλά από τα θέματα αυτά έχουν φυσικά και μια διεθνή διάσταση.
Το πέμπτο είναι τα προγράμματα ανάσχεσης της ανεργίας, στήριξης της απασχόλησης και στήριξη επιχειρήσεων. Χαιρόμαστε ,πραγματικά ,γιατί υιοθετήθηκαν οι βασικές μας προτάσεις, είναι κυβερνητική πολιτική. Ξεκίνησε το πρώτο πρόγραμμα για 50.000 θέσεις τώρα μέσω της Τοπικής Αυτοδιοίκησης κυρίως, αλλά και μέσω ιδιωτικών επιχειρήσεων και μέσω των επιχειρήσεων του λεγόμενου κοινωνικού τομέα. Αυτές οι 200.000 προσωρινές θέσεις εργασίας για τους ανέργους μπορούν να γίνουν και πρέπει να γίνουν μια πραγματικότητα, η ανάπτυξη θα δώσει απασχόληση αλλά όχι μόνο.
Όταν έχεις 27% ανεργία δεν μπορείς να περιμένεις μόνο από την οικονομία την απάντηση, από τη λειτουργία της αγοράς. Θέλει κρατική παρέμβαση και βέβαια αυτό αφορά και τη στήριξη υφιστάμενων θέσεων εργασίας με το bonus στους συνεπείς εργοδότες, που πρέπει να δουν μείωση των εισφορών τους, εφόσον διατηρούν τις θέσεις εργασίας, αλλά και σε κλάδους οι οποίοι αυτή τη στιγμή έχουν φτάσει σε οριακό σημείο αντοχής, μετά από 6 χρόνια ύφεσης.
Η ιδέα για μια διασφαλισμένη σε κάθε νέο πρώτη εργασιακή εμπειρία, με τη μορφή προσωρινής απασχόλησης, με τη μορφή μαθητείας, κατάρτισης, επιμόρφωσης, νεανικής επιχειρηματικότητας είναι κάτι πολύ σημαντικό. Τα προγράμματα αυτά, όλα τα προγράμματα ενισχύουν τη ζήτημα, άρα τονώνουν την αγορά. Είναι πολλαπλή η ωφέλεια.
Το έκτο ζήτημα είναι τα διοικητικά εμπόδια. Έχω μιλήσει πολλές φορές για τη διοικητική στήριξη, τις αδειοδοτήσεις, αυτά όλα αφορούν τη νομική μορφή των επιχειρήσεων. Άλλο η επιχείρηση και άλλο η εκμετάλλευση, η συγκεκριμένη εγκατάσταση. Εκεί το μεγάλο μας θέμα, είναι οι χρήσεις γης, οι περιβαλλοντικές μελέτες και αδειοδοτήσεις.
Αυτά είναι η πρώτη προτεραιότητα του Υ.Π.Ε.Κ.Α., είπαμε να βρούμε λύσεις οι οποίες να είναι στο πλαίσιο του κοινοτικού Δικαίου πιο ευέλικτες.
Και βέβαια η εξωστρέφεια πολλές φορές ανακόπτεται από διοικητικά προβλήματα, αλλά δεν θα την κάνει το κράτος, θα τη στηρίξει το κράτος.
Το κράτος όμως μπορεί να ρυθμίσει τους όρους πληρωμής μεταξύ παραγωγού και μεγάλων δικτύων λιανικής πώλησης. Μπορεί να θέσει σε κίνηση την Επιτροπή Ανταγωνισμού και αυτά είναι ζητήματα για τα οποία συζητώ συνεχώς με την ηγεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης.
Το έβδομο ζήτημα πρέπει να το πούμε για μια ακόμη φορά: η έμφαση στο διανοητικό κεφάλαιο, έρευνα και τεχνολογία. Εδώ κάποτε δεν είχαμε ένα οργανωμένο Ινστιτούτο και το 2000 μόλις με τον κ. Τσαυτάρη κάναμε το ΕΚΕΤΑ στη Θεσσαλονίκη με το μεγαλύτερο Πανεπιστήμιο, με 45 Τμήματα, με άπειρα πανεπιστημιακά εργαστήρια.
Τώρα, τα κλαδικά προβλήματα για τα οποία έχετε εκφραστεί, συνδέονται όλα με το νέο εθνικό παραγωγικό μοντέλο. Το νέο εθνικό παραγωγικό μοντέλο το λέμε συχνά, μπορεί να βασιστεί σε αυτά που έχουμε από την ιστορία και τη φύση: γη και άνθρωποι. Ανθρώπους έχουν όλες οι χώρες του κόσμου εξίσου καλούς και ικανούς, οι Έλληνες πρέπει να αποδεικνύουν και την ευρηματικότητά τους και την ευφυΐα τους και την επινοητικότητά τους και την εργατικότητά τους και το κάνουν. Το κάνουν παντού. Όχι μόνο στο εξωτερικό ως απόδημοι, το κάνουν και εδώ όταν υπάρχει ανάγκη και τους ενθαρρύνουμε και αποκτούν μια στοιχειώδη αίσθηση αισιοδοξίας και ασφάλειας, που την οφείλουμε στους νέους μας.
Και βέβαια η γη είναι τεράστιο πλεονέκτημα. Εάν δεν υπήρχε αυτό, δεν θα υπήρχε η άνοδος του τουρισμού η οποία μας δίνει φέτος μια τέτοια τεράστια ανάσα, πριν την κρίση στην Αίγυπτο. Πριν, πολύ πριν.
Άρα ας ξεκινήσουμε από τον τουρισμό. Μια Ελλάδα, που αλλάζει πληθυσμιακά μεγέθη τους έξι ή τους επτά μήνες του χρόνου, θέλει κι άλλες υποδομές. Έχουμε σοβαρό πρόβλημα υποδομών ακόμη και για το θερινό τουρισμό, τον κλασικό, τον μαζικό. Και έχουμε πρόβλημα υποδομών κάθε είδους από την ακτοπλοΐα και τα αεροδρόμια, μέχρι την παροχή υπηρεσιών υγείας, ακόμη και στους πιο γνωστούς διάσημους διεθνώς τουριστικούς προορισμούς.
Δεν θα μιλήσω ξανά σε εσάς τώρα για την ανάγκη να προωθήσουμε ειδικές μορφές τουρισμού, αλλά έχουμε τεράστια περιθώρια. Μιλήσαμε ξανά με τη Διοίκηση της Δ.Ε.Θ. για το συνεδριακό και εκθεσιακό τουρισμό, θρησκευτικός τουρισμός, ιαματικός τουρισμός, τουρισμός ο οποίος συνδέεται με τα Σαββατοκύριακα και τα διαλείμματα αναψυχής εκτός θερινής περιόδου, τα ζητήματα της βίζας τα αντιμετωπίζουμε στο Υπουργείο Εξωτερικών ως πρώτη προτεραιότητα σε συνεργασία με το ΣΕΤΕ, με το Υπουργείο Τουρισμού.
Για τη μεταποίηση στην πραγματικότητα μίλησα. Τα δυο μεγάλα προβλήματα: χρήσεις γης και ενέργεια, κόστος ενέργειας.
Για το λιανικό εμπόριο δώσαμε αγώνα για τις Κυριακές και νομίζω πήγαμε σε μια ισορροπημένη λύση συμβιβαστική, πρακτική, με την ευθύνη βέβαια των φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Για τις εμπορικές μισθώσεις κάνουμε το ίδιο, έχουμε το  νου μας.
Ο αγώνας κατά του παραεμπορίου, που είναι μια προσπάθεια πλέον την Ελληνικής Αστυνομίας και είμαστε σε συνεννόηση με το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης μετά και τη νέα μορφή της δημοτικής Αστυνομίας.
Για τον πρωτογενή τομέα έχουμε παρουσιάσει μια πλήρη πλατφόρμα ανάπτυξης, γιατί από εκεί ξεκινά πάντα η ανάκαμψη και η επανεκκίνηση ιστορικά. Μετά από κάθε κρίση, από την πρωτογενή παραγωγή ξεκινούν όλα. Το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας πλήττεται ιστορικά όχι μόνο λόγω των υγρών καυσίμων, αλλά και λόγω των εισαγωγών βόειου κρέατος.
Άρα έχουμε τεράστια περιθώρια στην κτηνοτροφία και στην αλιεία και στη φυτική παραγωγή, τα έχει παρουσιάσει πάρα πολλές φορές ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων: για τον αγρότη επιχειρηματία, για τη μείωση του κόστους παραγωγής, για τη συμβολαιακή γεωργία, για την στήριξη των νέων που θέλουν να γυρίσουν στην πρωτογενή παραγωγή, για τις νέες μορφές αγροτικής πίστης που μπορεί να αποδειχθούν πολύ σύντομα καλύτερες από τις παλιές, για τις νέες μορφές αγροτικής οργάνωσης σε επίπεδο Συνεταιρισμών και Συλλόγων και κυρίως βέβαια για τη διασφάλιση της ποιότητας στην τυποποίηση, την επωνυμία , όλα αυτά για τα οποία κι εμείς ως Υπουργείο Εξωτερικών κάνουμε τεράστια προσπάθεια.
Για την ενέργεια μετά και την πρόσφατη επίσκεψή μου στην Αίγυπτο και τη συμφωνία που κάναμε να ανοίξουμε τις συζητήσεις για τις θαλάσσιες Ζώνες στη Μεσόγειο, δεν χρειάζεται να πω πολλά πράγματα. Αυτό που κάνει το Υπουργείο Περιβάλλοντος στις έρευνες είναι ιστορικής σημασίας. Ο ΤΑΠ δίνει πλεονέκτημα στρατηγικό, γεωπολιτικό στη χώρα, είναι το πρώτο θέμα συζητήσεων σε κάθε συνάντηση που αφορά δίκτυα. Βέβαια έχουμε την ανάγκη να επανεξετάσουμε τους κανόνες που ισχύουν, γιατί πήγαμε πολλές φορές με ταχύτητα από το ένα άκρο στο άλλο και πρέπει να δούμε ξανά τα θέματα που έχουν σχέση κυρίως με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Για την εξωστρέφεια είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε με τη Διοίκηση της Δ.Ε.Θ. Συνεργαζόμαστε πολύ στενά με το Υπουργείο Ανάπτυξης ως Υπουργείο Εξωτερικών και πιστεύω  ότι μπορούμε να βοηθήσουμε αποτελεσματικά, αποφασιστικά τις επιχειρήσεις μας. Όλο το διπλωματικό μας Δίκτυο είναι στη διάθεση των ελληνικών επιχειρήσεων.  Και έχει πολύ μεγάλες δυνατότητες.
Υπάρχει όμως και η κοινωνική συνοχή, δεν υπάρχει μόνο ο κόσμος των επιχειρήσεων και της οικονομίας. Μίλησα για την ανεργία και τα προγράμματα, χρειάζονται όμως κι άλλα πράγματα. Δεν μπορεί να υπάρχει άνεργος χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, αυτό αφορά και τους ανέργους από το χώρο των ελεύθερων επαγγελματιών όχι μόνο της μισθωτής εργασίας.
Στηρίζουμε τις αλλαγές στο Εθνικό Σύστημα Υγείας και τον ΕΟΠΥΥ. Το ζήτημα δεν είναι μόνο χρηματοοικονομικό, δεν είναι μόνο ο κοινωνικός προϋπολογισμός, η μείωση του κόστους του φαρμάκου, τα γενόσημα, το να σταματήσει μια ανεξέλεγκτη κατάσταση η οποία είχε επικρατήσει επί δεκαετίες, αλλά τελικά η ποιότητα παροχής υπηρεσιών στον Έλληνα πολίτη. Και ξέρω ότι έχει μειωθεί αυτή η δυνατότητα, η πρόσβαση, η ευκολία και πρέπει να νιώσει ο κάθε άνθρωπος που έχει ανάγκη, ιδίως ο μεγαλύτερης ηλικίας που έχει συχνότερη ανάγκη ότι αποκαθίσταται η ποιότητα της παροχής των υπηρεσιών.
Για τα προνοιακά προγράμματα και ο Υφυπουργός Εργασίας κάνει μια τεράστια προσπάθεια ώστε να λειτουργήσουν όλα και να αυξηθούν :«Βοήθεια στο Σπίτι», «Κατ’ οίκον φροντίδα συνταξιούχου», Παιδικοί Σταθμοί, αλλά εδώ χρειάζονται κι άλλα πράγματα. Ήδη θα αρχίσει η πιλοτική εφαρμογή του εγγυημένου επιπέδου διαβίωσης, για να αντιμετωπιστεί η απόλυτη φτώχεια. Οι ανάπηροι: δεν μπορεί να μην εξαιρεθούν οι βαριά ανάπηροι από τη μείωση των συντάξεων. Προσπαθούμε να αποκαταστήσουμε τη σχέση μας με το χώρο των πολυτέκνων και των τριτέκνων, υπό συνθήκες κρίσης και πίεσης. Και βέβαια η μεγάλη μάχη που δόθηκε για τους πλειστηριασμούς -για τους οποίους ισχύουν μόνο οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού και η δική μου, τίποτε άλλο- είχε πάρα πολύ μεγάλη σημασία.
Σας μίλησα για τη διαπραγμάτευση σε σχέση με τον ειδικό φόρο κατανάλωσης για τα καύσιμα μετά και την εμπειρία του ΦΠΑ στην εστίαση. Υπάρχουν αδικίες και πρώτος στόχος μας είναι να αρχίσουμε να τις αποκαθιστούμε τώρα που η χώρα αποκτά τη δημοσιονομική δυνατότητα για κάτι τέτοιο χωρίς μεγάλα λόγια και υποσχέσεις. Γιατί πρέπει να το δούμε, να το πιάσουμε στα χέρια μας, αυτό όλο το επίτευγμα, προκειμένου να αρχίσει μια σοβαρή συζήτηση και για την επανεκκίνηση της οικονομίας, αλλά και για την αποκατάσταση αδικιών στον τομέα της κοινωνικής αλληλεγγύης και συνοχής.
Κλείνω αυτή την εισαγωγή λέγοντας πως αυτό που έχουμε να κάνουμε δεν είναι εύκολο, είναι όμως αναγκαίο και είναι εφικτό. Υφιστάμεθα πολύ  μεγάλη κριτική από αυτούς που νομίζουν ότι θέλαμε να γίνουμε αντιδημοφιλείς, σκληροί, ή που νομίζουν ότι εγκαταλείψαμε τις αρχές μας και υιοθετήσαμε νεοφιλελεύθερες απόψεις.
Το πατριωτικό καθήκον μας οδήγησε στις δύσκολες επιλογές και η αγωνία για τον πιο αδύνατο και τον μεσαίο. Γιατί εάν δεν σωθεί η χώρα, δεν σώζονται και οι άνθρωποι. Άκουσα το σύνθημα «Δεν έχει νόημα να σώσεις τη χώρα, αν καταστραφούν οι άνθρωποι». Σώζεις τη χώρα, μόνο αν σωθούν οι άνθρωποι», ναι, έτσι σώζονται οι άνθρωποι.
Θα μου πει ο οποιοσδήποτε με ευκολία «μα, σώζεις κανέναν αν του μειώσεις το μισθό ή τη σύνταξη; Ή αν του αυξήσεις τη φορολογική επιβάρυνση για την ακίνητη περιουσία;». Δεν είναι καθόλου ευχάριστο, είναι εξαιρετικά ενοχλητικό, είναι πολλές φορές άδικο.
Αν όμως αντί γι' αυτό πηγαίναμε στην κατάσταση της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας, της απόλυτης καταστροφής, εάν η χώρα μια μέρα ανακάλυπτε ότι δεν έχει Τράπεζες που λειτουργούν, δεν υπάρχουν αυτόματες μηχανές συναλλαγής από όπου μπορείς να πάρεις χρήμα, εάν ζούσαμε την απόλυτη εξαέρωση των καταθέσεων στο σύνολό τους, εάν εκμηδενίζονταν οι ακίνητες περιουσίες, εάν η χώρα βρισκόταν εκτός διεθνών εμπορικών συναλλαγών και δεν μπορούσε κανείς να κάνει εισαγωγές ή εξαγωγές, τι θα έλεγαν όλοι αυτοί οι οποίοι με ευκολία μιλάνε για μονομερή καταγγελία της δανειακής σύμβασης, αφού πήραμε το δάνειο; Και για μονομερή αναστολή πληρωμών ενός δανείου, που μας το έχουν δώσει χώρες, Κοινοβούλια; Γιατί τώρα το χρέος μας είναι απέναντι στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δεν είναι απέναντι σε ιδιώτες. Το κουρέψαμε το χρέος των ιδιωτών και το μαζέψαμε.
Και νομίζετε ότι χρειάζεται να σε βγάλουν από το ευρώ για να σε τιμωρήσουν; Δεν μπορείς να καταστραφείς μια χαρά με την ψευδαίσθηση ότι είσαι μέσα στο ευρώ, χωρίς να υφίστανται οι ίδιοι καμία νομισματική συνέπεια, γιατί θα έχει διαφυλαχτεί η ακεραιότητα της Ευρωζώνης, αλλά εσύ θα έχεις καταστραφεί γιατί θεωρητικά θα έχεις ευρώ, ως εθνικό νόμισμα, αλλά δεν θα έχεις Τράπεζες να σου δώσουν ευρώ, δεν θα έχεις επιχειρήσεις και εργοδότες να σε πληρώσουν σε ευρώ και η περιουσία σου δεν θα αποτιμάται σε τίποτε γιατί δεν θα υπάρχει αξία; Και το ζήσαμε αυτό. Το ζήσαμε πολύ κοντά μας.
Θα καταλάβαινα κάποιον που πριν από 3,5 χρόνια ήθελε να αποφύγει την εμπειρία αυτή, όλοι θέλαμε να την αποφύγουμε. Αλλά τώρα που έχουμε ακολουθήσει αυτό το δρόμο, και έχει κάνει ο ελληνικός λαός αυτή την τεράστια υπερπροσπάθεια, είναι πραγματικά κρίμα να τίθεται σε αμφισβήτηση λίγο πριν το τέλος αυτής της σκληρής διαδρομής.
Και για μας αυτό είναι κι ένα τεράστιο ηθικό ζήτημα. Για μας, ως Κόμμα ,ως ανθρώπους. Γιατί έτσι θα υπάρξει μια αναδρομική αξιολόγηση, δεν λέω αν θα υπάρξει ποτέ δικαίωση, γιατί φυσικά εάν υπάρχει μια κοινωνική βάση η οποία είναι συνηθισμένη σε πρακτικές, σε παροχές, σε ένα κράτος το οποίο λειτουργεί με ένα συγκεκριμένο τρόπο και αυτά όλα αλλάξουν ριζικά, αλλάζουν και οι πολιτικές σχέσεις. Αλλά τώρα ξαναγνωριζόμαστε όλοι και το ερώτημα είναι αν θα ξαναγνωριστούμε με τους παλιούς αδιέξοδους όρους, ή με νέους όρους.
Υπάρχει λοιπόν μια ομάδα πολιτικών δυνάμεων, η λεγόμενη «αντιμνημονιακή», χωρίς καμία διάκριση στην πραγματικότητα μεταξύ όσων έχουν αριστερή και όσων έχουν δεξιά ή ακροδεξιά καταγωγή, που πιστεύει ότι μπορεί να λέγονται με ευκολία πράγματα, στις πλάτες αυτών που έχουν αναλάβει να σηκώσουν το βάρος.
Και το χειρότερο απ' όλα, το βαθιά ανήθικο ,είναι το κλείσιμο του ματιού ότι «ναι, λέμε ότι θα κάνουμε μονομερή καταγγελία, λέμε ότι θα κάνουμε μονομερή αναστολή πληρωμών», αλλά ξέρετε, όταν κανείς αναλάβει τις τύχες της χώρας και μπει στο χώρο της διεθνούς διαπραγμάτευσης, μπορεί ξαφνικά να πει ότι «όχι, δεν μπορεί να γίνει αυτό, τώρα είμαι ρεαλιστής, άρα ακολουθώ τη γραμμή που ακολουθούσε η προηγούμενη Κυβέρνηση και η προπροηγούμενη Κυβέρνηση», δηλαδή ακολουθούσε το ΠΑΣΟΚ και προσχώρησαν μετά καθ’ οδόν και οι άλλοι. Ωραία βάση συνεννόησης για το μέλλον του τόπου!!! Ένα κλείσιμο του ματιού… ότι «εντάξει, ας κάνουν την προσπάθεια, ας σηκώσουν το βάρος αυτοί, τα θύματα, και μετά θα ‘ρθούμε εμείς να κάνουμε τον ταχυδακτυλουργικό χειρισμό». Μα αυτά, μπορεί να συνέβαιναν προηγούμενες δεκαετίες, αλλά δεν συμβαίνουν τώρα. Και είναι κρίμα να οικοδομούμε το μέλλον της χώρας με τα πιο παλιά υλικά.
Δεν είναι αυτό το νέο. Το είπα και προχθές στη μεγάλη εκδήλωση του ΠΑΣΟΚ για τη 3η του Σεπτέμβρη. Το μόνο νέο που υπάρχει στην πραγματικότητα στη χώρα μας, είναι ότι κάποιοι λέμε την αλήθεια, κάποιοι παίρνουμε μεγάλο πολιτικό κόστος και σηκώνουμε βάρος. Δεν το κάνουμε για κάποιο λόγο κομματικό ή προσωπικό. Αντιθέτως. Υφιστάμεθα ταπεινώσεις. Το κάνουμε στο όνομα ενός εθνικού συμφέροντος και μιας ιστορικής υποχρέωσης. Και αυτό χρειάζεται τη στήριξη της κοινωνίας, τη στήριξη των κοινωνικών και παραγωγικών φορέων, τη στήριξη όλων των δημιουργικών δυνάμεων της ελληνικής κοινωνίας.

Σας ευχαριστώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου