Οι βάρβαρες επιθέσεις στο Παρίσι επανέφεραν, στην πιο δραματική μορφή του, τον κίνδυνο της διεθνούς ισλαμιστικής τρομοκρατίας. Της επίθεσης ένοπλων φανατικών στους δημοκρατικούς θεσμούς, στις ανοιχτές κοινωνίες, στην ανεκτικότητα, στα δικαιώματα των γυναικών, στην ανεξιθρησκεία, στη νεωτερικότητα. Της επίθεσης εναντίον και όσων αραβικών και μουσουλμανικών χωρών
αποπειρώνται –έστω και στοιχειώδη- βήματα εκσυγχρονισμού και μεταρρυθμίσεων, καθώς αυτά θεωρούνται εμπόδιο για την επικράτηση των θεοκρατικών αντιλήψεων.
Δεν μπορεί να υπάρχουν αυταπάτες. Η τρομοκρατία δεν είναι «λανθασμένη» ή «ανορθόδοξη» πάλη των αδικημένων. Πρόκειται για επίθεση, βασισμένη στα πιο σκοταδιστικά και οπισθοδρομικά ιδεολογήματα, εναντίον των κατακτήσεων των πολιτών και του σύγχρονου πολιτισμού. Για την πιο επικίνδυνη μορφή ολοκληρωτισμού στις μέρες μας.
Η τρομοκρατία αποτελεί την σοβαρότερη απειλή για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στη ζωή και στην ασφάλεια. Η επιδίωξη για την πρόκληση όσο το δυνατόν περισσότερων θυμάτων, μεταξύ άμαχων και ανυπεράσπιστων πολιτών, παραπέμπει ευθέως στην φασιστική πρακτική της «συλλογικής ευθύνης και τιμωρίας». Οι συντεταγμένες, δημοκρατικά οργανωμένες κοινωνίες, ακόμα και όταν πολεμούν μεταξύ τους, έχουν κάποιους κανόνες. Αυτοί κάποτε εφαρμόζονται και κάποτε όχι. Αλλά στις κοινωνίες μας και στη διεθνή κοινότητα υπάρχουν όργανα ελέγχου των παραβιάσεων και επιβολής κυρώσεων. Πράγματα άγνωστα στις ολοκληρωτικές πρακτικές των τρομοκρατών.
Δεν πρέπει να ταυτίζονται, η φύση και οι επιδιώξεις της τρομοκρατίας, αφενός, με κάποιους παράγοντες που αξιοποιούνται στην ενίσχυση της δράσης και της επιχειρηματολογίας της, αφετέρου. Μπορεί η φτώχεια να ευνοεί, ως ένα βαθμό, την στρατολόγηση στην τρομοκρατική δράση, αλλά η φτώχεια δεν είναι αυτή που γεννά την τρομοκρατία. Για να οδηγηθεί κάποιος στην τρομοκρατική δράση, πρέπει να επιδράσει ιδεολογικός παράγοντας, στην περίπτωση μας ο ισλαμικός ριζοσπαστισμός και φονταμενταλισμός. Μια ακραία, δηλαδή, και αντιδραστική ερμηνεία του Ισλάμ από μικρή μειοψηφία μουσουλμάνων, η οποία –υπό ορισμένες συνθήκες- μετατρέπεται σε επιθετικό φανατισμό, τον ισλαμο-φασισμό.
Η άποψη ότι, η επίλυση διεθνών προβλημάτων αρκεί για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, δεν ευσταθεί. Διότι οι τρομοκράτες είναι αντίθετοι προς τις επιδιώξεις για υπέρβαση των συγκρούσεων. Στο Ιράκ αντιστρατεύονται κάθε προσπάθεια συνεννόησης των πολιτικών, εθνοτικών και θρησκευτικών παρατάξεων. Στο Αφγανιστάν αγωνίζονται για την παλινόρθωση του τυρρανικού καθεστώτος των Ταλιμπάν. Στο Παλαιστινιακό, υπονομεύουν τις προσπάθειες της παλαιστινιακής ηγεσίας για συμβιβαστική λύση με το Ισραήλ. Είναι άξιο επισήμανσης, άλλωστε, ότι όσοι ενέχονται στις τελευταίες επιθέσεις, δεν κατάγονται, ούτε από το Ιράκ, ούτε από το Αφγανιστάν, ούτε από την Παλαιστίνη, ούτε από την Τσετσενία.
Ας είμαστε σαφείς. Δεν θα αντιμετωπιστεί η τρομοκρατία «μόνο αφού ο κόσμος γίνει δίκαιος», αλλά η ίδια η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας είναι απαραίτητο στοιχείο για έναν δικαιότερο κόσμο. Η συντριβή της προϋποθέτει τη διεθνή συνεργασία. Είναι αναγκαίο να χρησιμοποιηθούν όλα τα μέσα: στρατιωτικά, αστυνομικά, δικαστικά, νομοθετικά, πολιτικά, ιδεολογικά, οικονομικά, διπλωματικά.
Η χρήση αυτών των μέσων επιβάλλεται, βεβαίως, να γίνεται με κανόνες, τόσο εσωτερικού, όσο και διεθνούς δικαίου, να αποφασίζεται δημοκρατικά και να ελέγχεται κοινωνικά, με σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι δημοκρατικές κοινωνίες δεν πρέπει «να χάσουν την ψυχή τους», στην προσπάθεια καταπολέμησης της τρομοκρατίας. Η επαγρύπνηση για τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν πρέπει να μειωθεί. Είναι αναγκαίο να συνδυάζεται ισορροπημένα η αποτελεσματικότητα των κρατικών μηχανισμών με το κράτος Δικαίου. Φυσικά, αποτελεσματικότητα χωρίς δημοκρατικές εγγυήσεις είναι απαράδεκτη, από την άλλη όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η τρομοκρατία είναι ασύμβατη με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Να διαφωνήσουμε με την τρομοϋστερία, και με όσους βαφτίζουν ως «τρομοκρατία», ο,τιδήποτε δεν τους αρέσει αδιακρίτως. Και παραλλήλως, να αποφύγουμε να χαρακτηρίσουμε με ευκολία, ως «αντιδημοκρατική», οποιαδήποτε προσαρμογή των κρατικών θεσμών και μηχανισμών στις νέες, εξελιγμένες δυνατότητες και οπλοστάσια των τρομοκρατών. Να αποφασίσουμε κοινά μέτρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον ΟΗΕ, χωρίς προκαταλήψεις, και δίχως να μας διαφεύγει ποτέ ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τα δικαιώματα είναι ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός.
* Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος, στέλεχος του ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ Δημοκρατών Σοσιαλιστών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου