Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2013

Ομιλία Γιάνη Κουτσούκου στη Βουλή : Αναδιάρθρωση της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης



Ομιλία Γιάνη Κουτσούκου στη Βουλή σχετικά με το Ν/Σ του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων: «Αναδιάρθρωση της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων
Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κύριες και κύριε συνάδελφοι, κύριε Υπουργέ, σήμερα συζητάμε ένα σοβαρό και κρίσιμο θέμα που αφορά χιλιάδες μαθητές εκατομμύρια συμπατριωτών μας και για το οποίο, βεβαίως, ο καθένας από εμάς έχει τις δικές του ιδεολογικές και πολιτικές απόψεις αλλά και διαφορετικές προσλαμβάνουσες παραστάσεις: Άλλοι που πήγαμε παλιότερα στο σχολείο με τα καπέλα και τις ποδιές και άλλοι που αποφοίτησαν πιο πρόσφατα, όταν το σχολείο είχε γίνει φιλελεύθερο. Και δεν πρέπει να κατηγορούμε τη φιλελευθεροποίηση για τα δεινά που αντιμετωπίζει σήμερα το εκπαιδευτικό μας σύστημα και να προβάλλουμε ως πρότυπο την στρατικοποίηση. Από ορισμένες πλευρές ακούγεται και αυτό.
Κύριοι συνάδελφοι, οι βασικές διατάξεις του νομοσχεδίου εξυπηρετούν τρεις αλληλένδετες, αλληλοεπηρεαζόμενες και κρίσιμες επιλογές: Την αυτοτέλεια του γενικού λυκείου, την αναβάθμιση και ενίσχυση της τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης και συνδέουν αυτές τις αλλαγές με μια προσπάθεια ελάφρυνσης του βάρους των πανελλαδικών εξετάσεων τόσο με τον όγκο των μαθημάτων, όσο και με τον τρόπο συνυπολογισμού των βαθμών των τριών τάξεων του λυκείου.
Βεβαίως, αυτές οι αλλαγές και αυτή η προσπάθεια αφορούν την πλειοψηφία των Ελλήνων, αφορούν αυτούς που έχουν μόνο μία δυνατότητα, δηλαδή, το δημόσιο σχολείο και το δημόσιο Πανεπιστήμιο. Για τους άλλους, που άκουσα νωρίτερα, υπάρχουν άλλες επιλογές: τα ιδιωτικά σχολεία, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, τα πανεπιστήμια του εξωτερικού. Άρα, να κουβεντιάζουμε έχοντας την αίσθηση ότι αυτό αφορά στους πιο φτωχούς, στους πιο αδύναμους, αυτούς που υποτίθεται πρέπει να εξυπηρετήσουμε μέσα από το δημόσιο σύστημα παιδείας. 
Ήθελα, επίσης, να προσθέσω εισαγωγικά ότι αλλαγές σαν αυτή που κουβεντιάζουμε σήμερα έχουν γίνει πάμπολλες, με πιο κρίσιμη και σημαντική αυτή του Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος άλλαξε το σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια και καθιέρωσε τις πανελλαδικές εξετάσεις. Και είναι ένας θεσμός που πέτυχε, γιατί δεν αμφισβητήθηκε στην πορεία. Με βάση αυτόν συζητάμε όλα αυτά τα χρόνια και με βάση αυτόν γίνονται όλες οι αλλαγές. Μόνο που γίνονται πολύ γρήγορα, πριν αφομοιωθούν και αποδώσουν. Δηλαδή, σε σχέση με άλλες χώρες -ειπώθηκαν και παραδείγματα- έχουμε μια ταχύτητα αλλαγών τουλάχιστον στα οκτώ χρόνια. Έτσι λειτουργεί, δυστυχώς, το πολιτικό και διοικητικό σύστημα στην Ελλάδα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, όλες αυτές οι αλλαγές και οι θεωρίες που αναπτύχθηκαν τα προηγούμενα χρόνια ένα στόχο προέβαλλαν: πώς θα ενισχύσουμε το λύκειο, πώς θα δώσουμε γενική παιδεία στα παιδιά μας και ταυτόχρονα θα βελτιώσουμε την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μ’ αυτούς τους στόχους δεν είναι εύκολο να διαφωνήσει κανένας, όσο και να προσπαθεί.
Φυσικά, αυτοί οι στόχοι δεν εξυπηρετούνται μόνο μέσα από τις νομοθετικές αλλαγές που κάνουμε κάθε φορά, ούτε βεβαίως μέσα από την αντιμετώπιση ζητημάτων που είναι πολύ κρίσιμα όπως: οι υποδομές, τα βιβλία, οι ελλείψεις σε εκπαιδευτικούς. Εξαρτώνται από ένα μεγάλο ζήτημα το οποίο απασχολεί αυτή την περίοδο τη δημόσια συζήτηση: πώς θα καθοδηγήσουμε, θα εμπνεύσουμε και θα παροτρύνουμε το έμψυχο δυναμικό. Αυτός είναι ο κρίσιμος παράγοντας της επιτυχίας κάθε μεταρρύθμισης. Είναι οι εσωτερικές δυνάμεις που θα την υποστηρίξουν και θα την πάνε μπροστά. Αν αυτό δεν το εξασφαλίζεις, τότε το αποτέλεσμα, παρά τις καλές προθέσεις και τους καλύτερους νόμους, δεν θα είναι αυτό που χρειάζεται.
Γι’ αυτό, εγώ θέλω να υποστηρίξω από την αρχή ότι χρειαζόμαστε νηφαλιότητα, ψυχραιμία και διαδικασία συναίνεσης σ’ αυτό το διάλογο για την παιδεία. Είναι εθνικό θέμα η παιδεία, όπως λέμε. Δεν μπορεί να εντάσσεται σε μια πολιτική στρατηγική όξυνσης της αντιπαράθεσης και πόλωσης, μια και μπήκαμε στο φθινόπωρο.
Δυστυχώς, με ευθύνη του Υπουργείου, αυτό το νομοσχέδιο έρχεται να συζητηθεί την εβδομάδα πριν ανοίξουν τα σχολεία. Αυτή τη συζήτηση, βεβαίως, θα μπορούσαμε να την έχουμε κάνει νωρίτερα. Έτσι αδικούμε το δημόσιο και το θεσμικό διάλογο που έχει γίνει τα προηγούμενα χρόνια, αγαπητοί συνάδελφοι, από τον κ. Μπαμπινιώτη, από την κ. Διαμαντοπούλου μετά, με τα θεσμικά όργανα της εκπαίδευσης, ο οποίος κατέτεινε στο ότι χρειάζονται σοβαρές αλλαγές. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι γιατί είναι γνωστές οι παθογένειες. Έτσι, λοιπόν, επιχειρείται να γίνουν αυτές οι αλλαγές, να απαντήσουν στα ζητήματα που έχουν εντοπιστεί.
Για το πόσο κρίσιμα είναι τα θέματα και για το πώς η ελληνική κοινωνία προσλαμβάνει κάθε φορά το ζήτημα των πανελλαδικών εξετάσεων δεν χρειάζεται παρά να ανατρέξουμε στους πηχυαίους τίτλους των έντυπων και ηλεκτρονικών μέσων κάθε φορά για το αν τα μαθήματα είναι εύκολα, αν τα μαθήματα ήταν δύσκολα και πώς έπεσαν ή ανέβηκαν οι βάσεις.
Κάνει μια προσπάθεια με το νομοσχέδιο η Κυβέρνηση να μπουν ορισμένες ασφαλιστικές δικλίδες αντισταθμιστικές των παθογενειών που μέχρι σήμερα έχουμε εντοπίσει. Είναι οι παθογένειες που λένε ότι ενώ τα τελευταία χρόνια κάναμε σημαντικές αλλαγές στο λύκειο, το ενισχύσαμε με υποδομές και με προσωπικό, αυξήσαμε τις δαπάνες για την παιδεία, εντούτοις αυξήθηκαν τα φροντιστήρια, η παραπαιδεία, η δαπάνη της μέσης οικογένειας. Δεν το αντιμετωπίσαμε, λοιπόν, με τον παραδοσιακό τρόπο. Άρα, πρέπει να κάνουμε ορισμένες αλλαγές.
Η μια αλλαγή που γίνεται είναι να μπει ο παράγων του 50% στις ενδοσχολικές εξετάσεις στο λύκειο από τράπεζα θεμάτων, για να εξασφαλίσουμε μια ισότητα των μαθητών σε όλη την Ελλάδα. Δηλαδή, να διδάσκεται όλη η διδακτέα ύλη.
Ο δεύτερος παράγοντας είναι να μετρούν οι βαθμοί των τριών τάξεων του λυκείου με ένα συντελεστή ανά τάξη που θα ομαλοποιεί τη διαφορά που μπορεί να προκύψει μεταξύ προφορικών, γραπτών εξετάσεων και πανελλαδικών. Να μην πηγαίνουν δηλαδή -μια και είναι της τρέχουσας πολιτικής συγκυρίας- στον «ξαφνικό θάνατο», όταν ένα παιδί κάτω από το άγχος των εξετάσεων πάθει σοκ και δεν μπορεί να γράψει. Να υπάρχει μια εξομάλυνση. Βεβαίως, αυτή είναι στο επίπεδο της μιας μονάδας. Εν πάση περιπτώσει είναι κάτι σημαντικό.
Η τρίτη παρέμβαση που γίνεται είναι να μειωθούν τα μαθήματα από έξι σε τέσσερα.
Άρα, με αυτές τις τρεις αλλαγές επιχειρείται μια ομαλοποίηση, ένας εξορθολογισμός του συστήματος.
Βεβαίως το Γενικό Λύκειο για να υπηρετήσει αυτό το στόχο ξεκινάει από τα μαθήματα της γενικής παιδείας από την Α’. Στη Β’ και στη Γ’ τάξη μειώνονται τα γενικά μαθήματα και πάμε στα μαθήματα των δεσμών ή των ομάδων: δυο στη Β’ Λυκείου, τρεις στη Γ’ Λυκείου και οι μαθητές επιλέγουν ανάλογα με την επιστημονική κατεύθυνση που έχουν επιλέξει για να δώσουν πανελλαδικές.
Το ζήτημα, αγαπητές συναδέλφισσες και αγαπητοί συνάδελφοι, που αφορά στην τεχνική εκπαίδευση έχει να κάνει, επίσης, με παθογένειες που έχουμε εντοπίσει, έχουμε αναλύσει και είναι πολύ εμφανείς την περίοδο της κρίσης.
Ξέρετε πολύ καλά – το γνωρίζουμε όλοι- ότι η Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση παρεχόταν από τα ΕΠΑΛ και από τις ΕΠΑΣ. Έχουμε όλοι επίσημα στοιχεία από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, μελέτες του Υπουργείου Παιδείας, που λένε ότι οι μαθητές σε ποσοστό 75% επιλέγουν το Γενικό Λύκειο, γιατί στο μυαλό τους έχουν ένα πτυχίο. Αυτή είναι η αντίληψη που επικρατεί στη μέση ελληνική οικογένεια, αυτή της κοινωνικής καταξίωσης και της ανόδου, ανεξάρτητα από το εάν αυτό το πτυχίο οδηγεί μαθηματικά στην ανεργία.
Έχουμε καταδικάσει στη συνείδηση του μέσου Έλληνα και του μαθητή την τεχνική εκπαίδευση, παρ’ ότι περνάμε μία κρίση πολύ σημαντική και παρά το γεγονός ότι μεγάλοι οργανισμοί –εγώ σας αναφέρω το «CEDEFOP»- λένε ότι η ζήτηση θέσεων εργασίας τα επόμενα χρόνια θα είναι στα τεχνικά επαγγέλματα.
Βεβαίως, δεν είναι άμοιρη ευθυνών και η ίδια η πολιτεία είτε γιατί δεν το υποστήριξε, είτε γιατί είχε πάρα πολλές αλλαγές, μεταρρυθμίσεις και δημιουργούσε μία σύγχυση κάθε φορά, είτε γιατί εν πάση περιπτώσει ορισμένες επιλογές, αγαπητοί συνάδελφοι, δεν έδιναν διέξοδο.
Τα ΕΠΑΣ, λοιπόν, δεν έδιναν διέξοδο. Ακόμα κι εκείνοι δηλαδή, που επέλεγαν την Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση μόνο κατά ένα μικρό ποσοστό, γύρω στο 15%-17%, πήγαιναν στα ΕΠΑΣ.
Έρχεται, λοιπόν, εδώ το Υπουργείο με αυτήν την πρόταση να δημιουργήσει ένα αυτοτελές λύκειο, το τεχνικό επαγγελματικό λύκειο, να καταργήσει δηλαδή το διαχωρισμό μεταξύ ΕΠΑΛ και ΕΠΑΣ. Αυτό είναι ένα λύκειο το οποίο προσπαθεί να βγάλει παιδιά με επαγγελματικά προσόντα και δικαιώματα, τα οποία, βεβαίως, δεν στερούνται την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με τους όρους που γίνεται και για τους μαθητές του Γενικού Λυκείου. Το αντίθετο, μάλιστα, θα έλεγα. Τα παιδιά έχουν τη δυνατότητα με ειδικό ποσοστό και με ειδικές εξετάσεις να έχουν πρόσβαση και στα ΤΕΙ.
Βεβαίως, έχουν ακόμα μία δυνατότητα -πέραν από τις τρεις τάξεις που τους δίνουν επαγγελματικά δικαιώματα επιπέδου 3- με την τάξη μαθητείας που θεσμοθετείται, να έχουν επαγγελματικά δικαιώματα στο επίπεδο 4, το οποίο είναι ένα κίνητρο και μία διέξοδος για τα παιδιά που θα επιλέξουν το ΕΠΑΛ.
Και εδώ με το ίδιο σύστημα των ενδοσχολικών εξετάσεων, με 50% θέματα από τράπεζα και προσμέτρηση με συντελεστές των βαθμών της Α΄, της Β΄ και της Γ΄ λυκείου, για το πανεπιστήμιο και φυσικά με ενδοσχολικές εξετάσεις, γίνεται η διαδικασία των προαγωγικών εξετάσεων.
Πρέπει να σας πω -για να το έχετε υπ’ όψιν σας- πως σε ό,τι αφορά τις πανελλαδικές εξετάσεις, οι μαθητές της Γ΄ Λυκείου του ΕΠΑΛ βαθμολογούνται με διαφορετικούς συντελεστές: ενάμισι είναι ο συντελεστής για τα μαθήματα της γενικής παιδείας και τρεισήμισι για τα μαθήματα της ειδικότητας, ώστε να έχει μία διαφορετική αντιμετώπιση η ροπή προς αυτά τα μαθήματα.
Αγαπητές συναδέλφισσες και αγαπητοί συνάδελφοι, το τεχνικό λύκειο όπως το είχε συλλάβει και το είχε προωθήσει το ΠΑΣΟΚ με σχετική πρόταση νόμου που κατέθεσε πέρυσι το Δεκέμβρη, έχει μία σημαντική διαφορά με το νομοσχέδιο που συζητάμε. Η σημαντική αυτή διαφορά έχει να κάνει με το γεγονός ότι η Σχολή Επαγγελματικής Κατάρτισης για μας -όπως την είχαμε τότε προτείνει για νομοθέτηση- εντασσόταν στη λεγόμενη «τυπική εκπαίδευση». Σήμερα, με το νομοσχέδιο αυτό οι Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης είναι στη μη τυπική εκπαίδευση.
Τα επιχειρήματα που έχουν ακουστεί από τις δύο πλευρές είναι πολύ σημαντικά -ιδίως ο τρόπος της χρηματοδότησης- και οφείλουμε να τα σεβαστούμε. Μέσα στη μη τυπική εκπαίδευση εντάσσονται τα ΙΕΚ, στα οποία έχουν τη δυνατότητα να έχουν πρόσβαση οι απόφοιτοι και του Γενικού Λυκείου και του Επαγγελματικού Λυκείου και βέβαια τα Κέντρα Δια Βίου Μάθησης.
Στο σημείο αυτό, θέλω να σας τονίσω κάτι για τις ΣΕΚ, για τις οποίες έχει γίνει πάρα πολλή συζήτηση και παρουσιάζονται με μία μορφή λες κι εκεί θα στείλουμε τα παιδιά που είναι έτοιμα για εξοβελισμό. Μετά από τη μαθητεία έχουν πρόσβαση τα παιδιά αυτά -πέρα από τα επαγγελματικά δικαιώματα που αποκτούν του επιπέδου 3- και στα ΙΕΚ.
Επομένως, δεν μπορεί να πει κανένας ότι σταματάει σ’ αυτό το επίπεδο η μόρφωση των παιδιών και η επαγγελματική τους διέξοδος.
Τώρα, είναι φανερό ότι με αυτό το σύστημα υπάρχει ένα επίπεδο επαγγελματικών προσόντων που δεν το είχαμε μέχρι τώρα, το επίπεδο τέσσερα, το οποίο, όπως είπα, είναι ένα κίνητρο. Βεβαίως πιστεύω ότι μία εκατοντάδα ειδικότητες που αφορούν τα ΙΕΚ -ενενήντα δύο, όπως έχω μετρήσει- έχουν να κάνουν με το να καλύψουν τις ανάγκες της αγοράς σε όλους τους τομείς της παραγωγής και στην πρωτογενή και στη δευτερογενή και στις υπηρεσίες. Βέβαια, αυτό πρέπει να προσαρμόζεται κάθε φορά γιατί αλλάζουν τα πράγματα. Γι’ αυτό μέσα από τις διατάξεις του νομοσχεδίου, οι προσαρμογές αυτές θα γίνονται με τη συμμετοχή των φορέων παραγωγής ανά περιφέρεια.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Εκείνο που νομίζω ότι αξίζει να σημειώσει κανένας είναι μία άλλη αλλαγή που είχε συζητηθεί στο παρελθόν και ήταν και πρόταση του ΠΑΣΟΚ παλαιότερα για τον Εθνικό Οργανισμό Εξετάσεων, να υπάρχει δηλαδή ένας ανεξάρτητος οργανισμός, ο οποίος θα λειτουργεί συντονιστικά, θα έχει ένα συντονιστικό ρόλο μεταξύ των εμπλεκομένων υπηρεσιών του Υπουργείου και θα αποφορτίζει κάθε φορά τη συζήτηση γύρω από τις ευθύνες της πολιτικής ηγεσίας, ο οποίος οργανισμός θα έχει και ένα απόθεμα γνώσεων και εμπειρίας κάθε φορά, ανεξάρτητα από τις διοικητικές ή πολιτικές αλλαγές.
Βεβαίως να πω ότι στο νομοσχέδιο έχουν μπει πάρα πολλές διατάξεις που αφορούν την τριτοβάθμια εκπαίδευση, που αφορούν τα ειδικά σχολεία, που αφορούν τη ΣΕΛΕΤΕ, που αφορούν το ΕΑΠ, για το οποίο έχουμε ζητήσει από τον Υπουργό και έχει δεσμευτεί ότι θα υπάρξει τροπολογία για την αυτοτελή λειτουργία του ΕΑΠ. Βεβαίως, για να συντονιστεί αυτό το σύστημα της μη τυπικής επαγγελματικής εκπαίδευσης, θεσμοθετούνται τριακόσιες είκοσι πέντε οργανικές θέσεις σε επίπεδο διευθύνσεων και τμημάτων σε όλες τις περιφερειακές ενότητες της χώρας, δηλαδή δημιουργούμε και μία ακόμα βαθμίδα της διοίκησης, με στόχο να συντονιστεί αυτή η μη τυπική εκπαίδευση.
Κλείνοντας, λοιπόν, αγαπητές συναδέλφισσες και αγαπητοί συνάδελφοι, θα ήθελα να τονίσω ότι για εμάς οι αλλαγές στο λύκειο είναι αναγκαίες. Ιδεατά συστήματα δωδεκάχρονης υποχρεωτικής παιδείας και επιλογής από το πανεπιστήμιο των εισακτέων, θεωρητικά είναι σωστά, στην πράξη όμως δεν μπορούμε να τα πετύχουμε σήμερα. Οι όροι και οι προϋποθέσεις δεν εξαρτώνται μόνο από το νομοθέτημα -εμείς έχουμε συμβάλει να είναι το καλύτερο νομοθέτημα- αλλά, όπως είπα και από την πολιτική υποστήριξη και κυρίως, από νοοτροπίες και αντιλήψεις που πρέπει να αλλάξουμε.
Κύριε Υπουργέ, νομίζω ότι υπάρχουν εκκρεμή θέματα τα οποία εντάσσω στις πολιτικές προϋποθέσεις επιτυχίας του όλου εγχειρήματος και είναι το πώς θα λύσουμε το ζήτημα των δύο χιλιάδων εκπαιδευτικών περίπου που είναι σε διαθεσιμότητα, προγραμματίζοντας τους για τις εννιακόσιες είκοσι πέντε θέσεις στα ΙΕΚ και τις τριακόσιες είκοσι πέντε στις διευθύνσεις της διά βίου μάθησης. Αυτό πρέπει να γίνει με την αξιολόγησή τους, με ένα σύστημα το οποίο θα είναι αντικειμενικό και αδιάβλητο, πώς θα αντιμετωπίσουμε τα κενά που εντοπίζονται ιδιαίτερα στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Σήμερα που μιλάμε υπάρχουν διαμαρτυρίες. Έχω γίνει εγώ δέκτης από πάρα πολλές περιοχές της χώρας. Δυστυχώς, μέχρι προχθές έβγαιναν αναπληρωτές. Με ένα σύστημα που αδικεί και εξοντώνει ανθρώπους, μία πατριώτισσά μου από τον Πύργο έχει πάει στα Δωδεκάνησα. Μπορεί να ανταπεξέλθει; Αυτό είναι μία αδυναμία του συστήματος.
Για να κλείσω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θέλω να πω ότι εμείς από την πλευρά μας και με τα νομοσχέδια που καταθέσαμε το Δεκέμβρη για το Γενικό Λύκειο και το Τεχνικό Λύκειο και με τις παρατηρήσεις που καταθέσαμε στο νομοσχέδιο, πολλές από τις οποίες έκανε αποδεκτές ο Υπουργός και με αυτές που θα προτείνουμε αύριο, έχουμε στόχο να συμβάλλουμε, ώστε να υπάρξει ένα όσο το δυνατόν καλύτερο νομοθέτημα και να είμαστε μία φωνή ψυχραιμίας, νηφαλιότητας και συναίνεσης απέναντι σε ένα κλίμα που οφείλουμε, όσο μπορούμε, να το διατηρήσουμε ήρεμο μπροστά στην έναρξη της σχολικής χρονιάς.
Ευχαριστώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου