Σύµφωνα µε τα επίσηµα στοιχεία της Eurostat, η χώρα µας καταλαµβάνει την 4η θέση στην Ευρώπη στον κλάδο της προβατοτροφίας. Το ζωικό κεφάλαιο αγγίζει τα 8,6 εκατ. πρόβατα, ενώ η παραγωγή πρόβειου γάλακτος περίπου τους 95.000 τόνους. Όσον αφορά την κάλυψη των αναγκών της εγχώριας αγοράς σε
πρόβειο κρέας, ξεπερνάει το 80% (σ.σ. µε τάσεις µείωσης) και µόνο ένα µικρό ποσοστό εξάγεται σε ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία και η Γερµανία.
Σύµφωνα µε στοιχεία του Παγκόσµιου Oργανισµού Τροφίµων και Γεωργίας (FAO), η Κίνα ηγείται στην παραγωγή πρόβειου κρέατος, µε ποσοστό 24%. Ακολουθούν η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία µε ποσοστά 8% και 5% αντίστοιχα. Στην 6η θέση παγκοσµίως και 1η σε ευρωπαϊκό έδαφος βρίσκεται η Μεγάλη Βρετανία µε ποσοστό 3% της παγκόσµιας παραγωγής πρόβειου κρέατος και 23 εκατ. ζώα. Ακολουθούν η Ισπανία µε περίπου 16,5 εκατ. πρόβατα, η Ρουµανία µε 10 εκατ., η Ελλάδα µε 8 εκατ. και η Ιταλία µε 7 εκατ. ζώα.
«Ο ζωικός πληθυσµός της χώρας µας (σ.σ. σε πρόβατα) έχει τη δυνατότητα να παράγει περίπου 530.000 τόνους γάλα (από το οποίο παράγονται 95.000 τόνοι φέτα,10.000 τόνοι λοιπά τυριά και 10.000 τόνοι παραδοσιακό γιαούρτι), ενώ ετησίως σφάζονται περίπου 3 εκατ. αρνιά», µας εξηγεί ο πρόεδρος του ΣΕΚ, Παναγιώτης Πεβερέτος και προσθέτει: «Σύµφωνα µε τα στοιχεία του ΟΣ∆Ε, το 2016 µε την αιγοπροβατοτροφία (συνολική αναφορά στα αιγοπρόβατα, καθώς οι περισσότερες ελληνικές εκµεταλλεύσεις είναι µεικτές µε αίγες και πρόβατα) στην Ελλάδα ασχολούνται περίπου 84.000 κτηνοτρόφοι». Αίσθηση, επίσης, προκαλεί η αναφορά του προέδρου του ΣΕΚ για τη µείωση του αριθµού των κτηνοτρόφων, που ασχολούνται µε τον συγκεκριµένο κλάδο, που, όπως µας έκανε γνωστό, το 2016 έφτασε τους 2.000 σε σχέση µε το 2015.
Μείωση, όµως, σύµφωνα µε τον ίδιο, σηµειώθηκε και στο ζωικό κεφάλαιο (σ.σ. αιγοπρόβατα) κατά 500.000 ζώα. Όπως µας εξηγεί, «αυτό οφείλεται σε δύο λόγους: Ο πρώτος λόγος είναι πως κάποιοι µεγάλοι σε ηλικία κτηνοτρόφοι πλέον τα παρατάνε και ο δεύτερος ότι κάποιοι προβατοτρόφοι δεν µπορούν να αντεπεξέλθουν µε την τρέχουσα τιµή του γάλακτος (0,94 λεπτά/κιλό) που παραµένει ίδια από το 1999, ενώ, ταυτόχρονα, το κόστος εκτροφής, συγκριτικά µε τη χρονιά εκείνη, έχει αυξηθεί κατά 400%.
«Το 25% του συνολικού κόστους στην εκτροφή προβάτων είναι η ενέργεια (ρεύµα, πετρέλαιο) και χαρακτηριστικό παράδειγµα αποτελεί το γεγονός πως πριν από 5-6 χρόνια το µεν πετρέλαιο ήταν 50% κάτω από ό,τι σήµερα, ενώ η τιµή του ρεύµατος έχει τριπλασιαστεί», τονίζει στην «ΥΧ» ο Π. Πεβερέτος. Το ίδιο και στις ζωοτροφές, που η τιµή στο σιτάρι, για παράδειγµα, από το 2000 έχει τετραπλασιαστεί, φτάνοντας τα 25 λεπτά/κιλό. Σύµφωνα µε τον πρόεδρο του ΣΕΚ, για να είναι βιώσιµος ένας προβατοτρόφος θα πρέπει να διαθέτει «είτε τον δικό του ιδιόκτητο βοσκότοπο είτε να του έχει παραχωρηθεί από το ∆ηµόσιο µία έκταση για καλλιέργεια κριθαριού και τριφυλλιού». Προσθέτει, δε, πως «η παραγωγή ζωοτροφών θα πρέπει να αντιστοιχεί στο 50% της συνολικής κατανάλωσης, καθώς το κόστος εκτροφής είναι υψηλό και κυµαίνεται από 220 έως 300 ευρώ τον χρόνο/πρόβατο». Στα έξοδα για την καλλιέργεια ζωοτροφών συµπεριλαµβάνεται και η αγορά ενός τρακτέρ, κόστους περίπου 60.000 ευρώ, καθώς και κοφτικός και σπαρτικός εξοπλισµός, που ανεβάζουν το κόστος πάνω από τα 120.000 ευρώ.
«Για να ξεκινήσει κάποιος από το µηδέν θα πρέπει να διαθέσει περίπου 1.000 ευρώ ανά ζώο, µέσα στα οποία περιλαµβάνονται η αγορά των προβάτων (200-300 ευρώ ανά ζώο, ανάλογα µε τη φυλή), η εκτροφή τους, οι εγκαταστάσεις, οι άδειες κ.ά. Το κόστος ανεβαίνει και άλλο µε την απόκτηση αρµεκτηρίου (15.000-25.000 ευρώ), παγολεκανών (περίπου 5.000 ευρώ) κ.λπ. Για να δηµιουργήσει κάποιος µία βιώσιµη µονάδα, θα πρέπει να έχει τουλάχιστον 150 έως 200 πρόβατα», αναφέρει ο Π. Πεβερέτος.
ypaithros.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου